Διά τὴν Πόλῐν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς
Ὅρους ἀντέστρεψα
Εἶμαι ὁ Ἕλληνας ποὺ πολεμᾶ
Εἶπαν πὼς χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Ἔμεινα μόνος μου κι ὅμως ἐπέζησα
Ἔζησα στὴ φωτιά
Σάββατο 6 Απριλίου 2024
Αδαμάντιος Κοραής
Έλληνας γιατρός και λόγιος. Υπήρξε πνευματικός αρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης, εισηγητής και κύριος εκφραστής του Νεοελληνικού Διαφωτισμού.
Ο Χιώτης γιατρός και λόγιος Αδαμάντιος Κοραής είναι μία από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες του νεότερου ελληνισμού. Πνευματικός αρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης, ισάξιος του Ρήγα Φεραίου και του Διονυσίου Σολωμού, είναι ο μεγάλος δάσκαλος του γένους, εισηγητής και κύριος εκφραστής του Διαφωτισμού στον ελληνικό χώρο.
Ο Αδαμάντιος Κοραής γεννήθηκε στις 27 Απριλίου 1748 στη Σμύρνη από οικογένεια λογίων και εμπόρων. Ήταν ο πρωτότοκος γιος του Χιώτη Ιωάννη Κοραή, εμπόρου και προεστού της Σμύρνης και της Σμυρνιάς Θωμαϊδας Ρυσίου, κόρης του λογίου εμπόρου και δάσκαλου Διαμαντή Ρυσίου. Εντρυφώντας από μικρός στην πλούσια βιβλιοθήκη του παππού του είχε μεγάλη επιθυμία για μόρφωση.
Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στη φημισμένη Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Σε ηλικία 23 χρονών έφυγε για το Άμστερνταμ της Ολλανδίας, για να ασχοληθεί με τις εμπορικές υποθέσεις του πατέρα του. Εκεί όμως τον κέρδισε περισσότερο ο Λόγιος παρά ο Κερδώος Ερμής.
Ύστερα από επτά χρόνια γύρισε στη Σμύρνη και αφού έπεισε τον πατέρα του, έφυγε το 1782 για το Μονπελιέ της Γαλλίας, όπου σπούδασε ιατρική. Από εκεί εγκαταστάθηκε οριστικά στο Παρίσι, «τας νέας Αθήνας», γιατί ήταν το μεγαλύτερο πνευματικό κέντρο της εποχής. Γρήγορα έγινε γνωστός στους επιστημονικούς κύκλους και αναγνωρίστηκε η αξία του ως φιλόλογος και όχι ως γιατρός, γιατί ουδέποτε άσκησε την ιατρική.
Ο Κοραής επιδόθηκε με ζήλο στη μελέτη της κλασικής φιλολογίας και της νεοελληνικής γλώσσας. Συγχρόνως άρχισε να τυπώνει διαφωτιστικά φυλλάδια και βιβλία. Από τα πρώτα είναι η γνωστή «Αδελφική διδασκαλία προς τους Γραικούς» (1798), που συνιστούσε απάντηση στην «Πατρική διδασκαλία», ένα κείμενο που αποδίδεται στον πατριάρχη Ιεροσολύμων Άνθιμο και το οποίο αποσκοπούσε στην αποτροπή της διείσδυσης των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης στον Ελληνισμό. Ακόμη είναι γνωστά τα κείμενα πολιτικού χαρακτήρα «Άσμα Πολεμιστήριον» (1800) και «Σάλπισμα Πολεμιστήριον» (1801), το ένα έμμετρο, το άλλο πεζό, εμπνευσμένα από τη γαλλική πολιτική του Ναπολέοντα Βοναπάρτη στην Ανατολική Μεσόγειο και τις ελπίδες που είχε προκαλέσει στον Ελληνισμό πιθανή γαλλική συμπαράσταση για την απελευθέρωση της Ελλάδας.
Το 1805, με την υλική ενίσχυση των Ζωσιμάδων, άρχισε την έκδοση της «Ελληνικής Βιβλιοθήκης», μιας σειράς με έργα αρχαίων συγγραφέων, με προλεγόμενα τους «Αυτοσχεδίους Στοχασμούς» του, για την παιδεία και τη γλώσσα, για την οποία υποστήριξε το μέσο δρόμο. Ούτε την αρχαία ελληνική ήθελε, ούτε τη δημοτική. Ο μέσος δρόμος του Κοραή ήταν η καθαρεύουσα.
Την επανάσταση του 1821 δεν την άκουσε με μεγάλη ευχαρίστηση, γιατί την ήθελε τριάντα χρόνια αργότερα, για να ωριμάσει καλύτερα ο σπόρος της παιδείας. Μια όμως κι άρχισε, έπρεπε να επιτύχει, και για το σκοπό αυτό εργάστηκε ακόμη περισσότερο. Ο ίδιος δεν κατέβηκε στην επαναστατημένη Ελλάδα, για να πολεμήσει με το όπλο στο χέρι, γιατί ήταν πια γέρος. Πολέμησε όμως με την πέννα του.
Φιλελεύθερο πνεύμα, προσπάθησε να αποτρέψει την υιοθέτηση ανελεύθερων λύσεων. Γνωστή είναι η πολεμική του εναντίον της «αυταρχικής» διακυβέρνησης του Ιωάννη Καποδίστρια. Η Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας (1827), αναγνωρίζοντας τις υπηρεσίες του προς το Έθνος, θα του αποστείλει ψήφισμα με την έκφραση ευγνωμοσύνης.
Ο Κοραής εργάστηκε ακούραστα πάνω από 40 χρόνια. Καρπός της εργασίας αυτής είναι το πλούσιο συγγραφικό και μεταφραστικό έργο του, περίπου 70 τόμοι, με μεγάλη ποικιλία ύλης. Βιβλία θρησκευτικά, ιατρικά, φιλοσοφικά, φιλολογικά, εθνικά, γλωσσικά, παιδαγωγικά και λογοτεχνικά. Ξεχωρίζει για τη λογοτεχνική του χάρη, όσο κι αν την κρατάει πάντα υποδουλωμένη στην εθνική σκοπιμότητα, και τοποθετείται έτσι ανάμεσα στους πατέρες της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ιδίως με το αφήγημα «Ο Παπατρέχας» και τις «Επιστολές», ιδίως προς τον Πρωτοψάλτη της Σμύρνης Δημήτριο Λώτο, που θεωρούνται πρότυπο στο είδος τους.
Ο Αδαμάντιος Κοραής πέθανε στο Παρίσι στις 6 Απριλίου 1833, ύστερα από σύντομη ασθένεια που προκλήθηκε από πτώση του στο εσωτερικό του σπιτιού του. Ενταφιάστηκε με τις φροντίδες φίλων και μαθητών του στο νεκροταφείο του Μονπαρνάς, όπου υπάρχει έκτοτε κενοτάφιο με την προτομή του σε επιτύμβια στήλη.
Το 1875 στήθηκε, με πανελλήνιο έρανο, ο μαρμάρινος ανδριάντας του, στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών και δύο χρόνια αργότερα, στις 8 Απριλίου 1877, το ελληνικό χώμα δέχτηκε τα οστά του σ’ ένα μεγαλόπρεπο μνήμα στο Α' Νεκροταφείο της Αθήνας.
Πολλά από τα βιβλία του, που αποτελούσαν και το μοναδικό περιουσιακό του στοιχείο, τα κληροδότησε στη Χίο, την οποία θεωρούσε πατρίδα του, και έκτοτε βρίσκονται στη Δημόσια Κεντρική Ιστορική Βιβλιοθήκη Χίου «Κοραής».
- Διαβάστε: Αδαμάντιος Κοραής - Αποφθέγματα
Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/2615
Η Γερμανική Επίθεση κατά της Ελλάδας
— Εισαγωγή
Η επίθεση της ναζιστικής Γερμανίας κατά της χώρας μας εκδηλώθηκε στις 5:15 το πρωί της 6ης Απριλίου 1941 στα οχυρά της Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας, 45 λεπτά πριν από την προβλεπόμενη ώρα, σύμφωνα με τη γερμανική διακοίνωση που είχε επιδοθεί νωρίτερα στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή από τον γερμανό πρεσβευτή στην Αθήνα, πρίγκιπα Έρμπαχ. Επιδίδοντας το τελεσίγραφο, ο Έρμπαχ τόνισε στον Κορυζή ότι ο πόλεμος δεν στρεφόταν κατά της Ελλάδας, αλλά κατά της Αγγλίας, που είχε σπεύσει προς βοήθεια της χώρας μας με 62.000 άνδρες και μεγάλη αεροπορική δύναμη. Ο Κορυζής είπε το δεύτερο ΟΧΙ, αυτή τη φορά στην ιταμή ναζιστική πρόκληση. Η γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας αποτελεί συνέχεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, που ξεκίνησε την 28η Οκτωβρίου 1940 με την ιταλική επίθεση στα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Η γερμανική επίθεση είχε την κωδική ονομασία Μαρίτα και η εντολή για τη σχεδίασή της είχε δοθεί από τον Χίτλερ στις 13 Δεκεμβρίου 1940. Στόχος του γερμανού δικτάτορα ήταν η βοήθεια προς τον σύμμαχό του Μουσολίνι που ήταν στριμωγμένος από τους Έλληνες στην Αλβανία και η εξασφάλιση των νώτων του ενόψει της επικείμενης επίθεσής του στη Ρωσία (Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα). Το σχέδιο Μαρίτα δεν αφορούσε μόνο την Ελλάδα, αλλά και τη Γιουγκοσλαβία, τις μόνες χώρες των Βαλκανίων, μαζί με την Τουρκία, που δεν είχαν συμμαχήσει με τον Άξονα.
Τον διμέτωπο αγώνα κατά της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας ανέλαβε η γερμανική 12η Στρατιά υπό τον στρατάρχη Βίλχελμ Λιστ, ο οποίος είχε στη διάθεσή του 680.000 άνδρες, 1.200 τανκς και 700 αεροπλάνα. Η χώρα μας παρέταξε 70.000 άνδρες στα οχυρά των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, με επικεφαλής τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μπακόπουλο, καθώς ο κύριος όγκος του ελληνικού στρατού μαχόταν τους Ιταλούς στην Αλβανία. Οι αγγλικές δυνάμεις έλεγχαν τον άξονα Τεμπών - Βερμίου, όμως το κέντρο του μετώπου ήταν ασθενές και η Θεσσαλονίκη ανοχύρωτη πόλη.
Η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε στο μέτωπο των ελληνοβουλγαρικών συνόρων κατά μήκος της λεγόμενης Γραμμής Μεταξά στην Ανατολική Μακεδονία και στα μεμονωμένα οχυρά του Εχίνου και της Νυμφαίας στη Θράκη. Ταυτόχρονα, γερμανικά αεροσκάφη βομβάρδισαν τον Πειραιά και τις ακτές έως τον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας, προκαλώντας ανθρώπινα θύματα και τεράστιες ζημιές.
Η λεγόμενη Γραμμή Μεταξά είναι ένα φιλόδοξο οχυρωματικό έργο, στα πρότυπα της Γραμμής Μαζινό, που είχε κατασκευαστεί με πρωτοβουλία του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, ως ασπίδα αποτροπής του βουλγαρικού κινδύνου. Μεγάλο θαυμασμό και έκπληξη είχαν προκάλεσε στους Γερμανούς επιδρομείς οι κρυφές έξοδοι, χωρίς όμοιες σε άλλη οχύρωση, το σχετικά χαμηλό κόστος και το μικρό διάστημα κατασκευής. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι οι Γερμανοί δεν κατόρθωσαν να εντοπίσουν τα φατνώματα (θυρίδες) των οχυρών πριν από την έναρξη των επιχειρήσεων και ότι οι Βούλγαροι δεν γνώριζαν τίποτα, εντυπωσιάζει μέχρι και σήμερα η τεχνική απόκρυψη και παραλλαγή, η άριστη ποιότητα σκυροδέματος, η έλλειψη ειδικού οπλισμού οχύρωσης και η τέλεια προσαρμογή του οπλισμού του στρατού εκστρατείας.
Οι υπερασπιστές των Οχυρών (Νυμφαία, Εχίνος, Λίσε, Ιστίμπεη, Περιθώρι, Ρούπελ, Πυραμιδοειδές, Παλουριώνες κ.ά.) αμύνθηκαν σθεναρά για τρεις ημέρες στις αλλεπάλληλες επιθέσεις των υπέρτερων γερμανικών δυνάμεων. Κάμφθηκαν μόνο όταν οι τεθωρακισμένες γερμανικές μεραρχίες, μετά την αστραπιαία κατάρρευση του νότιου Γιουγκοσλαβικού μετώπου, εισέδυσαν στα Σκόπια και από την κοιλάδα του Αξιού πέρασαν τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στις 8 Απριλίου, παρακάμπτοντας τη Γραμμή Μεταξά. Τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας τα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στη Θεσσαλονίκη και κατέλαβαν την πόλη.
Οι υπερασπιστές της Γραμμής Μεταξά, περικυκλωμένοι πλέον, έλαβαν εντολή από τον αρχιστράτηγο Παπάγο να συνθηκολογήσουν (9 Απριλίου). Τον ηρωισμό τους αναγνώρισαν ακόμη και οι αντίπαλοί τους, με εκδηλώσεις θαυμασμού και τιμητικά αγήματα για τους αιχμάλωτους έλληνες μαχητές. Οι ελληνικές απώλειες σε όλο το μέτωπο της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης ανήλθαν σε περίπου 1.000 νεκρούς και τραυματίες. Οι αντίστοιχες γερμανικές ανήλθαν σε 555 νεκρούς, 2.134 τραυματίες και 170 αγνοούμενους, αριθμός που αντιστοιχεί στο μισό των συνολικών απωλειών τους στη διάρκεια της επιχείρησης Μαρίτα, γεγονός που καταδεικνύει το μέγεθος της ελληνικής αντίστασης.
Κατά τις επόμενες μέρες, η προέλαση των Γερμανών προς Νότο υπήρξε ραγδαία, με την κατάρρευση και του μετώπου της Αλβανίας. Έως τις 30 Απριλίου είχε καταληφθεί ολόκληρη η ηπειρωτική Ελλάδα και η χώρα βρέθηκε υπό τριπλή κατοχή: γερμανική, ιταλική και βουλγαρική.
4/11/1940: Τέσσερις μέρες μετά την αποβίβαση βρετανικών δυνάμεων στην Κρήτη, και τη Λήμνο, βάσει της διακήρυξης του 1939, ο Χίτλερ διατάσσει το επιτελείο του να προετοιμαστεί για εισβολή στη Βόρεια Ελλάδα, μέσω Ρουμανίας και Βουλγαρίας.
12/11/1940: Η Γερμανική Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση εκδίδει την Οδηγία Νο.18, με την οποία προγραμματίζονται ταυτόχρονες επιχειρήσεις εναντίον του Γιβραλτάρ και της Ελλάδας τον Ιανουάριο του 1941.
13/12/1940: Τα γερμανικά σχέδια για τη Μεσόγειο ανατρέπονται από την απόφαση του Ισπανού δικτάτορα Φράνκο να απορρίψει τα σχέδια για την επίθεση στο Γιβραλτάρ. Ως επακόλουθο, η γερμανική επίθεση στην Νότια Ευρώπη περιορίζεται στην εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας. Η Γερμανική Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση εκδίδει την Οδηγία Νο.20 για την εκστρατεία κατά της Ελλάδος με την κωδική ονομασία Επιχείρηση Μαρίτα.
1/3/1941: Η Βουλγαρία προσχωρεί στον Άξονα Βερολίνου-Ρώμης-Τόκιο.
25/3/1941: Η γιουγκοσλαβική κυβέρνηση διά του Πρίγκιπα Παύλου υπογράφει την προσχώρηση της χώρας στον Άξονα Βερολίνου-Ρώμης-Τόκιο, με αντάλλαγμα τη Θεσσαλονίκη.
27/3/1941: Στη Γιουγκοσλαβία εκδηλώνεται στρατιωτικό πραξικόπημα από τον στρατηγό Ντούσαν Σίμοβιτς, που ανατρέπει την φιλοχιτλερική κυβέρνηση και κηρύσσει γενική επιστράτευση. Ο Χίτλερ, μετά την ανεπάντεχη τροπή που πήραν τα πράγματα στη Γιουγκοσλαβία, αποφασίζει να επιτεθεί τόσο στη Γιουγκοσλαβία, όσο και στην Ελλάδα στις 6 Απριλίου 1941.
3/4/1941: Κατά τη διάρκεια συνάντησης μεταξύ Βρετανών, Γιουγκοσλάβων και Ελλήνων, οι Γιουγκοσλάβοι υπόσχονται να αποκλείσουν την κοιλάδα του Στρυμόνα σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης στο έδαφός τους.
6/4/1941: Στις 5:12 π.μ. γερμανικές, ιταλικές και ουγγρικές στρατιωτικές δυνάμεις επιτίθενται κατά της Γιουγκοσλαβίας, ενώ τρία λεπτά αργότερα αρχίζει η γερμανική επίθεση εναντίον της χώρας μας στο μέτωπο Ανατολικής Μακεδονίας (Γραμμή Μεταξά) και Θράκης, μετά την επίδοση τελεσιγράφου από τους Γερμανούς στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή.
Η οχυρωματική Γραμμή Μεταξά, με μήκος 170 χλμ., εκτεινόταν από τον ποταμό Νέστο ως το όρος Κερκίνη (Μπέλες) κοντά στα σύνορα με τη Γιουγκοσλαβία και την υπερασπιζόταν το Τμήμα Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ), το οποίο αποτελούσαν οι 7η, 14η και 17η Μεραρχίες Πεζικού υπό τη διοίκηση του αντιστράτηγου Κωνσταντίνου Μπακόπουλου. Οι οχυρώσεις ήταν σχεδιασμένες να διαθέτουν φρουρά άνω των 200.000 στρατιωτών, όμως λόγω της έλλειψης προσωπικού το συνολικό μέγεθος της φρουράς που υπερασπιζόταν τα οχυρά ήταν περίπου 70.000 άντρες, έχοντας ως αποτέλεσμα την αραιή διάταξη των αμυντικών γραμμών.
Η αρχική γερμανική επίθεση κατά της γραμμής πραγματοποιήθηκε από μία μονάδα πεζικού, ενισχυμένη από δύο ορεινές μεραρχίες του 18ου Ορεινού Σώματος, αντιμετώπισαν, όμως, ισχυρή αντίσταση και σημείωσαν μικρή επιτυχία.
Το ελληνικό πολεμικό ανακοινωθέν της ημέρας αυτής έλεγε:
Από της 5:15 ώρας της σήμερον ο εν Βουλγαρία γερμανικός στρατός προσέβαλλεν απροκλήτως τα ημέτερα στρατεύματα της ελληνικής μεθορίου. Αι δυνάμεις μας αμύνοναι του πατρίου εδάφους… Ισχυραί γερμανικά δυνάμεις, εφοδιασμέναι με τα πλέον σύγχρονα πολεμικά μέσα, με υποστήριξιν αρμάτων, αφθόνου βαρέος πυροβολικού και πολυαρίθμου αεροπορίας, προσέβαλον από της πρωίας της σήμερον επανειλημμένως τας θέσεις μας, ων αμύνονται μόνον ελληνικά δυνάμεις λίαν περιωρισμέναι. Καθ' όλη την ημέραν διεξήχθη σφοδρότατος αγών εις τας κυριοτέρας ζώνας της παραμεθωρίου προς Βουλγαρίαν περιοχής ιδιαιτέρως δε εις την περιοχήν Μπέλες και την κοιλάδα του Στρυμόνος…
Το Ρούπελ, το Ρονπέλιον των Βυζαντινών, είναι το μεγαλύτερο οχυρό της “Γραμμής Μεταξά” και ελέγχει την ομώνυμη στενωπό, που σχηματίζεται από τον ρου του Στρυμόνα, ανάμεσα στα βουνά Κερκίνη (Μπέλες) και Άγγιστρο. Το υπεράσπιζαν 27 αξιωματικοί και 950 στρατιώτες με επικεφαλής τον Ταγματάρχη Δουράτσο, παρότι προβλεπόταν δύναμη 44 αξιωματικών και 1353 οπλιτών.
Η επίθεση των Γερμανών κατά των οχυρών άρχισε την 5:15 το πρωί με σφοδρό βομβαρδισμό του Πυροβολικού και από τις 6 το πρωί και με αεροπλάνα κάθετης εφόρμησης, τα γνωστά Στούκας, τα οποία αναπτυγμένα σε σχηματισμούς έριχναν βόμβες, κάτω από το τρομερό σφύριγμα των σειρήνων τους. Παρά τις επίμονες προσπάθειες της πρώτης ημέρας, οι Γερμανοί δεν κατορθώνουν να καταλάβουν το Ρούπελ και τα γύρω οχυρά, ενώ λόγω των ειδικών τους σοβαρών απωλειών, πέφτουν σε κατάσταση άμυνας λίγο πριν βραδιάσει.
Μία γερμανική αναφορά στο τέλος της πρώτης μέρας των επιχειρήσεων περιγράφει πως η γερμανική 5η Ορεινή Μεραρχία «απωθήθηκε στο πέρασμα Ρούπελ, παρά την ισχυρότατη αεροπορική υποστήριξη, έχοντας σημαντικές απώλειες». Από τα 24 οχυρά που αποτελούσαν τη “Γραμμή Μεταξά” μόνο δύο έπεσαν, και αυτά μόνον αφού καταστράφηκαν ολοσχερώς από τους εισβολείς.
Το Οχυρό Ιστίμπεη απέχει 16 χιλιόμετρα από το Νέο Πετρίτσι και βρίσκεται στο βουνό Κερκίνη (Μπέλες). Απέχει 250 περίπου μέτρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, και βρίσκεται σε υψόμετρο 1.339 μέτρων. Η δύναμή του ήταν 13 αξιωματικοί και 350 οπλίτες. Διοικητής ήταν ο Ταγματάρχης Πεζικού Ξανθός Πικουλάκης.
Στις 5:15 το πρωί αρχίζει ο βομβαρδισμός του οχυρού. Από τις 6 το πρωί, πολυάριθμα σμήνη αεροπλάνων άρχισαν να σφυροκοπούν την επιφάνεια του οχυρού, καταστρέφοντας το μοναδικό αντιαεροπορικό πολυβόλο, με το οποίο είχαν καταρριφθεί τέσσερα γερμανικά αεροπλάνα από τους υπερασπιστές του. Στις 7 το πρωί εκδηλώνεται η επίθεση από την 5η Ορεινή Μεραρχία. Σκληρός και φονικός αγώνας διεξάγεται και ολόκληρα εχθρικά τμήματα αποδεκατίζονται. Επανειλημμένες προσπάθειες των Γερμανών για την κατάληψη του Οχυρού αποτυγχάνουν με βαρύτατες απώλειες.
Ύστερα από τον ολοήμερο αγώνα έρχεται η νύχτα. Αρχίζει ο πόλεμος των υπόγειων στοών, όπου έχουν αποσυρθεί οι μαχητές του οχυρού, αποφασισμένοι να αμυνθούν με όλα τα μέσα που διαθέτουν. Οι Γερμανοί, λόγω απωλειών (40 νεκροί και 41 τραυματίες), αντικαθιστούν με νέες δυνάμεις τα επιτιθέμενα τάγματα. Κατά τις πρώτες νυκτερινές ώρες 100 Γερμανοί που τόλμησαν να διεισδύσουν στο Οχυρό έπεσαν νεκροί ή βαριά τραυματισμένοι. Οι στοές του Ιστίμπεη γέμισαν με ανθρώπινα πτώματα.
7/4/1941: Η ηρωική αντίσταση των Ελλήνων μαχητών στα οχυρά αναγκάζει τη γερμανική διοίκηση να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο παράκαμψης των οχυρών της “Γραμμής Μεταξά”, μέσω της κοιλάδας της Στρώμνιτσας στα βουλγαρογιουγκοσλαβικά σύνορα (σήμερα στην ΠΓΔΜ). Αργά το βράδυ η 2η Τεθωρακισμένη Γερμανική Μεραρχία περνά τα Ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στην περιοχή της λίμνης Δοϊράνης και καταλαμβάνει τη σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης - Αλεξανδρούπολης.
Στις 5:45 π.μ. αρχίζει σφοδρός βομβαρδισμός του Ρούπελ από το γερμανικό πυροβολικό και την αεροπορία. Από τις 12 το μεσημέρι μέχρι και τις 2:00 μ.μ. πενήντα εχθρικά αεροσκάφη ενήργησαν βομβαρδισμό επί των θέσεων της Πυροβολαρχίας του Λοχαγού Κυριακίδη, ο οποίος ευρισκόμενος εντός του καταφυγίου με τον Ανθυπολοχαγό Βλάχο, καταπλακώθηκαν από τις βόμβες και έχασαν τη ζωή τους. Η 5η Μεραρχία μαζί με το ενισχυμένο 125ο Σύνταγμα Πεζικού διεισδύουν στην άμυνα του Στρυμόνα και επιτίθενται κατά μήκος και των δύο πλευρών του ποταμού, καταστρέφοντας τη μία οχυρωματική θέση μετά την άλλη στο πέρασμά τους.
Το πρωί βρήκε το οχυρό Ιστίμπεη να συνεχίζει τον επικό του αγώνα. Όλα τα επιφανειακά έργα γύρω από το οχυρό έχουν καταστραφεί. Οι Γερμανοί έχουν φράξει τα φατνώματα (θυρίδες) των πολυβολείων και διοχετεύουν ασφυξιογόνα αέρια, καπνογόνα, βενζίνη, κροτίδες, δέσμες δυναμίτιδας και εκρηκτικές ύλες μέσα στις στοές, δημιουργώντας αποπνικτική ατμόσφαιρα. Στις 6 το πρωί, το γειτονικό οχυρό Σπανή Πέτρα (Κελκαγιά) ανέφερε ότι παραδινόταν, γιατί δεν μπορούσε πλέον να αντισταθεί, αφού τα αέρια είχαν κάνει αφόρητη τη ζωή τους μέσα στις στοές του οχυρού.
Η φρουρά του Ιστίμπεη, εξαιτίας των ασφυξιογόνων αερίων που είχαν διοχετευθεί στις υπόγειες στοές και της φλεγόμενης βενζίνης που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί, υποχρεώθηκε στις 4 το απόγευμα να παραδοθεί. Αξιωματικοί και οπλίτες κατάκοποι, εξαντλημένοι από τον διήμερο αγώνα, αλλά υπερήφανοι, γιατί έκαναν το καθήκον τους, συλλαμβάνονται και οδηγούνται αιχμάλωτοι στο βουλγαρικό έδαφος (Πετρίτσι, Άνω Τζουμαγιά), όπου παρέμειναν κάτω από άθλιες συνθήκες. Οι απώλειες της φρουράς του οχυρού Ιστίμεη ανήλθαν σε 30 νεκρούς και 70 τραυματίες, ενώ των Γερμανών ήταν πολλαπλάσιες.
8/4/1941: Η πτώση του οχυρού Ιστίμπεη σήμανε την προέλαση των Γερμανών στην κοιλάδα του Στρυμώνα. Οι Γερμανοί εισέρχονται στο Σιδηρόκαστρο και δίνεται διαταγή εγκατάλειψης της ελληνικής στρατιωτικής διοίκησης των Σερρών. Η 2η Γερμανική Τεθωρακισμένη Μεραρχία υπερφαλαγγίζει τις ελληνικές δυνάμεις και τα μεσάνυχτα φθάνει προ των πυλών της Θεσσαλονίκης. Ήδη έχουν πέσει τα οχυρά του Εχίνου και της Νυμφαίας στη Θράκη και η γερμανική 164η Μεραρχία Πεζικού εισέρχεται στην Ξάνθη.
Στις 6 το πρωί το οχυρό Ρούπελ δέχεται νέο σφοδρό βομβαρδισμό από την αεροπορία και το πυροβολικό, που συνεχίζεται όλη την ημέρα. Παρά και την σφοδρή χερσαία επιθετική προσπάθεια σε όλο το μέτωπο, το οχυρό παραμένει ανέπαφο, ενώ οι απώλειες των Γερμανών είναι μεγάλες.
9/4/1941: Ενώ η μάχη των Οχυρών του Ρούπελ συνεχίζεται, τα μηχανοκίνητα και τα άρματα της στρατιάς του στρατάρχη Λιστ, αφού κατηφορίζουν με ταχύτητα από τη Στρώμνιτσα και τη Γευγελή, βρίσκονται στα νώτα των Ελλήνων. Στις 8 το πρωί τα άρματα της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας με διοικητή τον αντιστράτηγο Ρούντολφ Φάιελ εισέρχονται στη Θεσσαλονίκη. Οι υπερασπιστές της “Γραμμής Μεταξά” περικυκλωμένοι πλέον, παίρνουν από τον αρχιστράτηγο Παπάγο τη διαταγή να συνθηκολογήσουν. Η συνθηκολόγηση υπογράφεται στη Θεσσαλονίκη από τον διοικητή του ΤΣΑΜ, αντιστράτηγο Μπακόπουλο.
Το απόγευμα γερμανικά τμήματα καταλαμβάνουν την πόλη των Σερρών και εγκαθιστούν το φρουραρχείο τους στην έπαυλη Μαρούλη. Έλληνες τραυματίες και στρατιώτες που οπισθοχωρούσαν και είχαν πλημμυρίσει την πόλη, συγκεντρώθηκαν από τους Γερμανούς και κλείστηκαν σ’ ένα πρόχειρο στρατόπεδο.
Κατά την 4η ημέρα της γερμανικής εισβολής στην Ελλάδα, οι βομβαρδισμοί και οι επιθέσεις επαναλαμβάνονται, κυρίως εναντίον των οχυρών Ρούπελ και Παλιουριώνες. Μέχρι το μεσημέρι οι βομβαρδισμοί ήταν μικρής έντασης, αλλά από τις 2 μ.μ. μετατράπηκαν σε σφοδρούς. Στις 12:30, όμως, όταν επρόκειτο να εφορμήσουν τα τμήματα κρούσης, το ελληνικό πυροβολικό εξαπέλυσε στους χώρους εξόρμησης το φονικό πυρ και προκλήθηκαν πολλές και βαριές απώλειες στους Γερμανούς. Μετά από αυτό, τα γερμανικά τμήματα άρχισαν να οπισθοχωρούν. Οι απώλειες του οχυρού ήταν πέντε νεκροί και έντεκα τραυματίες. Στις 5 το απόγευμα, Γερμανοί απεσταλμένοι, γνωρίζοντας ότι είχε υπογραφεί στη Θεσσαλονίκη η συνθηκολόγηση, ήρθαν στο Ρούπελ και ζήτησαν την παράδοση του οχυρού. Ο Διοικητής του, Ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος, απάντησε ότι «τα οχυρά δεν παραδίδονται, καταλαμβάνονται». Τελικά, η παράδοση του Ρούπελ έγινε την επομένη, 10 Απριλίου, στις 6 το πρωί, αφού ο διοικητής του έλαβε διαταγή κατάπαυσης του πυρός.
10/4/1941: Στην πόλη των Σερρών, οι Γερμανοί τοιχοκολλούν προκήρυξη στα γερμανικά, βουλγαρικά και ελληνικά, με την οποία δηλώνουν ότι αγαπούν τους Έλληνες και τον πολιτισμό τους και δεν έρχονται ως εχθροί, αλλά ως ελευθερωτές της Ελλάδος από τους Άγγλους.
Στις 6 π.μ. ο Ταγματάρχης Δουράτσος μετέβη προς συνάντηση Γερμανού Αξιωματικού, ο οποίος αφού τον συνεχάρη για την ηρωική αντίσταση τού ζήτησε την παράδοση του οχυρού Ρούπελ. Ο έλληνας αξιωματικός αξίωσε: «ουδείς Γερμανός να εισέλθει στο οχυρό προ της αναχωρήσεως των Ελλήνων μαχητών» και το αίτημα, μετά από λίγο, έγινε αποδεκτό από τους Γερμανούς. Την 11 π.μ., αφού οι ηρωικοί μαχητές απένειμαν τιμές προς τους πεσόντες, κινήθηκαν πεζή μέσω Σιδηροκάστρου στις Σέρρες. Οι απώλειες της φρουράς του οχυρού Ρούπελ ανήλθαν σε 44 νεκρούς και 152 τραυματίες.
Μία από τις πιο συγκινητικές στιγμές της αντίστασης των οχυρών είναι αυτή του οχυρού Παλιουριώνες στο βουνό Κερκίνη (Μπέλες), το οποίο παρέμενε απόρθητο. Στις 5.30 το απόγευμα της 9ης Απριλίου γερμανοί κήρυκες πληροφορούσαν τη φρουρά για τη συνθηκολόγηση που είχε προηγηθεί. Μετά την επιβεβαίωση του γεγονότος αυτού αποφασίστηκε να γίνει η εκκένωση κατά τη διάρκεια της νύκτας.
Τελικά, η παράδοση του οχυρού στους Γερμανούς έγινε στις 9 το πρωί της 10ης Απριλίου. Κατά την παράδοση, ο Γερμανός συνταγματάρχης παρέταξε έξω από το οχυρό γερμανικό τάγμα για απόδοση τιμών. Ο Διοικητής του οχυρού Ταγματάρχης Πεζικού Αλέξανδρος Χατζηγεωργίου και η φρουρά βγήκαν από το οχυρό, πέρασαν ένοπλοι μπροστά από το γερμανικό τάγμα και με δάκρυα στα μάτια αποχώρησαν. Η γερμανική σημαία υψώθηκε στο οχυρό μόνο μετά την αποχώρηση των ηρωικών υπερασπιστών του, που έχασαν τελικά τρεις συμπολεμιστές τους.
Ακόμα και μετά την παράδοση της Γραμμής Μεταξά από τον Αντιστράτηγο Μπακόπουλο, μεμονωμένα φρούρια συνέχισαν να μάχονται για μέρες και δεν κατελήφθησαν παρά μόνο όταν χρησιμοποιήθηκε βαρύ πυροβολικό εναντίον τους. Ουσιαστικά, όμως, η Γραμμή Μεταξά περισσότερο παραδόθηκε, λόγω της υπερφαλάγγισης και της κύκλωσής της από τους Γερμανούς, παρά κατέρρευσε.
13/4/1941: Οι βρετανικές δυνάμεις αποσύρονται στον ποταμό Αλιάκμονα και στη συνέχεια στο στενό των Θερμοπυλών, για να μην υπερφαλαγγιστούν από τις γερμανικές δυνάμεις που κατέβαιναν από το Μοναστήρι (σημερινή Μπίτολα της ΠΓΔΜ). Τα πρώτα ελληνικά στρατεύματα αποχωρούν από την Πίνδο.
14/4/1941: Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την Κοζάνη.
17/4/1941: Η Γιουγκοσλαβία συνθηκολογεί.
18/4/1941: Αυτοκτονεί ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής.
19/4/1941: Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τη Λάρισα και τα Ιωάννινα
20/4/1941: Οι ελληνικές δυνάμεις στο Αλβανικό Μέτωπο έχουν απομονωθεί μετά την ταχεία προέλαση των Γερμανών προς Νότο. Το ηθικό των στρατιωτών έχει κλονιστεί. Ο αρχιστράτηγος Παπάγος αποκλείει κάθε περίπτωση συνθηκολόγησης. Διαφορετική γνώμη έχουν οι Σωματάρχες, οι οποίοι με επικεφαλής των διοικητή του Γ’ Σώματος Στρατού αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου και σε συνεργασία με τον μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα αποφασίζουν να συνθηκολογήσουν με τους Γερμανούς.
21/4/1941: Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τον Βόλο. Ο Βουλγαρικός Στρατός που ήταν σύμμαχος των Γερμανών εισέρχεται στο Σιδηρόκαστρο Σερρών. Ο Εμμανουήλ Τσουδερός ορκίζεται πρωθυπουργός της Ελλάδος, διαδεχόμενος τον αυτοκτονήσαντα Αλέξανδρο Κορυζή.
22/4/1941: Ο βουλγαρικός στρατός που κατέλαβε το Σιδηρόκαστρο διατάσσει τον Έλληνα Μητροπολίτη Βασίλειο να αναχωρήσει για τη Θεσσαλονίκη. Οι Βούλγαροι στρατιώτες επιδίδονται σε όργιο καταστροφών, αρχίζοντας από το τηλεγραφείο. Έκοψαν τα τηλεγραφικά και τηλεφωνικά σύρματα, λεηλάτησαν τα γραφεία και τα χρηματοκιβώτια που είχαν εγκαταλείψει οι αρχές της πόλης και κατέστρεψαν όλα τα αρχεία. Στη συνέχεια κατέλαβαν τη Νιγρίτα, αφόπλισαν τους έλληνες χωροφύλακες και εγκατέστησαν Βούλγαρο Δήμαρχο, υψώνοντας τη σημαία τους. Οι κάτοικοι της Νιγρίτας αντέδρασαν δυναμικά και την επομένη ημέρα πραγματοποίησαν μεγάλη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην κεντρική πλατεία.
23/4/1941: Ο ελληνικός στρατός στην Πίνδο συνθηκολογεί με τους Γερμανοϊταλούς. Το πρωτόκολλο ανακωχής υπογράφεται στη Θεσσαλονίκη από τον αντιστράτηγο Τσολάκογλου και τον γερμανό στρατηγό Ντίτριχ. Βασιλιάς, κυβέρνηση και Παπάγος δεν αναγνωρίζουν τη συνθηκολόγηση. Οι Έλληνες στρατιώτες δεν αντιμετωπίζονται ως αιχμάλωτοι πολέμου και τους επιτρέπεται να γυρίσουν στα σπίτια τους μετά τον αφοπλισμό των μονάδων τους, ενώ στους αξιωματικούς επιτρέπεται να κρατήσουν τα όπλα τους. Γερμανικά Στούκας πραγματοποιούν την πρώτη επίθεση εναντίον του ναυστάθμου Σαλαμίνας, προξενώντας σημαντικές ζημιές. Την ίδια μέρα, ο Βασιλιάς Γεώργιος και ο πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός μεταβαίνουν με υδροπλάνο από τον Σκαραμαγκά στα Χανιά.
25/4/1941: Οι Γερμανοί νικούν τα αυστραλονεοζηλανδικά στρατεύματα στη Μάχη των Θερμοπυλών. Ο δρόμος προς την Αθήνα για τους Γερμανούς είναι ανοικτός.
27/4/1941: Οι Γερμανοί εισέρχονται στην Αθήνα. Στην Ακρόπολη υψώνεται η γερμανική σημαία (σβάστικα).
30/4/1941: Ολόκληρη η ηπειρωτική Ελλάδα βρίσκεται υπό τριπλή κατοχή. Στην Αθήνα ορκίζεται κυβέρνηση δωσιλόγων, με επικεφαλής τον Στρατηγό Τσολάκογλου.
1/6/1941: Μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, όλη η ελλαδική επικράτεια βρίσκεται πλέον υπό τριπλή κατοχή.
Επολέμησα εις την Πολωνίαν και την Γαλλίαν, αλλ’ ουδαμού συνήντησα τόσον αποτελεσματική και φθοροποιόν αντίστασιν όσον εις την Ελλάδα.
Αντιστράτηγος Φίλιπ Μίλερ-Γκέμπχαρντ, διοικητής της 72ας Γερμανικής Μεραρχίας Πεζικού, που έδρασε στο υψίπεδο Κάτω Νευροκοπίου, μιλώντας στις Σέρρες με τον Αντιστράτηγο Παναγιώτη Δέδε.
Την 6ην Απριλίου τα Γερμανικά στρατεύματα επιτέθηκαν κατά της γραμμής Μεταξά, κειμένης ανατολικώς του Αξιού. Τα επιτιθέντα συντάγματα είχον ήδη πείραν διασπάσεως οχυρωμένων γραμμών εκ προηγούμενων εκστρατειών εις τας οποίας είχον λάβει μέρος. Οι Έλληνες όμως φρουροί των οχυρών, ημύνθησαν παρά τα φλογοβόλα και τας χειροβομβίδας, μετά σκληρού φανατισμού, ανάλογον του οποίου δεν είχον συναντήσει οι Γερμανοί στρατιώται εις ουδεμίαν των προηγουμένων εκστρατειών των. Εφ’ όσον και εις ακόμη στρατιώτης ηδύνατο να παραμείνη εις το Οχυρόν του επυροβόλει.
Στρατηγός Πολ Χάσε, σε άρθρο του υπό τον τίτλο “Οι ανδρείοι Ελληνες”, που δημοσιεύτηκε σε γερμανική εφημερίδα.
Ο Στρατάρχης φον Λιστ, επικεφαλής της 12ης Στρατιάς, στην ημερησία του διαταγή, αμέσως μετά το τέλος των επιχειρήσεων αναγνώρισε ότι: «Οι Έλληνες υπερασπίσθηκαν την πατρίδα των γενναίως» και συνέστησε στους Γερμανούς στρατιώτες «όπως αντικρύσουν και μεταχειρισθούν τους Έλληνας αιχμαλώτους όπως αξίζει εις γενναίους στρατιώτας».
…Η ιστορική δικαιοσύνη όμως με υποχρεώνει να διαπιστώσω ότι από όλους τους αντιπάλους τους οποίους αντιμετωπίσαμεν, ο Έλλην στρατιώτης ιδίως επολέμησε με ύψιστον ηρωισμόν και αυτοθυσίαν. Εσυνθηκολόγησε μόνον όταν η εξακολούθησις της αντιστάσεως δεν ήτο πλέον δυνατή και δεν είχε κανένα λόγο.
Αδόλφος Χίτλερ, ενώπιον του Ράιχσταγ στις 4 Μαΐου 1941.
Εκλεκτά Ελληνικά στρατεύματα, υπερήσπισαν με εντελώς εξαιρετικόν ηρωισμόν τα οχυρά της γραμμής Μεταξά. Προεκλήθησαν ως εκ τούτου συγκρούσεις εξ εγγυτάτης αποστάσεως, τόσον πείσμονες και έντονοι, όσον δεν είχον λάβει μέχρι τούδε χώραν εις κανέν άλλο πολεμικόν θέατρο. Εν τω μεταξύ και ενώ συνεχίζετο η επίθεσις εναντίον της Ελληνικής οχυρωμένης τοποθεσίας, τεθωρακισμέναι δυνάμεις της Στρατιάς Λιστ διέσπασαν την Γιουγκοσλαβικήν άμυναν δυτικώς του Πετριτσίου, προήλασαν της Στρωμνίτσης και εκείθεν μεταβάλλουσαι κατεύθυνσιν, προήλασαν προς νότον μέχρι Θεσσαλονίκης, εις την οποίαν έφθασαν την πρωίαν της 9ης Απριλίου. Τοιουτοτρόπως κατά την τέταρτην ημέραν της επιθέσεως ολόκληρος ή μαχόμενη ανατολικώς του Αξιού Ελληνική στρατιωτική δύναμις, αναγνωρίσσασα την απελπιστικήν κατάστασίν της, παρέδωσε τα όπλα μετά γενναίαν αντίστασιν.
Από το ανακοινωθέν του Στρατηγείου του Φύρερ της 11ης Ιουνίου 1942 σχετικά με τις γερμανικές επιχειρήσεις στα Βαλκάνια.
Όλοι μπορούν να ανακαλέσουν τα συναισθήματα θαυμασμού, τα οποία η ηρωική άμυνα της Ελλάδας, πρώτα ενάντια στους Ιταλούς και μετά ενάντια στον Γερμανό εισβολέα, ξύπνησε σε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο.
Γουίνστον Τσόρτσιλ, πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας.
Άγιος Ευτύχιος πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Εὐτύχιον θανόντα τιμῶν τοῖς λόγοις,
Ἐμαυτὸν αὐτὸς εὐτυχέστατον κρίνω.
Ψυχῇ Εὐτυχίοιο πύλῃ πόλου οἴγεται ἕκτῃ.
Ο Άγιος Ευτύχιος γεννήθηκε το έτος 512 μ.Χ. και έζησε κατά την εποχή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α' του Μεγάλου. Καταγόταν από την πόλη Θεία Κώμη της Φρυγίας και ήταν υιός του Αλεξάνδρου, σχολαρίου υπό τον στρατηγό Βελισσάριο και της Συνεσίας. Διδάχθηκε το ιερό Ευαγγέλιο και βαπτίσθηκε Χριστιανός από τον ιερέα Ησύχιο, ο οποίος ήταν παππούς του και λειτουργούσε στην Εκκλησία της Αυγουστοπόλεως. Σύμφωνα με το Συναξάρι ο Ησύχιος είχε το οφφίκιο του σκευοφύλακος και λόγω της αγιότητας του βίου του είχε λάβει από τον Θεό το χάρισμα της θαυματουργίας.
Ο Άγιος χειροτονήθηκε αναγνώστης από τον τότε Επίσκοπο Αμασείας στο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου Ουρβικίου. Στην συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και εισήλθε σε μονή της Αμασείας, που είχε ιδρυθεί από τους Αρχιερείς Μελέτιο και Σέλευκο, της οποία αργότερα ανεδείχθη και ηγούμενος.
Τα χρόνια που ακολούθησαν δεν ήταν ειρηνικά για την Εκκλησία, λόγω των αιρετικών δοξασιών που δίδασκαν νέοι Ωριγενιστές και κρυπτομονοφυσίτες. Οι έριδες των μοναχών της Παλαιστίνης περί του Ωριγένους αποτελούν την Τρίτη και τελευταία φάση των ωριγενιστικών ερίδων. Προοίμιο αυτών υπήρξε η κατά το έτος 507 μ.Χ. διάσταση λογίων μοναχών της Μεγάλης Λαύρας προς τον ηγούμενο αυτής, τον Όσιο Σάββα τον Ηγιασμένο, που έφυγαν από την Λαύρα και ίδρυσαν περί το 514 μ.Χ. τη Νέα Λαύρα, η οποία κατέστη κέντρο του ωριγενισμού. Οι αντιωριγενιστές μοναχοί έκαναν έκκληση προς τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό να καταδικάσει τον Ωριγένη. Την αίτηση αυτή υποστήριξε ο Πατριάρχης Μηνάς.
Έτσι, το έτος 543 μ.Χ., συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη Ενδημούσα Σύνοδος, ύστερα από πρόσκληση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μηνά, με σκοπό την ειρήνευση της Εκκλησίας και την καταδίκη των αιρετικών. Διά διατάγματος που εκδόθηκε το έτος 543 μ.Χ. ο Ιουστινιανός εστράφη κατά των αιρετικών. Καταδίκασε τις κακοδοξίες του Ωριγένους, θεώρησε τα συγγράμματα αυτού κακόδοξα και καταδίκασε αυτό το πρόσωπο του Ωριγένους. Διά τρίτου διατάγματος ο Ιουστινιανός, το έτος 544 μ.Χ., καταδίκασε τα «Τρία Κεφάλαια», δηλαδή α) τον Θεόδωρο Μοψουεστίας και τα αιρετικά του συγγράμματα, β) τα κατά του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και της Γ' Οικουμενικής Συνόδου και υπέρ του Νεστορίου συγγράμματα του Θεοδωρήτου Κύρου και γ) την επιστολή του Ίβα Εδέσσης προς τον Πέρση Μάρη.
Όταν το έτος 552 μ.Χ. κοιμήθηκε ο Πατριάρχης Μηνάς, ο Άγιος Ευτύχιος ήλθε από την Αμάσεια στη Βασιλεύουσα και εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.
Οι ταραχές όμως των αιρετικών συνεχίζονταν και ταλάνιζαν την Εκκλησία. Η Ε' Οικουμενική Σύνοδος, η οποία συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη, το έτος 553 μ.Χ. υπό την προεδρία του Αγίου Ευτυχίου, επικύρωσε την απόφαση της Ενδημούσης Συνόδου και προέβη στην καταδίκαση των «Τριών Κεφαλάιων». Ο σκοπός όμως της καταδίκης των «Τριών Κεφαλαίων» δεν επετεύχθη, διότι οι μονοφυσίτες ενέμεναν στην απόσχιση και στις αιρετικές δοξασίες τους. Ένεκα τούτου ο Ιουστινιανός το έτος 564 μ.Χ. εξέδωσε διάταγμα, διά του οποίου επέβαλε τον αφθαρτοδοκητισμό. Η διδασκαλία αυτή είχε διατυπωθεί από τον καταφυγόντα στην Αίγυπτο μονοφυσίτη Επίσκοπο Αλικαρνασσού Ιουλιανό. Συγκεκριμένα ο Ιουλιανός δίδασκε ότι το Σώμα του Χριστού, ήδη από της συλλήψεως και γεννήσεως Αυτού, απηλλάγη της φθοράς και επομένως των φυσικών αναγκών (πείνας, δίψας, καμάτου, ιδρώτος, δακρύων κ.τ.λ) - των λεγομένων «αδιαβλήτων παθών» - και μόνο «κατ' οικονομίαν» και «κατά χάριν» φαινόταν υποκείμενο σε αυτά. Ο Άγιος Ευτύχιος και οι λοιποί Πατριάρχες της Ανατολής, προς τους οποίου απευθύνθηκε, δεν δέχθηκαν το δυσσεβές διάταγμα. Γι' αυτό τον λόγο ο Άγιος, το έτος 565 μ.Χ., καθαιρέθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο υπό Συνόδου ερήμην, αφού αρνήθηκε να παρουσιασθεί και εξορίσθηκε αρχικά στην Πρίγκηπο. Στο Συναξάρι του αναφέρεται ότι μετά κατέφυγε σε μοναστήρι της Αμασείας στο οποίο ζούσε ασκητικά και αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα.
Μετά από δώδεκα χρόνια εξορίας, ο αυτοκράτορας Ιουστίνος ο Β', το έτος 577 μ.Χ., αποθανόντος του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννου του Γ', επανέφερε με τιμή και δόξα τον Άγιο στον πατριαρχικό θρόνο. Κατά την δεύτερη πατριαρχία του ο Άγιος με την προσευχή του έσωσε τον λαό που μαστιζόταν από θανατηφόρα επιδημία. Το ορθόδοξο φρόνημά του και ο αγώνας του για την ακεραιότητα της πίστεως τον οδήγησαν σε αντίθεση με τον αποκρισάριο της Ρώμης Γρηγόριο, τον μετέπειτα Πάπα, λόγω των δοξασιών του περί αναστάσεως σαρκός.
Ο Άγιος Ευτύχιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 582 μ.Χ. Το ιερό λείψανό του εναποτέθηκε στο θυσιαστήριο των Αγίων Αποστόλων, μετά την κρηπίδα της Αγίας Τραπέζης, όπου κατέκειντο και τα ιερά λείψανα Ανδρέου, Τιμοθέου και Λουκά των Αποστόλων. Το 1246 μ.Χ. τα Λείψανα και η Κάρα του Αγίου μεταφέρθηκαν από τον Ναό των Αγίων Αποστόλων Κωνσταντινουπόλεως στη Μονή Αγίου Γεωργίου του Μείζονος Βενετίας, επί Ηγουμένου Πέτρου Querini.
Σώζονται αποσπάσματα του έργου αυτού «Περὶ Εὐχαριστίας», «Ἐπιστολὴ πρὸς Πάπαν Βιγίλιον περὶ τῶν Τριῶν Κεφαλαίων» και «Συνοδικὴ Ἐπιστολή». Τρία άλλα έργα του χάθηκαν, ήτοι το «Περὶ ἀναστάσεως σαρκός», το «Κατὰ Ἀφθαρτοδοκητῶν» και το «Κατὰ τῆς μονοφυσιτικῆς διασκευῆς τοῦ Τρισαγίου». Τον Βίο του Αγίου συνέταξε ο μαθητής του Ευστράτιος.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.
Βίον οὐράνιον, Πάτερ κτησάμενος, σκεῦος ἐπάξιον, ὤφθης τῆς χάριτος, λόγω καὶ πράξει βέβαιων, τὴν θείαν σοὶ χορηγίαν ὅθεν ἱεράτευσας, ἰσαγγέλως τῷ Κτίσαντι, ἔνδοξε Εὐτύχιε, Ἐκκλησίας ὡράισμα, ἣν φύλαττε ταὶς σαὶς προστασίαις, πάσης ἀνάγκης ἀνωτέραν.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Εὐτύχιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐκληρίας χάριτας Θεοδωρήτου, ἱερέ Εὐτύχιε, ἀναβλυστάνεις δαψιλῶς, τοῖς ἐν αἰνέσει κραυγάζουσι· Χαίροις Πατέρων φαιδρόν ἀγαλλίαμα.
Οπτικοακουστικό Υλικό
-
Εν αρχή ην ο πόνος, τούτες τις τρομερές μέρες του φετινού Αυγούστου. Ναι, ο πόνος. Γιατί πριν από κάθε ανάλυση, ακόμα και την εμβριθέστερη...
-
Τίτλοι αρχής (το παρακάτω βίντεο ανέβηκε από το κανάλι bellllllochannel στο Youtube) Μοιάζει...
-
Πηγή εικόνας: i-diadromi.gr Καλήν εσπέραν άρχοντες, αν είναι ορισμός σας, Χριστού τη Θεία γέννηση, να πω στ’ αρχοντικό σας. Χριστός γεννάται...