Το ψηφιδωτό της Θεοτόκου (Βρεφοκρατούσας) στην Αγιά Σοφιά, στην Κωνσταντινούπολη.

Διά τὴν Πόλῐν

Διά τὴν Πόλῐν πολεμήσομεν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς

Η Ελλάς Ευγνωμονούσα, Θεόδωρος Βρυζάκης (1858)
Κι ὅμως δὲν πίστεψα
Ὅρους ἀντέστρεψα
Εἶμαι ὁ Ἕλληνας ποὺ πολεμᾶ
Εἶπαν πὼς χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Ἔμεινα μόνος μου κι ὅμως ἐπέζησα
Ἔζησα στὴ φωτιά

Αλέξανδρος (Άλεξ) Παναγή, Στὴ φωτιά (Eurovision 1995)

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2024

Το Ιδιώνυμο του Βενιζέλου

 Με αυτό τον νομικό όρο έμεινε στην ιστορία ο νόμος 4229 του 1929, που έπληττε ευθέως τα δημοκρατικά δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών, με στόχο την καταστολή της κομμουνιστικής προπαγάνδας και δράσης.


Με αυτό τον νομικό όρο έμεινε στην ιστορία ο νόμος 4229 του 1929, που έπληττε ευθέως τα δημοκρατικά δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών, αν και τιτλοφορείτο «Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». Στο στόχαστρο της καθεστηκυίας τάξεως εκείνης της εποχής, το μικρό σε πολιτική δύναμη ΚΚΕ. Ήταν ένα έγκλημα γνώμης, απαράδεκτο για μία δημοκρατική πολιτεία, με εισηγητή ένα φιλελεύθερο πολιτικό, τον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Ιδιώνυμο στη Νομική Επιστήμη ονομάζουμε το έγκλημα εκείνο για το οποίο προβλέπονται ιδιαίτερες ποινές σε σχέση με τα εγκλήματα της γενικής κατηγορίας, όπου αυτό υπάγεται. Ο όρος από το 1929 απέκτησε πολιτική σημασία και σήμανε κάθε κατασταλτικό μέτρο που εφαρμόστηκε έως το 1974 και ποινικοποιούσε την υποστήριξη και διάδοση των κομμουνιστικών ιδεών.

Η επικράτηση των μπολσεβίκων στη Ρωσία και οι διεκδικητικοί αγώνες του εργατικού κινήματος είχαν θορυβήσει τις κυρίαρχες τάξεις της χώρας. Κάθε απεργός ήταν γι' αυτούς κι ένας εν δυνάμει κομμουνιστής. Παράβλεπαν το γεγονός ότι το ΚΚΕ είχε μικρή επιρροή στο λαό, όντας εκτός Βουλής, όταν δεν σπαρασσόταν από εσωκομματικές έριδες. Είχε φροντίσει και το ίδιο το Κόμμα να ρίξει λάδι στη φωτιά με τη θέση του στο «Μακεδονικό» και την υπονόμευση της Μικρασιατικής Εκστρατείας μέσα στους στρατώνες. Πάντως, για πρώτη φορά στην ιστορία της Ελλάδας ένα πολιτικό κόμμα αμφισβητούσε τα θεμέλια της κοινωνικής οργάνωσης.

Μιλώντας σε προεκλογική συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη στις 7 Ιουλίου 1928, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν ξεκάθαρος: «Πάσα απόπειρα διαταράξεως ή βιαίας ανατροπής του αστικού καθεστώτος, του οποίου στερεά θεμέλια είνε η πατρίς, η οικογένεια, η ιδιοκτησία θα εύρη αντιμέτωπον την πυγμήν του Κράτους. Είμεθα αποφασισμένοι να εξοπλίσωμεν το κράτος και τας αρχάς του διά τας αναγκαίας νομοθεσίας, όπως καταστή δυνατή η αποτελεσματική κοινωνική άμυνα κατά των απροκάλυπτων ανατρεπικών ενεργειών των εχθρών του κοινωνικού καθεστώτος».

Ελευθέριος Βενιζέλος
Στις 22 Δεκεμβρίου 1928, τέσσερις μήνες μετά τον εκλογικό του θρίαμβο, ο Βενιζέλος συνεπής στην προεκλογική του υπόσχεση, έφερε στη Βουλή ένα νομοσχέδιο με τον τίτλο «Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». Εμπνευστής του ήταν ο επί των Εσωτερικών υπουργός του Κωνσταντίνος Ζαβιτσάνος, ένας συντηρητικός πολιτικός, με λαμπρή καριέρα αργότερα στη δικτατορία Μεταξά.

Το νομοσχέδιο εισήχθη προς συζήτηση στο Κοινοβούλιο στις 3 Απριλίου 1929. Στην εναρκτήρια ομιλία του, ο Βενιζέλος φανέρωσε τις προθέσεις του: «Το νομοσχέδιον δεν επιδιώκει να διώξη τον κομμουνισμόν ως ιδέαν, αλλά τη Γ' Διεθνή και τας μπολσεβικικάς αρχάς αυτής, αίτινες απέχουν πολύ του ιδεώδους κομμουνισμού. Το νομοσχέδιον επιδιώκει τη δίωξιν των οπαδών της Γ' Διεθνούς. Δε δυνάμεθα να διώξωμεν τον κομμουνισμόν, διότι και ο Χριστός υπήρξε κήρυξ της ιδέας αυτής. Ο Χριστός διεκήρυξε πρώτος τον κομμουνισμόν, αλλά από την υψηλήν ιδεολογίαν του κομμουνισμού μέχρι των ανατρεπτικών ενεργειών των ανθρώπων της Μόσχας, υπάρχει διαφορά».

Ελλείψει κομμουνιστικής εκπροσώπησης της Βουλής, το βάρος της αντίθεσης στο νομοσχέδιο σήκωσε η αριστερή πτέρυγα των Φιλελευθέρων με επικεφαλής τους Αλέξανδρο ΠαπαναστασίουΓεώργιο Παπανδρέου και Γεώργιο Καφαντάρη. Το ΚΚΕ αρκέσθηκε να διοργανώσει κάποιες διαδηλώσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Το αντιπολιτευόμενο «Λαϊκό Κόμμα» θύμισε στον διαφωνούντα Παπαναστασίου ότι ως πρωθυπουργός το 1924 είχε περάσει νόμο στη Βουλή που ποινικοποιούσε την έκφραση γνώμης υπέρ του έκπτωτου βασιλιά.

Ο Παπαναστασίου ως έσχατο όριο υποχώρησης πρότεινε να διώκονται και οι φασίστες με το «ιδιώνυμο», αλλά ο Βενιζέλος απέρριψε την πρότασή του. Το νομοσχέδιο ψηφίστηκε τελικά στις 18 Ιουλίου από τη συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής και από τις 25 Ιουλίου 1929 άρχισε η εφαρμογή του.

Κρατούμενοι στις φυλακές της Αίγινας την περίοδο που ίσχυε το «Ιδιώνυμο»
Στην τελική του διατύπωση το «Ιδιώνυμο» προέβλεπε στο Άρθρο 1 «Όστις επιδιώκει την εφαρμογή ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν τη διά βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού καθεστώτος ή την απόσπασιν μέρους εκ του όλου της Επικρατείας, ή ενεργεί υπέρ της εφαρμογής αυτών προσηλυτισμόν τιμωρείται με φυλάκισιν τουλάχιστον εξι μηνών. Προς τούτοις επιβάλλεται διά της αποφάσεως και εκτοπισμός ενός μηνός μέχρι δύο ετών εις τόπον εν αυτή οριζόμενον Μετά τας αυτάς ποινάς τιμωρείται και όστις επωφελούμενος απεργίας ή λοκ - άουτ, προκαλεί ταραχάς ή συγκρούσεις».

Αν το αδίκημα ετελείτο δια του Τύπου, προβλεπόταν η δυνατότητα απαγόρευσης άσκησης επαγγέλματος στο δημοσιογράφο, το διευθυντή, τον τυπογράφο ή τον εκδότη του εντύπου για 6 μήνες και σε περίπτωση υποτροπής για τρία, το πολύ, έτη. Ιδιαίτερα βαριές ποινές προβλέπονταν για τους παραβάτες που ήταν δημόσιοι υπάλληλοι, αστυνομικοί ή στρατιωτικοί. Η απόλυση ήταν ο κανόνας.

Το τελικό κείμενο του νόμου καθιέρωνε την αποκλειστική αρμοδιότητα των κοινών ποινικών δικαστηρίων για την εκδίκαση των θεσπιζομένων αδικημάτων. Επρόκειτο για σαφή παρέκκλιση από το Σύνταγμα του 1927 (άρθρο 100 παρ. 1), που όριζε ότι μόνα αρμόδια για την εκδίκαση των πολιτικών εγκλημάτων ήταν τα ορκωτά δικαστήρια.

Η ψήφιση του «Ιδιώνυμου» ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό. Την αντίθεσή του εξέφρασε ο νομικός κόσμος της χώρας με αρθρογραφία στα περιοδικά «Θέμις» και «Δικαιοσύνη». Φωνή διαμαρτυρίας ύψωσαν διανοούμενοι, όπως ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, η Γαλάτεια Καζαντζάκη, ο Γεώργιος Νιρβάνας, ο Κωνσταντίνος Άμαντος, ο Δημήτρης Γληνός, ο Αλβέρτος Αϊνστάιν και ο Ανρί Μπαρμπίς.

Στα επτά χρόνια της εφαρμογής του έως το 1936, οπότε αντικαταστάθηκε με σκληρότερο νόμο από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, γύρω στα 16.500 πολίτες συνελήφθησαν. Από αυτούς 3031 καταδικάσθηκαν και εξορίστηκαν στα νησιά Φολέγανδρο, Ανάφη, Αμοργό και Σκύρο. Με δικαστικές αποφάσεις διαλύθηκαν πολλές οργανώσεις και σωματεία, που επηρεάζονταν από το ΚΚΕ.

Στο «Ιδιώνυμο» του Βενιζέλου στηρίχθηκαν πλήθος νομοθετημάτων για το ζήτημα της προστασίας του κοινωνικού συστήματος, από τη Μεταξική δικτατορία (α.ν. 117/1936) ως και τη μετεμφυλιοπολεμική περίοδο (ν. 509/1947). Αυτού του είδους οι νόμοι έπαυσαν να υφίστανται από τη μεταπολίτευση, με την εφαρμογή του Συντάγματος του 1975.



Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/298

Το Πάρτυ στη Βουλιαγμένη

 Συναυλία που άφησε εποχή και συζητιέται μέχρι τις μέρες μας. Τη διοργάνωσε ο Λουκιανός Κηλαηδόνης μια Δευτέρα με πανσέληνο (25 Ιουλίου 1983) στην πλαζ της Βουλιαγμένης...


Συναυλία που άφησε εποχή και συζητιέται μέχρι τις μέρες μας. Τη διοργάνωσε ο Λουκιανός Κηλαηδόνης μια Δευτέρα με πανσέληνο (25 Ιουλίου 1983) στην πλαζ της Βουλιαγμένης. Η παρουσία του κόσμου, που διψούσε για κάτι το διαφορετικό, ξεπέρασε και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις. Κόπηκαν γύρω στα 25.000 εισιτήρια, αλλά μέσα στο χώρο της συναυλίας βρέθηκαν πάνω από 50.000 άνθρωποι. Ο Τύπος τότε την είχε χαρακτηρίσει με αρκετή δόση υπερβολής «Το Γούντστοκ της Ελλάδας».

O Λουκιανός σχεδίαζε και προετοίμαζε το «πάρτυ στη Βουλιαγμένη» πάνω από ένα χρόνο. Οραματίστηκε «μια λαϊκή βραδιά με κάποιο αισθητήριο», μία μουσική γιορτή παρά θιν αλός μέσα στο καυτό αθηναϊκό κατακαλόκαιρο, με κλίμα παρεΐστικο και ατελείωτο κέφι κάτω από το φως του φεγγαριού. Ήταν ο πρώτος που έβγαλε τις συναυλίες από τα γήπεδα (χαρακτηριστικό των πολιτικών συναυλιών της Μεταπολίτευσης) και τις ενέταξε σε φυσικούς χώρους. Μετά έγινε συρμός.

Από τις αρχές του 1983 άρχισε να υλοποιεί την ιδέα του, κλείνοντας την πλαζ του ΕΟΤ στη Βουλιαγμένη, η οποία έπρεπε να μεταμορφωθεί σε συναυλιακό χώρο, πράγμα αρκετά δύσκολο για την εποχή εκείνη. «Πηγαινοερχόμουν έξι μήνες. Μέτρησα τα πάντα. Το μόνο που δεν προέβλεψα ήταν η μεγάλη προσέλευση του κόσμου» είπε σε μια κατοπινή συνέντευξή του.

Αργά το απόγευμα της 25ης Ιουλίου, όλα ήταν έτοιμα στην πλαζ της Βουλιαγμένης. Τα 25.000 εισιτήρια, που κόστιζαν 300 δραχμές έκαστο, είχαν γίνει ανάρπαστα. Στις 7 το βράδυ άνοιξαν οι δύο είσοδοι της πλαζ και κατά χιλιάδες οι Αθηναίοι άρχιζαν να κατακλύζουν την αμμουδιά. Τότε έκαναν την εμφάνισή τους και οι πρώτοι τσαμπατζήδες, που κατέφθασαν κολυμπώντας. Μέχρι να αρχίσει η συναυλία, κάποιοι από τους συγκεντρωμένους βρήκαν την ευκαιρία να πάρουν το μπάνιο τους, ενώ κάποιοι άλλοι επιδόθηκαν στα αθλήματα της παραλίας, ρακέτες και βόλεϋ. Η όλη ατμόσφαιρα είχε κάτι το πανηγυριώτικο.

Ο Λ. Κηλαηδόνης με τη Μ. Ζορμπαλά
Η σκηνή είχε στηθεί πάνω σε μια πλωτή εξέδρα, που βρισκόταν γύρω στα 15 μέτρα μέσα στη θάλασσα. Οι καλλιτέχνες έφθαναν στη σκηνή με μία κατάφωτη φορτηγίδα από τον παρακείμενο Ναυτικό Όμιλο της Βουλιαγμένης. Η βραδιά άνοιξε με τον οικοδεσπότη Λουκιανό Κηλαηδόνη να απευθύνει χαιρετισμό και στη συνέχεια αντήχησαν οι πρώτες νότες. Η πιανίστρια Νέλι Σεμιτέκολο έπαιξε κομμάτια ραγκτάιμ του Σκοτ Τζόπλιν, ενώ η μπιγκ μπαντ του πιανίστα Μανώλη Μικέλη τζαζ της εποχής του σουίνγκ, αγαπημένες μουσικές που διαμόρφωσαν το μουσικό στυλ του Κηλαηδόνη.

Εν τω μεταξύ, μια τεράστια ουρά από αυτοκίνητα είχε σχηματισθεί στην Παραλιακή. Πολλοί έσπευσαν στο χώρο της συναυλίας την τελευταία στιγμή, καθώς το πληροφορήθηκαν από το ραδιόφωνο της ΕΡΤ, που μετέδιδε απευθείας το καλλιτεχνικό γεγονός με παρουσιαστή τον Γιάννη Πετρίδη. Μη έχοντας εισιτήρια άρχισαν να πηδούν από τους φράχτες, σ' ένα από τα μεγαλύτερα «ντου» στην ιστορία των καλοκαιρινών συναυλιών. Οι λίγοι αστυνομικοί και τα 80 άτομα της περιφρούρησης ήταν αδύνατο να τους αναχαιτίσουν. Από την άλλη πλευρά, αρκετοί που είχαν εισιτήριο ταλαιπωρήθηκαν αφάνταστα και έφθασαν στη Βουλιαγμένη με μεγάλη καθυστέρηση.

Καθώς άρχισε να δημιουργείται το αδιαχώρητο στην πλαζ της Βουλιαγμένη, γύρω στις 10:15 μ.μ. εμφανίσθηκε η Μαργαρίτα Ζορμπαλά, η οποία τραγούδησε παλιά τραγούδια της δεκαετίας του '40 και του '50. Ακολούθησε ο «καλοκαιρινός» Βαγγέλης Γερμανός με την Κρουαζιέρα και την Μπανιέρα.

Ο Διονύσης Σαββόπουλος
Στη συνέχεια ήταν η σειρά του Διονύση Σαββόπουλου, ο οποίος ξαφνιασμένος από το μεγάλο πλήθος, είπε από μικροφώνου «Είναι απίστευτο. Είστε όλοι εδώ. Νομίζαμε ότι ήταν πάρτυ - βεγγέρα, αλλά διαπιστώσαμε ότι πρόκειται για υπερπαραγωγή της Φίνος Φιλμ». Η Συννεφούλα ξεσήκωσε τον κόσμο και το κέφι έφθασε στο ζενίθ, όταν ο Νιόνιος ευχήθηκε σε όλους «Να μας έχει ο θεός γερούς, πάντα ν’ ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε».

Μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα κι ενώ τα φώτα είχαν χαμηλώσει και το φεγγάρι είχε ψηλώσει, εμφανίστηκε ένα τρεχαντήρι και μια ψαρόβαρκα με κανταδόρους και τη μαντολινάτα του Φώτη Αλέπωρου. Στη 1 το πρωί έκανε την εμφάνισή του ο οικοδεσπότης με την Αφροδίτη Μάνου και την μπάντα του Three and the Koukos Band. Τραγούδησε τη Βουλιαγμένη, που αποτέλεσε την αφορμή για το πάρτυ, και όλες τις μεγάλες του επιτυχίες. Η βραδιά έκλεισε λίγο μετά τις 2 το πρωί, όταν στη σκηνή ανέβηκε ο Γιώργος Νταλάρας, που μαζί με τον οικοδεσπότη τραγούδησαν τα Θερινά σινεμά. Και το γλέντι συνεχίστηκε μέχρι πρωίας, με γέλια και βουτιές στη θάλασσα.

Την επομένη, ο Τύπος είχε πρωτοσέλιδο το Πάρτυ στη Βουλιαγμένη, αλλά δεν παρέλειψε να επικρίνει τους διοργανωτές για την ταλαιπωρία του κόσμου. «Δεν ξέρω αν το επιχειρήσω άλλη φορά στη Βουλιαγμένη, αλλά μία παρόμοια εκδήλωση θα ήθελα να ξαναγίνει. Δε φταίω εγώ παιδιά αν υπήρξε τέτοια μαζική κινητοποίηση προς τη Βουλιαγμένη. Αυτό που σίγουρα λυπάμαι είναι που ταλαιπωρήθηκαν πολλοί φίλοι. Τώρα που διαπιστώσαμε πως δεν υπάρχουν χώροι για τόσες χιλιάδες κόσμου, την επόμενη φορά θα μαζευτούμε στον κάμπο της Θεσσαλίας!» απολογήθηκε με χιούμορ ο Λουκιανός Κηλαηδόνης.

Σχετικά

  • Μέρος του Πάρτυ της Βουλιαγμένης ηχογραφήθηκε και εκδόθηκε σε δίσκο από τη Lyra.
  • Ολόκληρη η συναυλία, καθώς και η προετοιμασία της, συνολικής διάρκειας άνω των δέκα ωρών, κινηματογραφήθηκε και το μονταρισμένο υλικό διάρκειας περίπου δύο ωρών προβλήθηκε στην κρατική τηλεόραση λίγο καιρό αργότερα.

Οπτικογραφήματα




                               Πηγή

Γρηγόριος Μαρασλής

 Πάμπλουτος ελληνορώσος γαιοκτήμονας, πολιτικός και εθνικός ευεργέτης. Γεννήθηκε στην Οδησσό της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (νυν Ουκρανίας) και χρημάτισε επί 16 χρόνια δήμαρχος Οδησσού.

Γρηγόριος Μαρασλής (1831 – 1907)

Πάμπλουτος ελληνορώσος γαιοκτήμονας, πολιτικός και εθνικός ευεργέτης.

Ο Γρηγόριος Μαρασλής (Γκριγκόρι Γκριγκόριεβιτς Μαραζλί στα ρωσικά) γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου 1831 στην Οδησσό της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (νυν Ουκρανίας) και ήταν γιος του μεγαλεμπόρου Γρηγορίου Μαρασλή (1780-1851), εκ των πρώτων οικιστών της Οδησσού, και της Ζωής Θεοδωρίδη (1793-1869). Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από το Μαράς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (σημερινά Μαράσια Έβρου), εξ ου και το επώνυμο Μαρασλής.

Σπούδασε στο Λύκειο Ρισελιέ της Οδησσού και στη συνέχεια στο Παρίσι. Μετά την επάνοδό του στην Οδησσό διορίστηκε ανώτερος δημόσιος υπάλληλος με τον τίτλο του αυτοκρατορικού μυστικοσυμβούλου και από το 1878 χρημάτισε επί 16 χρόνια δήμαρχος Οδησσού. Ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα και με το πολυποίκιλο έργο του κατέστησε την πόλη μία από τις ομορφότερες της Ευρώπης. Ο ηλεκτροφωτισμός, το τραμ, το δημοτικό μικροβιολογικό εργαστήριο, η δημοτική βιβλιοθήκη, το μουσείο καλών τεχνών, ο βοτανικός κήπος, τα δημοτικά εκπαιδευτήρια, το πτωχοκομείο, το γηροκομείο, τα μηχανικά πλυντήρια, το εστιατόριο των ορφανών παιδιών, το δημοτικό «άσυλο ύπνου» είναι μερικά από τα έργα που πραγματοποίησε κατά τη διάρκεια της δημαρχίας του, συχνά με δικά του έξοδα από την αμύθητη περιουσία του.

Ισόβιος πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας της Οδησσού, την προίκισε με γηροκομείο και με πολλές χρηματικές δωρεές για την κάλυψη των αναγκών της. Με δικές του δαπάνες ίδρυσε εκπαιδευτήρια στην Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα, τη Φιλιππούπολη (σημερινό Πλόβντιβ Βουλγαρίας), στην Κέρκυρα, τη Θεσσαλονίκη και αλλού, συμβάλλοντας πολύ στην πνευματική και εκπαιδευτική ανάπτυξη ιδιαίτερα του υπόδουλου Ελληνισμού.

Με την προ­τροπή τού διευθυντή της Ελληνικής Σχολής Οδησσού, Λύσανδρου Χατζηκώνστα, συστήθηκε στην Αθήνα εκδοτικός οργανισμός «Βιβλιοθήκη Μαρασλή», ο οποίος προέβη στην έκδοση σπουδαίων πρωτοτύπων ή μεταφρασμένων επιστημονικών, φιλολογι­κών και ιστορικών έργων, που συνέβα­λαν σημαντικά στην ώθηση της πνευ­ματικής κίνησης, του στοχασμού και της διδασκαλίας.

Με δική του δωρεά χτίστηκε και εξοπλίστηκε τριώροφο κτίριο για να στεγάσει από το 1905 το Διδασκαλείο Αθηνών και μετέπειτα την Παιδαγωγική Ακαδημία για τη μόρφωση των δασκάλων. Είναι το γνωστό «Μαράσλειο», που βρίσκεται πίσω από το νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και σήμερα στεγάζει τα πειραματικά δημοτικά σχολεία του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθώς και δύο Γυμνάσια.

Το 1903 δώρισε το ποσό των 250.000 χρυσών δραχμών, με σκοπό την ίδρυση στην Αθήνα της «Εμπορικής Ακαδημίας αναλόγου προς τας εν τη αλλοδαπή λειτουργούσας Εμπορικάς Ακαδημίας». Η σχολή (το σημερινό Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, πρώην ΑΣΟΕΕ) επρόκειτο να εγκατασταθεί σε κτίριο που κατασκευάστηκε επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας στην Αθήνα. Όμως, η επελθούσα Μικρασιατική Καταστροφή και συρροή χιλιάδων προσφύγων στην πρωτεύουσα, δημιούργησε την ανάγκη ενός επιπλέον νοσηλευτικού ιδρύματος. Έτσι, στο κτίριο λειτούργησε το Προσφυγικό Νοσοκομείο, το σημερινό «Ιπποκράτειο».

Για την πολυσχιδή δημόσια και κοινωνική του δραστηριότητα, τόσο κατά τη διάρκεια της θητείας του ως δημάρχου (1878-95), όσο και μεταγενέστερα, τιμήθηκε με τις ανώτερες διακρίσεις της Ρωσίας, της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Γαλλίας, της Σερβίας, του Μαυροβουνίου, της Τουρκίας, του Βασιλείου του Σιάμ (σημερινής Ταϊλάνδης) κ.α.

Ο Γρηγόριος Μαρασλής πέθανε την 1η Μαΐου 1907 στην έπαυλή του στην Οδησσό. Ο θρύλος λέει ότι έπαθε καρδιακή ανακοπή, κατά τη διάρκεια ενός γεύματος κι έπεσε με τα μούτρα μέσα σ’ ένα πιάτο με μαύρο χαβιάρι. Μετά το θάνατό του και την εκδήλω­ση της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917 στη Ρωσία, η χήρα του Μαρία κατέ­φυγε στην Αθήνα πάμπτωχη και κατόπιν ενεργειών του καθηγητή της ΑΣΟΕΕ Γεωργίου Χαριτάκη της χορηγήθηκε τιμητική σύνταξη μέχρι το θάνατό της το 1935.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/1668

Μιχάλης Κακογιάννης

 Κύπριος σκηνοθέτης του κινηματογράφου και του θεάτρου, με σπουδαία διεθνή καριέρα. Κορυφαία δημιουργία του η ταινία «Αλέξης Ζορμπάς».

Μιχάλης Κακογιάννης

Ο Κύπριος Μιχάλης Κακογιάννης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες κινηματογραφιστές με διεθνή απήχηση. Είναι γνωστός για τις ταινίες του «Στέλλα» (1955), «Ηλέκτρα» (1962), «Ζορμπάς» (1964). Διακρίθηκε, επίσης, ως σκηνοθέτης του θεάτρου και της όπερας. Άφησε ως παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές το κέντρο πολιτισμού «Μιχάλης Κακογιάννης» στην Αθήνα.

Τα πρώτα βήματα του Μιχάλη Κακογιάννη

Ο Μιχάλης Κακογιάννης γεννήθηκε στις 11 Ιουνίου 1921, στη βρετανοκρατούμενη Λεμεσό, και ήταν γιος του δικηγόρου Παναγιώτη Κακογιάννη, ο οποίος είχε τιμηθεί με τον τίτλο του «σερ» από τον βασιλιά της Μεγάλης Βρετανίας. Το 1938 μετέβη στο Λονδίνο για να σπουδάσει νομικά, με πατρική υπόδειξη. Πήρε το πτυχίο του, αλλά τον κέρδισε η δραματική τέχνη.

Τα πρώτα χρόνια του Β' Παγκόσμιου Πόλεμου, ο νεαρός Κακογιάννης εργαζόταν ως επικεφαλής της Κυπριακής Υπηρεσίας του BBC, εμψυχώνοντας με τις εκπομπές του τους υπόδουλους Έλληνες, ενώ διδασκόταν σκηνοθεσία θεάτρου στο Ολντ Βικ. Το 1946 γνωρίστηκε με τον Νίκο Καζαντζάκη, οποίος ήταν προσκεκλημένος του Βρετανικού Συμβουλίου στο Λονδίνο και μαζί έκαναν μία σειρά εκπομπών για το BBC.

Το 1947 άρχισε να δουλεύει επαγγελματικά ως ηθοποιός και πρωταγωνίστησε στον «Καλιγούλα» του Αλμπέρ Καμί, σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού, που εκείνη την περίοδο ζούσε κι αυτός στο Λονδίνο. Τον Κακογιάννη επέλεξε ο ίδιος ο Καμί για τον επώνυμο ρόλο.

Το δημιουργικό έργο του Μιχάλη Κακογιάννη

Το 1953 εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και άρχισε να γράφει το σενάριο της πρώτης του ταινίας «Κυριακάτικο ξύπνημα» (1954), μιας κωμωδίας με έντονα τα στοιχεία του ιταλικού νεορεαλισμού, που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης γι’ αυτόν τον σκηνοθέτη. Η ταινία, στην οποία πρωταγωνιστούσαν ο Δημήτρης Χορν και η Έλλη Λαμπέτη, συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Κανών, ανοίγοντας στον σκηνοθέτη της τον δρόμο για τη διεθνή καριέρα.

Ακολούθησε, το 1955 η «Στέλλα», από τις καλύτερες ταινίες του Μιχάλη Κακογιάννη, με τη Μελίνα Μερκούρη εξαιρετική στο ρόλο τής πόρνης που θέλει να ζήσει ελεύθερη. Είναι ένας ύμνος στην ανεξαρτησία της γυναίκας, που αγγίζει τα όρια της τραγωδίας, ιδιαίτερα στις τελευταίες σκηνές της ταινίας.

Το νεορεαλιστικό στοιχείο, συνδυασμένο με στοιχεία της αρχαίας τραγωδίας και του μελοδράματος, είναι εμφανές και στις δύο επόμενες ταινίες του, με πρωταγωνίστρια την Έλλη Λαμπέτη. Στο «Κορίτσι με τα μαύρα (1956), η σπουδαία ελληνίδα ηθοποιός υποδύεται μία καταπιεσμένη γυναίκα της ελληνικής επαρχίας, ενώ στο «Τελευταίο Ψέμα» (1958), μία νεαρή κοπέλα που πιέζεται να παντρευτεί έναν πλούσιο αστό για να σώσει την οικογένειά της από την πτώχευση.

Το 1959 θα γυρίσει την ταινία «Ερόικα» (1959), βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη, το σενάριο της οποίας είχε γράψει στα χρόνια του Λονδίνου με προτροπή του Νάνου Βαλαωρίτη. Τον επόμενο χρόνο θα σκηνοθετήσει μία διεθνή παραγωγή στα στούντιο της Τσινετσιτά στη Ρώμη με τίτλο «Το χαμένο κορμί, με πρωταγωνίστρια και πάλι την Έλλη Λαμπέτη, σε σενάριο δικό του και του αμερικανού συγγραφέα Φρεντ Γουέϊκμαν, συζύγου της Λαμπέτη.

Το 1961 μετέφερε στη μεγάλη οθόνη την τραγωδία του Ευριπίδη «Ηλέκτρα», με τη σπουδαία ερμηνεία της Ειρήνης Παπά στον επώνυμο ρόλο. Η ταινία συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ των Κανών και κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής κι ένα τεχνικό βραβείο το 1962.

Ο Μιχάλης Κακογιάννης με τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Άντονι Κουίν
Το 1964 θα έλθει η μεγάλη στιγμή της κινηματογραφικής του καριέρας με την ταινία «Αλέξης Ζορμπάς», βασισμένη στο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη «Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά». Η ταινία, με πρωταγωνιστές τους Άντονι Κουίν και Άλαν Μπέιτς, θα γνωρίσει παγκόσμια επιτυχία, θα τιμηθεί με τρία Βραβεία Όσκαρ (1965) και θα δημιουργήσει τον μύθο του Ζορμπά – με τη συμβολή και της μουσικής του Μίκη Θεοδωράκη – που φτάνει ως τις μέρες μας.

Μετά τον «Ζορμπά», οι περισσότερες πόρτες ήταν ανοιχτές για τον Μιχάλη Κακογιάννη που άρχισε να εργάζεται και από τις δυο πλευρές του Ατλαντικού, στην Αμερική και την Ευρώπη, ανεβάζοντας κλασικό ρεπερτόριο, όπερα, αλλά συχνά και τραγωδίες, ειδικά στη Νέα Υόρκη. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρουσίασε για πρώτη φορά τις «Τρωάδες» στο Φεστιβάλ των Δύο Κόσμων στο Σπολέτο της Ιταλίας για να τις επαναλάβει στη Νέα Υόρκη, αλλά και στο Παρίσι, πριν τις μεταφέρει κινηματογραφικά με την Κάθριν Χέπμπορν στο ρόλο της Εκάβης το 1969. Ενδιάμεσα, το 1966 είχε γυρίσει την ταινία «Τη μέρα που τα ψάρια βγήκαν στη στεριά», που αναφέρεται στην απειλή μιας πυρηνικής καταστροφής, με αφορμή ένα περιστατικό που συνέβη την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της δικτατορίας ο Κακογιάννης ζούσε στο εξωτερικό και ήταν από τους πρώτους που την 21η Απριλίου 1967 έκανε δηλώσεις εναντίον της χούντας στα γαλλικά ραδιόφωνα, αλλά και από εκείνους που συνεργάστηκαν ειδικά με τη Μελίνα Μερκούρη στον αντιχουντικό αγώνα. Το 1973 γυρίζει την τηλεταινία ιστορικοθρησκευτικού περιεχομένου «Η ιστορία του Ιακώβ και του Ιωσήφ», που θα προβληθεί τον επόμενο χρόνο από το αμερικανικό δίκτυο ABC. Ήταν και η μοναδική του δουλειά για την τηλεόραση.

Ο Μιχάλης Κακογιάννης με την Έλλη Λαμπέτη
Μία από τις κορυφαίες στιγμή της καριέρας του ήταν το πολιτικό ντοκιμαντέρ «Αττίλας ’74» (1975), που καταγράφει την κατάσταση στην Κύπρο, μετά το πραξικόπημα κατά του Μακάριου και την τουρκική εισβολή, μέσα από συνεντεύξεις με πολιτικούς, όπως ο Μακάριος και ο Σαμψών, αλλά και απλούς ανθρώπους. Όπως αφηγείτο ο ίδιος, μόλις είχε σκηνοθετήσει «Οιδίποδα Τύραννο» για το Εθνικό Θέατρο της Ιρλανδίας, όταν έμαθε για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.

Το 1977 μετέφερε στη μεγάλη οθόνη την τραγωδία του Ευριπίδη «Ιφιγένεια Εν Αυλίδι» με τίτλο «Ιφιγένεια» και πρωταγωνίστρια τη νεοεμφανιζόμενη Τατιάνα Παπαμόσχου, η οποία κέρδισε το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης. Η φιλμογραφία του Μιχάλη Κακογιάννη περιλαμβάνει ακόμη τρεις ταινίες: «Γλυκιά Πατρίδα» (1986) με θέμα τα βασανιστήρια των στρατιωτικών καθεστώτων της Λατινικής, την κωμωδία «Πάνω, κάτω και πλαγίως» (1993) και τη μεταφορά στη μεγάλη οθόνη του θεατρικού του Τσέχωφ «Ο Βυσσινόκηπος», που αποτελεί και το κύκνειο άσμα του στο χώρο του κινηματογράφου.

Το πολιτιστικό έργο του Μιχάλη Κακογιάννη

Έργο του Μιχάλη Κακογιάννη είναι ο νυχτερινός φωτισμός των μνημείων της Ακροπόλεως, τον οποίο εκείνος πρώτος οραματίστηκε και για την επίτευξη του οποίου ίδρυσε το σύλλογο «Οι Φίλοι της Αθήνας», εξασφαλίζοντας τις υπηρεσίες του διάσημου γάλλου φωτιστή Πιερ Μπιντό και αναλαμβάνοντας τη χρηματοδότηση όλων των απαραίτητων μελετών.

Το 2004 ο Μιχάλης Κακογιάννης συνέστησε το κοινωφελές ίδρυμα με την επωνυμία «Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης» με σκοπό τη μελέτη, υποστήριξη και διάδοση των τεχνών του θεάτρου και του κινηματογράφου, καθώς και την καταγραφή και διαφύλαξη των δημιουργημάτων των τεχνών αυτών. Το φθινόπωρο του 2009 ξεκίνησε η λειτουργία του Πολιτιστικού Κέντρου του Ιδρύματος, που βρίσκεται στην οδό Πειραιώς 206, στον Ταύρο.

Για την προσφορά του και το έργο του τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις στην Ελλάδα, την Κύπρο και το εξωτερικό. Έχει τιμηθεί με τον Ταξιάρχη του Χρυσού Φοίνικα (Ελλάδα), τον Ταξιάρχη των Γραμμάτων και Τεχνών (Γαλλία), τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Μακαρίου του Γ’ (Κύπρος) και το Special Grand Prix of the Americas (Μόντρεαλ). Βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών για την προσφορά του στο έθνος, από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το συνολικό έργο του και αναγορεύθηκε διδάκτωρ Τεχνών στο Columbia College των ΗΠΑ, επίτιμος διδάκτωρ στα Πανεπιστήμια Αθηνών, Κύπρου και Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης. Ανακηρύχτηκε Επίτιμος Δημότης στη Λεμεσό, στο Μονπελιέ (Γαλλία) και στο Ντάλας (Τέξας, Η.Π.Α.).

Για την προσωπική του ζωή ο ίδιος είχε αναφέρει: «Έζησα καλή ζωή, ασχέτως αν ποτέ δεν έκανα οικογένεια. Αγάπησα πλάσματα, που με μεγαλύτερη παραφορά αγάπησαν εμένα, έσπασα συχνά τις ερωτικές συμβάσεις, που η τρέχουσα ηθική επέβαλλε. Αγάπησα πολύ περισσότερο, ωστόσο, τη δουλειά μου».

Ο Μιχάλης Κακογιάννης πέθανε στις 25 Ιουλίου 2011, στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» της Αθήνας, σε ηλικία 90 ετών.



Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/1798

Η ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων — Από την αρχαιότητα στο σήμερα

 Οι Ολυμπιακοί Αγώνες πρωτάρχισαν το 776 π.Χ. στην Ολυμπία. Πέρασαν από διάφορες φάσεις ακμής και παρακμής, έως ότου καταργήθηκαν το 393 μ.Χ. και αναβίωσαν 1503 χρόνια αργότερα.

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες πρωτάρχισαν το 776 π.Χ. στην Ολυμπία της Ήλιδας, με τη συμμετοχή αθλητών απ’ όλο τον ελληνικό κόσμο της αρχαιότητας. Κατά τη διάρκεια των Αγώνων κηρυσσόταν εκεχειρία και οι πολεμικές επιχειρήσεις διακόπτονταν. Κατείχαν τόσο σημαντική θέση στη ζωή των Ελλήνων, ώστε το μεταξύ τους διάστημα, η Ολυμπιάδα, χρησιμοποιήθηκε ως βάση του χρονολογικού συστήματός τους. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες πέρασαν από διάφορες φάσεις ακμής και παρακμής, έως ότου καταργήθηκαν από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Θεοδόσιο τον Μέγα το 393 μ.Χ. ως ειδωλολατρικοί. 1503 χρόνια αργότερα αναβίωσαν, χάρις στις ενέργειες δύο ανθρώπων, του γάλλου βαρώνου Πιερ Ντε Κουμπερτέν (1836-1937) και του έλληνα λόγιου και επιχειρηματία Δημητρίου Βικέλα (1835-1908).

Το αρχαιολογικό ενδιαφέρον των Γάλλων αρχικά και των Γερμανών μετέπειτα για τους θησαυρούς της Αρχαίας Ολυμπίας, σε συνδυασμό με την ανάγκη των λαών για παγκόσμια άμιλλα και ει­ρήνη, αναθέρμαναν τον 19ο αιώνα την ιδέα της αναβίωσης των Ολυμπια­κών Αγώνων. Το 1834 και το 1836, σουηδοί φίλαθλοι, εμπνεόμενοι από την αρχαία Ελλάδα, οργάνωσαν Ολυμπιακούς Αγώνες στην πόλη Χέλσινμποργκ.

Τον Οκτώβριο του 1850 ο βρετανός χειρουργός Γουίλιαμ Μπρουκς διοργάνωσε τους ετήσιους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Γουένλοκ της κομητείας του Σροπσάιρ, με αγωνίσματα δρόμων, αρχαίο πένταθλο, ιππασία, κρίκετ κ.ά. Μεταξύ του Μπρουκς και της Ελλάδας υπήρξε στενός δεσμός, καθώς ο τότε βασιλιάς Γεώργιος Α’ έστειλε στον Μπρουκς ένα ασημένιο έπαθλο κι αυτός με τη σειρά του προσέφερε ειδικό έπαθλο σε έλληνα αθλητή που διακρίθηκε στο δρόμο, κατά την Α’ Ζάππεια Ολυμπιάδα του 1859.

Το 1833 ο ποιητής Παναγιώτης Σούτσος αναφέρεται στους Ολυμπιακούς Αγώνες και δύο χρόνια αργότερα παροτρύνει τις ελληνικές κυβερνήσεις να αναβιώσουν τα αρχαία Ολύμπια. Το 1838 γίνεται η πρώτη προσπάθεια τέλεσης Ολυμπιακών Αγώνων από τον γειτονικό στην Ολυμπία Δήμο Λετρίνων (σημερινός Πύργος Ηλείας) από μία ομάδα φωτισμένων αρχαιολατρών.

Το 1859, ο Ηπειρώτης εθνικός ευεργέτης Ευαγγέλης Ζάππας αναλαμβάνει με δικές του δαπάνες την ανα­βίωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Στις 18 Οκτωβρίου, με την παρουσία της βασιλικής οικογένειας, γίνεται η έναρξη των Α' Ολυμπίων. Ο διε­θνής Τύπος χαιρέτισε την πρωτοβουλία, αλλά οι ελληνικές εφη­μερίδες τη σχολίασαν αρνητικά, λόγω της απειρίας των διοργα­νωτών, αλλά και της απόφασής τους να μην διεξαχθούν οι Αγώ­νες στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Η πλατεία Λουδοβίκου (σημερινή πλατεία Εθνικής Αντίστασης, γνωστότερη ως Πλατεία Κοτζιά) δεν μπόρεσε να καλύψει τις ανάγκες μιας τέτοιας διοργάνωσης. Παρά την αποτυχία των Αγώνων, η προσπάθεια δεν πήγε χαμένη. Διεξήχθησαν ακόμη τρεις Ζάππειες Ολυμπιάδες ή «Ολύμπια» (1870, 1875, 1889), που ενίσχυσαν σημαντικά το αίτημα για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων.

Η ιδέα για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων κέρδιζε ολοένα και περισσότε­ρο έδαφος στην Ευρώπη. Την 25η Νοεμβρίου 1892 ο 29χρονος τότε βαρόνος Πιερ ντε Κουμπερτέν, μιλώντας στη Σορβόννη κατά τη διάρκεια του συ­νεδρίου της Ένωσης Αθλητικών Σωματείων της Γαλλίας, πρότεινε την ανασύσταση του θεσμού, σε διεθνές επίπεδο, αλλά συνάντησε γενική αδιαφορία.

Ο Κουμπερτέν δεν απογοητεύτηκε. Δύο χρόνια αργότερα, τον Ιούνιο του 1894, έθεσε εκ νέου την πρότασή του στο Διεθνές Αθλητικό Συνέδριο, που διοργάνωσε ο ίδιος στη Σορβόννη. Την Ελλάδα εκ­προσώπησε ο λόγιος Δημήτρης Βικέλας, ο οποίος αποδέχτηκε τη σχετική πρόταση του ιδρυτή του Πανελλήνιου Γυ­μναστικού Συλλόγου, Ιωάννη Φωκιανού. Ο Βικέλας, σε συνεργασία με τον Κουμπερτέν, παρουσίασε στο συνέδριο υπόμνημα, με μοναδικό θέμα την αναβίωση των Αγώνων.

Στις 23 Ιουνίου 1894 οι σύνεδροι ψήφισαν ομόφωνα την ανασύσταση του αρχαίου θεσμού, εκφράζοντας την ευχή για τον εορτασμό στην Αθήνα των πρώτων Διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων το 1896. Ο Βικέλας ορίστηκε πρόεδρος της νεοσυσταθείσας Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής και ο Κουμπερτέν γραμματέας της.



Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/545

Κοίμηση της Αγίας Άννας Μητέρας της Υπεραγίας Θεοτόκου


Μήτηρ τελευτᾷ Μητροπαρθένου Κόρης,
Ἡ τῶν κυουσῶν μητέρων σωτηρία.
Πέμπτῃ ἐξεβίωσε μογοστόκος εἰκάδι Ἄννα.


Λειτουργικά κείμενα


Οπτικοακουστικό Υλικό

                                          Πηγή


ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ