της Γεωργίας Κριεμπάρδη
Αυτό δεν είναι ένα κείμενο δημοσιογραφικό. Είναι σκέψεις. Σκέψεις για τους δύο κόσμους, με τους οποίους βρισκόμαστε αντιμέτωποι. Στην προκειμένη ο κόσμος της Μαρίας Φαραντούρη και του Αλκίνοου Ιωαννίδη απέναντι σ’ εκείνον του Σάκη Ρουβά.
Κάθε χρόνο, στις θεωρητικά (είπαμε, δεν πιέζουμε κανέναν να γιορτάσει και να χαρεί) γιορτινές μέρες οι Δήμοι της χώρας ψάχνουν φανταζί τρόπους να στολίσουν με ήχους τις πόλεις. Υπαίθριες συναυλίες στήνονται, ενώ ακόμη και εν μέσω πανδημίας, πάντα βρισκόταν κάποιος τρόπος οι Χριστουγεννιάτικες μέρες να συνοδεύονται από μουσική.
Ο μεγαλύτερος ντόρος σταθερά κάθε χρόνο γίνεται γύρω από τον Δήμο Αθηναίων. Φέτος, ο δήμαρχος, Κώστας Μπακογιάννης, επέλεξε να στήσει 17λεπτη συναυλία-φιέστα με τραγουδιστή τον Σάκη Ρουβά που έλαβε χώρα στο πάρκινγκ του Λυκαβηττού, όπου ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις είχαν περικυκλώσει ώστε να αποφευχθεί …γιαούρτωμα.
Είναι γεγονός πως κάθε χρόνο υπάρχουν οι γκρινιάρηδες που θα ήθελαν κάποιον άλλον καλλιτέχνη. Το ζήτημα στην προκειμένη περίπτωση είναι πολιτικό, όταν με κρατικό χρήμα, χρήμα από τις τσέπες μας, πληρώνουμε ένα θέαμα 17 λεπτών, χωρίς να το διαλέξουμε. Χωρίς καν να το δούμε από κοντά. «Άντεξα» μας λέει ο Ρουβάς, χωρίς να ρωτά αν εμείς αντέχουμε. Α ναι, ξεχάσαμε να αναφέρουμε ότι μόνο η ΕΡΤ είχε πρόσβαση.
Κάποιοι θα πουν «και θα κάνουμε Πρωτοχρονιά με Φαραντούρη και Άσμα Ασμάτων κι όχι με κάτι “ανεβαστικό”;». Το θέμα δεν είναι αυτό. Το θέμα είναι ευρύτερο. Είναι τι επιλέγει η Πολιτεία να πλασσάρει και να επιχορηγεί. Τι θεωρεί τέχνη. Τι θεωρεί πολιτισμό. Τι προωθεί. Τη στιγμή, που το διαμάντι δε χρειάζεται καμία προώθηση, φαίνεται και λάμπει, η Πολιτεία μας επιλέγει να προωθήσει την ποπ κουλτούρα. Μια ξεπερασμένη κουλτούρα που δεν έρχεται να κάνει τη διαφορά.
Πάντα θα υπάρχουν δύο κόσμοι. Κοινωνικά, πολιτικά και σε όλα τα επίπεδα ο κόσμος είναι ταξικός. Βλέποντας το χθεσινό επεισόδιο της εκπομπής της κρατικής τηλεόρασης -εκπομπή που αποτελεί όαση μέσα στην ελληνική τηλεπραγματικότητα- σκέφτηκα πως έστω μέσα σ’ όλα όσα βιώνουμε μας άξιζε κάτι καλύτερο από τον Ρουβά. Ετούτη η χώρα που έχει βγάλει διαμάντια επιμένει να τα κρύβει στο βωμό του θεαθήναι, του χρήματος, των συμφερόντων μιας ποπ κουλτούρας. Βλέπετε, στα μάτια του κ. Μπακογιάννη, η Μαρία Φαραντούρη δεν πουλάει. Κι αυτό είναι τιμή της.
Έτσι, απλή, τρυφερή, χαμογελαστή, βελούδινη μας έβαλε για λίγη ώρα στον δικό της όμορφο κόσμο. Σ’ έναν κόσμο που μαζί με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη μουσική και πολιτική μπλέχτηκαν και τα μηνύματα που περάστηκαν τράνταξαν το μέσα μας. Μίλησαν για τον Μάνο, τον Μίκη, τον Νερούδα, τον Πάμπλο Γκαρθία Λόρκα,τη Yoko Ono, τον John Lennon, τον Σαββόπουλο. Μίλησαν και για το πραξικόπημα της Κύπρου κι εμείς γεμίσαμε δάκρυα.
Κοπέλες του ‘Αουσβιτς
Του Νταχάου κοπέλες
Μην είδατε την αγάπη μου
«Μαρία Κάλλας του λαού», «Joan Baez της Μεσογείου», «Η φωνή της Ελλάδας», είναι μερικοί από τους τίτλους μεγάλων εφημερίδων του εξωτερικού που αποτυπώνουν τον παγκόσμιο θαυμασμό στο πρόσωπο της Μαρίας Φαραντούρη.
«Είμαι ερωτευμένη με όλα μου τα τραγούδια αλλά ασφαλώς δεν μπορώ να ξεφύγω από τα πρώτα μου και ιδιαίτερα από το ΜΑΤΩΜΕΝΟ ΦΕΓΓΑΡΙ που μου έδωσε ο Μίκης Θεοδωράκης όταν ήμουν 17 χρονών» εξομολογείται η κορυφαία ερμηνεύτρια.
Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, ένας από τους κορυφαίους τραγουδοποιούς της γενιάς του ‘90, συνεχίζει μέχρι σήμερα μια πορεία γεμάτη επιτυχίες με την πάντα βελούδινη φωνή του. Ο αγαπημένος τραγουδοποιός, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του, θυμάται την πιο συγκινητική στιγμή που έχει ζήσει σε συναυλία του. «Στη Γερμανία έχω παίξει αρκετές φορές χωρίς να υπάρχει ούτε ένας Έλληνας στο κοινό. Τα τελευταία όμως χρόνια άρχισαν να έρχονται πολλοί Έλληνες, οι οποίοι ήταν η νέα γενιά μεταναστών λόγω της κρίσης. Έτυχε να έρθουν άνθρωποι που ήταν η πρώτη τους μέρα στην ξενιτιά, είχαν ταξιδέψει εκείνη τη μέρα και ήρθαν κατευθείαν στην συναυλία μου για να συνδεθούν με αυτό που άφησαν πίσω. Το θεώρησα τόσο τιμητικό να έρχονται και να καθρεφτίζουν το πρόσωπο τους στο δικό μου».
Οι χρήστες του Twitter συμπύκνωσαν μέσα σε λίγες γραμμές την ομορφιά των δύο καλλιτεχνών.
Δεν ξέρω, αν ακόμα κι αν την καλούσαν από τον δήμο Αθηναίων, αν θα δεχόταν να πάει. Ξέρω όμως ότι αυτόν τον κόσμο έχουμε ανάγκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου