Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2024
Ο Κομήτης του Χάλεϊ
Ο διασημότερος από τους κομήτες, που κάνει την εμφάνισή του κάθε 75 με 76 χρόνια στη «γειτονιά» μας.
Οι κομήτες είναι μεγάλα σε μέγεθος ουράνια σώματα, τα οποία κινούνται σε ελλειπτική τροχιά γύρω από τον Ήλιο. Έτσι, μπορεί να γίνουν ορατοί σε μας και στη συνέχεια να χαθούν με ταχύτητα στο μακρύτερο σημείο του ηλιακού μας συστήματος. Σε ότι αφορά τη σύνθεσή τους, αποτελούνται από παγωμένο νερό, διοξείδιο του άνθρακα, σκόνη, πετρώματα και άλλα σωματίδια. Καθώς, λοιπόν, πλησιάζουν τον Ήλιο, το ηλιακό φως θερμαίνει τον πάγο, ο οποίος και υποβάλλεται σε εξάχνωση. Το αέριο αυτό απομακρύνεται από τον Ήλιο και είναι ακριβώς εκείνο που εμείς βλέπουμε ως ουρά του κομήτη.
Ο Κομήτης Χάλεϊ πήρε το όνομά του από τον βρετανό αστρονόμο Έντμοντ Χάλεϊ (1656–1742), ο οποίος στις 4 Σεπτεμβρίου 1682 τον παρατήρησε για πρώτη φορά και το περιέγραψε. Υπάρχουν καταγεγραμμένες αστρονομικές παρατηρήσεις για τον συγκεκριμένο κομήτη στην Κίνα ήδη από το 240 π.Χ. Η εμφάνισή του το 12 π.Χ. παρακίνησε πολλούς θεολόγους να εικάσουν ότι το Άστρο της Βηθλεέμ, που καθοδήγησε τους Τρεις Μάγους όταν θέλησαν να επισκεφθούν τον νεογέννητο Ιησού, μπορεί να ήταν ο κομήτης Χάλεϊ.
Από τα αρχαία χρόνια οι κομήτες αποσπούσαν την προσοχή των ανθρώπων, κυρίως ως κακοί οιωνοί, λόγω της σπανιότητας της εμφάνισής τους. Συνήθως συνδέονταν με επερχόμενα γεγονότα καταστροφής, με λοιμούς, θανάτους βασιλέων και καταστροφή αυτοκρατοριών.
Τον Μάιο του 1910 η ανθρωπότητα είχε πιστέψει ότι έφτασε το τέλος της, όταν εμφανίστηκε ο κομήτης του Χάλεϊ, παρακινούμενη από αστρολόγους και μελλοντολόγους, που υποστήριζαν ότι θα συγκρουστεί με τη Γη. Ο πανικός μεγιστοποιήθηκε, όταν αποκαλύφθηκε ότι η ουρά του κομήτη περιείχε ένα δηλητηριώδες κυανιούχο αέριο. Μερικοί απατεώνες βρήκαν τότε την ευκαιρία να θησαυρίσουν, πουλώντας αντιασφυξιογόνες μάσκες στους αδαείς!
Στην Οκλαχόμα μια θρησκευτική σέχτα προσπάθησε να θυσιάσει μία παρθένα για να εξορκίσει το κακό, αλλά εμποδίστηκε από την αστυνομία. Στη Βιέννη ένας μικροσεισμός πανικόβαλε τους κατοίκους, οι οποίοι εγκατέλειψαν την πρωτεύουσα των Αψβούργων και κατέφυγαν στους γύρω λόφους για να παρακολουθήσουν τη συντέλεια του κόσμου.
Ο Αλβέρτος Αϊνστάιν διατηρώντας την ψυχραιμία του δήλωσε, όταν τον ρώτησαν αν ο κομήτης θα συγκρουσθεί με τη Γη: «Με βεβαιότητα σας λέω όχι». Και όταν τον ξαναρώτησαν πώς είναι τόσο βέβαιος, εκείνος απάντησε αφοπλιστικά: «Αν δεν πέσει, θα επιβεβαιωθώ. Αν όμως πέσει τελικά, κανείς μας δεν θα ζει για να μου πει ότι έκανα λάθος».
Τελικά, ο κομήτης πέρασε σε απόσταση 25 χιλιομέτρων από τη Γη στις 18 Μαΐου του 1910, διαψεύδοντας πανηγυρικά τις προβλέψεις των καταστροφολόγων. Μας επισκέφθηκε και πάλι στις 9 Φεβρουαρίου 1986, προσελκύοντας μόνο το ενδιαφέρον των επιστημόνων. Η επόμενη στάση του στον Πλανήτη Γη είναι προγραμματισμένη για τις 28 Ιουλίου 2061.
Οι Πόλεμοι του Οπίου
Με την ονομασία αυτή έμειναν στην ιστορία οι δύο πόλεμοι που εξαπέλυσε η Αγγλία κατά της Κίνας (1839-1842 και 1856-1860), τον δεύτερο με τη συνδρομή της Γαλλίας. Εντάσσονται στην επεκτατική πολιτική προς Ανατολάς των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της Ευρώπης για την ανακάλυψη νέων αγορών.
Στα μέσα του 18ου αιώνα το εμπορικό ισοζύγιο της Βρετανίας με την Κίνα ήταν ελλειμματικό. Οι Βρετανοί εισήγαγαν τσάι, μετάξι και πορσελάνες και πλήρωναν με πολύτιμο ασήμι τους Κινέζους, που αδιαφορούσαν για τα προϊόντα τους. Έτσι, μέσω της Βρετανικής Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών που είχε το μονοπώλιο και με τη βοήθεια ντόπιων εμπόρων αποφάσισαν να πλημμυρίσουν την Κίνα με όπιο, με στόχο να ισοσκελίσουν το εμπορικό τους έλλειμμα. Εκείνη την εποχή το κάπνισμα οπίου ήταν αρκετά διαδεδομένο στην Άπω Ανατολή. Οι Κινέζοι καταναλωτές ανταποκρίθηκαν θετικά και από τους 15 τόνους του 1730, οι Βρετανοί έφθασαν να διαθέτουν στις παραμονές του πολέμου 1.400 τόνους οπίου στην Κίνα.
Ο εθισμός μεγάλου αριθμού υπηκόων του ανησύχησε τον αυτοκράτορα Τζιατζίνγκ, ο οποίος το 1810 απαγόρευσε τη διάθεση του οπίου στην επικράτειά του, με το αιτιολογικό ότι «έκανε κακό στην υγεία και υπονόμευε τα ήθη και τους καλούς τρόπους του λαού του». Οι Άγγλοι και οι ντόπιοι συνεργάτες τους αγνόησαν το διάταγμα και συνέχισαν το εμπόριο οπίου, αφού είχαν ανάγκη το πολύτιμο ασήμι των Κινέζων. Με τον τρόπο αυτό έδειχναν να μην υπολογίζουν τη δυναστεία των Τσινγκ, που κυβερνούσε την αχανή χώρα από το 1644 και βρισκόταν σε προφανή παρακμή. Η δυναστεία αυτή είχε οδηγήσει την Κίνα σε απομόνωση στην προσπάθειά της ν' αποφύγει την αλλοίωση του πολιτισμού της από την εισαγωγή του ευρωπαϊκού.
Το 1838, οι Κινέζοι πήραν ακόμη πιο δραστικά μέτρα. Αποφάσισαν να απαγορεύσουν με κάθε τρόπο τις εισαγωγές οπίου από τα μεγάλα λιμάνια της χώρας και να καταδικάζουν σε θάνατο τους ντόπιους εμπόρους. Την υλοποίηση των μέτρων ανέλαβε ο μανδαρίνος Λιν Τσε Χσου, ένας αυστηρός κομφουκιανιστής, που από τότε θεωρείται εθνικός ήρωας. Οι Άγγλοι μάλλον υποτίμησαν τις προθέσεις του και αρνήθηκαν να συμμορφωθούν. Όταν αυτός επέβαλε εμπάργκο σε όλα τα βρετανικά προϊόντα, η βασίλισσα Ελισάβετ το θεώρησε αιτία πολέμου. Η κατάσταση επιδεινώθηκε, όταν οι άνδρες του Σετσίου κατάσχεσαν ένα μεγάλο φορτίο οπίου στην Καντώνα, που ισοδυναμούσε με τις εισαγωγές ενός χρόνου.
Α' Πόλεμος του Οπίου (1839 - 1842)
Η αφορμή για την πολεμική αναμέτρηση Κινέζων και Άγγλων δόθηκε τον Ιούλιο του 1839, όταν κάποιοι μεθυσμένοι άγγλοι ναύτες σκότωσαν έναν κινέζο χωρικό. Η Βρετανία, που δεν εμπιστευόταν το νομικό σύστημα της Κίνας, αρνήθηκε να παραδώσει τους κατηγορουμένους στις αρχές.Σύντομα ξέσπασαν εχθροπραξίες (4 Σεπτεμβρίου 1839), που κατέληξαν στην κατάληψη της Σαγκάης το 1842. Το βρετανικό ναυτικό προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στις παράκτιες πόλεις της Κίνας και ο αριθμητικά μικρότερος, αλλά καλύτερα εξοπλισμένος στρατός των Βρετανών κατενίκησε τις δυνάμεις του αυτοκράτορα.
Ο Α' Πόλεμος του Οπίου έληξε και τυπικά με τη Συνθήκη του Νανκίνγκ στις 29 Αυγούστου 1842, η οποία προέβλεπε:
- Την παραχώρηση του Χονγκ-Κονγκ στη Βρετανία.
- Την παραχώρηση πέντε λιμανιών της νοτιοανατολικής Κίνας για το εμπόριο και τη διαμονή των Βρετανών (Καντώνα, Αμόι, Φουτσόου, Νίγκμπο και Σαγκάη).
Ετεροδικία για τους βρετανούς υπηκόους. - Καταβολή μεγάλης αποζημίωσης από την Κίνα.
Παρόμοια προνόμια απέκτησαν το 1844 οι ΗΠΑ και η Γαλλία, με ανάλογες συμφωνίες.
Η ταπεινωτική ήττα κηλίδωσε την εικόνα του Αυτοκράτορα Γκουάνγκ Ντάο. Ο στρατός και η γραφειοκρατία ξεσηκώθηκαν και ανακήρυξαν χωριστό κράτος με την επωνυμία Ουράνιο Βασίλειο της Αιώνιας Ειρήνης (Taipíng Tian Guo), με πρωτεύουσα το Νανκίνγκ (1850-1864). Οι Ευρωπαίοι έπρεπε τώρα να διαλέξουν στρατόπεδο...
Β' Πόλεμος του Οπίου (1856 - 1860)
Στις 8 Οκτωβρίου 1856, κινέζοι αυτοκρατορικοί αξιωματούχοι συνέλαβαν το πλήρωμα του πλοίου Βέλος για πειρατεία και λαθρεμπόριο. Το πλοίο ήταν κινέζικης ιδιοκτησίας, αλλά έφερε τη βρετανική σημαία. Οι Άγγλοι παραπονέθηκαν ότι οι τελωνειακοί έσχισαν τη βρετανική σημαία και κήρυξαν τον πόλεμο στον αυτοκράτορα. Μαζί τους συντάχθηκαν και οι Γάλλοι, με το πρόσχημα της δολοφονίας ενός συμπατριώτη τους ιεραποστόλου στις αρχές του χρόνου. Τη συμπαράστασή τους στους Αγγλογάλλους εξέφρασαν ΗΠΑ και Ρωσία.Οι δύο σύμμαχου γρήγορα κυριάρχησαν στο πεδίο των μαχών και κατέλαβαν την Καντώνα, αναγκάζοντας τους Κινέζους να συνθηκολογήσουν και να υπογράψουν τον Ιούνιο του 1858 τη Συνθήκη του Τιεντσίν, η οποία προέβλεπε:
- Εγκατάσταση διπλωματικών αποστολών από Βρετανία, Γαλλία, ΗΠΑ και Ρωσία στο Πεκίνο, που εκείνη την εποχή ήταν Απαγορευμένη Πόλη.
- Άνοιγμα δέκα νέων λιμανιών για εμπορική δραστηριότητα.
- Ελευθερία κινήσεων για τους ξένους στο εσωτερικό της χώρας.
- Ελευθερία κινήσεων για τους χριστιανούς ιεραποστόλους.
- Νομιμοποίηση των εισαγωγών οπίου.
- Καταβολή μεγάλης αποζημίωσης από την Κίνα σε Βρετανία και Γαλλία.
Ο Αυτοκράτορας Φενγκ Ξιάν αρνήθηκε να επικυρώσει τη συμφωνία και οι Αγγλογάλλοι επανέλαβαν τις εχθροπραξίες το 1859. Με επικεφαλής τον Τζέιμς Μπρους, 8ο Κόμη του Έλγιν (γιο του γνωστού μας Λόρδου Έλγιν) οι Αγγλογάλλοι προήλασαν και εισήλθαν χωρίς να συναντήσουν μεγάλη αντίσταση στο Πεκίνο. Έβαλαν φωτιά στα θερινά Ανάκτορα, προέβησαν σε λεηλασίες και ανάγκασαν τον αυτοκράτορα να υπογράψει στις 18 Οκτωβρίου 1860 τη Σύμβαση του Πεκίνου, με την οποία επικυρωνόταν η Συνθήκη του Τιεντσίν. Στη συνέχεια, οι Αγγλογάλλοι βοήθησαν τον αυτοκράτορα Τζι Τονγκ να καταστείλει την Εξέγερση του Ταϊπίγκ και να αποκαταστήσει την ενότητα της Κίνας το 1864.
Οι ταπεινωτικές ήττες των Κινέζων στους δύο Πολέμους του Οπίου, προκάλεσαν την εθνική τους αφύπνιση και συνέβαλαν μακροπρόθεσμα στην πτώση της δυναστεία των Τσινγκ το 1911 και την κατάργηση της βασιλείας. Από την εποχή εκείνη μεγάλωσε η καχυποψία των Κινέζων για τη Δύση. Αυτή η ψυχολογική κατάσταση διατηρείται άσβεστη και σήμερα στην Άπω Ανατολή.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/332
Προφήτης Μωυσής ο Θεόπτης
Οὐκ ἐκ πέτρας νῦν, ουδ᾿ ὀπισθίων μέρει,
Μωσῆ θεωρεῖς, ἀλλ᾿ ὅλον Θεὸν βλέπεις.
Ο Προφήτης και Θεόπτης Μωυσής, υπολογίζεται ότι γεννήθηκε στην Αίγυπτο το 1569 π.χ. Ο πατέρας του ήταν Εβραίος, ονομαζόταν Άβραμ (ή Αμράμ) και καταγόταν από τη φυλή του Λευί και η μητέρα του Ιωχαβέδ. Όταν ο Φαραώ διέταξε να σφάξουν τα νήπια των Εβραίων η μητέρα του τον έβαλε σ' ένα κιβώτιο και τον άφησε στις όχθες του Νείλου εγκαταλείποντας το στην θεία πρόνοια. Το βρέφος το βρήκε η κόρη του Φαραώ Θέρμουθιν (ή Mέρις ή Mέρρινα), η οποία το υιοθέτησε και του έδωσε το όνομα Μωυσής, που σημαίνει «σεσωσμένος από τα ύδατα». Ανατράφηκε ως γνήσιος υιός της πριγκίπισσας και έμαθε όλη την σοφία και την γνώσι των Αιγυπτίων, χωρίς εν τούτοις να αποξενωθεί από την πίστη των πατέρων του και την αγάπη προς το έθνος του.
Όταν ήταν σαράντα χρονών σκότωσε κάποιον Αιγύπτιο, που είχε επιτεθεί εναντίον ενός Ισραηλίτη και για να σωθεί κατέφυγε στη γη Μαδιάμ, όπου έγινε βοσκός. Εκεί παντρεύτηκε την Σαπφώρα, θυγατέρα του Iοθόρ, και απέκτησε δύο γιους, τον Γηρσάμ, που σημαίνει «είμαι πάροικος σε ξένη γη», και τον Ελιέζερ, που σημαίνει «ο Θεός βοηθός». Κατά την πολυχρόνιο εξορία του μακριά από τον λαό του ο Μωυσής, ενώ έβοσκε τα πρόβατα του πεθερού του στην ησυχία των βουνών και της ερήμου, καταρτιζόταν στην αποστολή για την οποία τον προόριζε ο Θεός, να ποιμάνει το λογικό Του ποίμνιο. Συγχρόνως καθάριζε την καρδιά και τον νου του με την προσευχή και την συνεχή αδολεσχία του Θεού.
Μια ήμερα, ύστερα από σαράντα χρόνια ξενιτιάς στην Μαδιάμ, όπως έβοσκε τα πρόβατα στο όρος Χωρήβ, του φανερώθηκε ο Θεός υπό μορφήν πυρός, εξερχόμενου μέσα από μία βάτο, η οποία φλεγόταν αλλά δεν καιγόταν. Με την θεοφάνεια αύτη, η οποία προεικόνιζε το μέγα μυστήριο του παρθενικού τοκετού και της εν σαρκί ελεύσεως του Σωτήρος, ο Θεός κάλεσε τον Μωυσή να επιστρέψει στην Αίγυπτο, για να ελευθέρωση τον λαό του από την πικρή δουλεία και να τον επαναφέρει στην γη των πατέρων του. Επειδή αυτός ήταν βραδύγλωσσος και δίσταζε να αναλάβει το έργο, του έδωσε ως βοηθό και διερμηνέα τον αδελφό του Ααρών (βλέπε εδώ). Παρουσιάσθηκαν λοιπόν μαζί στον Φαραώ και του ζήτησαν να επιτρέψει στους Ισραηλίτες να λατρεύσουν τον θεό τους στην έρημο. Κατά θεία παραχώρηση η υπερήφανη καρδιά του Φαραώ σκληρύνθηκε και δεν τους άφηνε να φύγουν. Τους κράτησε να εργάζονται ως δούλοι στις μεγάλες οικοδομικές εργασίες, πού είχε επιχειρήσει η ματαιοδοξία του.
Τότε ο Κύριος διά μέσου του Μωυσή κτύπησε την Αίγυπτο με δέκα φοβερές πληγές. Ταπεινωμένος από την δύναμη του θεού του Ισραήλ ο Φαραώ εξαναγκάσθηκε να τους αφήσει να φύγουν. Μαζί τους πήραν τα οστά του Ιωσήφ και πολλά χρυσά και αργυρά σκεύη, που τους έδωσαν οι Αιγύπτιοι. Στην πορεία τους ο θεός τους οδηγούσε την μεν ήμερα με στύλο νεφέλης την δε νύκτα με στύλο πυρός. Μετά την αναχώρηση τους ο Φαραώ άλλαξε πάλι γνώμη και στράφηκε με όλα του τα άρματα προς καταδίωξη τους. Το αιγυπτιακό ιππικό βρήκε τους Ισραηλίτες στρατοπεδευμένους στην ακτή της Ερυθράς θαλάσσης. Ο Μωυσής κατ' εντολή του θεού χτύπησε τα νερά της με το ραβδί του και τα διαχώρισε στα δύο. Έτσι, οι Ισραηλίτες διέβησαν «διά ξηράς εν μέσω της θαλάσσης». Όταν εξήλθαν όλοι στην στεριά, σήκωσε το ραβδί του πάνω από τα ύδατα και τα επανέφερε στην φυσική τους θέση, καταποντίζοντας όλα τα άρματα του Φαραώ που τους ακολουθούσαν.
Αμέσως μετά την θαυμαστή σωτηρία τους ο Μωυσής συνέθεσε την ευχαριστήριο προς τον θεό ωδή, «ᾄσωμεν τῷ Κυρίῳ, ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται· ἵππον καὶ ἀναβάτην ἔρριψεν εἰς θάλασσαν, βοηθὸς καὶ σκεπαστὴς ἐγένετό μοι εἰς σωτηρίαν· οὗτός μου Θεός, καὶ δοξάσω αὐτόν, Θεὸς τοῦ πατρός μου, καὶ ὑψώσω αὐτόν» (Έξ. 15, 1-2), που έψαλε όλος ο λαός στην παραλία με τύμπανα, χωρισμένος σε δύο χορούς, ένα των ανδρών με επί κεφαλής τον Μωυσή και ένα των γυναικών με επί κεφαλής την αδελφή του Μαριάμ.
Στην έρημο από την Ερυθρά θάλασσα ως το Σινά, παρά τους συνεχείς γογγυσμούς τους, ο Θεός με έκτακτες θαυματουργίες τους έδειχνε την παρουσία του και την στοργική του προστασία μέσω του δούλου του Μωυσέως. Στην Μερρά γλύκανε τα πικρά νερά, για να ανακούφιση την δίψα τους. Στην έρημο Σίν χάρις στην προσευχή του Μωυσέως έστειλε το μάννα, που ποίκιλλε στην γεύση ανάλογα με την επιθυμία του καθενός. Τέλος, στην βραχώδη Ραφιδείν, κοντά στο Σινά, όταν ο γογγυστής λαός εξ αιτίας της δίψας παρά λίγο θα λιθοβολούσε τον Μωυσή, ο Θεός του έδωσε εντολή να κτυπήσει με το ραβδί του ένα βράχο, από όπου ανέβλυσε άφθονο νερό. Εκεί τους επετέθησαν και οι αλλόφυλοι Αμαληκίτες, τους οποίους κατατρόπωσε ο Ιησούς του Ναυή (βλέπε 1 Σεπτεμβρίου).
Στην αρχή του τρίτου μηνός από την έξοδο τους, έφθασαν και στρατοπέδευσαν στο Σινά. Ο Κύριος κάλεσε τον Μωυσή να ανέβει μόνος στην κορυφή του όρους. Εκεί του αποκαλύφθηκε υπό μορφή πυρός μέσα σε γνοφώδη νεφέλη με βροντές, αστραπές και ήχο σαλπίγγων. Όλο το όρος καπνιζόταν. Ο Μωυσής μιλούσε στον Θεό με πολλή οικειότητα, όπως ομιλεί κάποιος προς τον φίλο του. Ο Θεός του απαντούσε με βροντές. Κατά την φοβερή αυτή αποκάλυψη της δόξης του ο Κύριος του παρέδωσε τις εντολές του Νόμου γραμμένες σε δύο πέτρινες πλάκες. Κατά τις σαράντα ήμερες και νύκτες που παρέμεινε επάνω στο όρος, διδάχθηκε από τον Θεό ό, τι ήταν αναγκαίο, για να αποκτήσει ο λαός την θεογνωσία. Στο διάστημα αυτό έλαβε και τις ακριβείς διατάξεις για την κατασκευή του επιγείου θυσιαστηρίου και την οργάνωση της λατρείας, την οποία έπρεπε να προσφέρει ο περιούσιος λαός στον Δημιουργό του σύμπαντος.
Ενώ ο Μωυσής κατέβαινε κρατώντας τις πλάκες του Δεκάλογου, άκουσε τις φωνές των μεθυσμένων Ισραηλιτών και είδε τους χορούς τους γύρω από το χρυσό μοσχάρι, που κατά την απουσία του είχαν κατασκευάσει. Πλήρης θυμού πέταξε από τα χέρια του τις πλάκες και τις συνέτριψε στους πρόποδες του βουνού. Ο Θεός αγανακτισμένος για την ειδωλομανία του σκληροτράχηλου λαού θα τον εξολόθρευε, αν δεν μεσολαβούσε ο Μωυσής με την θερμή του ικεσία: «καὶ νῦν εἰ μὲν ἀφεῖς αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν αὐτῶν, ἄφες· εἰ δὲ μή, ἐξάλειψόν με ἐκ τῆς βίβλου σου, ἧς ἔγραψας.» (Έξ. 32, 32).
Ο προφήτης ανέβηκε πάλι στο όρος και έγραψε, ο ίδιος αυτήν την φορά, σε δύο νέες πλάκες τις δέκα εντολές καθ' υπαγόρευση του θεού. Εισερχόμενος στην νεφέλη έγινε μέτοχος της θεϊκής δόξης. Έτσι, όταν επέστρεψε στο στρατόπεδο, το θείο φώς, λαμπρότερο από κάθε αισθητό φώς, είχε διαπεράσει τόσο βαθιά την καρδιά του, ώστε εκχυνόταν σε όλο του το σώμα. Το πρόσωπο του ακτινοβολούσε από υπερφυσική λάμψη. Αμύητοι οι Ισραηλίτες στα μυστήρια του θεού δεν μπορούσαν να τον ατενίσουν, και ο προφήτης κάλυψε το πρόσωπο του με κάλυμμα, που αφαιρούσε μόνον όταν εισερχόταν στην σκηνή του μαρτυρίου, για να μιλήσει με τον Θεό.
Αφού έμειναν ένα χρόνο στο Σινά, στην αρχή του δευτέρου έτους ο Μωυσής αρίθμησε τον λαό και συνέχισαν την πορεία στην έρημο, ώσπου έφθασαν στην έρημο Κάδης, στα σύνορα της γης της Επαγγελίας. Ο λαός, επηρεασμένος από τους κατασκόπους που έστειλε ο Μωυσής στην Χαναάν, αποθαρρύνθηκε για την κατάληψη της χώρας, στασίασε εναντίον του και ζήτησε νέους αρχηγούς για να επιστρέψει στην Αίγυπτο. Ο θεός ήταν έτοιμος για μία ακόμη φορά να τους αφανίσει τελείως, αλλά ο Μωυσής με την θερμή του προσευχή άλλαξε την θεία βουλή και καταδικάσθηκαν σε τριάντα οκτώ χρόνια περιπλάνηση, αφ' ενός μεν για να παιδαγωγηθούν, αφ' έτερου δε για να πεθάνουν στην έρημο και να μην εισέλθουν στην γη της Επαγγελίας όλοι οι γογγυσταί ηλικίας είκοσι ετών και άνω.
Κατά την μακροχρόνια αυτή περιπλάνηση έξω από την γη Χαναάν, ο Μωυσής με θαυμαστή πραότητα και σύνεση αντιμετώπιζε τις συνεχείς μεμψιμοιρίες, τις αντιζηλίες και τις ανταρσίες του δυσκυβέρνητου λαού.
Στην αρχή του τεσσαρακοστού από τη έξοδο τους έτους έφθασαν πάλι στην έρημο Κάδης. Οι επιλήσμονες «υιοί του Ισραήλ» δυσφόρησαν και πάλι από την έλλειψη νερού και ξέσπασαν σε νέους γογγυσμούς κατά του ηγέτη τους. Ο θεός είπε στον Μωυσή να τους δώσει νερό από τον βράχο, αλλά αυτός, κυριευμένος από αθυμία για την νέα τους απείθεια, δίστασε προς στιγμήν και τους είπε: «ἀκούσατέ μου, οἱ ἀπειθεῖς· μὴ ἐκ τῆς πέτρας ταύτης ἐξάξομεν ὑμῖν ὕδωρ;» (Άρ. 20, 10). Το νερό ανέβλυσε άφθονο από τον βράχο, όταν τον κτύπησε με το ραβδί του ο Μωυσής· ο ίδιος όμως εξ' αιτίας της «αντιλογίας» του τιμωρήθηκε από τον θεό να μην εισέλθει στην γη της Επαγγελίας.
Ύστερα από πολλούς αγώνες πού διεξήγαγε με την βοήθεια του Ιησού του Ναυή εναντίον των Αμορραίων, των Μαδιανιτών και των Μωαβιτών, κατέλαβε την χώρα ανατολικά του Ιορδανού, απέναντι από την Χαναάν.
Εκεί, στις στέπες της Μωάβ, υπενθύμισε στον λαό τις ευεργεσίες του θεού και τις αποκαλύψεις κατά την τεσσαρακονταετή πορεία τους στην έρημο, τους τόνισε τις υποχρεώσεις τους έναντι της Διαθήκης του Κυρίου και τους έδωσε τις τελευταίες οδηγίες. Έπειτα έχρισε ως διάδοχο του τον Ιησού του Ναυή, έψαλε προς τον θεό την ωδή, «Πρόσεχε οὐρανέ, καὶ λαλήσω, καὶ ἀκουέτω ἡ γῆ ρήματα ἐκ στόματός μου....» (Δευτ. 32, 1-43) και ευλόγησε για τελευταία φορά τις δώδεκα φυλές. Πέθανε σε ηλικία εκατόν είκοσι ετών στην κορυφή Φασγά του όρους Ναβαύ (ή Νεβώ), όπου είχε ανεβεί για να του δείξη ο Κύριος την επηγγελμένη γη. Εκεί ετάφη, χωρίς ποτέ να μάθη κανείς τον ακριβή τόπο της ταφής του.
Να σημειώσουμε τέλος, ότι στους χρόνους του Μεγάλου Κωνσταντίνου εφέρθη η θαυματουργός ράβδος του προφήτη Μωυσή στην Κωνσταντινούπολη, και βγήκε ο αυτοκράτωρ πεζός και την προϋπάντησε. Έκτισε δε Ναό της Θεοτόκου και έβαλε τη ράβδο μέσα σ' αυτόν. Έπειτα την μετέφερε στο παλάτι, όπως γράφει ο Γεώργιος ο Κωδινός.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γνόφον ἄυλον, τεθεαμένος, νόμον ἔνθεον, πλαξὶν ἐδέξω, ὡς θεάμων μυστηρίων τοῦ Πνεύματος καὶ καταπλήξας τὴν Αἴγυπτον θαύμασι, δημαγωγὸς Ἰσραὴλ ἐχρημάτισας. Μωυσῆ ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμιν τὸ μέγα ἔλεος.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Τοῦ Προφήτου σου Μωϋσέως τὴν μνήμην, Κύριε, ἑορτάζοντες, δι᾽αὐτοῦ σε δυσωποῦμεν· Σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Οπτικοακουστικό Υλικό
Άγιος Βαβύλας ο Ιερομάρτυρας επίσκοπος Αντιοχείας και τα Τρία Παιδιά που μαρτύρησαν μαζί μ' αυτόν Αμμώνιος, Δονάτος και Φαύστος
Εἰς τον Βαβύλαν
Ὁ Χριστὸν αὐτὸν Bαβύλας θύων πάλαι,
Χριστῷ προθύμως θύεται διὰ ξίφους.
Εἰς τοὺς παῖδας
Ὑπὲρ μεγίστου Δεσπότου Θεοῦ Λόγου,
Τρέχουσι θερμῶς πρὸς ξίφος τὰ παιδία.
Παῖδας καὶ Βαβύλαν πέφνε ξίφος ἀμφὶ τετάρτην.
Ο Άγιος Βάβυλας έζησε κατά τα χρόνια που αυτοκράτορας ήταν ο Νουμεριανός (284 μ.Χ.) και διαδέχθηκε το Σεβίνο στον επισκοπικό θρόνο της Αντιοχείας. Τον καιρό εκείνο, ο Νουμεριανός δολοφόνησε το γιο του βασιλιά των Περσών τον οποίο κρατούσε αιχμάλωτο. Την ενέργεια αυτή ο επίσκοπος Αντιοχείας Βάβυλας την αποδοκίμασε έντονα. Και όταν κάποια στιγμή θέλησε ο Νουμεριανός να παρακολουθήσει τη λειτουργία στον Ιερό Ναό της Αντιοχείας, του απαγόρευσε την είσοδο λέγοντάς του ότι στο ναός δεν έχουν θέση κοινοί εγκληματίες σαν αυτόν. Ο αυτοκράτορας οργισμένος διέταξε να τον συλλάβουν και να τον φυλακίσουν. Την επόμενη μέρα τον αποκεφάλισαν. Τρεις μαθητές του Βαβύλα έτρεξαν να του συμπαρασταθούν. Συνελήφθησαν και αυτοί, και αποκεφαλίστηκαν αφού δεν δέχτηκαν να αρνηθούν την πίστη τους.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἱεραρχίας τῷ φωτὶ ἀπαστράπτων, δικαιοσύνης φυτοκόμος ἐδείχθης, ἀποτεμῶν τὴν ἄκανθαν τῆς πλάνης ἀληθῶς, ὅθεν τῶν αἱμάτων σου, φοινιχθεῖς ταὶς ρανίσι, τῷ Χριστῷ παρέστηκας, ἀνακράζων Βαβύλα, ἰδοὺ ἐγὼ καὶ τὰ παιδὶα Ἰησοῦ ὅθεν προσδέχου, ἠμᾶς ὡς ηὐδόκησας.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς εὐσεβείας κήρυκα, καὶ ἀθλητῶν ἑδραίωμα, ἡ Ἐκκλησία δοξάζει σε ἔνδοξε, λαμπρυνομένη σήμερον, ἀλλ᾽ ὡς ἔχων παῤῥησίαν, ἐν εἰρήνῃ τελεία, τοὺς ἀνυμνούντάς σε, τὸν Χριστὸν φυλαχθῆναι δυσώπησον, ὦ Πολύαθλε.