Η Κυρά της Ρω

Προσωνυμία της Δέσποινας Αχλαδιώτη, η οποία επί σειρά ετών «φύλαγε Θερμοπύλες», υψώνοντας καθημερινά την ελληνική σημαία στη βραχονησίδα Ρω των Δωδεκανήσων.

Η «Κυρά της Ρω» Δέσποινας Αχλαδιώτη

Με την προσωνυμία «Κυρά της Ρω» έμεινε στην ιστορία η Ελληνίδα πατριώτισσα Δέσποινα Αχλαδιώτη, η οποία επί σειρά ετών «φύλαγε Θερμοπύλες», υψώνοντας καθημερινά την ελληνική σημαία στη βραχονησίδα Ρω των Δωδεκανήσων.

Γεννημένη το 1890 στο τουρκοκρατούμενο, αλλά ανθηρό οικονομικά Καστελόριζο, εγκαταστάθηκε το 1924 στη βραχονησίδα Ρω, όπου μαζί με τον σύζυγό της Κωνσταντίνο ασχολήθηκε με την κτηνοτροφία. Την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου προσέφερε αξιόλογες υπηρεσίες στις Συμμαχικές Δυνάμεις κατά την ιταλογερμανική κατοχή τής Δωδεκανήσου.

Από το 1943 ύψωνε κάθε πρωί την ελληνική σημαία, την οποία υπέστειλε με τη δύση του ηλίου, συμβάλλοντας στην ανάδειξη των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στη νησίδα αυτή, που βρίσκεται 3 ναυτικά μίλια δυτικά του Καστελορίζου και 3 ναυτικά μίλια από τα μικρασιατικά παράλια.

Για «τον πατριωτισμό της, το θάρρος και την εμμονή στην Ελληνική Ιδέα» τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών με βραβείο κατά την πανηγυρική συνεδρία τού σώματος στις 30 Δεκεμβρίου 1975.

Η Δέσποινα Αχλαδιώτη άφησε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο της Ρόδου, στις 13 Μαΐου 1982, σε ηλικία 92 ετών. Η κηδεία της έγινε με τιμές στο Καστελόριζο και η σορός της τάφηκε στη Ρω, κάτω από τον ιστό όπου καθημερινά ύψωνε την ελληνική σημαία. Στην κηδεία, που έγινε δημοσία δαπάνη, παρέστη ο τότε υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, Αντώνης Δροσογιάννης.

Προς τιμήν της Κυράς της Ρω, τα ΕΛΤΑ εξέδωσαν τον Ιούλιο του 1983 γραμματόσημο με την προσωπογραφία της.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/1887

Γεώργιος Παπανικολάου

Έλληνας γιατρός και ερευνητής με παγκόσμια αναγνώριση. Είναι περισσότερο γνωστός για τη μέθοδο πρώιμης διάγνωσης του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, που φέρει το όνομά του («Τεστ Παπανικολάου» ή «Τεστ Παπ»).

Γεώργιος Παπανικολάου (1883 – 1962)

Έλληνας γιατρός και ερευνητής με παγκόσμια αναγνώριση. Είναι περισσότερο γνωστός για τη μέθοδο πρώιμης διάγνωσης του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, που φέρει το όνομά του («Τεστ Παπανικολάου» ή «Τεστ Παπ») και έχει σώσει τη ζωή χιλιάδων γυναικών.

Ο Γεώργιος Παπανικολάου γεννήθηκε στις 13 Μαΐου του 1883 στην Κύμη Ευβοίας. Ήταν γιος του γιατρού και πολιτικού Νικόλαου Παπανικολάου, που διετέλεσε δήμαρχος Κύμης και βουλευτής Ευβοίας. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Κύμη, όπου και τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο και κατόπιν οι γονείς του τον έστειλαν στην Αθήνα για να ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές του.

Το 1898, σε ηλικία 15 ετών, γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε το 1904 με άριστα. Ανήσυχο πνεύμα, μελέτησε φιλοσοφία (Νίτσε, Σοπεγχάουερ), μυήθηκε στη μουσική και την ποίηση, έμαθε Γαλλικά και Γερμανικά, και γενικά απέκτησε μια πολύπλευρη μόρφωση και εσωτερική καλλιέργεια.

Το 1907 μετέβη στη Γερμανία για μετεκπαίδευση, παρά την επιθυμία του πατέρα του, που ήθελε να ασκήσει μαζί του την ιατρική στην Ελλάδα. Τρία χρόνια αργότερα ανακηρύχθηκε διδάκτωρ Φυσικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου με την εργασία «Περί των συνθηκών της διαφοροποιήσεως του φύλου των δαφνιδών». Αμέσως μετά επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου νυμφεύτηκε τη μυκονιάτισσα Μαρία-Ανδρομάχη Μαυρογένους, απόγονο της ηρωίδας του '21 Μαντούς Μαυρογένους και συμμετείχε ως γιατρός στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913.

Το 1913 μεταναστεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες και αρχικά ασχολείται με εξωιατρικές εργασίες μαζί με τη σύζυγό του για τα προς το ζην. Εκεί τον ανακαλύπτει ο διάσημος εκείνη την εποχή γενετιστής Τ. Μόργκαν, ο οποίος είχε χρησιμοποιήσει στο έργο του τα πορίσματα της διδακτορικής διατριβής του νεαρού Παπανικολάου και μεσολαβεί για την πρόσληψή του στο παθολογοανατομικό εργαστήριο του Νοσοκομείου της Νέας Υόρκης. Από εκεί βρέθηκε στο ανατομικό εργαστήριο του ονομαστού πανεπιστημίου Κορνέλ και επιδόθηκε απερίσπαστος στο ερευνητικό του έργο.

Το 1917 μελέτησε το κολπικό επίχρισμα των κατώτερων θηλαστικών και συσχέτισε τη μορφολογία του με τον ορμονικό κύκλο και τις ανάλογες μεταβολές στη μήτρα και τις ωοθήκες των ζώων. Στη συνέχεια πραγματοποίησε κλινικές και εργαστηριακές μελέτες για τη διαγνωστική αξία της εξέτασης των κυττάρων του κολπικού επιχρίσματος στον άνθρωπο, με πρώτο «πειραματόζωο» τη γυναίκα του. Η έρευνά του επεκτάθηκε αργότερα σε γυναίκες του «Women’s Hospital» της Νέας Υόρκης και αποτέλεσε τη βάση για τη θεμελίωση της μεθόδου του για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου.

Το 1928 έκανε την πρώτη του ανακοίνωση με τίτλο «Νέα διάγνωση του καρκίνου», η οποία αρχικά αντιμετώπισε τη δυσπιστία του ιατρικού κόσμου των ΗΠΑ. Ο ίδιος, όμως, ήταν απολύτως βέβαιος για την αξία της μεθόδου του για την κυτταρολογική διάγνωση του καρκίνου της μήτρας και συνέχισε με μεγαλύτερο ζήλο τις έρευνές του.

Στη μακρόχρονη επιστημονική του σταδιοδρομία ανήλθε όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ, με αποκορύφωμα τον τίτλο του καθηγητή της Κλινικής Ανατομικής (1947-1957). Το 1961 εγκαταστάθηκε στο Μαϊάμι, όπου ανέλαβε την οργάνωση του Καρκινολογικού Ινστιτούτου, το οποίο μετά τον θάνατό του στις 19 Φεβρουαρίου του 1962, μετονομάσθηκε σε Καρκινολογικό Ινστιτούτο «Γεώργιος Παπανικολάου».

Παρότι δεν τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ, για το οποίο είχε προταθεί δύο φορές, του απονεμήθηκαν πολλά αμερικάνικα ιατρικά βραβεία και μεταθανατίως το Βραβείο του ΟΗΕ. Το 1932 έγινε το πρώτο επίτιμο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1949 η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών τον ονόμασε επίτιμο διδάκτορα. Το 1954 εξέδωσε τον «Ατλαντα της Αποφολιδωτικής Κυτταρολογίας», που αποτελεί την ολοκλήρωση και την επισφράγιση του έργου του.

Σήμερα το «Τεστ Παπ» χρησιμοποιείται παγκοσμίως για τη διάγνωση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, επί της προκαρκινικής δυσπλασίας και άλλων κυτταρολογικών ασθενειών του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/827

Η Μάχη του Βαλτετσίου

 Από τις σημαντικότερες μάχες της Ελληνικής Επανάστασης, που άνοιξε τον δρόμο για την άλωση της Τριπολιτσάς. Διεξήχθη στις 12 και 13 Μαΐου του 1821...

Άγαλμα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στο Βαλτέτσι

Από τις σημαντικότερες μάχες της Ελληνικής Επανάστασης, που άνοιξε τον δρόμο για την άλωση της Τριπολιτσάς (σημερινής Τρίπολης) στις 23 Σεπτεμβρίου 1821. Διεξήχθη στις 12 και 13 Μαΐου του 1821 γύρω από το ορεινό χωριό Βαλτέτσι της Μαντινείας (12 χιλιόμετρα δυτικά της Τριπολιτσάς) και στέφθηκε από τη νίκη των ελληνικών όπλων.

Μετά τη μάχη του Λεβιδίου (14 Απριλίου 1821) και την ήττα των Τούρκων, δημιουργήθηκαν ελληνικά στρατόπεδα στο Βαλτέτσι, το Χρυσοβίτσι και την Πιάνα, με πρωτοβουλία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, για τον συντονισμό των πολεμικών επιχειρήσεων που απέβλεπαν στην άλωση της Τριπολιτσάς, του σημαντικότερου οθωμανικού στρατιωτικού και διοικητικού κέντρου της Πελοποννήσου. Ήταν εξαρχής το στρατηγικό σχέδιο του «Γέρου του Μωριά», που κατόρθωσε, με δυσκολία είναι αλήθεια, να το επιβάλει και στους λοιπούς οπλαρχηγούς. Ο ίδιος πηγαινοερχόταν καθημερινά στα τρία στρατόπεδα, επιλύοντας κάθε πρόβλημα που παρουσιαζόταν και ενθαρρύνοντας τα παλληκάρια. «Εκοιμόμουν εις το Βαλτέτσι, εγευμάτιζα στην Πιάνα και εδείπναγα εις το Χρυσοβίτσι» γράφει χαρακτηριστικά στα Απομνημονεύματά του.

Ο Τουρκικός αιφνιδιασμός

Η στρατηγική σημασία του Βαλτετσίου και η ενίσχυση του στρατοπέδου αυτού αποτελούσαν απειλή για τους Τούρκους. Στις 25 Απριλίου 1821 ισχυρές δυνάμεις προερχόμενες από το Ναύπλιο επιτέθηκαν κατά των Ελλήνων. Ο τουρκικός αιφνιδιασμός ανάγκασε τους υπερασπιστές του υπό τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη να αποσυρθούν, με αποτέλεσμα το χωριό να πυρποληθεί. Ο Κολοκοτρώνης, που είχε υποθέσει ότι οι Τούρκοι θα κατευθύνονταν προς ένα άλλο ελληνικό στρατόπεδο στα Βέρβαινα, έσπευσε στο Βαλτέτσι και ανασυγκρότησε το στρατόπεδο.

Για την αμυντική του θωράκιση κατασκευάστηκαν προμαχώνες (ταμπούρια) στους λόφους γύρω από το χωριό και οχυρώθηκαν η εκκλησία και τα λιγοστά σπίτια του χωριού που είχαν απομείνει από την καταστροφή της 25ης Απριλίου. Τον ανατολικό προμαχώνα, στο Χωματοβούνι, κατέλαβαν ο Κυριακούλης και ο Ηλίας Μαυρομιχάλης με τους σκληροτράχηλους Μανιάτες, τον δυτικό ο γηραιός Μητροπέτροβας, ο Δημήτριος Παπατσώνης, ο Ιωάννης Μαυρομιχάλης, ο Παναγιώτης Κεφάλας και άλλοι Μεσσήνιοι, στον βορειοανατολικό προμαχώνα τοποθετήθηκαν τα αδέλφια Ηλίας και Νικήτας Φλέσσας, ο Αθανάσιος Σώρης και άλλοι Γορτύνιοι οπλαρχηγοί, ενώ στην εκκλησία του χωριού ταμπουρώθηκαν οι Μπουραίοι, ο Ηλίας Τσαλαφατίνος και ο Ιωάννης Κατσανός. Αρχηγός του ελληνικού στρατοπέδου ορίστηκε ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης. Ταυτόχρονα, στην Επάνω Χρέπα τοποθετήθηκε σκοπιά για να ειδοποιήσει έγκαιρα με καπνούς ποια θα ήταν η κατεύθυνση των εχθρικών στρατευμάτων.

Από τις 6 Μαΐου 1821 ο κεχαγιάμπεης του Χουρσίτ Πασά, ονόματι Μουσταφ, βρισκόταν στην Τριπολιτσά, προερχόμενος από την Ήπειρο, όπου ο αρχηγός του, διοικητής της Πελοποννήσου, πολεμούσε τον Αλή Πασά, που είχε αυτονομηθεί από τον Σουλτάνο. Εκεί πληροφορήθηκε την ανασύσταση του ελληνικού στρατοπέδου στο Βαλτέτσι και αποφάσισε να δράσει. Είχε ως στόχο πρώτα να διαλύσει το στρατόπεδο στο Βαλτέτσι και στη συνέχεια να καταστείλει την επανάσταση στη Μεσσηνία και να υποτάξει τη Μάνη. Αμέσως μετά θα επέστρεφε νικητής και τροπαιούχος στην Τριπολιτσά, αναμένοντας δόξα και τιμές από τον Σουλτάνο.

Κίνδυνος για την επανάσταση...

Ο Μουσταφάμπεης συγκρότησε ένα άρτιο εξοπλισμένο στρατιωτικό σώμα από 12.000 άνδρες, του οποίου ηγούντο εμπειροπόλεμοι αξιωματικοί. Οι ελληνικές δυνάμεις στο Βαλτέτσι δεν ξεπερνούσαν τους 2.300 άνδρες. Είχαν ελλιπή οπλισμό και αμφίβολη μαχητική ικανότητα. Ο κίνδυνος για την επανάσταση, που μετρούσε κοντά στους δύο μήνες, ήταν προφανής. Ο Μουσταφάμπεης καθυστέρησε για λίγες μέρες την έναρξη των επιχειρήσεων, επειδή πίστευε ότι οι υπερασπιστές του Βαλτετσίου από τον τρόμο τους θα παραδίδονταν και δεν θα χρειαζόταν να ρίξει ούτε μία τουφεκιά. Φήμες, όμως, τον ήθελαν να είναι σφόδρα ερωτευμένος με μια όμορφη χανούμισα από το χαρέμι του Χουρσίτ Πασά και να περνά «καυτές» βραδιές στην Τριπολιτσά.

Τελικά, λίγο πριν από τα χαράματα της 12ης Μαΐου 1821 το πρώτο και κυριότερο σώμα του τουρκικού στρατού με αρχηγό τον τουρκαλβανό Ρουμπή από τα Μπαρδουνοχώρια και αποτελούμενο από τρεις χιλιάδες άνδρες έλαβε κατεύθυνση προς τα βόρεια του Βαλτετσίου, με σκοπό να εμποδίσει την αποστολή βοήθειας από τα στρατόπεδα Πιάνας και Χρυσοβιτσίου. Ακολούθησε ένα δεύτερο σώμα από 2.000 έφιππους και πεζούς που κατευθύνθηκε προς τους Αραχαμίτες, ένα τρίτο που έσπευσε να καταλάβει το Φραγκόβρυσο για να αποκόψει το Βαλτέτσι από το στρατόπεδο των Βερβαίνων, ένα τέταρτο για να βοηθήσει το πρώτο από το Καλογεροβούνι και το πέμπτο σώμα με 3.000 άνδρες, τα ορειβατικά πυροβόλα και τα πολεμοφόδια.

Από το Χρυσοβίτσι ο Κολοκοτρώνης είδε τα σήματα καπνού από την Επάνω Χρέπα, ότι τουρκικός στρατός κατευθύνεται προς το Βαλτέτσι, και με 800 άνδρες έσπευσε στην περιοχή, έχοντας ειδοποιήσει και τον Δημήτριο Πλαπούτα που βρισκόταν στην Πιάνα. Η μάχη στο Βαλτέτσι, εν τω μεταξύ, είχε ανάψει. Ο Ρουμπή με τους άνδρες του προσπαθούσε να περικυκλώσει και να συντρίψει τους οχυρωμένους στον ανατολικό και βορειοανατολικό προμαχώνα. Ο Κολοκοτρώνης, όμως, κατόρθωσε να καταλάβει ένα ύψωμα και άρχισε να χτυπά τους Τούρκους. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας κατέφθασε και ο Πλαπούτας, ο οποίος με τη σειρά του επιτέθηκε εναντίον τους. Η κατάσταση σύντομα άλλαξε και οι άνδρες του Ρουμπή ήταν αυτοί, που κινδύνευαν να εγκλωβιστούν από τους Έλληνες.

Βλέποντας τον κίνδυνο που διέτρεχαν οι άνδρες του Ρουμπή, ο Μουσταφάμπεης έστειλε δυνάμεις από το Καλογεροβούνι να χτυπήσουν το ταμπούρι των Μανιατών, αλλά χωρίς επιτυχία. Αποτυχημένος ήταν και ο κανονιοβολισμός των ελληνικών θέσεων, αφού οι βόμβες είτε δεν έβρισκαν στόχο, είτε χτυπούσαν τους άνδρες του Ρουμπή. Είχε ήδη βραδιάσει και η μάχη συνεχιζόταν με πείσμα. Ο Κολοκοτρώνης προσπαθούσε να δώσει κουράγιο στους ταμπουρωμένους, λέγοντάς τους ότι αναμένοντας ενισχύσεις 10.000 ανδρών υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη.

« Στο Βαλτέτσι στο Λεβίδι / πέφτει αλύπητο λεπίδι…»

Αργά το βράδυ η μάχη σταμάτησε, με τους δυο αντιπάλους να διατηρούν τις θέσεις του. Τις πρωινές ώρες της 13ης Μαΐου, ο Κολοκοτρώνης διέσπασε τον τουρκικό κλοιό και ανεφοδίασε τους ταμπουρωμένους με τροφές και πολεμοφόδια. Το ίδιο βράδυ ήλθαν και κάποιες ενισχύσεις από τα Βέρβαινα που δεν ξεπερνούσαν τους 400 άνδρες, με επικεφαλής τους Πέτρο Βαρβιτσιώτη, Δημήτριο Πουλικάκο, Αντώνη Μαυρομιχάλη, Αναγνώστη Κονδάκη και Παναγιώτη Γιατράκο.

Το πρωί η μάχη συνεχίσθηκε με τη σφοδρότητα της προηγουμένης. Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι του λαϊκού ποιητή Παναγιώτη Κάλα ή Τσοπανάκου (1789-1825) «… στο Βαλτέτσι στο Λεβίδι / πέφτει αλύπητο λεπίδι…». Οι απόπειρες των Τούρκων να καταλάβουν τους προμαχώνες αποτύγχαναν η μία μετά την άλλη. Ο Μουσταφάμπεης, βλέποντας ότι οι άνδρες του Ρουμπή εξακολουθούσαν να βρίσκονται σε δυσχερή θέση και πληροφορούμενος ότι επίκεινται νέες ενισχύσεις των Ελλήνων από τους Νικηταρά και Γιάννη Κολοκοτρώνη, διέταξε υποχώρηση όλων των δυνάμεών του.

Οι Έλληνες αναθάρρησαν, βγήκαν από τα ταμπούρια και πήραν στο κυνήγι τους Τούρκους, οι οποίοι υποχωρούσαν άτακτα. Οι απώλειές τους ανήλθαν σε 514 νεκρούς και 635 τραυματίες, οι οποίοι μεταφέρθηκαν κατά τη διάρκεια της νύχτας στην Τριπολιτσά. Οι απώλειες των Ελλήνων ανήλθαν σε μόλις 4 νεκρούς και 17 τραυματίες. Στα χέρια των Ελλήνων έπεσε και μεγάλος αριθμός πολεμικού υλικού, ικανού να εξοπλίσει 4.000 άνδρες.

Η μάχη στο Βαλτέτσι κράτησε σχεδόν 23 ώρες και ήταν η πρώτη σημαντική νίκη του Αγώνα. Αμέσως μετά τη μάχη, ο Κολοκοτρώνης συγκινημένος μίλησε προς τους νικητές και όπως αναφέρει ο ίδιος στα Απομνημονεύματά του, τους είπε μεταξύ άλλων ότι η ημέρα αυτή πρέπει να καθαγιαστεί με νηστεία όλων και να εορτάζεται η επέτειός της εις «αιώνας αιώνων, έως ου στέκει το έθνος, διότι ήτο η ελευθερία της πατρίδος». Η νίκη στο Βαλτέτσι ενίσχυσε το ηθικό και την αυτοπεποίθηση των Ελλήνων, στοιχεία που έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821).

Σχετικά...

Η λαϊκή μούσα τίμησε τη νίκη στο Βαλτέτσι με το ακόλουθο δημοτικό τραγούδι:

Τι έχεις, καημένε κόρακα, που σκούζεις και φωνάζεις;
Μήπως διψάς για αίματα, για τούρκικα κεφάλια;
Πέρασε από τα Τρίκορφα και σύρε στο Βαλτέτσι,
όπου είν' ο τόπος δυνατός και δυνατά ταμπούρια,
εκεί θα βρεις τα αίματα, τα τούρκικα κεφάλια,
Τρία μπαϊράκια κίνησαν από μέσα από τη χώρα,
το ένα πάει στα Τρίκορφα, τ' άλλο στους Αραχαμίτες,
κι αυτός ο Κεχαγιάμπεης πηγαίνει στο Βαλτέτσι.
Ο Κυριακούλης του μιλάει κι ο Μπεζαντές του λέει:
«Πού πας, βρε Κεχαγιάμπεη, τ' Αλή πασά κοπέλι;
Εδώ δεν είναι Κόρινθος, δεν είναι Πέρα Χώρα,
δεν είναι τ' αργίτικα κρασιά, του Μπέλεση τα κριάρια.
Εδώ είν' ορδή Καρύταινας, μανιάτικο ντουφέκι,
Κολοκοτρώνης αρχηγός με το Μαυρομιχάλη».
Αφήστε τα ντουφέκια σας και βγάλτε τα σπαθιά σας
βάλτε τους Τούρκους εμπροστά, σαν πρόβατα, σαν γίδια.



Αγία Γλυκερία


Θηρὸς τὸ πικρὸν δῆγμα τῇ Γλυκερίᾳ
Ὑπὲρ γλυκάζον ὡς ἀληθῶς ἦν μέλι.
Ἐν τριτάτῃ δεκάτῃ δάκε καὶ κτάνε θὴρ Γλυκερίαν.


Λειτουργικά κείμενα


Οπτικοακουστικό Υλικό


             Πηγή