Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2024

Κωνσταντίνος Β΄ της Ελλάδας



Ο Κωνσταντίνος Β', βασιλιάς της Ελλάδος, εκ του βασιλικού οίκου των Σλέσβιχ-Χόλσταϊν-Σόντερμπουργκ-Γλύξμπουργκ, από τις 6 Μαρτίου 1964 έως την 1η Ιουνίου 1973 όταν κηρύχθηκε έκπτωτος, μετά από δημοψήφισμα, από το επαναστατικό καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967 με επικεφαλής το Γεώργιο Παπαδόπουλο, 6ος Βασιλιάς του Βασιλικού του οίκου και τελευταίος Ορθόδοξος βασιλιάς της υφηλίου, γεννήθηκε το απόγευμα της 2ας Ιουνίου 1940 στα Βασιλικά Ανάκτορα του Παλαιού Ψυχικού και πέθανε στις 10 Ιανουαρίου 2023, από πολυοργανική ανεπάρκεια, σε ιδιωτικό θεραπευτήριο των Αθηνών. Η κηδεία του έγινε στις 12:00 το μεσημέρι της Δευτέρας 16 Ιανουαρίου στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών και ακολούθησε ο ενταφιασμός της σορού του στους τάφους της Ελληνικής Βασιλικής οικογένειας στο Τατόι.


Στις 18 Σεπτεμβρίου 1964, ο Κωνσταντίνος παντρεύτηκε στο Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, χοροστατούντος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρυσοστόμου Β', με την τότε 18χρονη Πριγκίπισσα Άννα-Μαρία [1], την μικρότερη κόρη του βασιλιά της Δανίας, Φρειδερίκου Θ’. Από το γάμο τους έγιναν γονείς πέντε παιδιών, της Πριγκίπισσας Αλεξίας της Ελλάδος και της Δανίας, γεννήθηκε στις 10 Ιουλίου 1965 στο Μον Ρεπό της Κέρκυρας, του Παύλου B' της Ελλάδος και Πρίγκιπα της Δανίας, γεννήθηκε στις 20 Μαΐου 1967, στα Ανάκτορα Τατοΐου, του Πρίγκιπα Νικολάου της Ελλάδας και της Δανίας, γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου 1969 στη Ρώμη όπου είχε καταφύγει η Βασιλική οικογένεια μετά το αποτυχημένο κίνημα του Δεκεμβρίου του 1968, της Πριγκίπισσας Θεοδώρας της Ελλάδος και της Δανίας, γεννήθηκε στις 9 Ιουνίου 1983 στο Λονδίνο και του Πρίγκιπα Φιλίππου της Ελλάδας και της Δανίας, γεννήθηκε στις 26 Απριλίου 1986 στο Λονδίνο.

Βιογραφία

Προπάππος του Κωνσταντίνου Β' ήταν ο βασιλιάς Γεώργιος Α' και προγιαγιά του η βασίλισσα Όλγα, ενώ παππούς του ήταν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Α' και γιαγιά του η βασίλισσα Σοφία, πριγκίπισσα της Πρωσίας και αδελφή του αυτοκράτορα της Γερμανίας Γουλιέλμου Β'. Θείοι του ήταν ο βασιλιάς Γεώργιος Β', ο βασιλιάς Αλέξανδρος Α', η Πριγκίπισσα Ελένη, βασίλισσα μητέρα της Ρουμανίας, η Πριγκίπισσα Ειρήνη, Δούκισσα της Αόστης και η Πριγκίπισσα Αικατερίνη, Λαίδη Μπράντραμ.

Πατρική οικογένεια

Πατέρας του Κωνσταντίνου Β' ήταν ο Βασιλιάς Παύλος Α' και μητέρα του η Βασίλισσα Φρειδερίκη, ανιψιά του Κάιζερ Γουλιέλμου Β’ της Γερμανίας, πριγκίπισσα του Ανοβέρου, της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας, των οποίων ήταν ο μόνος γιος και το δεύτερο από τα τρία παιδιά τους. Την είδηση της γεννήσεως του έκανε γνωστή Αθηναϊκή εφημερίδα [2] η οποία έγραφε:

«Την γενικήν ευχήν, επί τη γεννήσει του μικρού πρίγκιπος, εξέφραζαν αι ολίγαι λέξεις, αι οποίαι ευρίσκοντο χθες το απόγευμα εις όλα τα χείλη: “Ας είνε καλορρίζικο”! Και την ελπίδα αυτήν συμμερίζονται όλοι οι Ελληνες, οι επιθυμούντες να ιδούν την πατρίδα τους συνεχίζουσαν εν ειρήνη την ωραίαν ανορθωτικήν προσπάθειαν που ανέλαβε και την ειρήνην επανερχόμενην εις τον βασανισμένον κόσμον».

Ο Κωνσταντίνος, που βαπτίστηκε στα Ανάκτορα των Αθηνών -νυν Προεδρικό Μέγαρο- με ανάδοχο τις Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, είχε μία μεγαλύτερη αδελφή, την Σοφία, μετέπειτα βασίλισσα της Ισπανίας και σύζυγο του βασιλιά Χουάν Κάρλος της Ισπανίας, και μία μικρότερη την Πριγκίπισσα Ειρήνη της Ελλάδας, η οποία γεννήθηκε στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής στις 11 Μαΐου του 1942, την εποχή που η Ελληνική μετέπειτα βασιλική οικογένεια ζούσε εκεί στη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.

Β' Παγκόσμιος πόλεμος

Λίγο μετά τη γέννηση του Κωνσταντίνου Β', η Ελληνική Βασιλική Οικογένεια εγκατέλειψε την Αθήνα και κατέφυγε στην Κρήτη καθώς ήταν σε εξέλιξη η Γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδος. Στην Κρήτη ο Βασιλεύς Γεώργιος Β' έδωσε εντολή στον αδελφό του και πατέρα του Κωνσταντίνου Β', τον τότε Διάδοχο Παύλο και την οικογένειά του να καταφύγουν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, ενώ ο ίδιος παρέμεινε σ' όλη τη διάρκεια της Μάχης της Κρήτης δίπλα στα στρατεύματα της Ελλάδος. Από την Αλεξάνδρεια, η οικογένεια του Πρίγκιπα Κωνσταντίνου μετακόμισε στο Κέηπ Τάουν της Νότιας Αφρικής, όπου διέμειναν στην Οικία ΧρούτεΣκίρ (GrooteSchuur) του Νοτιαφρικανού Πρωθυπουργού Γιάν Κρίστιαν Σματς.

Επιστροφή στην Ελλάδα

Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κι ύστερα από δημοψήφισμα που διενεργήθηκε το 1946, αφού είχαν προηγηθεί εθνικές εκλογές, ο βασιλιάς Γεώργιος Β' και η οικογένειά του επέστρεψαν στην Ελλάδα, όπου ο Γεώργιος Β' πέθανε το 1947 και ανήλθε στο θρόνο ο πατέρας του Κωνσταντίνου Β', ο Βασιλεύς Παύλος Α'. Ως Διάδοχος του Ελληνικού Θρόνου, ο Κωνσταντίνος Β' παραβρέθηκε στην κηδεία του θείου του Βασιλέως Γεωργίου Β' στο πλάι του πατέρα του στην νεκρώσιμη πομπή.

Σπουδές

Από το 1949, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος μαθήτευσε στο Εθνικό Εκπαιδευτήριο των Αναβρύτων στο Μαρούσι -νυν Πρότυπο Γυμνάσιο και Λύκειο Αναβρύτων- όπου φοίτησε επί εννέα έτη, δηλαδή τις τρεις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού και τις έξι τάξεις του Γυμνασίου. Στη διάρκεια των σπουδών του υπήρξε μέτριος μαθητής και καλός αθλητής με ιδιαίτερη έφεση στο χόκεϊ, το βόλεϊ και το άλμα εις ύψος, και έγινε Αρχηγός των μαθητών. Συμμετείχε σ' όλες τος σχολικές δραστηριότητες και πήρε μέρος σε σχολικές θεατρικές παραστάσεις κλασσικών έργων του διεθνούς ρεπερτορίου, ερμηνεύοντας ρόλους όπως ο Μάρκος Αντώνιος στην παράσταση Ιούλιος Καίσαρας του Ουίλιαμ Σαίξπηρ.

Ως μαθητής ο Διάδοχος Κωνσταντίνος παρακολουθούσε και στρατιωτική εκπαίδευση και μετά την αποφοίτηση του παρακολούθησε μαθήματα στις στρατιωτικές σχολές, του στρατού ξηράς, του ναυτικού και της αεροπορίας. Κατά την ορκωμοσία του στις 2 Ιουνίου 1958 ως αξιωματικού των τριών Όπλων των Ενόπλων Δυνάμεων και κατά την προσφώνηση του τότε Βασιλέως Παύλου Α' προς τον Διάδοχο ρητά του υπέμνησε μεταξύ άλλων: «...Έσο φύλαξ και προστάτης της Αγίας ημών Εκκλησίας», ενώ ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Β' τον Μάρτιο του 1965 στον λόγο που εκφώνησε κατά την παράθεση γεύματος στα ανάκτορα για την Κυριακή της Ορθοδοξίας τόνισε:

«....Ας στρέψουμε το βλέμμα μας πέραν των συνόρων μας δια να ίδωμεν πως τόσοι λαοί εξηναγκάσθησαν να δεχθούν δια τη βίας τον αθεϊσμόν και τον υλισμόν αφενός μεν υπό την πίεση της τυραννίδος αφετέρου δε δια της τυφλής λατρείας προς τας δυνατότητας μίας παρεξηγημένης επιστήμης...».

Ολυμπιακό μετάλλιο

Στους Ολυμπιακούς αγώνες του 1960 ο Κωνσταντίνος Β' συμμετείχε στην κατηγορία Ντράγκον της ιστιοπλοΐας ως πηδαλιούχος του σκάφους Νηρεύς στον κόλπο της Νεάπολης στην Ιταλία, με αναπληρωματικό μέλος του πληρώματος την μεγαλύτερη αδελφή του, τη μετέπειτα Βασίλισσα Σοφία της Ισπανίας και κατέκτησε το Χρυσό Ολυμπιακό Μετάλλιο, το πρώτο που λάμβανε η Ελλάδα μετά το 1912, με συναθλητές του τους Οδυσσέα Εσκιτζόγλου και Γεώργιο Ζαΐμη. Το Φθινόπωρο του ίδιου χρόνου άρχισε τις σπουδές του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ πραγματοποίησε ταξίδι στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής όπου επισκέφτηκε στρατιωτικές και βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Παράλληλα έλαβε μέρος σε πολλές επίσημες επισκέψεις με το Βασιλέα Παύλο Α' και τη Βασίλισσα Φρειδερίκη, όπως στην Ιταλία, τη Μεγάλη Βρετανία, τη Δυτική Γερμανία, το Λίβανο, την Αιθιοπία, την Ινδία, την Ταϊλάνδη και τη Γιουγκοσλαβία.

Βασιλεύς της Ελλάδος

Ο Βασιλεύς Παύλος Α' πέθανε στις 6 Μαρτίου του 1964, και ο Κωνσταντίνος Β' τον διαδέχτηκε ως Βασιλεύς των Ελλήνων. Η αθηναϊκή εφημερίδα «Εστία» επεσήμαινε πως:

«...ανέρχεται τας βαθμίδας του υπό συνθήκας λίαν δυσχερείς. Δι’ ο και το μόνον στήριγμά του, κατά τα πρώτα έτη της βασιλείας του, θ’ αποτελέση το απόφθεγμα του θυρεού που έφερεν εκ Δανίας, προ 100 ετών, ο αείμνηστος πρόπαππός του και ιδρυτής της δυναστείας: “Iσχύς μου η αγάπη του λαού!”».

Ο γάμος του στις 18 Σεπτεμβρίου 1964, με την Πριγκίπισσα Άννα-Μαρία της Δανίας ήταν ο πρώτος και -ως το 2023- ο τελευταίος επίσημος γάμος εν ενεργεία μονάρχη που έγινε στην Ελλάδα. Τον Ιούλιο του 1965 ξέσπασαν ταραχές ύστερα από την παραίτηση του Γεωργίου Παπανδρέου από την πρωθυπουργία. Το Δεκέμβριο του 1967 ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Β' από την Καβάλα, ηγήθηκε απόπειρας ανατροπής του επαναστατικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Διαφεύγοντας από την Ελλάδα μετά την αποτυχία του κινήματος του ο Κωνσταντίνος Β' απηύθυνε το ακόλουθο μήνυμα:

«Πρός τόν Έλληνικόν Λαόν καί τάς Ένόπλους Δυνάμεις. Ήγωνίσθην διά τήν άποκατάστασιν τών έλευθεριών τού λαού μου. Άτυχώς η προσπάθεια αύτη δέν ηύδοκίμησε καί ως εκ τούτου άναγκάζομαι να άπέλθω μακράν τής φιλτάτης Πατρίδος διά νά συνεχίσω έκείθεν τόν άγώνα κατά τών σφετεριστών τής έξουσίας. Έκφράζω τήν εύγνωμοσύνην μου πρός πάντας οί όποίοι συνέδραμον τήν προσπάθειαν μου ταύτην. Έλπίζω ότι μέ τήν βοήθειαν τού Θεού θα έπανέλθω ταχέως είς τήν προσφιλή Πατρίδα χάριν τής όποίας δέν θά φεισθώ ούδεμίας θυσίας. 
Έν Καβάλλα τη 14η Δεκεμβρίου 1967-ώρα 03.00 
Κωνσταντίνος Β'.». 

Τις πρώτες μέρες της παραμονής του στην Ρώμη ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Β' παραχώρησε συνέντευξη στον δημοσιογράφο Peter Dragdaze για λογαριασμό του Αμερικανικού περιοδικού «Life», που δημοσιεύτηκε στις 5 Ιανουαρίου 1968 και αναδημοσιεύτηκε στο τεύχος της 13ης Ιανουαρίου του Γαλλικού περιοδικού «Paris Match», στην οποία εξηγούσε τους λόγους που τον ώθησαν στην ενέργεια του καθώς κι εκείνους που, κατά τη γνώμη του, οδήγησαν στην αποτυχία της.

Απομάκρυνση από το Θρόνο

Την 1η Ιουνίου του 1973, μετά από σχετικό δημοψήφισμα, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος κήρυξε επίσημα έκπτωτο τον Βασιλέα Κωνσταντίνο Β' και εγκαθίδρυσε αβασίλευτο καθεστώς. Μέσα στο 1973, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος ταξίδευε συχνά από τη Ρώμη στο Κέιμπριτζ, στο πανεπιστήμιο του οποίου παρακολουθούσε μαθήματα πολιτικής ιστορίας, ενώ το 1974 μετακόμισε με την οικογένειά του και μετά από σύντομη διαμονή στο Τσόμπαμ του Σάρρεϊ εγκαταστάθηκε στο Χάμπστεντ, στο βόρειο Λονδίνο στην Αγγλία.Τον Ιούλιο του 1974, όταν παρέδωσε την εξουσία το καθεστώς που εγκαθίδρυσε ο Δημήτριος Ιωαννίδης, ανατρέποντας τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και την κυβέρνηση του Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέστρεψε από το Παρίσι και σχημάτισε κυβέρνηση παλαιοπολιτικών παραγόντων. Το Δεκέμβριο του ίδιου έτους διεξήχθη δημοψήφισμα με ερώτημα την μορφή του πολιτεύματος. Στον Βασιλέα δεν επετράπη να έρθει στην Ελλάδα για να υποστηρίξει τις θέσεις του, ενώ δεν διέθετε επίσημη κι οργανωμένη εκπροσώπηση. Σύμφωνα με το ανακοινωμένο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος η Βασιλευομένη Δημοκρατία έλαβε ποσοστό 30% επί στου συνόλου των ψηφισάντων. Το 1980, μαζί με τη σύζυγό του Άννα Μαρία, συνεπικουρούμενος από μέλη της Ελληνικής κοινότητας του Λονδίνου, ο βασιλεύς ίδρυσε Ελληνικό σχολείο με το οποίο έκτοτε ασχολείτο ενεργά.

1981 / επιστροφή / Κηδεία Φρειδερίκης

Στις 6 Φεβρουαρίου του 1981 η Βασίλισσα Φρειδερίκη πέθανε από καρδιακή συγκοπή στο Παλάτι της Θαρθουέλα στη Μαδρίτη, μετά από εγχείρηση στην περιοχή των ματιών. Η κυβέρνηση του Γεωργίου Ράλλη κατέβαλε προσπάθεια να ικανοποιήσει την επιθυμία της θανούσας να ταφεί στo βασιλικό κτήμα του Τατοΐου, δίπλα στον σύζυγό της βασιλιά Παύλου Α'. Ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης υποστήριξε ότι μια κυβερνητική άρνηση θα εξέθετε την Ελλάδα στο εξωτερικό ενώ η αντιπολίτευση χαρακτήριζε «πρόκληση» την ταφή στην Ελλάδα και υποστήριζε την απαγόρευση της κηδείας στη χώρα, καθώς όπως ανέφεραν τα στελέχη του η Φρειδερίκη «είναι υπόλογη στην ιστορία και το ελληνικό έθνος». Το Δημοτικό Συμβούλιο Αθηναίων έκανε λόγο για «κατάφωρη αντίθεση με το λαϊκό αίσθημα» και «διατάραξη της ηρεμίας και της δημοκρατικής διακυβέρνησης της χώρας».

Η εφημερίδα «Τα Νέα» δημοσίευσε εκτενές αφιέρωμα με υπέρτιτλο «Φρειδερίκη: ο μοιραίος άνθρωπος του θρόνου» και υποσημείωση «Πέθανε αφού προκάλεσε μίση και διχασμό» ενώ η εφημερίδα «Μακεδονία» δημοσίευσε αφιέρωμα που είχε για τίτλο «Τρικυμίες και θύελλες προκάλεσε η Φρειδερίκη». Η «Ελευθεροτυπία» έγραφε: «Φέρνουν τη Φρείκη-Παρά την ογκούμενη αντίδραση του ελληνικού λαού» και «Καταφθάνουν βρυκόλακες-Γλύξμπουργκ και Σία θα διανυκτερεύσουν σε ελληνικό έδαφος!». Στην πραγματικότητα η Ελληνική βασιλική οικογένεια δεν χρειαζόταν κανενός είδους άδεια από το ελληνικό κράτος. Άλλωστε το κτήμα στο Τατόι ήταν τότε την ιδιοκτησία της βασιλικής οικογένειας και από τα μέλη της δεν είχε αφαιρεθεί η ελληνική ιθαγένεια. Πρόταση του Βασιλέως Κωνσταντίνου Β' ήταν να ψαλεί η νεκρώσιμος ακολουθία στη Μητρόπολη Αθηνών και η ταφή να γίνει στο κοιμητήριο του Τατοΐου, όπως επιθυμούσε η μητέρα του ενώ η κυβέρνηση Ράλλη αντιπρότεινε να γίνουν τόσο η κηδεία όσο και η ταφή της Φρειδερίκης στο Τατόι, στις 12 Φεβρουαρίου, και να επισπευσθεί η χρονική της διάρκεια προκειμένου να αποκλείσει απ' αυτήν τους υποστηρικτές του θεσμού της βασιλείας.

Ο Ράλλης είπε στον βασιλιά Κωνσταντίνος Β': «Ενόψει της καταστάσεως που διαμορφώθηκε στην Ελλάδα δεν θα ήταν σκόπιμο η παραμονή σας να παραταθεί πέραν των απαραιτήτων για την κηδεία και την ταφή ωρών» κι ύστερα από χρονοβόρες διαπραγματεύσεις η βασιλική οικογένεια συμφώνησε να μην έρθει στην Ελλάδα παρά μόνο την ημέρα της κηδείας και αμέσως μόλις συμπληρωνόταν το 6ωρο, να αναχωρούσε από τη χώρα. Ο Ράλλης έκανε σύσταση να μην παραστεί κανένα μέλος της κυβερνήσεως ή βουλευτής του κόμματος στην κηδεία, παρά μόνο ο τότε Υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, προκειμένου να υπάρχει μόνο τυπική-θεσμική εκπροσώπηση. Αποφασίστηκε ακόμη να ληφθούν δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, μεταξύ των οποίων η απαγόρευση των συγκεντρώσεων στην Αθήνα και της προσπελάσεως στην περιοχή του βασιλικού κτήματος ενώ επιστρατεύθηκαν τμήματα του Ελληνικού Στρατού και η Ελληνική Βασιλική Χωροφυλακή.

Αν και αρχικά, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Β' αρνήθηκε να κάνει δηλώσεις, την παραμονή της κηδείας το γραφείο του έδωσε στη δημοσιότητα δήλωσή του:

«Λυπούμαι δια την πολιτικοποίησιν της κηδείας και της ταφής της προσφιλούς μου μητέρας. Έρχομαι ει την Ελλάδα μόνον δια να εκτελέσω ένα προσωπικόν οδυνηρόν καθήκον, που κάθε Έλλην έχει το δικαίωμα και την υποχρέωσιν να πράξη. Και λυπούμαι δια την απαγόρευσιν της λαϊκής συμμετοχής εις την τελετήν της κηδείας ενός προσώπου που μόνη σκέψις του μέχρι το τέλος υπήρξεν η ευτυχία της Ελλάδος [...] Θέλω να προσθέσω ότι οι περιορισμοί που επεβλήθησαν εις την απλήν τελετήν της κηδείας της μητέρας μου προσδίδουν πικρίαν εις την οδύνην».

Παρά τις τεράστιες αστυνομικές δυνάμεις ασφαλείας που κινητοποίησε η κυβέρνηση οι οποίες τοποθετήθηκαν περιμετρικά και σε μεγάλη απόσταση από το κτήμα στο Τατόι, δεκάδες χιλιάδες πολίτες συγκεντρώθηκαν στο πευκόδασος του Παλαιοκάστρου για να χαιρετήσουν την οικογένεια και να αποτίσουν φόρο τιμής στη σορό της θρυλικής βασίλισσας. Ο Βασιλεύς και η οικογένεια του έφτασαν στο αεροδρόμιο του Ελληνικού στις 12 Φεβρουαρίου, περίπου στις 12:50 το μεσημέρι, με αεροσκάφος στο οποίο βρισκόταν και το φέρετρο της Φρειδερίκης. Σύμφωνα με μαρτυρία αυτόπτη μάρτυρα, όπως την κατέγραψε το πρακτορείο Associated Press, ο Κωνσταντίνος άρχισε να κλαίει όταν έσκυψε γονυπετής. Περίπου 200 προσκεκλημένοι ήταν παρόντες στην κηδεία της βασίλισσας Φρειδερίκης το φέρετρο της οποίας ήταν σκεπασμένο με την ελληνική σημαία που έφερε τον θυρεό του Ελληνικού Βασιλικού οίκου. Οι συγκεντρωμένοι αποδοκίμασαν και εξαπέλυσαν φραστικές επιθέσεις εναντίον του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνου Καραμανλή όσο και του παρόντος Κωστή Στεφανόπουλου ενώ ζητούσαν από τον Βασιλιά Κωνσταντίνο Β' να παραμείνει στην Ελλάδα.

Μετά το τέλος της νεκρώσιμης ακολουθίας και κατά τη μεταφορά του φέρετρου προς τον τάφο δίπλα στον τάφο του Βασιλιά Παύλου Α', ο Κωνσταντίνος Β' με τη χρήση τηλεβόα φώναξε προς το πλήθος να ηρεμήσει ενώ και μετά το τέλος της ταφής ο βασιλιάς ανεβασμένος στο καπό ενός αυτοκινήτου είπε στους συγκεντρωμένους:

«Η οικογένειά μου και εγώ περνούμε τραγικές ώρες, αλλά η συμπαράστασή σας και η αγάπη σας μας δίνουν κουράγιο, αισιοδοξία και θάρρος. Σας ευχαριστούμε πολύ, (...).».

1991-1993 / επίσκεψη στην Ελλάδα

Σύμφωνα με τον Ιωάννη Βαρβιτσιώτη, τότε Υπουργό Εθνικής Άμυνας της κυβερνήσεως του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, το καλοκαίρι του 1991, όταν ο Κωνσταντίνος Β' με τα παιδιά του πραγματοποιούσε κρουαζιέρα στο Αιγαίο, ο πρωθυπουργός του έδωσε σαφή κατηγορηματική εντολή να φροντίσει ώστε να μην πατήσει, ο Βασιλιάς, το πόδι του στην Ελλάδα. Ο Βαρβιτσιώτης κάλεσε τους αρχηγούς του Στρατού και του Ναυτικού στους οποίους μετέφερε την εντολή , όμως εκείνοι δήλωσαν πως αυτό δεν ήταν εφικτό να επιτευχθεί. Τις επόμενες ημέρες στο Αιγαίο έλαβε χώρα ένα ανελέητο κυνηγητό του της θαλαμηγού στην οποία επέβαινε ο Κωνσταντίνος και η οικογένεια του, οι οποίο παρά την κυβερνητική απαγόρευση κατάφεραν να προσεγγίσουν και να αποβιβαστούν σε λιμάνια στην περιοχή της νότιας Πελοποννήσου. Τον επόμενο χρόνο ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος Β' ήλθε σε συμφωνία με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, βάσει της οποίας εκχωρούσε το μεγαλύτερο μέρος της ακίνητης περιουσίας του στην Ελλάδα σε ένα μη κερδοσκοπικό ίδρυμα με παράλληλη υποχρέωση να του αποδοθούν τα θερινά ανάκτορα στο Τατόι καθώς και το δικαίωμα να εξάγει ένα μεγάλο τμήμα των κινητών περιουσιακών στοιχείων του από τη χώρα. Η σύμβαση ψηφίστηκε με τον νόμο 2086/1992 περί κυρώσεως της συμβάσεως μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του τέως Βασιλέως Κωνσταντίνου. Τον ίδιο χρόνο μεταφέρθηκε στο εξωτερικό με κοντέινερ όλη η κινητή περιουσία που βρισκόταν στα παλαιά ανάκτορα Τατοΐου, η οποία περιλάμβανε κλασικές και βυζαντινές αρχαιότητες ενώ στο μεταξύ, σύμφωνα με μήνυση που κατέθεσε ο διαχειριστής της Βασιλικής περιουσίας Ναύαρχος Σπυρίδης, είχαν κλαπεί πίνακες ζωγραφικής, θρησκευτικές εικόνες και κοσμήματα. Το 1993 ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος πραγματοποίησε μια πρώτη μεγάλη επίσκεψη στην Ελλάδα, όμως η κυβέρνηση ενοχλήθηκε και του ζήτησε να αποχωρήσει ενώ στοχοποίησε τον ίδιο και το σκάφος στο οποίο επέβαινε παρεμβάλλοντας εμπόδια στην προσέγγιση του στα κατά τόπους λιμάνια και στις εξόδους του.

Αφαίρεση Ιθαγένειας / Δικαστική διαμάχη [3]

Το 1994, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου ψήφισε τον νόμο 2215/1994 με τον οποίο ακύρωσε τη συμφωνία του 1992 και ως συνέπεια του δημεύτηκε η περιουσία της Βασιλικής οικογένειας. Παράλληλα αφαίρεσε από τον βασιλιά Κωνσταντίνο την Ελληνική ιθαγένεια και θεώρησε ότι η βασιλική περιουσία είχε ήδη απαλλοτριωθεί με το νομικό διάταγμα της επαναστάσεως της 21ης Απριλίου 1967. Ο νόμος της κυβερνήσεως Παπανδρέου αναγνώριζε ότι η απαλλοτρίωση της βασιλικής περιουσίας ήταν νόμιμη και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά το 1974, ενώ αποκαλούσε τον βασιλέα ως Κωνσταντίνο Γλύξμπουργκ ζητώντας παράλληλα από τα μέλη της οικογένειας να δηλώσουν ένα επίθετο στα ληξιαρχεία ως όρο για την επανάκτηση της ελληνικής ιθαγένειας.

Η Βασιλική Οικογένεια στις 21 Οκτωβρίου 1994 κατέθεσε προσφυγή κατά της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο ισχυριζόμενος ότι ο νόμος 2215/1994 παραβίαζε διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Την προσφυγή υπέγραφαν μεταξύ άλλων οι Rosalyn Higgins, καθηγήτρια στο London School of Economics και μετέπειτα η πρώτη γυναίκα μέλος του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, και Georges Vedel, μέλος του γαλλικού συνταγματικού δικαστηρίου και διαπρεπής νομικός, ενώ το κύριο έργο της υπεράσπισης είχαν οι νομικοί λόρδος Λέστερ και Nathene - Arnaouti συνεπικουρούμενοι από τους δικηγόρους Μπράβο και Γεωργιάδη. Οι εκπρόσωποι της Ελλάδος επισήμαναν ότι:

* Ο Κωνσταντίνος και τα μέλη της οικογενείας του είναι απλοί πολίτες ιδιώτες, χωρίς προνόμια και με αυτή την παραδοχή η περιουσία πρέπει να αποτιμηθεί αποκλειστικώς σε χρήμα.
* Οι αιτούντες δεν έχουν καταβάλει φόρους και άλλες οφειλές προς το Δημόσιο από κτήσεως της επίδικης περιουσίας.
* Μεγάλο μέρος των εκτάσεων των επίμαχων κτημάτων είναι δασικά και ως τέτοια έχουν μικρή εμπορική αξία, εξαιτίας των περιορισμένων δυνατοτήτων αξιοποιήσεως τους.

Τον Οκτώβριο του 1998 δημοσιεύθηκε η απόφαση η οποία έκρινε ως παραδεκτό μόνο το σκέλος της προσφυγής που αφορούσε την περιουσία παραπέμποντας την υπόθεση σε νέο τμήμα με νέα σύνθεση. Τον Νοέμβριο του 2000 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του πρώτου άρθρου του Πρώτου Πρωτοκόλλου ενώ στις 28 Νοεμβρίου 2002 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επιδίκασε 13,7 εκατομμύρια ευρώ τα οποία αποδόθηκαν στον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο από τη Δ.Ο.Υ. Αχαρνών, τον Μάρτιο του 2003, ως κατά τόπο αρμόδια, με το σκεπτικό ότι τελευταίος τόπος διαμονής του Βασιλέως στην Ελλάδα ήταν τα Ανάκτορα στο Τατόι.

Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Β' χρησιμοποίησε το μερίδιο που του αναλογούσε ως αποζημίωση επί της περιουσίας του, για την δημιουργία του Ιδρύματος Άννα-Μαρία, με σκοπό την αρωγή περιοχών στην Ελλάδα, οι οποίες έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές, επιστρέφοντας θετικά την προσβολή που του επιφύλαξε η Ελληνική κυβέρνηση, η οποία άντλησε το ποσό της αποζημιώσεως που του κατέβαλε από τα κονδύλια για τις φυσικές καταστροφές. Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος Β' και η οικογένεια του δεν προσέφυγαν στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την υπόθεση της αφαιρέσεως της ιθαγενείας τους, καθώς δεν αποδέχθηκαν στην πράξη την προσβολή ότι δεν είναι Έλληνες.

Το επώνυμο της Βασιλικής οικογένειας

Με τον νόμο του 1994 μαζί με την ιθαγένεια αφαιρέθηκε αφαιρέθηκε από τον Κωνσταντίνο και το διαβατήριο του ενώ ο ίδιος νόμος του έδινε τη δυνατότητα να τα ανακτήσει μόνο εάν υιοθετήσει επώνυμο κάτι που ο Κωνσταντίνος αρνείτο για λόγους αρχής:

«Δεν έχω επώνυμο -η οικογένειά μου δεν έχει επώνυμο. Ο νόμος που ο κ. Παπανδρέου πέρασε βασικά λέει ότι θεωρεί ότι δεν είμαι Έλληνας και ότι η οικογένειά μου ήταν Ελληνική μόνο ενόσω ασκούσαμε τα μοναρχικά μας καθήκοντα, και έπρεπε να παρουσιαστώ και να αποκτήσω ένα επώνυμο. Το πρόβλημα είναι ότι η οικογένειά μου προέρχεται από τη Δανία, και η Δανική βασιλική οικογένεια δεν έχει επώνυμο. Το Glücksburg δεν ήταν επώνυμο αλλά το όνομα μιας πόλης». 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας στην απόφασή του με αριθμό Α4575/1996 αναγνώρισε ότι η ονομασία Κωνσταντίνος, τέως Βασιλεύς των Ελλήνων μπορούσε να προσδιορίσει την ταυτότητα του Κωνσταντίνου. Αναγράφεται στην απόφαση:

«Στην προκείμενη περίπτωση, ο αιτών, για να προσδιορίσει την ταυτότητά του, αναφέρει, στο δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης, ότι η αίτηση αυτή ασκείται από τον Κωνσταντίνο, πρώην βασιλιά των Ελλήνων. Η ονομασία αυτή, "πρώην βασιλιάς", αναφέρεται στο δικόγραφο όχι ως τίτλος ευγενείας, ο οποίος απαγορεύεται από το Σύνταγμα (άρθρο 4 παρ. 7), αλλά για να προσδιοριστεί η ταυτότητα του αιτούντος, ο οποίος στερείται, για τους λόγους που αναφέρθηκαν, επωνύμου. Έχει, δηλαδή, την έννοια ότι ο αιτών είναι ο Κωνσταντίνος εκείνος που διατέλεσε βασιλιάς των Ελλήνων έως την έκπτωσή του. Πρόκειται για αναφορά σε ένα ιστορικό γεγονός που, όπως και άλλα στοιχεία, μπορεί πράγματι να προσδιορίσει την ταυτότητα του πιο πάνω προσώπου, προκειμένου το πρόσωπο αυτό να τύχει δικαστικής προστασίας.»

Ο Κωνσταντίνος διέθετε διπλωματικό διαβατήριο της Δανίας ως Constantine de Grecia (ισπανικά: «Κωνσταντίνος της Ελλάδας») όμως οι σύγχρονες συνθήκες διακινήσεως εντός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως έχουν καταστήσει ξεπερασμένο το ζήτημα του διαβατηρίου για ταξίδια προς την Ελλάδα και το 2003 ο Βασιλιάς ταξίδευσε στην Ελλάδα με αυτό το όνομα.

Εγκατάσταση στην Ελλάδα

Μετά την λήξη της δικαστικής διαμάχης, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος και η οικογένειά του επέστρεψαν στην Ελλάδα, όπου αγόρασαν και διατηρούσαν μόνιμη κατοικία. Ο Βασιλέας αφιέρωσε μεγάλο μέρος του χρόνου του στο να διατηρεί επαφή με τον Ελληνικό λαό. Υπήρξε Αρωγός και Πρόεδρος στο Στρογγυλό Τετράγωνο [Round Square] [4].

Διακρίσεις

Ο Κωνσταντίνος Β', το 1960, τότε Διάδοχος του Ελληνικού θρόνου, κατέκτησε στους Ολυμπιακούς αγώνες της Ρώμης

  • το χρυσό μετάλλιο στην κατηγορία Ντράγκον

μαζί με τους Οδυσσέα Εσκιτζόγλου και Γιώργο Ζαΐμη που αποτελούσαν το πλήρωμα του σκάφους «Νηρεύς». Υπήρξε το πρώτο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο της Ελλάδας από το 1912. Συμμετείχε ακόμη και στα Πανελλήνια πρωταθλήματα τοιχοσφαίρισης με πολλές δεύτερες και τρίτες νίκες στο διπλό.

Υπήρξε επίτιμο μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής καθώς και επίτιμος πρόεδρος της Παγκόσμιας Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας. Από το 1994 ήταν πάτρονας της Διεθνούς Ενώσεως Μοντέρνου Πεντάθλου (Union Internationale de Pentathlon Moderne). Επιπλέον, ήταν πάτρονας και πρόεδρος του εκπαιδευτικού οργανισμού Round Square, ενός δικτύου 230 ιδιωτικών σχολείων σε 50 χώρες του κόσμου, και πάτρονας του Gstaad Yacht Club, ενός Ιστιοπλοΐκού Ομίλου που εδρεύει στην Ελβετία.

Το τέλος του

Ο Κωνσταντίνος Β' μέσα στο 2021 και το 2022 αντιμετώπισε σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα, ένα ισχαιμικό επεισόδιο ενώ ασθένησε με κορονοϊό που εξασθένισε ακόμη περισσότερο τον οργανισμό του καθώς και άλλα προβλήματα απόρροια πολλαπλών εγκεφαλικών επεισοδίων που είχε υποστεί τα τελευταία χρόνια. Τον Δεκέμβριο του 2021 είχε μεταφερθεί στο νοσοκομείο με πνευμονία και ακολούθως, µε πνευµονικό οίδηµα ενώ τον Ιανουάριο του 2022 είχε νοσήσει με κορονοϊό. Την Άνοιξη του 2022 το βασιλικό ζεύγος μετακόμισε από το Πόρτο Χέλι, στον Άγιο Αιμιλιανό, σε ρετιρέ κατοικία επί της Λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας που τους είχε παραχωρήσει ο φίλος τους και εφοπλιστής Νικόλας Λαιμός, προκειμένου ο Κωνσταντίνος Β' να παρακολουθείται από τους γιατρούς του και να βρίσκεται κοντά στο ιδιωτικό θεραπευτήριο. Η τελευταία δημόσια εμφάνιση του, πάνω σε αμαξίδιο και με ρινικούς καθετήρες οξυγονοθεραπείας, έγινε το μεσημέρι της Τετάρτης 19 Οκτωβρίου 2022 και σ' αυτή συνοδεύονταν από τη σύζυγό του Άννα-Μαρία και τις αδελφές του την βασίλισσα Σοφία της Ισπανίας και την Ειρήνη.

Το μεσημέρι της 5ης Ιανουαρίου 2023 μεταφέρθηκε στο ιδιωτικό νοσοκομείο «Υγεία» στο Μαρούσι, νοσηλεύτηκε σε δωμάτιο του 8ου ορόφου και οι γιατροί σταθεροποίησαν την κατάσταση της υγείας του. Σύντομα έφτασαν στην Ελλάδα όλα τα παιδιά και τα εγγόνια του, τα οποία διαμένουν σε χώρες του εξωτερικού, αλλά και οι αδελφές του που έφτασαν από την Ισπανία. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Β' απεβίωσε, σε ηλικία 82 ετών, σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Θεραπευτηρίου και στην ανακοίνωση που διένειμε, μετά τον θάνατό του, το γραφείο του εκλιπόντος Βασιλιά ανέφερε:

Με βαθύτατη θλίψη η Οικογένεια ανακοινώνει ότι ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος, αγαπημένος σύζυγος, πατέρας και αδερφός, απεβίωσε εχθές 10 Ιανουαρίου 2023, νοσηλευόμενος στο νοσοκομείο «Υγεία» στην Ελλάδα.
Θα ακολουθήσει νεότερη ανακοίνωση σχετικά με την εξόδιο ακολουθία και την ταφή του.
Προσωπικό Γραφείο Βασιλέως Κωνσταντίνου,
Πρώην Βασιλέως των Ελλήνων».

Η απόφαση της κυβερνήσεως του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν να κηδευτεί ως ιδιώτης, χωρίς τιμές αρχηγού κράτους, στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών παρουσία του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου Β'.

Λαϊκό προσκύνημα / Νεκρώσιμη ακολουθία

Στις 16 Ιανουαρίου, λίγο μετά τις 05:00 το πρωί, η σορός μεταφέρθηκε από το Α' Νεκροταφείο και στις 5:45 έφτασε στο παρεκκλήσι του Αγίου Ελευθερίου δίπλα στον Μητροπολιτικό Ναό. Από τις 6:00 το πρωί εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα ενώ ήδη είχε σχηματιστεί σειρά εκατοντάδων πολιτών που επιθυμούσαν να τον αποχαιρετήσουν, για χρονικό διάστημα περίπου πέντε ωρών (!). Στο παρεκκλήσιο αλλά και στο Ναό το φέρετρο ήταν καλυμμένο με την ελληνική σημαία, μπροστά ήταν τοποθετημένα τα παράσημα και το ολυμπιακό μετάλλιο του εκλιπόντος, όμως δεν έφερε τον θυρεό της Βασιλικής οικογένειας. Η Ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε, αρχικά, να υποβαθμίσει την τελετή και να εκπροσωπηθεί μόνο από την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, όμως τελικά αποφασίστηκε η εκπροσώπηση της και από τον αντιπρόεδρο της Παναγιώτη Πικραμμένο οι οποίοι στην προσέλευση τους αποδοκιμάστηκαν με άγριο τρόπο από το πλήθος των συγκεντρωμένων.

Στην εξόδιο ακολουθία, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Β' (ο Λιάπης) στάθηκε στην Ωραία Πύλη και επανέλαβε αρκετές φορές στη διάρκεια της εξοδίου ακολουθίας εις μνήμην του Κωνσταντίνου «βασιλέαν ημών γενόμενον», ενώ δεξιά και αριστερά βρίσκονταν 6 συν 6, αντίστοιχα, Συνοδικοί Μητροπολίτες. Δεξιά και αριστερά πριν από το Δεσποτικό Θρόνο στάθηκε η Χορωδία του Ναού, δεξιά από το φέρετρο και μπροστά από το Δεσποτικό Θρόνο στάθηκε η οικογένεια και αριστερά της οικογένειας βρίσκονταν οι αρχηγοί κρατών εν ενεργεία, πρώην βασιλείς και διάδοχοι θρόνων.
Τον μοναδικό επικήδειο λόγο εκφώνησε -αρχικά στα Ελληνικά και στη συνέχεια στα Αγγλικά- ο πρωτότοκος γιος και διάδοχος του Παύλος Β' ο οποίος είπε [5]:

«Κωνσταντίνε Μεγαλειότατε, Βασιλιά Πατέρα μου, Παππού, Ολυμπιονίκη. 
Είναι οδυνηρή αυτή η μέρα του χωρισμού για την αγαπημένη σου βασίλισσα και μητέρα μας. Για μας τα παιδιά και τα εγγόνια σου. Για όλους όσους ήρθαν σήμερα να σε χαιρετήσουν για τελευταία φορά. Αλλά και για όλους εκείνους που τιμούν τη μνήμη σου και ήταν αδύνατον να είναι σήμερα μαζί σου. Όμως δεν είναι αυτό το τέλος πατέρα. Θα ζεις πάντα στη σκέψη μας και την καρδιά μας. Όπως συμβαίνει σε κάθε ελληνική οικογένεια που χάνει ό,τι πιο αγαπητό και ό,τι πιο πολύτιμο έχει ένας άνθρωπος στη ζωή του. 
Στερήθηκες πολύ νέος τον πατέρα σου, τον αείμνηστο βασιλέα Παύλο Α', τον παππού μου. Τήρησες, όμως, πάντα την παρακαταθήκη του, που άφησε όταν έγινες 18 χρονών και ανέλαβες την ευθύνη του διαδόχου του ελληνικού θρόνου. Και παρέλαβες το ξίφος του αξιωματικού των ευλογημένων ενόπλων δυνάμεων της Ελλάδος. 
Σου είπε: “Αφιέρωσον την ζωήν σου εις την ευτυχίαν της πατρίδος. Ουδεμία ευγενέστερος και πλέον αξιόλογος αποστολή. Ενθυμού πάντοτε ότι προτιμότερο είναι να υποφέρει ο βασιλεύς παρά ο λαός και η χώρα. Ευχή φύλαξ και προστάτης της αγίας ημών εκκλησίας. Θεράπευε την προσβολήν δια της συγγνώμης, τη διαφωνία δια της ενότητας, την πλάνη δια της αλήθειας, την αμφιβολία δια της πίστεως”. 
Είναι ακριβώς αυτή η παρακαταθήκη του παππού μας προς εσένα που δέσμευσε εμένα, τα αδέλφια μου, τα εγγόνια αγαπητέ πατέρα. Είναι σύμβολο τιμής. Ένας ιερός κανόνας συμπεριφοράς για εμάς, που τον ετίμησες εσύ σε όλη σου τη ζωή. 
Δόξασες τη χώρα με τo χρυσό μετάλλιο ως ολυμπιονίκης το 1960. Έφερες τιμή στη γαλανόλευκη σημαία και την πατρίδα μας. Ο αγώνας ήταν μέχρι τέλος μια σκληρή μάχη του νου και του σώματος στη θάλασσα που έδωσες εσύ και το αείμνηστο πλήρωμα μέχρι την τελική νίκη. 
Ήταν μια δύσκολη εποχή όταν ανέβηκες στον θρόνο. Σκληρότατες συγκρούσεις, πάθη αβυσσαλέα και το αποτέλεσμα ήταν κάτι που δεν το θέλησε κανείς. Από την πρώτη στιγμή αντιστάθηκες με σθένος για να ζητήσεις τρόπο ανατροπής των πραξικοπηματιών. Η προσπάθειά σου απέτυχε, όμως δεν ήθελες μένοντας στην Ελλάδα να γίνεις η αιτία μιας νέας αιματοχυσίας. Πάντα πιστός στην παρακαταθήκη του πατέρα σου, δέχθηκες με σεβασμό την απόφαση του ελληνικού λαού. 
Η αγάπη σου για τη νεολαία, για την εκπαίδευση και τον αθλητισμό ήταν διαρκής. Η ίδρυση του Ελληνικού Κολεγίου Λονδίνου, του Διεθνούς Σχολικού Οργανισμού Round Square Conference, καθώς και η συμμετοχή σου στην Παγκόσμια Ομοσπονδία Ιστιοπλοΐας και τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή, ορίζουν το πλαίσιο του αγώνα σου για τον σκοπό. 
Η οικογένεια ήταν το παν για εσένα και τη μητέρα μας. Πάντα πιστεύατε ότι είναι το θεμέλιο της κοινωνίας. Μαζί δημιουργήσατε μια μεγάλη οικογένεια, που την ενώνει άρρηκτα η αγάπη, η έννοια του καθήκοντος προς την πατρίδα. 
Ο Θεός σας αξίωσε, πατέρα, να αφήσεις την τελευταία σου πνοή στην πατρίδα μας, που αγάπησες όσο τίποτα άλλο σε όλη σου τη ζωή. Όπως μας δίδαξες, πατέρα, όλα αυτά τα χρόνια, εμείς, τα παιδιά, τα εγγόνια σου, που είναι το μέλλον της οικογενείας, εδώ και στη διασπορά, προσφέρουμε και θα προσφέρουμε για πάντα στην Ελλάδα. 
“Η ισχύς μου η αγάπη του λαού”, ήταν και πάντα θα είναι ο κανόνας της οικογενείας μας. Για εμάς, όμως, και για κάθε Έλληνα η ισχύς της πατρίδας είναι η αγάπη του Έλληνα για αυτήν. 
Καλό ταξίδι».

Ξένοι επίσημοι

Στην κηδεία παρέστησαν ο Βασιλιάς Φίλιππος ΣΤ' και η βασίλισσα Λετίθια της Ισπανίας, ο πρώην Βασιλιάς της Ισπανίας Χουαν Κάρλος και η βασιλομήτορα Σοφία της Ισπανίας αδελφή του θανόντος μονάρχη, η βασίλισσα Μαργκρέτε Β' και η Πριγκίπισσα Βενεδίκτη της Δανίας αδελφές της βασιλίσσης Άννας Μαρίας, ο Βασιλιάς Καρλ ΙΣΤ΄ Γκούσταφ και η Βασίλισσα Σίλβια της Σουηδίας, η Πριγκίπισσα Άννα του Ηνωμένου Βασιλείου αδελφή του βασιλιά Καρόλου, ο Πρίγκιπας και Διάδοχος Χάακον και η Πριγκίπισσα Μέτε-Μάριτ της Νορβηγίας, ο Βασιλιάς Ερρίκος του Λουξεμβούργου, ο Βασιλιάς Γουλιέλμος-Αλέξανδρος και η Βασίλισσα Μαξίμη της Ολλανδίας, ο Βασιλιάς Φίλιππος και η βασίλισσα Ματθίλδη του Βελγίου, ο Βασιλιάς Αλβέρτος Β' του Μονακό, η Μαρία Βλαδιμίροβνα τελευταία απόγονος των Ρομανώφ της Ρωσίας, ο Βασιλιάς Συμεών Β' της Βουλγαρίας, ο Βασιλιάς Αλέξανδρος Καρατζόρτζεβιτς Β' δισεγγονός του Έλληνα βασιλιά Αλέξανδρου Α' και η σύζυγος του Αικατερίνη Καρατζόρτζεβιτς της Σερβίας και ο πρίγκιπας Ράντου της Ρουμανίας.

Έλληνες επίσημοι

Τη σορό του νεκρού τίμησαν οι βουλευτές Αντώνης Σαμαράς, Αικατερίνη Μονογιού, Δημήτρης Βαρτζόπουλος, Μιλτιάδης Χρυσομάλλης, Περικλής Μαντάς, Γιώργος Κουμουτσάκος και Κωνσταντίνος Μπογδάνος, οι αρχηγοί κομμάτων Νίκος Νικολόπουλος και Φαήλος Κρανιδιώτης, οι πρώην βουλευτές Δημήτρης Καμμένος και Γιώργος Καλαϊτζής. Παρόντες εντός του ναού στη διάρκεια της νεκρώσιμης ακολουθίας ήταν ο Υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης με την σύζυγό του, ο βουλευτής Αθανάσιος Δαβάκης και η ευρωβουλευτής Άννα-Μισέλ Ασημακοπούλου την οποία είχε βαπτίσει ο τεθνεός, ο δικηγόρος Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ο Σπύρος Καπράλος, η Ευγενία Μανωλίδου σύζυγος του απόντος Άδωνι Γεωργιάδη, η Μαριάννα Βαρδινογιάννη σύζυγος του επιχειρηματία Βαρδή Βαρδινογιάννη, ο επιχειρηματίας Μιχάλης Χανδρής, ο εφοπλιστής Νικόλαος Τσάκος με τη σύζυγό του Σήλια Κριθαριώτη και o σχεδιαστής κοσμημάτων Κώστας Καίσαρης.

Η ταφή

Η διαδικασία του ενταφιασμού στο Τατόι εξανάγκασε τις Ελληνικές αρχές να προχωρήσουν σε άμεσο καθαρισμό του κοιμητηρίου από δέντρα που είχαν καεί από τις πυρκαγιές, το καλοκαίρι του 2021, καθώς και να διαμορφώσουν κατάλληλα τον χώρο για την πομπή και τους επισκέπτες. Με την ολοκλήρωση της νεκρώσιμης ακολουθίας, στη Μητρόπολη Αθηνών, η νεκροφόρα που μετέφερε τη σορό, με τη συνοδεία πομπής αυτοκινήτων, αναχώρησε μέσω κεντρικών οδών της Αθήνας και από την Αττική οδό έφτασε στο βασιλικό κοιμητήριο στο Τατόι, όπου το φέρετρο του Βασιλέως εναποτέθηκε στον εκεί ναό της Αναστάσεως. η οικογένεια κάλυψε το φέρετρο με τον θυρεό της ενώ εναπέθεσαν τα παράσημά του και το στεφάνι-αφιέρωμα της συζύγου του, Άννας Μαρίας. Την ίδια ώρα εψάλη τρισάγιο στη διάρκεια του οποίου η οικογένεια του βασιλιά Κωνσταντίνου προχώρησε σε μια συμβολική κίνηση και γονάτισε μπροστά από το φέρετρό του ως τη λήξη της τελετής. Στη συνέχεια οι τρεις γιοι του και οι εγγονοί του μετέφεραν στους ώμους τους το φέρετρο του πατέρα και παππού τους μέχρι τον τάφο ενώ η ταφή της σορού του έγινε στο πλάι των γονέων του όπως ήταν άλλωστε και η τελευταία του επιθυμία. Αυτή του την επιθυμία ο Κωνσταντίνος είχε εκμυστηρευθεί σε συνέντευξη που παραχώρησε στον δημοσιογράφο Νικ Γκατζογιάννη στον οποίο είχε πει πως είχε ήδη αποφασίσει ακόμη και τη θέση όπου επιθυμούσε να ταφεί:

«..Στην οικογένειά μου δεν αρέσει όταν μιλάω γι' αυτό, αλλά έχω επιλέξει το σημείο {..} το μέρος όπου βρίσκονται οι τάφοι κάτω από τα δέντρα, πιο κάτω και λίγο προς τα αριστερά του πατέρα μου, στραμμένοι προς τη θάλασσα....».

Διατελέσαντες Πρωθυπουργοί επί βασιλείας Κωνσταντίνου Β'

Μνήμη Βασιλέως Κωνσταντίνου Β'

Ο Κωνσταντίνος διακρίθηκε για τις άριστες επιδόσεις του στον αθλητισμό, υπήρξε κοινωνικός, ευπροσήγορος άνθρωπος που χαιρόταν τις συναναστροφές και κινείτο άνετα σε κάθε κύκλο. Υπήρξε επιδέξιος χορευτής, αγαπούσε τα γρήγορα αυτοκίνητα και του άρεσε να παρακολουθεί καλές αστυνομικές ταινίες. Υπήρξε αφοσιωμένο μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, του άρεσε η κλασσική μουσική, η όπερα και το μπαλέτο. Άριστος οικογενειάρχης, πιστός σύζυγος, καλός γιος και αδελφός, και πατέρας που αποτέλεσε παράδειγμα ήθους και αξιοπρέπειας, αποδέχτηκε και αναγνώρισε το αποτέλεσμα και την αλλαγή του πολιτεύματος και έκτοτε τήρησε αυστηρή ουδετερότητα σε κάθε είδους εξελίξεις. Βίωσε με δραματικό τρόπο την απομάκρυνση του και την αυτοεξορία του εκτός Ελλάδος κι ευτύχησε να επιστρέψει με την οικογένειά του στην Ελλάδα, που λάτρευε. Αφιέρωνε μεγάλο μέρος του χρόνου του στο να διατηρεί επαφή με τον Ελληνικό λαό και χαρακτηριστικό της δημοφιλίας του είναι το γεγονός ότι κάθε χρόνο γίνονταν αποδέκτης περισσοτέρων από 140.000 επιστολών.

Ο θάνατος του έφερε στο προσκήνιο φοβικές συμπεριφορές κι είναι ενδεικτικό το γεγονός πως η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη αποφάσισε την ταφή του ως ιδιώτη αναδεικνύοντας την πολιτική μικρότητα των κυβερνητών της και την αδυναμία τους να ξεπεράσουν κατάλοιπα τους παρελθόντος. Αποτελεί απτή πραγματικότητα ότι ο Κωνσταντίνος υπήρξε βασιλιάς της Ελλάδας, αρχηγός του Ελληνικού κράτους και των ενόπλων δυνάμεων, συνεπώς η σημερινή Ελληνική Δημοκρατία αποτελεί συνέχεια εκείνου του Βασιλείου. Το Ελληνικό κράτος έχει περίπου 200 χρόνια ύπαρξης εκ των οποίων στα 150 ήταν με βασιλείς ως αρχηγούς. Είναι αδιανόητη πολιτική πράξη να απορρίπτουμε 150 χρόνια ιστορίας και σαν να χρονολογούμε την ίδρυση του Ελληνικού κράτους στα τελευταία πενήντα χρόνια.



      Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου