Άγιος Τηλέμαχος


Ο Άγιος Τηλέμαχος ήταν μοναχός του 5ου αιώνα και άγιος της Χριστιανικής Εκκλησίας.

Ταξίδεψε από την Ασία στη Ρώμη επί αυτοκράτορα Ονώριου, θέλοντας να σώσει την πόλη. Αντιτάχθηκε στις μονομαχίες που γίνονταν στα αμφιθέατρα και ο ίδιος όρμησε στο Κολοσσαίο και φώναξε στους μονομάχους να σταματήσουν στο όνομα του Χριστού. Τότε το πλήθος άρχισε να γελάει και να τον γιουχάρει. Ένας από τους μονομάχους χτύπησε στο στομάχι τον Τηλέμαχο με το ξίφος του και εκείνος έπεσε κάτω. Σηκώθηκε και ξαναφώναξε στους δύο μονομάχους να σταματήσουν. Ένας μονομάχος τον κάρφωσε στο στομάχι με το ξίφος και εκείνος, αφού ψέλλισε για τελευταία φορά το ίδιο, πέθανε στο δάπεδο του αμφιθεάτρου, βουτηγμένος στο αίμα. Το πλήθος σιώπησε και εκκένωσε το Κολοσσαίο.

Χάρη σε αυτόν τον άγιο, την 1 Ιανουαρίου 404 μ.Χ. έλαβε χώρα η τελευταία μονομαχία στην Ιστορία της Ρωμαικής Αυτοκρατορίας αφού εξαιτίας του θανάτου του, έπειτα από 3 ημέρες, με αυτοκρατορικό διάταγμα καταργήθηκαν οι μονομαχίες.


              Πηγή

Άγιος Βασίλειος ο Μέγας



Ζῇ Βασίλειος, καὶ θανὼν ἐν Κυρίῳ.
Ζῇ καὶ παρ᾽ ἡμῖν, ὡς λαλῶν ἐκ τῶν βίβλων,
Ἰανουαρίοιο θάνες, Βασίλειε, πρώτῃ.


Λειτουργικά κείμενα

Περιτομή του Κυρίου



Χριστοῦ περιτμηθέντος, ἐτμήθη Νόμος.
Καὶ τοῦ Νόμου τμηθέντος, εἰσήχθη Χάρις.


Λειτουργικά κείμενα

Το Ποδαρικό και η ιστορία του

 Έθιμο της Πρωτοχρονιάς, με πανελλαδική εμβέλεια. Ακόμα και σήμερα πολλοί άνθρωποι είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί για το ποιος θα μπει πρώτος στο σπίτι τους...


Πολλοί άνθρωποι είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί ακόμα και σήμερα για το ποιος θα μπει πρώτος στο σπίτι τους τη νέα χρονιά, δηλαδή θα κάνει ποδαρικό. Έτσι, από την παραμονή λένε σε κάποιο δικό τους άνθρωπο, που τον θεωρούν καλότυχο και γουρλή, να έρθει την Πρωτοχρονιά να τους κάνει ποδαρικό.

Μόλις μπει στο σπίτι τον βάζουν να πατήσει ένα σίδερο για να είναι όλοι σιδερένιοι και γεροί μέσα στο σπίτι στη διάρκεια του καινούργιου χρόνου. Η νοικοκυρά φιλεύει τον άνθρωπο που κάνει ποδαρικό για το καλό του χρόνου. Συνήθως, του δίνει μήλα ή καρύδια και μία κουταλιά γλυκό κυδώνι ή ότι άλλο γλυκό έχει φτιάξει για τις γιορτές.

Στην Αμοργό φροντίζουν να μπει πρώτος κάποιος από το ίδιο το σπίτι, όταν γυρίζουν από την εκκλησία. Κρατώντας ένα εικονισματάκι στο χέρι, μπαίνει δύο βήματα μέσα, λέγοντας: «Μέσα καλό». Γυρίζει μετά πίσω και λέει: «Όξω κακό». Αυτό επαναλαμβάνεται τρεις φορές. Τέλος, λέγοντας πάλι «Μέσα καλό», ρίχνει ένα ρόδι για να σπάσει μέσα στο σπίτι και μπαίνει με ευχές για καλή χρονιά.

Το έθιμο του «ποδαρικού» είναι πολύ παλαιό. Είναι χαρακτηριστικοί οι λόγου του επισκόπου Νύσσης Γρηγορίου για τους Βυζαντινούς, ότι την Πρωτοχρονιά «δεξιάς τινας συντυχίας επετήδευον», δηλαδή να συναντήσουν ή να δεχθούν στο σπίτι τους πρόσωπο που, όπως νόμιζαν, θα τους έφερνε ευτυχία.





Το Έθιμο της Βασιλόπιτας και η ιστορία της

 H βασιλόπιτα είναι το γλύκισμα - σύμβολο της Πρωτοχρονιάς και συνδέεται με την εορτή του Αγίου Βασιλείου, από τον οποίο πήρε το όνομά της.


H βασιλόπιτα είναι το γλύκισμα - σύμβολο της Πρωτοχρονιάς και συνδέεται με την εορτή του Αγίου Βασιλείου, από τον οποίο πήρε το όνομά της.

Τη βρίσκουμε με πολλές μορφές και διάφορους τρόπους παρασκευής, σ’ όλα τα ελληνικά σπίτια, αστικά και αγροτικά. Ζυμώνεται κυρίως με αλεύρι, αυγά, ζάχαρη και γάλα, και συνηθέστατα πάνω στην επιφάνειά της γράφεται ο αριθμός του νέου έτους με αποφλοιωμένα αμύγδαλα.

Η βασιλόπιτα κόβεται και μοιράζεται με εθιμικό τελετουργικό τη νύχτα της παραμονής του νέου χρόνου ή ανήμερα την Πρωτοχρονιά. Το γενικό πρόσταγμα έχει ο νοικοκύρης του σπιτιού, που αφού τη σταυρώσει, κόβει και μοιράζει τα κομμάτια της πίτας στα μέλη της οικογένειάς του και τους τυχόν φιλοξενούμενους, ενώ ιδιαίτερα κομμάτια ξεχωρίζονται για τον Χριστό, την Παναγία, τον Άγιο Βασίλειο, το σπίτι και τους ξενιτεμένους της οικογένειας.

Το έθιμο δεν περιορίζεται μόνο στο σπίτι και την ημέρα της Πρωτοχρονιάς. Από τις επόμενες ημέρες και σχεδόν μέχρι και τα τέλη Φλεβάρη, σωματεία, επαγγελματικές ενώσεις και οργανώσεις κόβουν τη δική τους βασιλόπιτα. Η συνήθεια αυτή είναι νεώτερη και κατάγεται από στις παλαιότερες συντεχνίες, τα μέλη των οποίων έκοβαν την πρωτοχρονιάτικη πίτα και τη μοιράζονταν για το καλό το δικό τους και του κοινού τους επαγγέλματος.

Το έθιμο της βασιλόπιτας, όπως και άλλα του Δωδεκαημέρου (Χριστούγεννα - Θεοφάνεια), ανάγεται στα ρωμαϊκά «Σατουρνάλια», που αποτελούν συνέχεια των Ελληνικών «Κρονίων». Κατά τη διάρκειά τους προσφέρονταν ως δώρα καρποί και πλακούντες (πίτες) μέσα σε χρυσά φύλλα. Μπορεί να σχετιστεί και με τον εορταστικό άρτο της ελληνικής αρχαιότητας, που προσφερόταν στους θεούς, ιδίως στα «Θαλύσια» και τα «Θαργήλια».

Υπάρχει, όμως, και η χριστιανική παράδοση για το έθιμο της βασιλόπιτας. Όταν ο Άγιος Βασίλειος ήταν επίσκοπος Καισάρειας, ο έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε να εισπράξει φόρους με άγριες διαθέσεις. Οι κάτοικοι φοβήθηκαν και ζήτησαν την προστασία του επισκόπου τους. Αυτός τους είπε να συγκεντρώσουν ό,τι πολύτιμα αντικείμενα είχαν για να τα προσφέρουν στον έπαρχο. Ο άγιος, όμως, τον έπεισε να φύγει χωρίς να πάρει τίποτε. Ήταν παραμονή της Πρωτοχρονιάς.

Επειδή η επιστροφή των αντικειμένων στους κατόχους τους ήταν πρακτικά αδύνατη, με συμβουλή του αγίου ζυμώθηκαν πλακούντια (μικρές πίτες) και μέσα σ’ αυτούς τοποθετήθηκε από ένα πολύτιμο αντικείμενο. Έγινε η διανομή και, σαν από θαύμα, έτυχε στον καθένα ό,τι είχε δώσει. Από τότε, λέγει η παράδοση, κάνουμε στη γιορτή του Αγίου Βασιλείου πίτες με νομίσματα μέσα.

Νεώτερες παραλλαγές αυτής της παράδοσης από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία παρουσιάζουν τον Άγιο Βασίλειο να κερδίζει τον εισπράκτορα των φόρων σε χαρτοπαίγνιο και στη συνέχεια να γίνεται η διανομή με μικρά ψωμιά ή με μια μεγάλη πίτα.


Πηγή