Γρηγόρης Λαμπράκης: Ο αγωνιστής της Δημοκρατίας και της Ειρήνης

 Έλληνας γιατρός, αθλητής και πολιτικός, που αγωνίστηκε για τη Δημοκρατία και την Ειρήνη, και δολοφονήθηκε από παρακρατικούς.

Γρηγόρης Λαμπράκης (1912 – 1963)
Γρηγόρης Λαμπράκης (1912 – 1963)

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης ήταν έλληνας γιατρός, αθλητής, πολιτικός, μα πάνω απ' όλα αγωνιστής της Δημοκρατίας και της Ειρήνης. Γεννήθηκε στην Κερασίτσα Αρκαδίας στις 3 Απριλίου 1912. Μετά το τέλος των εγκύκλιων σπουδών του μετέβη στην Αθήνα και εισήλθε στην Ιατρική. Από τα εφηβικά του χρόνια ασχολήθηκε με τον αθλητισμό και αναδείχθηκε δέκα φορές βαλκανιονίκης στο άλμα εις μήκος, ενώ επί 23 χρόνια (1936-1959) κατείχε το πανελλήνιο ρεκόρ του αγωνίσματος.

Έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής. Το 1943 ίδρυσε την «Ένωση των Ελλήνων Αθλητών» και διοργάνωσε αγώνες, από τα έσοδα των οποίων τροφοδοτούσε τα λαϊκά συσσίτια. Μετά την απελευθέρωση ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ιατρική και το 1950 αναγορεύθηκε υφηγητής στην έδρα της Μαιευτικής και Γυναικολογίας.

Στις εκλογές «της βίας και της νοθείας», όπως έμεινε στην ιστορία η εκλογική διαδικασία της 29ης Οκτωβρίου 1961, πολιτεύθηκε με το ΠΑΜΕ (Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο Ελλάδος), έναν συνασπισμό αριστερών δυνάμεων με επικεφαλής την ΕΔΑ και εξελέγη βουλευτής Πειραιά. Τον ίδιο χρόνο δραστηριοποιήθηκε στο ειρηνιστικό κίνημα και με δική του πρωτοβουλία ιδρύθηκε η «Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη» (ΕΕΔΥΕ).

Στις 21 Απριλίου 1963 η ΕΕΔΥΕ διοργάνωσε Πορεία Ειρήνης από τον Μαραθώνα στην Αθήνα. Η αστυνομία απαγόρευσε την πορεία και συνέλαβε πολλούς από τους διαδηλωτές, μεταξύ των οποίων και τον Μίκη Θεοδωράκη. Ο Λαμπράκης προστατευόμενος από τη βουλευτική του ασυλία, πραγματοποίησε μόνος την πορεία, κρατώντας ένα μικρό πανό με το σύμβολο της ειρήνης. Αμέσως μετά συνελήφθη από την αστυνομία.

Στις 22 Μαΐου 1963 ο Γρηγόρης Λαμπράκης παρέστη και μίλησε για την ειρήνη στη Θεσσαλονίκη. Μετά το τέλος της εκδήλωσης δέχθηκε δολοφονική επίθεση σε κεντρικό δρόμο της πόλης από τρίκυκλο, στο οποίο επέβαιναν οι ακροδεξιοί Σπύρος Γκοτζαμάνης και Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης. Τραυματίστηκε σοβαρά και πέθανε στις 27 Μαΐου 1963, σε ηλικία 51 ετών. Ο θάνατός του προκάλεσε αγανάκτηση στην κοινή γνώμη, οξύτατη πολιτική κρίση, αλλά και διεθνή κατακραυγή.

Την επομένη ένα πλήθος 500.000 ανθρώπων συγκεντρώθηκε στο Α' Νεκροταφείο για το «Ύστατο Χαίρε». Γρήγορα, η συγκέντρωση μετατράπηκε σε διαδήλωση καταδίκης της δεξιάς κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Παλατιού.

Φυσικοί αυτουργοί της δολοφονίας Λαμπράκη ήταν ο Σπύρος Γκοτζαμάνης και ο Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης, αλλά η δικαστική έρευνα που διεξήγαγαν ο εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας και ο νεαρός ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης έφεραν στο φως σχέσεις των αρχών με ένα ακροδεξιό παρακράτος. Ο ανακριτής Σαρτζετάκης απήγγειλε, μάλιστα, κατηγορίες και εναντίον ανώτατων αξιωματικών της Χωροφυλακής. Οι φυσικοί αυτουργοί καταδικάσθηκαν τον Δεκέμβριο του 1966 σε πολυετή φυλάκιση και απελευθερώθηκαν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.

Η δολοφονία Λαμπράκη επιτάχυνε τις πολιτικές εξελίξεις. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αφού διερωτήθηκε «Ποιος κυβερνάει αυτό τον τόπο;» εγκατέλειψε την πρωθυπουργία και την πολιτική τον Ιούνιο του 1963 και αποσύρθηκε στο Παρίσι. Χιλιάδες νέοι ίδρυσαν τον πολιτικό οργανισμό «Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη», που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο προοδευτικό κίνημα της δεκαετίας του '60. Πρώτος γραμματέας της οργάνωσης ανέλαβε ο Μίκης Θεοδωράκης.

Η ζωή και ο θάνατος του Γρηγόρη Λαμπράκη ενέπνευσε τον συγγραφέα Βασίλη Βασιλικό στο περίφημο πολιτικό του μυθιστόρημα με τον τίτλο Ζ (Εκδόσεις Λιβάνη). Το 1969 μεταφέρεται με μεγάλη επιτυχία στη μεγάλη οθόνη από τον σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά, με πρωταγωνιστές τον Υβ Μοντάν, τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν και την Ειρήνη Παπά.

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης με την προσωπικότητα και τη δράση του παραμένει και σήμερα ένα σύμβολο της Δημοκρατίας και του αγωνιζόμενου ανθρώπου κατά της πολιτικής καταπίεσης.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/164

© SanSimera.gr

Δημήτριος Καλαποθάκης

Δημήτριος Καλαποθάκης (1862 – 1921)
Δημήτριος Καλαποθάκης (1862 – 1921)

Σπουδαίος δημοσιογράφος και εκδότης της εφημερίδας Εμπρός.

Ο Δημήτριος Καλαποθάκης γεννήθηκε το 1862 στην Αρεόπολη της Μάνης. Από τα νεανικά του χρόνια άρχισε να ασχολείται με τη δημοσιογραφία. Εγκαταλείποντας τις πανεπιστημιακές του σπουδές στην Αθήνα, όταν καταλήφθηκε η Θεσσαλία, μετέβη στο Βόλο, όπου αρχικά εξέδωσε το 1881 την εβδομαδιαία πολιτικοσατιρική εφημερίδα Σατανάς. Η εφημερίδα εκδιδόταν κάθε Κυριακή έως το 1885, οπότε διέκοψε την κυκλοφορία της. Παράλληλα με τον Σατανά εξέδιδε και άλλη μια πολιτικοσατιρική εφημερίδα, τα Άβδηρα, η οποία κυκλοφορούσε κάθε Τρίτη, άγνωστο μέχρι πότε.

Στις 26 Ιουνίου 1885, ο Καλαποθάκης εξέδωσε την εφημερίδα Σημαία, η οποία κυκλοφορούσε κάθε Τετάρτη και Σάββατο και ήταν αμιγώς πολιτική. Από το 1886 η έκδοσή της μεταφέρθηκε στην Αθήνα κι έγινε καθημερινή. Βασικός χρηματοδότης της υπήρξε ο τραπεζίτης και μετέπειτα πρωθυπουργός Στέφανος Σκουλούδης, ο οποίος υποστήριζε τον Χαρίλαο Τρικούπη, με το κόμμα του οποίου είχε εκλεγεί βουλευτής το 1881.

Η Σημαία διέκοψε την κυκλοφορία της το 1889, όταν ο Σκουλούδης διέκοψε τη χρηματοδότησή της εφημερίδας, εξαιτίας των άσχημων οικονομικών της. Ο Καλαποθάκης έγραψε τότε στον Σκουλούδη: «Η Σημαία αποθνήσκει». «Αφήσατέ τη να πεθάνει εν ειρήνη» απάντησε ο Σκουλούδης. Ο Καλαποθάκης συνέχισε: «Ευαρεστηθήτε τουλάχιστον να αποστείλητε τα έξοδα της ταφής». Και ο Σκουλούδης σε αυστηρό τόνο: «Επιθυμώ να παραμείνη άταφος». Αυτό ήταν το τέλος της «Σημαίας».

Ο Καλαποθάκης δεν το έβαλε κάτω και τον επόμενο χρόνο, εξέδωσε την εφημερίδα Σύνταγμα, που απηχούσε, όπως και η Σημαία, τις απόψεις του Χαρίλαου Τρικούπη. Αποτέλεσε την πιο βραχύβια έκδοσή του, καθώς κυκλοφόρησε για δύο μήνες, από τον Δεκέμβριο του 1890 έως τον Φεβρουάριο του 1891. Μετά την αποτυχία και της νέας του εκδοτικής προσπάθειας ανέλαβε ιδιαίτερος γραμματέας του Χαρίλαου Τρικούπη, του οποίου υπήρξε ένθερμος θαυμαστής και υποστηρικτής, ενώ παράλληλα αρθρογραφούσε στην εφημερίδα Ακρόπολις του πατέρα της ελληνικής δημοσιογραφίας Βλάση Γαβριηλίδη.

Μετά την ήττα του Τρικούπη και την αποχώρησή του από την πολιτική, ο Καλαποθάκης επανήλθε στον εκδοτικό στίβο και στις 10 Νοεμβρίου 1896 εξέδωσε την εφημερίδα Εμπρός, μία από τις σημαντικότερες της εποχής του, με μαχητική αρθρογραφία και προοδευτική κατεύθυνση. Ήταν η εφημερίδα που του χάρισε κύρος και κοινωνική καταξίωση. Το Εμπρός κατάφερε να καθιερωθεί αμέσως. Το 1897 η κυκλοφορία του κυμαινόταν μεταξύ 15.000 και 20.000 φύλλων, ενώ κατάφερε να βρίσκεται στις πρώτες θέσεις της αναγνωσιμότητας για την επόμενη εικοσιπενταετία.

Από την αρχή κιόλας πολέμησε με φλογερά άρθρα την πολιτική του πρωθυπουργού Θεόδωρου Δηλιγιάννη, ενώ θεωρούσε τα ανάκτορα υπαίτια για την κακοδαιμονία της χώρας. Μάλιστα, δεν δίστασε να ζητήσει την απομάκρυνση του διαδόχου Κωνσταντίνου από την αρχηγία του Στρατού, μετά την ταπεινωτική ήττα από την Τουρκία το 1897. Μεγάλος αντίπαλος του Εμπρός στον χώρο του τύπου ήταν η εφημερίδα Σκριπ του Ευάγγελου Κουσουλάκου, με τον οποίο τον χώριζε περισσότερο επαγγελματική και προσωπική αντιζηλία, παρά ιδεολογική αντιπαλότητα.

Το 1904, ο Καλαποθάκης υπήρξε ο ιθύνων νους της ίδρυσης του Μακεδονικού Κομιτάτου στην Αθήνα, προκειμένου ν’ ανακοπεί ο εκβουλγαρισμός της Μακεδονίας και να βοηθήσει με όπλα, χρήματα και εφόδια τους Έλληνες Μακεδονομάχους. Η έδρα της οργάνωσης στεγαζόταν στην οδό Σοφοκλέους 3, όπου και τα γραφεία του Εμπρός. Όπως ήταν φυσικό, η συστέγαση του Κομιτάτου και του Εμπρός εξασφάλιζε στην εφημερίδα ένα σημαντικό προβάδισμα έναντι των ανταγωνιστών της στις ειδήσεις που προέρχονταν από τη Μακεδονία.

Οι δημοσιεύσεις αυτές έδωσαν λαβή στους αντιπάλους του να του ασκήσουν έντονη κριτική, κατηγορώντας τον πως υπερβάλλει σκόπιμα, ώστε να πουλήσει περισσότερα φύλλα. Τον κατηγορούσαν, ακόμη, ότι στην προσπάθειά του αυτή αποκάλυπτε πληροφορίες για πρόσωπα και καταστάσεις του αγώνα, που έπρεπε να παραμείνουν κρυφές.

Το κλίμα βάρυνε για τον Καλαποθάκη, όταν το Εμπρός υπέπεσε σε δημοσιογραφική γκάφα, εκθέτοντας τον μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη απέναντι στις τουρκικές αρχές. Στις 12 Σεπτεμβρίου 1906 ανακοίνωσε τη δολοφονία του, πλέκοντάς του το εγκώμιο ως Μακεδονομάχου. Στην πραγματικότητα, αυτός που είχε δολοφονηθεί ήταν ο μητροπολίτης Κορυτσάς Φώτιος. Επίσης, εναντίον του είχαν εκτοξευθεί κατηγορίες από μακεδονομάχους για κακοδιαχείριση των οικονομικών του Μακεδονικού Κομιτάτου. Έτσι, το 1907 ο Δημήτριος Καλαποθάκης αναγκάστηκε να υποβάλει την παραίτησή του.

Τον ίδιο χρόνο, ο Καλαποθάκης παντρεύτηκε την Αικατερίνη Λιάμπεη, η οποία φαίνεται ότι τον επηρέασε στη φιλοβασιλική του στροφή. Η σύζυγός του είχε αποκτήσει πολιτική πείρα, έχοντας παντρευτεί σε μικρή ηλικία τον κατά πολύ μεγαλύτερό της Φίλιππο Βάρβογλη, υπουργό Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Δηλιγιάννη.

Το 1909 υποστήριξε τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο και την Επανάσταση στου Γουδή, αλλά στάθηκε επιφυλακτικός απέναντι στον Ελευθέριο Βενιζέλο. Στον Εθνικό Διχασμό τάχθηκε με το μέρος του βασιλιά, αλλά μετά τις επιτυχίες του Βενιζέλου στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, υποστήριξε τον Κρητικό πολιτικό.

Μετά την έκρηξη της Οκτωβριανής Επανάστασης πήρε σαφή θέση κατά των μπολσεβίκων. Υποστήριζε πως ο σοσιαλισμός, προσπαθώντας να καταστήσει ελεύθερο τον άνθρωπο, καταλήγει να τον υποδουλώνει στον χειρότερο δυνάστη, το κράτος. Η οικονομική εξάρτηση από το κράτος, προσέθετε, συνεπαγόταν και την ηθική και την πνευματική του υποδούλωση. Επομένως, δεν υπήρχε λόγος να προσπαθήσει κανείς να υλοποιήσει τις επιταγές του σοσιαλισμού, καθώς αυτές περιόριζαν τελικά την ελευθερία του ατόμου.

Ο Δημήτριος Καλαποθάκης έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο χρονογράφημα, το οποίο πρώτος αυτός καθιέρωσε ως οργανικό στοιχείο του Εμπρός, όπως και στις πολιτιστικές σελίδες της εφημερίδας, με συνεργάτες σπουδαία ονόματα της λογοτεχνίας, όπως ο Ιωάννης Κονδυλάκης, ο Εμμανουήλ Ροΐδης, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και ο Γρηγόριος Ξενόπουλος.

Ο Καλαποθάκης διακρίθηκε και ως θεατρικός συγγραφέας, γράφοντας έργα εμπνευσμένα από την ελληνική ιστορία, πολλά από τα οποία ανεβάστηκαν με επιτυχία στη σκηνή. Έγραψε τα δράματα: Η Άλωσις της ΚωνσταντινουπόλεωςΦωκάς ο ΒουλγαροκτόνοςΣαπφώ (που ανεβάστηκε από το Εθνικό Θέατρο), Λειλά και Ρήγας Φεραίος, τα κωμειδύλλια Πράσινο ΦουστάνιΠροικοθήραςΟ Ανανίας εις δεύτερον γάμον κ.ά. Έγραψε, επίσης, το μυθιστόρημα Η εκστρατεία μας εις την Σελήνην και μικρά πεζά στο Εθνικό Ημερολόγιο Σκόκου, όπως το Αι γυναίκες και το επί προθεσμία συνοικέσιονΜία κηδείαΤο κουνούπιΙστορία μιάς ρινός, στο οποίο σατιρίζει τον Δηλιγιάννη.

Ο Δημήτριος Καλαποθάκης πέθανε στη Γερμανία στις 27 Μαΐου 1921, κατά τη διάρκεια εγχείρησης. Ο θάνατός του ανακοινώθηκε από το Εμπρός στις 3 Ιουνίου και η κηδεία του έγινε στην Αθήνα στις 25 Ιουνίου. Την έκδοση του Εμπρός συνέχισε η χήρα του Αικατερίνη Καλαποθάκη και από το 1928 ο Πέτρος Γιάνναρος της Εσπερινής. Η εφημερίδα ανέστειλε την έκδοσή της λίγο πριν από την κήρυξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και επανεκδόθηκε το 1945 από τον Αλκιβιάδη Καλαποθάκη (γιο του Δημητρίου Καλαποθάκη) ως ημερήσια εφημερίδα και από το 1953 ως εβδομαδιαία. Το 1959 ο τίτλος του Εμπρός αγοράστηκε από τον εκδότη του Εθνικού Κήρυκα Αθανάσιο Παράσχο, ενώ αργότερα πέρασε στα χέρια της οικογένειας Βαρδινογιάννη.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/481

© SanSimera.gr

Η Ναυμαχία της Ερεσσού

 Ένα από τα μεγαλύτερα ναυτικά κατορθώματα της Ελληνικής Επανάστασης, που συνετέλεσε αποφασιστικά στην κυριαρχία του ελληνικού στόλου στο Αιγαίο.

Η πυρπόληση του τουρκικού δικρότου στην Ερεσσό (1882)<br>Πίνακας του Κωνσταντίνου Βολανάκη (1837-1907)
Η πυρπόληση του τουρκικού δικρότου στην Ερεσσό (1882)
Πίνακας του Κωνσταντίνου Βολανάκη (1837-1907)

Στις 23 Μαΐου του 1821, ο ελληνικός στόλος αποτελούμενος από 57 πλοία, απέπλευσε από τα Ψαρά και τέθηκε προς αναζήτηση του τουρκικού στόλου, για τον οποίον υπήρχαν πληροφορίες ότι από μέρα σε μέρα αναμενόταν η έξοδός του από τα Στενά. Την επομένη, οι Έλληνες ναύαρχοι ειδοποιήθηκαν ότι εθεάθηκαν τρία πλοία προερχόμενα από τα Στενά. Τα δύο από αυτά ήταν μπρίκια και το τρίτο αρκετά μεγαλύτερο ακολουθούσε σε απόσταση.

Αμέσως εστάλησαν πλοία προς συνάντηση των δύο μπρικίων. Ήταν εμπορικά με ρωσική σημαία και κατευθύνονταν προς την Ευρώπη. Οι πλοίαρχοί τους έδωσαν την πληροφορία στους Έλληνες ότι το πλοίο που τους ακολουθούσε ήταν πολεμικό δίκροτο χωρίς σημαία. Οι Έλληνες πλοίαρχοι συμπέραναν ότι ήταν εχθρικό και αποτελούσε την προφυλακή του τουρκικού στόλου (αναφέρεται με το όνομα «Μανσουριγιά» ή «Φερμάν Ντεϊνεμέζ»). Το πήραν στο κατόπι, αλλά ενώ εκείνο έπλεε στο στενό της Χίου, άλλαξε ξαφνικά διεύθυνση και στράφηκε προς τις δυτικές ακτές της Λέσβου και συγκεκριμένα προς το λιμάνι της Ερεσσού.

Τα ελληνικά πλοία το παρακολουθούσαν από απόσταση, καθώς το μέγεθος και ο οπλισμός του δεν επέτρεπαν την προσέγγισή του. Εν τούτοις, το πλοίο του υδραίου Γιάννη Ζάκκα άρχισε να βάλει κατά του δικρότου. Δέχθηκε, όμως, σφοδρά πυρά από τα κανόνια του τουρκικού πολεμικού και γρήγορα αναγκάσθηκε να οπισθοχωρήσει, με απώλειες τρεις νεκρούς κι έναν τραυματία.

Το δίκροτο στη συνέχεια προσορμίστηκε στο λιμάνι της Ερεσσού και αποβίβασε απόσπασμα στην ξηρά. Ως αποστολή είχε να ενισχύσει με πολεμοφόδια και άνδρες τις φρουρές στα νησιά κατά μήκος της Μικράς Ασίας. Έφερε 74 πυροβόλα και ισχυρή στρατιωτική δύναμη, αποτελούμενη από 1000 και πλέον άνδρες. Το ελληνικό ναυτικό αποτόλμησε και δεύτερη επίθεση με τη γολέτα του Τομπάζη, αλλά τα φοβερά πυρά του ανάγκασαν τους Έλληνες να εγκαταλείψουν το εγχείρημα.

Η αποτυχημένη επιχείρηση του πρώτου πυρπολικού

Ανδριάντας του Ι. Δημουλίτσα - Πατατούκου στην Πάργα
Ανδριάντας του Ι. Δημουλίτσα - Πατατούκου στην Πάργα

Τότε φάνηκε η αδυναμία του ελληνικού ναυτικού. Ολόκληρος στόλος από 57 πλοία δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα με ένα δίκροτο, από τα πολλά του τουρκικού στόλου. Στη βραδινή σύσκεψη των ναυάρχων για το τι μέλλει γενέσθαι επικράτησε η άποψη του ναυάρχου των Ψαρών Νικολή Αποστόλη, ότι θα πρέπει να γίνει η χρήση πυρπολικού και ανέφερε ότι ο συμπολίτης του πλοιοκτήτης Γεώργιος Καλαφάτης είχε αναλάβει να διασκευάσει ένα ελαττωματικό πλοίο του σε πυρπολικό. Οι Ψαριανοί είχαν γνώση από πυρπολικά, επειδή πολλοί από αυτούς είχαν υπηρετήσει στο ρωσικό ναυτικό που τα χρησιμοποιούσε ευρέως.

Έτσι, αποφασίστηκε να στείλουν δύο πλοία στα Ψαρά για να φέρουν το πυρπολικό του Καλαφάτη. Αλλά, εν τω μεταξύ, άρχισε να πνέει νότιος άνεμος και οι ναύαρχοι φοβήθηκαν ότι θα καθυστερούσε η άφιξη του πυρπολικού του Καλαφάτη. Και δεν υπήρχε καιρός για χάσιμο, δεδομένου ότι το εχθρικό δίκροτο θα μπορούσε να αποπλεύσει ανενόχλητο και ο τουρκικός στόλος να κάνει την εμφάνισή του στο Αιγαίο.

Κι ενώ οι επικεφαλής των ελληνικών δυνάμεων ήταν αναποφάσιστοι περί του πρακτέου, παρουσιάστηκε ενώπιόν τους ένας αξιωματικός του Αποστόλη, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι μπορεί να κατασκευάσει ταχύτατα ένα πυρπολικό. Ονομαζόταν Ιωάννης Δημολίτσας, αλλά όλοι τον ήξεραν με το παρατσούκλι Πατατούκος.

Ο Πατατούκος ζούσε πολλά χρόνια στα Ψαρά, αλλά η καταγωγή του ήταν από την Πάργα. Δούλευε στα καράβια του Αποστόλη και κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του στην Τουλόν της Γαλλίας, όπου βρισκόταν ο ναύσταθμος του γαλλικού στόλου, συνδέθηκε φιλικά με ένα Μαλτέζο μηχανικό, ονόματι Ρίτσι, ο οποίος του έμαθε την τέχνη του πυρπολικού.

Ο υδραίος πλοίαρχος Χατζηθεοδόσης προσέφερε το πλοίο του προς μετατροπή και ο Πατατούκος ρίχτηκε στη δουλειά. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 25ης Μαΐου το πυρπολικό ήταν έτοιμο προς χρήση. Ο πλοίαρχος Ιωάννης Θεοχάρης από την Ύδρα ανέλαβε να το οδηγήσει πάνω στο τουρκικό δίκροτο, προτού ξημερώσει. Η καταδρομική επιχείρηση, η πρώτη του ελληνικού ναυτικού με εμπρηστικό σκάφος, απέτυχε. Το πυρπολικό δεν κατορθώθηκε να προσκολληθεί αμέσως στα πλευρά του πλοίου και η ανάφλεξή του καθυστέρησε, με αποτέλεσμα το πλήρωμα του δικρότου να το απομακρύνει. Ο Θεοχάρης και οι άνδρες του επέμεναν να το προσκολλήσουν, ενώ δέχονταν καταιγισμό πυρών, τόσο από το πλοίο, όσο και από την ξηρά. Το πυρπολικό συνέχισε να αναφλέγεται και μόλις και μετά βίας οι ηρωικοί καταδρομείς πυρπολητές διασώθηκαν.

Νέα προσπάθεια για την πυρπόληση του δικρότου

Δημήτριος Παπανικολής
Δημήτριος Παπανικολής

Η απογοήτευση ήταν μεγάλη στο ελληνικό στρατόπεδο από την αποτυχία, ενώ τα αντίθετα συναισθήματα επικράτησαν στους Τούρκους. Οι Έλληνες ναύαρχοι δεν εγκατέλειψαν την ιδέα της χρησιμοποίησης πυρπολικών, ούτε ο Πατατούκος απογοητεύτηκε. Αναζητούσαν, όμως, ένα πρόσωπο, κατάλληλο να φέρει σε πέρας την επιχείρηση.

Την ίδια νύχτα παρουσιάστηκε ενώπιόν τους ο έμπειρος ψαριανός πλοίαρχος Δημήτριος Παπανικολής, ξάδελφος του Νικολή Αποστόλη, και τους διαμήνυσε ότι μπορεί να φέρει σε πέρας την αποστολή, αρκεί να διαλέξει ο ίδιος τους άνδρες που θα τον συνοδεύσουν και η επιχείρηση να γίνει με το φως της ημέρας. Ο Τομπάζης, αναγνωρίζοντας την αποφασιστικότητά του και μη έχοντας άλλη επιλογή, συμφώνησε.

Ο Παπανικολής άρχισε αμέσως τη στρατολόγηση των ανδρών του και ο Πατατούκος τη μετασκευή ενός μικρού πλοιαρίου σε πυρπολικό. Τώρα είχε περισσότερο χρόνο να το τελειοποιήσει, καθώς ο άνεμος που φυσούσε στην περιοχή ήταν νότιος, εμποδίζοντας την έναρξη της επιχείρησης. Για τον ίδιο λόγο, το τουρκικό δίκροτο παρέμενε αγκυροβολημένο στο λιμάνι της Ερεσού.

Το πρωί της 27ης Μαΐου ο καιρός ήταν ευνοϊκός για την επιχείρηση. Ο νοτιάς είχε κοπάσει και φυσούσε ένας ελαφρός μπάτης. Ο Παπανικολής ήταν αποφασισμένος να πραγματοποιήσει το τολμηρό εγχείρημα με το φως της ημέρας, όπως είχε υποσχεθεί στους Έλληνες ναυάρχους. Οι 21 συμπολεμιστές του θα ήταν οι:

  • Ιωάννης Θεοφιλόπουλος (τιμονιέρης)
  • Δ. Πλημμές
  • Δ. Καμπούρης
  • Δ. Κασσέτας
  • Κ. Σταματάρας
  • Γ. Γιαννάρας
  • Μ. Διασσάκης
  • Γ. Κονδήλος
  • Ι. Χατζηζαχαριάς
  • Γ. Κομνηνός
  • Κ. Ζεύλης
  • Ν. Ντεληγιάννης
  • Ι. Χατζημανιάτης
  • Ν. Χωριάτης
  • Α. Πιππίνος
  • Ι. Γεωργίου
  • Π. Βρουλιώτης
  • Γ. Παργιανός
  • Ιβάν Αφανάσα ή Ιωάννης Αθανασίου, από την Ρωσία.
  • Φ. Λέλες
  • Β. Κεφαλλήν

Τα ελληνικά πλοία άρχισαν να βάλουν με τα κανόνια τους εναντίον του τουρκικού πλοίου χωρίς επιτυχία, αφού ήταν εκτός του βεληνεκούς τους. Ο σκοπός τους ήταν να περισπαστεί η προσοχή του πληρώματος του δικρότου και να σχηματισθεί καπνός πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας, ώστε το πυρπολικό του Παπανικολή να εκμεταλλευτεί τον κρότο των πυροβόλων και την καπνιά και να διολισθήσει αθέατο προς το εχθρικό πλοίο.

Η πυρπόληση του τουρκικού δικρότου

Η πυρπόληση του τουρκικού δικρότου στην Ερεσσό (1882)<br>Πίνακας του Κωνσταντίνου Βολανάκη (1837-1907)
Η πυρπόληση του τουρκικού δικρότου στην Ερεσσό (1882)
Πίνακας του Κωνσταντίνου Βολανάκη (1837-1907)

Στις 8:30 π.μ. της 27ης Μαΐου 1821, αντί για ένα ξεκίνησαν δύο πυρπολικά. Την τελευταία στιγμή, το σχέδιο άλλαξε και προστέθηκε στην επιχείρηση το πυρπολικό του Γεωργίου Καλαφάτη, που είχε αφιχθεί από τα Ψαρά. Ο Παπανικολής θα διηύθυνε το πυρπολικό του προς την πρώρα του δικρότου και ο Καλαφάτης προς το μέσο του πλευρού του. Κάθε ένα πυρπολικό συνοδευόταν και από μια βάρκα διαφυγής.

Ο Παπανικολής πλεύρισε με επιτυχία το πυρπολικό του κάτω από την υψηλή πρώρα του εχθρικού πλοίου, όχι όμως και ο Καλαφάτης, του οποίου το περιπολικό παρουσίαζε πολλές ατέλειες. Εν τω μεταξύ, τα δύο πυρπολικά είχαν γίνει αντιληπτά από το τουρκικό πλοίο και πολλοί ναύτες του προσπαθούσαν να τα απομακρύνουν, προτού αναφλεγούν. Ο Παπανικολής έβαλε μπουρλότο στο πυρπολικό του και αμέσως οι φλόγες που ξεπετάχθηκαν, άρχισαν να γλείφουν το ξύλινο δίκροτο. Ο Καλαφάτης έκανε μια νέα προσπάθεια να πλευρίσει με το πυρπολικό του το τουρκικό δίκροτο, αλλά και πάλι απέτυχε. Τότε, αναγκάστηκε να αποχωρήσει οριστικά από την καταδρομική επιχείρηση.

Στην πρώρα του εχθρικού πλοίου η μάχη είχε ανάψει για τα καλά. Οι ναύτες του προσπαθούσαν να απωθήσουν το φλεγόμενο πυρπολικό για να μην επεκταθεί η φωτιά και άλλοι πυροβολούσαν τους Έλληνες πυρπολητές. Μια τρίτη ομάδα κατέβαλε απέλπιδες προσπάθειες να σβήσει τη φωτιά στο πλοίο, ρίχνοντας νερό με κουβάδες. Από την πλευρά τους, οι 21 γενναίοι του Παπανικολή, υπό τα καταιγιστικά πυρά των Τούρκων, συνέχιζαν την προσπάθειά τους να δέσουν το φλεγόμενο πυρπολικό στο τουρκικό σκάφος και να προκαλέσουν την ολική καταστροφή του. Την τελευταία στιγμή κι ενώ είχαν ολοκληρώσει την αποστολή τους, ο Παπανικολής και οι σύντροφοι του πήδησαν από το πυρπολικό στη βάρκα διαφυγής και επέστρεψαν στη βάση τους σώοι και αβλαβείς.

Στο τουρκικό πλοίο επικρατούσαν απερίγραπτες σκηνές πανικού. Η φωτιά επεκτεινόταν διαρκώς και επικρατούσε η λογική του «σώζων εαυτόν σωθήτω». Ένας από τους πρώτους που προσπάθησε να διαφύγει στην ξηρά ήταν ο κυβερνήτης του καπετάν Αρναούτ. Τον πρόλαβε ένας οργισμένος αξιωματικός του και τον τραυμάτισε με μαχαίρι στο λαιμό. Όμως, πολλοί αξιωματικοί και ναύτες είτε πνίγηκαν πέφτοντας στη θάλασσα, είτε κάηκαν πάνω στο κατάστρωμα του πλοίου. Η καταστροφή του πλοίου ολοκληρώθηκε με την έκρηξη της πυριταδαποθήκης, που προκάλεσε μεγάλο αριθμό θυμάτων.

Η τραγωδία του τουρκικού δίκροτου κράτησε γύρω στα 35 λεπτά. Τόσο χρειάστηκε για να μεταβληθεί το επιβλητικό πλοίο σε τέφρα και ερείπια. Ανεξακρίβωτος παραμένει ο αριθμός των θυμάτων. Κάποιες πηγές κάνουν λόγο για μόνο οκτώ διασωθέντες από τα χίλια και πλέον μέλη του πληρώματός του (Δ. Κόκκινος: «Η Ελληνική Επανάστασις»).

Η πυρπόληση του τουρκικού δικρότου στην Ερεσσό υπήρξε το πρώτο μεγάλο ναυτικό κατόρθωμα του '21. Ήταν μάλιστα η πρώτη φορά που οι Έλληνες επαναστάτες χρησιμοποίησαν πυρπολικό. Στην αίσια έκβαση του εγχειρήματος, καθοριστική ήταν η συμβολή δύο ανδρών, του ναυμάχου Δημητρίου Παπανικολή (1790-1855) και του ξεχασμένου σήμερα ναυπηγού Ιωάννη Δημολίτσα (πέθανε τον Μάρτιο του 1823). Ο Πατατούκος τελειοποίησε το πυρπολικό, το οποίο χρησιμοποιήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της Επανάστασης, με εξαίρετα σχεδόν πάντα αποτελέσματα.

Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/625

© SanSimera.gr

Άγιος Ελλάδιος


Ἔλαιον Ἑλλάδιος ἱερωσύνης,
Αἵματι συνέμιξε τοῦ μαρτυρίου.
Εἰκάδι ἑβδομάτῃ Ἑλλάδιον ἔκτανε πυγμή.

Λειτουργικά κείμενα

Άγιος Θεράπων



Mάστιξι θνήσκων Δεσπότου του σου χάριν,
Eύνους θεράπων χρηματίζεις Θεράπων.


Όσιος Ιωάννης ο Ρώσος



Πλήρης χαρίτων ὁ αἰχμάλωτος ὤφθη∙
Αἰχμαλωτίσας τοῦ σκότους τὸν προστάτῃν.


Λειτουργικά κείμενα

Σχετικά κείμενα