Άγιος Τιμόθεος ο Απόστολος



Ἔρωτι θείων Τιμόθεος στεμμάτων,
Τυφθεὶς βάκλοις, ἔβαψε γῆν ἐξ αἱμάτων.
Εἰκάδι δευτερίῃ πνεῦμ’ ἤρθη Τιμοθέοιο.


Λειτουργικά κείμενα

Μενέλαος Λουντέμης

 Πολυγραφότατος και πολυδιαβασμένος λογοτέχνης, ο επονομαζόμενος και Μαξίμ Γκόργκι της Ελλάδας. Η «πένα» του έχει αμεσότητα, λυρισμό, δύναμη και ρεαλισμό...

Μενέλαος Λουντέμης (1906 – 1977)

Πολυγραφότατος και πολυδιαβασμένος λογοτέχνης, ο επονομαζόμενος και Μαξίμ Γκόργκι της Ελλάδας. Η «πένα» του έχει αμεσότητα, λυρισμό, δύναμη και ρεαλισμό. Έργα του, όπως τα μυθιστορήματα «Συννεφιάζει», «Οι κερασιές θα ανθίσουν φέτος» και το μπεστ-σέλερ «Ένα παιδί μετράει τ' άστρα» διαβάστηκαν πολύ από τη νεολαία τις δεκαετίες του '50, του '60 και του '70.

Γεννήθηκε το 1906 ή κατ' άλλους το 1912 στο χωριό Αγία Κυριακή της Μικράς Ασίας και το πραγματικό του όνομα ήταν Δημήτριος Μπαλάσογλου ή Βαλασιάδης. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή, η οικογένειά του περιπλανήθηκε αρκετά, μέχρι να εγκατασταθεί το 1923 στο χωριό Εξαπλάτανος της Έδεσσας.

Η οικογένειά του ήταν εύπορη, αλλά έχασε τα πάντα στον Μεγάλο Ξεριζωμό. Έτσι, ο νεαρός Δημήτρης αναγκάστηκε από τα νεανικά του χρόνια να εργαστεί σκληρά ως λαντζέρης, λούστρος, ψάλτης, δάσκαλος και επιστάτης στα έργα του Γαλλικού Ποταμού (Λουδίας). Από τον ποταμό Λουδία εμπνεύστηκε το φιλολογικό του ψευδώνυμο Λουντέμης. Η στράτευσή του στην Αριστερά και η πολιτική δράση μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ του στοίχισε την αποβολή του απ' όλα τα γυμνάσια της χώρας.

Στα ελληνικά γράμματα εμφανίσθηκε πολύ νωρίς, το 1927, με δημοσιεύσεις ποιημάτων του σε εφημερίδες της Έδεσσας. Το 1930 ποιήματα και διηγήματά του δημοσιεύτηκαν στο λογοτεχνικό περιοδικό «Νέα Εστία», ενώ το 1934 υπογράφει για πρώτη φορά ως Μενέλαος Λουντέμης στο διήγημά του «Μια νύχτα με πολλά φώτα κάτω από μια πόλη με πολλά αστέρια».

Έπειτα από μια οδύσσεια μετακινήσεων, ο Λουντέμης θα έλθει στην Αθήνα και θα γνωριστεί με αριστερούς διανοούμενους, οι οποίοι σύχναζαν στη λέσχη «αν Σουσί» της οδού Πατησίων. Καθοριστική ήταν η γνωριμία του με τους διακεκριμένους ομοτέχνους του Κώστα Βάρναλη, Άγγελο Σικελιανό και Μιλτιάδη Μαλακάση. Ο τελευταίος θα τον βοηθήσει να βρει δουλειά ως βιβλιοθηκάριος στην «Αθηναϊκή Λέσχη» και να ανασάνει οικονομικά.

Την ίδια εποχή αναπτύσσει στενή φιλία με τον καθηγητή της Φιλοσοφικής Δημήτρη Βέη, ο οποίος θα τον δεχθεί ως ακροατή στις παραδόσεις του, αφού ο Λουντέμης δεν μπορούσε να εγγραφεί στη Φιλοσοφική, καθώς δεν είχε τελειώσει το γυμνάσιο, λόγω των πολιτικών του περιπετειών και της οικονομικής του ανέχειας. Το 1938 ήταν ήδη φτασμένος συγγραφέας και τιμήθηκε με το Μέγα Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας για τη συλλογή διηγημάτων του «Τα πλοία δεν άραξαν».

Στην κατοχή οργανώθηκε στο ΕΑΜ και διετέλεσε γραμματέας της οργάνωσης διανοουμένων. Κατά τον εμφύλιο συλλαμβάνεται για τα αριστερά του φρονήματα, δικάζεται για εσχάτη προδοσία και καταδικάζεται σε θάνατο, ποινή που δεν εκτελέστηκε ποτέ. Αντ' αυτού, εξορίζεται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Μακρόνησο και στον Άη Στράτη, μαζί με το Θεοδωράκη και τον Ρίτσο.

Το 1956 τον μετέφεραν στην Αθήνα από τον τόπο εξορίας του για να δικαστεί, επειδή, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, στο βιβλίο του «Βουρκωμένες μέρες» αναφέρονται «….προπαρασκευαστικές πράξεις εσχάτης προδοσίας….». Στη δίκη που έγινε με τον εμφυλιοπολεμικό νόμο 509/47, οι μάρτυρες υποστήριξαν ότι το βιβλίο του «προπαγανδίζει τας πολιτικάς του ιδέας, θίγει την έννοια του κράτους, κλονίζει την εμπιστοσύνη του λαού στη Δικαιοσύνη, καλλιεργεί το μίσος».

Επιφανείς πνευματικές προσωπικότητες έσπευσαν να τον υπερασπιστούν (Άγις Θέρος, Γιώργος Θεοτοκάς, Κώστας Βάρναλης, Στράτης Δούκας, Ασημάκης Πανσέληνος, Κώστας Κοτζιάς), υποστηρίζοντας ότι το βιβλίο του «είναι ένα εξαιρετικό έργο, γεμάτο αγάπη για τον άνθρωπο και πίστη στην πορεία του προς το μέλλον». Απολογούμενος, ο Λουντέμης δέχτηκε παρέμβαση του προέδρου, ο οποίος του είπε πως «αν πράγματι νιώθεις στοργή για το παιδί και τη γυναίκα σου, θα 'πρεπε να 'χεις κάνει δήλωση αποκήρυξης του ΚΚΕ». Και η απάντηση του Λουντέμη: «Χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια για να γίνουν τα τέσσερα πόδια δύο. Δεν θα τα κάνω πάλι τέσσερα εγώ».

Μετά τη δίκη και την απαγόρευση κυκλοφορίας των βιβλίων του, το κλίμα είναι βαρύ για τον Λουντέμη. Εκπατρίζεται στο Βουκουρέστι και χάνει την ελληνική ιθαγένεια από τη δικτατορία του Παπαδόπουλου. Στη Ρουμανία συνεχίζει το συγγραφικό του έργο, αλλά νοσταλγεί πάντα την πατρίδα, «ένα ελληνικό καφεδάκι...μιά ρετσίαν..», έγραφε σ' ένα φίλο του. Μετά την μεταπολίτευση ανακτά την ελληνική ιθαγένεια και επιστρέφει στην Ελλάδα το 1976. Δεν πρόλαβε να χαρεί για την επάνοδό του και στις 22 Ιανουαρίου 1977 πεθαίνει από καρδιακή προσβολή και ενταφιάζεται στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.

Ο Μενέλαος Λουντέμης ανήκει στους έλληνες λογοτέχνες του μεσοπολέμου που στράφηκαν προς τον κοινωνικό ρεαλισμό. Η ιδιοτυπία του έργου του έγκειται στον «ερασιτεχνικό» τρόπο γραφής, τον οποίο υπηρέτησε εν πλήρει συνειδήσει, καθώς ο ίδιος υποστήριζε πως δε τον ενδιαφέρει η Τέχνη, αλλά η καταγραφή της πραγματικότητας και η κατάδειξη της κοινωνικής ανισότητας. Το έργο του εντάσσεται στο ρεύμα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού (Κνουτ Χάμσουν, Μαξίμ Γκόργκι, Παναΐτ Ιστράτι κ.ά.): ρεαλιστική απεικόνιση τοπίων και προσώπων με έντονη αισθηματολογία, που αγγίζει κάποτε το μελοδραματισμό, βιωματική γραφή, ηθογραφικά και συμβολικά στοιχεία.

Στη λογοτεχνία του Λουντέμη δεσπόζει η τάση του να στρέφεται εξ' ολοκλήρου γύρω από ένα κεντρικό πρόσωπο - αφηγητή, που ανήκει στους περιθωριακούς τύπους των καταπιεσμένων κοινωνικά στρωμάτων και το οποίο μας δίνει την προσωπική του οπτική της μοναξιάς, του ανεκπλήρωτου του έρωτα και της δυστυχίας του κόσμου. Μέρος της κριτικής (Ζήρας) του καταλογίζει τεχνικές και εκφραστικές ατέλειες, στρατευμένο ύφος που αποβαίνει σε βάρος της οικονομίας της, αφήγησης, αλλά αναγνωρίζει τον λυρικό του οίστρο. Κάποιοι άλλοι θεωρούν το έργο του απολύτως ξεπερασμένο σήμερα, καθώς αναφέρεται σ' ένα κόσμο που δεν υπάρχει πια.

Ποιήματα του Λουντέμη μελοποίησαν οι αδερφοί Κατσιμίχα («Ερωτικό Κάλεσμα») και ο συνθέτης Σπύρος Σαμοίλης («Οι κερασιές θ' ανθίσουνε και φέτος») με ερμηνευτή τον Αντώνη Καλογιάννη.



                     Πηγή

Νίκος Ξανθόπουλος: Το «παιδί του λαού»

 Δημοφιλής Έλληνας ηθοποιός, που πρωταγωνίστησε σε δραματικές ταινίες τη δεκαετία του ’60, ενώ είχε και μία αξιοσημείωτη διαδρομή στο λαϊκό τραγούδι.

Νίκος Ξανθόπουλος (1934 – 2023)

Ο Νίκος Ξανθόπουλος είναι ένας από τους δημοφιλέστερους Έλληνες ηθοποιούς. Το «Παιδί του Λαού», όπως αποκαλείται, πρωταγωνίστησε σε ταινίες μελό τη δεκαετία του ’60, ενώ είχε και μία αξιοσημείωτη διαδρομή στο λαϊκό τραγούδι.

Ο Νίκος Ξανθόπουλος γεννήθηκε στις 14 Μαρτίου 1934 στη Νέα Ιωνία, την προσφυγική γειτονιά της Αθήνας. Παιδί ποντίων προσφύγων μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια. Ο πατέρας του ήταν κατά περίσταση τσαγκάρης και ψαράς, ενώ κατά τη διάρκεια της Κατοχής φυλακίστηκε για τη αντιστασιακή του δράση. Μεγάλωσε με τη μητέρα του, καθώς ο πατέρας του είχε τη συνήθεια να «εξαφανίζεται» για μεγάλα χρονικά διαστήματα. «Μια μέρα πήγε να φέρει κρασί κι έκανε 6 μήνες να γυρίσει» γράφει στην αυτοβιογραφία του που κυκλοφόρησε το 2005 με τίτλο «Όσα Θυμάμαι και Όσα Αγάπησα». Στα εφηβικά του χρόνια υπήρξε αθλητής της ΑΕΚ, της οποίας παραμένει πιστός οπαδός μέχρι σήμερα.

O Νίκος Ξανθόπουλος με τον Μάνο Κατράκη στην ταινία «Η Σφραγίδα του Θεού» (1969)
O Νίκος Ξανθόπουλος με τον Μάνο Κατράκη στην ταινία «Η Σφραγίδα του Θεού» (1969)
Μεγαλώνοντας αποφάσισε να ασχοληθεί με το θέατρο, έχοντας ως ίνδαλμά του τον Μάνο Κατράκη. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου κι έκανε την πρώτη του εμφάνιση το 1957 στο θίασο της Κατερίνας με την κομεντί του Μ. Αντρέ «Βιργινία». Από το 1957 έως τα μέσα της δεκαετίας του ’60, εκτός από τον θίασο της Κατερίνας, που υπήρξε μεγάλη δασκάλα γι’ αυτόν, έπαιξε τον Ορέστη στην «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Ροντήρη, συνεργάστηκε με τον θίασο του Μάνου Κατράκη στο «Τραγούδι του νεκρού αδελφού» του Μίκη Θεοδωράκη, ενώ έπαιξε για λίγο στο μουσικό θέατρο.

Το 1958 πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο στην κωμωδία του Φίλιππα Φυλακτού «Το Εισπρακτοράκι». Στην αρχή έπαι­ξε ρόλους κακού, σκληρού και γενικά δευτερότριτους ρόλους, σε κωμωδίες, δράματα, ακόμη και σε «τολμηρές» για την εποχή τους ταινίες, ώσπου στα μέσα της δεκαετίας του ’60 η συνεργασία του με τον σκηνοθέτη και παραγωγό Απόστολο Τεγόπουλο απογείωσε την καριέρα του.

Με την ίδρυση της εταιρείας των Τεγόπουλου/Καράμπελα «Κλακ Φιλμ» το 1963, ο Νίκος Ξανθόπουλος έγινε ο βασικός πρωταγωνιστής της. Με σκηνοθέτη τον Τεγόπουλο και σπουδαίους πρωταγωνιστές του Εθνικού Θεάτρου στους υπόλοιπους ρόλους, ο Νίκος Ξανθόπουλος τυποποιήθηκε σε ρόλους κατατρεγμένου και αδικημένου, σε ταινίες μελό, όπως «Περιφρόνα με γλυκειά μου» (1965), «Κάποτε κλαίνε και οι δυνατοί» (1967), «Άδικη κατάρα» (1967), «Ξεριζωμένη γενιά» (1968), «Η σφραγίδα του Θεού» (1969), «Φτωχογειτονιά αγάπη μου» και το λαϊκό έπος «Η Οδύσσεια ενός ξεριζωμένου» (1969).

Ο Νίκος Ξανθόπουλος στην «Οδύσσεια ενός ξεριζωμένου» (1969)
Ο Νίκος Ξανθόπουλος στην «Οδύσσεια ενός ξεριζωμένου» (1969)
Πολλές από αυτές τις ταινίες δεν προβλήθηκαν καν στην πρώτη προβολή, αλλά απευθείας στις συνοικίες της Αθήνας, όπου γινόταν χαλασμός κόσμου, όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οι διανοούμενοι τις λοιδωρούσαν και οι κριτικοί τις περιφρονούσαν, αλλά ο κόσμος γέμιζε ασφυκτικά τους λαϊκούς κινηματογράφους και οι πρόσφυγες πρώτης και δεύτερης γενιάς που ζούσαν ακόμη τότε αποθέωναν «το παιδί του λαού».

Σ’ αυτές τις ταινίες ο Νίκος Ξανθόπουλος συνήθιζε να τραγουδά, ενώ συνθέτες όπως ο Απόστολος Καλδάρας έγραψαν τραγούδια γι’ αυτόν. Η παρουσία του στη δισκογραφία περιλαμβάνει 9 μεγάλους δίσκους και 55 σινγκλ. Εμφανίστηκε ως τραγουδιστής σε μεγάλα νυχτερινά κέντρα και πραγματοποίησε πολλές περιοδείες στο εξωτερικό στα κέντρα της ελληνικής διασποράς.

Από τη δεκαετία του ‘70 και μετά την κατάρρευση του ελληνικού εμπορικού κινηματογράφου επανήλθε στο θέατρο και εμφανίστηκε σποραδικά στην τηλεόραση. Το 1996 εμφανίστηκε για τελευταία φορά στον κινηματογράφο, στην ταινία του Γιώργου Ζερβουλάκου «Με τον Ορφέα τον Αύγουστο», δίπλα στη Βάνα Μπάρμπα.

Τα τελευταία χρόνια είχε αποσυρθεί από τον κόσμο του θεάματος και διέμενε στο κτήμα του στην Παιανία. Ο Νίκος Ξανθόπουλος είχε παντρευτεί δύο φορές και απέκτησε τέσσερα παιδιά. Πέθανε στις 22 Ιανουαρίου 2023, σε ηλικία 89 ετών.



         
Πηγή

Λόρδος Βύρων

 Άγγλος ποιητής, ηγετική μορφή του ρομαντισμού κι ένας από τους πιο ένθερμους φιλέλληνες, που έδωσε τη ζωή του για την ελευθερία της Ελλάδας.

Λόρδος Βύρων (1788 – 1824)

Άγγλος ποιητής, ηγετική μορφή του ρομαντισμού κι ένας από τους πιο ένθερμους φιλέλληνες, που έδωσε τη ζωή του για την ελευθερία της Ελλάδας.

Ο Λόρδος Βύρων, όπως είναι γνωστός στη χώρα μας ο Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον, 6ος Βαρώνος Μπάιρον (George Gordon Byron, 6th Baron Byron), γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 1788 στο Λονδίνο και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια.

Από μικρός αγαπούσε τη μελέτη, διάβασε πολλά βιβλία, σπούδασε σε ανώτερα αγγλικά κολέγια, έμαθε να μιλά τα ελληνικά και τα λατινικά και ταξίδευε πολύ. Σε ηλικία 21 χρόνων έγινε βουλευτής και πολλές φορές βρέθηκε αντίθετος με τους άλλους λόρδους, διότι έδειχνε ενδιαφέρον για τα ζητήματα της εργατικής τάξης.

Το 1809 ταξίδεψε για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Επισκέφθηκε την Πάτρα, την Πρέβεζα, τη Νικόπολη, την Άρτα, τα Γιάννενα κι έφθασε ως το Τεπελένι, όπου τον φιλοξένησε ο Αλή Πασάς. Ξαναγύρισε στην Πάτρα, πήγε στο Αίγιο, στους Δελφούς, στη Λιβαδειά, στην Αθήνα, όπου έμεινε δυο μήνες και ύστερα στην αρχαία Τροία και την Κωνσταντινούπολη.

Ο Βύρων, με την ποιητική του ευαισθησία, καταμαγεύθηκε από τις ελληνικές φυσικές ομορφιές και τα αρχαία ερείπια. Ενώ ταξίδευε, έγραφε θαυμάσια ποιήματα, που καθρέφτιζαν την καλλιτεχνική του συγκίνηση. Στο μεγάλο του ποιητικό έργο, που έχει τον τίτλο «Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ», δίνει ωραιότατες περιγραφές της Ηπείρου. Ξεχωριστή θέση έχει ένα ποίημα, όπου περιγράφει μία θύελλα, που τον βρήκε στη Ζίτσα της Ηπείρου.

Στο Σούνιο εμπνεύσθηκε το ποίημα «Νησιά της Ελλάδας», όπου περιγράφει τις εντυπώσεις του και από την αρχαία Τροία. Ο ελληνολάτρης ποιητής αγανάχτησε από τα βάθη της ψυχής του από το ανοσιούργημα του Έλγιν, που έκλεψε από την Ακρόπολη τα μαρμάρινα καλλιτεχνήματα κι έγραψε το ποίημα «Η κατάρα της Αθήνάς». Άλλα ποιήματά του ήταν η «Νύμφη της Αβύδου», τα «Τούρκικα παραμύθια» και ο «Δον Ζουάν», ίσως η κορυφαία ποιητική δημιουργία. Ο Βύρων με τα ποιητικά του αυτά έργα έγινε διάσημος στην Αγγλία, ενώ η παγκόσμια φήμη του όλο και μεγάλωνε.

Ο Βύρων ήταν όμορφος άνδρας με πυκνά πυρόξανθα σγουρά μαλλιά και ωραίο παράστημα, αν και λίγο κουτσός από το δεξί του πόδι. Οι ερωτικές του περιπέτειες άφησαν εποχή στο Λονδίνο και η περιφρόνησή του για τις κοινωνικές συμβάσεις δημιούργησαν μικρά και μεγάλα σκάνδαλα. Από τον σύντομο γάμο του με την Αναμπέλα Μίλμπανκ απέκτησε μία κόρη, την Άντα Λάβλεϊς, μετέπειτα διάσημη μαθηματικό, που θεωρείται από τους πρωτοπόρους της πληροφορικής. Από τη σχέση του με την Κλερ Κλέμοντ, απέκτησε και μία δεύτερη κόρη, την Κλάρα Αλέγκρα, η οποία πέθανε σε ηλικία πέντε χρονών.

Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, ο Βύρων, που με το ποίημά του «Προφητεία του Δάντη» είχε καταδικάσει τα τυραννικά καθεστώτα και είχε εκφράσει τη συμπάθειά του για τους απελευθερωτικούς αγώνες των λαών, έδειξε αμέσως το ενδιαφέρον του. Το 1823 έγινε μέλος του «Φιλελληνικού Κομιτάτου», ενός συλλόγου από άγγλους φιλελευθέρους και φιλέλληνες, που είχαν σκοπό να ενισχύσουν τους έλληνες επαναστάτες. «Αποφάσισα να πάω στην Ελλάδα. Είναι το μοναδικό μέρος, όπου δοκίμασα πραγματική ευχαρίστηση. Αν είμαι ποιητής το χρωστώ στον αέρα της Ελλάδας» έγραφε σε κάποιον φίλο του.

Στις 3 Αυγούστου 1823 έφθασε στο Αργοστόλι. Οι Έλληνες τότε ήταν διχασμένοι κι αυτό πίκραινε τον ευαίσθητο και φλογερό νέο. Περίμενε μήπως πάψουν οι διχόνοιες, αλλά του κάκου. Έχοντας διορισθεί αντιπρόσωπος του «Φιλελληνικού Κομιτάτου», μοίρασε στους επαναστάτες τα εφόδια, που του έστειλαν από το Λονδίνο. Από δικά του χρήματα έστειλε στο Μαυροκορδάτο 4.000 λίρες για τη συντήρηση του στόλου.

Στις 5 Ιανουαρίου 1824 έφθασε στο Μεσολόγγι, όπου οι αγωνιζόμενοι Έλληνες τον υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό. Εκεί συνεργάσθηκε με άλλους ξένους εθελοντές και με δικά του έξοδα οργάνωσε το στρατό και φρόντισε για την οχύρωση του Μεσολογγίου. Στις 25 Ιανουαρίου η κυβέρνηση τον αναγνώρισε αρχιστράτηγο. Οι κόποι του, όμως, για την οργάνωση του στρατού και για τη συμφιλίωση των οπλαρχηγών, καθώς και το κακό κλίμα, υπέσκαψαν την υγεία του.

Στις 9 Απριλίου έπεσε στο κρεβάτι με δυνατό πυρετό. Παραμιλούσε διαρκώς, αλλά και τότε ακόμα παρακινούσε τους Έλληνες να συμφιλιωθούν, για να πετύχουν την απελευθέρωσή τους. Τα χαράματα της 19ης Απριλίου 1824, Δευτέρα του Πάσχα, άφησε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι, σε ηλικία 36 χρονών. Τα τελευταία του λόγια του ήταν για την Ελλάδα: «Της έδωσα τον καιρό, την υγεία μου, την περιουσία μου, και τώρα της δίνω τη ζωή μου. Τι μπορούσα να κάνω περισσότερο;»

Ο θάνατός του άπλωσε βαρύ πένθος σ’ όλους τους αγωνιζόμενους Έλληνες. Άνδρες και γυναίκες έκλαψαν σαν πραγματικό αδελφό και προστάτη τον Βύρωνα, που έγινε σύμβολο του πατριωτισμού και ανακηρύχθηκε εθνικός ήρωας. Μετά την κηδεία του στο Μεσολόγγι η σορός του μεταφέρθηκε στο Λονδίνο. Τις μέρες εκείνες ο Διονύσιος Σολωμός έγραψε ένα μεγάλο ποίημα («Εις το θάνατο του Λορδ Μπάιρον») χαρισμένο στο μεγάλο αυτό λάτρη της Ελλάδας, που αρχίζει μ’ αυτούς τους στίχους:

Λευθεριά, για λίγο πάψε
Νά χτυπάς με το σπαθί·
Τώρα σίμωσε καί κλάψε
Εις του Μπάιρον το κορμί·

Οι Έλληνες μετά την απελευθέρωση τίμησαν τον Βύρωνα και του έκαμαν άγαλμα, που υψώνεται στο Ζάππειο, στη γωνία που βλέπει προς την Ακρόπολη και παριστάνει τον φιλέλληνα κοντά σε μια γυναίκα –την Ελλάδα– που τον στεφανώνει. Το όνομα του Βύρωνα δόθηκε και στο συνοικισμό προσφύγων, που ιδρύθηκε στην Αθήνα, πάνω από το Παγκράτι και σήμερα αποτελεί τον Δήμο Βύρωνα.





Διαδηλώσεις κατά του ν/σ για τον γάμο ομόφυλων ζευγαριών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη



Στους δρόμους έβγαλε την Κυριακή τους πολίτες το νομοσχέδιο για τον γάμο και την τεκνοθεσία των ομόφυλων ζευγαριών που φέρνει στη Βουλή η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με εκατοντάδες διαδηλωτές να συγκεντρώνονται σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, προκειμένου να διαμαρτυρηθούν με κάθε τρόπο.

Στην πρωτεύουσα το κάλεσμα διαμαρτυρίας ήταν για τις 18.00, με τους διαδηλωτές που συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Συντάγματος, να εμφανίζονται κρατώντας πλακάτ με συνθήματα όπως «Πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια», σταυρούς και χριστιανικές εικόνες.

Όπως αναμενόταν, λόγω της πορείας διαμαρτυρίας τους, υπήρξαν ειδικές κυκλοφοριακές ρυθμίσεις γύρω από το Σύνταγμα, με τα προβλήματα στη διέλευση των οχημάτων να είναι εμφανή.

Συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην πλατεία Συντάγματος κατά του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2024

Το νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια έβγαλε στους δρόμους και τους Θεσσαλονικείς, με τους διαμαρτυρόμενους να συγκεντρώνονται το πρωί στην πλατεία Λευκού Πύργου, κρατώντας ελληνικές σημαίες, καθώς επίσης πανό και πλακάτ με μηνύματα κατά της νομικής κατοχύρωσης της τεκνοθεσίας και του γάμου για τους ομοφυλόφιλους. «Λέμε “ναι” στα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά η ομοφυλοφιλία δεν είναι ανθρώπινο δικαίωμα», ανέφερε ένα από τα πανό.

πηγή φωτο: karditsa.gr

«Ήρθαμε εδώ για να αντιδράσουμε για τη διαστροφή που θέλουν να νομιμοποιήσουν. Λέμε “όχι” στην τεκνοθεσία από τους ομοφυλόφιλους και είμαστε αντίθετοι στους γάμους των ομοφυλοφίλων. Λέμε την άποψή μας με ηρεμία, χωρίς να βρίζουμε κανέναν», είπε στην κάμερα του τοπικού Μέσου karfitsa.gr ο θεολόγος Αναστάσιος Θεοδωρίδης, διοργανωτής της συγκέντρωσης διαμαρτυρίας.

«Έχουμε τη δική μας τοποθέτηση και προσπαθούμε να συνετίσουμε τους ανθρώπους λέγοντας ότι λέμε “ναι” στα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά η ομοφυλοφιλία δεν είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Ο καθένας στο κρεβάτι του μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, αλλά δεν μπορούμε να νομιμοποιήσουμε και να παγιώσουμε μια διαστροφή που έρχεται ενάντια στα σχέδια του Θεού. Ο Θεός έπλασε τον άνδρα και τη γυναίκα. Έτσι πρέπει να πορευτεί η ανθρωπότητα, έτσι είναι το φυσιολογικό», πρόσθεσε ο ίδιος.


       Πηγή