Το ψηφιδωτό της Θεοτόκου (Βρεφοκρατούσας) στην Αγιά Σοφιά, στην Κωνσταντινούπολη.

Διά τὴν Πόλῐν

Διά τὴν Πόλῐν πολεμήσομεν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς

Η Ελλάς Ευγνωμονούσα, Θεόδωρος Βρυζάκης (1858)
Κι ὅμως δὲν πίστεψα
Ὅρους ἀντέστρεψα
Εἶμαι ὁ Ἕλληνας ποὺ πολεμᾶ
Εἶπαν πὼς χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Ἔμεινα μόνος μου κι ὅμως ἐπέζησα
Ἔζησα στὴ φωτιά

Αλέξανδρος (Άλεξ) Παναγή, Στὴ φωτιά (Eurovision 1995)

Τρίτη 20 Αυγούστου 2024

Νικόλαος Κασομούλης: Ο ιστορικός της Ελληνικής Επανάστασης

 Σημαντικός μακεδόνας αγωνιστής του ’21 και ιστορικός, που κατέγραψε την πολιορκία και την Έξοδο του Μεσολογγίου, καθώς και τους αγώνες και τον θάνατο του Καραϊσκάκη.

Νικόλαος Κασομούλης (1795 – 1872)

Μακεδόνας αγωνιστής του '21 και ιστορικός της Ελληνικής Επανάστασης.

Ο Νικόλαος Κασομούλης γεννήθηκε στη Σιάτιστα της Κοζάνης το 1795. Ήταν γιος του εμπόρου και προεστού της περιοχής Κώστα Κασομούλη, ο οποίος σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Νάουσας από τους Τούρκους τον Απρίλιο του 1822. Σε νεαρή ηλικία εγκαταστάθηκε στις Σέρρες για να επεκτείνει την οικογενειακή επιχείρηση. Εκεί μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, μαζί με τα μεγαλύτερα αδέλφια του Γεώργιο, Δημήτριο και Ιωάννη.

Με το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821, ο Νικόλαος Κασομούλης συμμετείχε στις επιχειρήσεις στον Όλυμπο και τη Χαλκιδική. Μετά την αποτυχία της Επανάστασης στη Μακεδονία, κατέβηκε και πολέμησε στη Ρούμελη και την Πελοπόννησο. Το 1826 βρέθηκε κλεισμένος στο Μεσολόγγι κατά τη μεγάλη πολιορκία. Έλαβε μέρος στην έξοδο και σώθηκε, όχι όμως και ο αδελφός του Δημήτριος. Στη συνέχεια, πολέμησε κοντά στον Καραϊσκάκη στην Αττική.

Με τη δημιουργία του ελληνικού κράτους κατέλαβε διάφορα στρατιωτικά αξιώματα, τόσο επί Καποδίστρια, όσο και επί Όθωνα. Συμμετείχε στην καταστολή των εξεγέρσεων του 1836 στην Αιτωλοακαρνανία, κατά τη διάρκεια των οποίων σκοτώθηκε ο αδερφός του Γεώργιος, που υπηρετούσε ως ανθυπολοχαγός. Για τις υπηρεσίες του αυτές εντάχθηκε στη Βασιλική Φάλαγγα (στρατιωτικό σώμα που ίδρυσε ο Όθωνας από αγωνιστές του '21) και εξελίχθηκε μέχρι τον βαθμό του Συνταγματάρχη.

Ο Κασομούλης, εκτός από τους αγώνες του κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του '21, κατέλειπε και ιστορικό έργο. Τα χειρόγραφα απομνημονεύματά του με τον τίτλο «Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων 1821-1833», εκδόθηκαν το 1939 σε τρεις τόμους από τον ιστοριοδίφη και συγγραφέα Γιάννη Βλαχογιάννη (1867-1945).

Το έργο αυτό είναι πολύτιμο, γιατί εκτός από τις διάφορες ιστορικές πληροφορίες που μας δίνει, μας περιγράφει πιστά και τα της πολιορκίας και της Εξόδου του Μεσολογγίου, καθώς και τους αγώνες και τον θάνατο του Καραϊσκάκη. Στο Ημερολόγιό του αναφέρεται διεξοδικά στην καταστολή των εξεγέρσεων του 1836.

Σε μεγάλη ηλικία, ο Νικόλαος Κασομούλης εγκαταστάθηκε στη Στυλίδα, όπου πέθανε στις 20 Αυγούστου του 1872.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/683

Νικόλαος Κορφιωτάκης

Λάκων αγωνιστής του ‘21 και πολιτικός, που προσέφερε σημαντικές υπηρεσίες στο ελληνικό κράτος. Η δολοφονία του για πολιτικούς λόγους το καλοκαίρι του 1850 συντάραξε την τότε μικρή αθηναϊκή κοινωνία.

Επιστολή του Ν. Κορφιωτάκη προς τον Ι. Κωλέττη, σχετικά με τη συνεδρίαση της Βουλής για το καταστατικό του νομοσχεδίου της Ιεράς Συνόδου.

Λάκων αγωνιστής του ‘21 και πολιτικός, που προσέφερε σημαντικές υπηρεσίες στο ελληνικό κράτος. Η δολοφονία του για πολιτικούς λόγους το καλοκαίρι του 1850 συντάραξε την τότε μικρή αθηναϊκή κοινωνία.

Ο Νικόλαος Κορφιωτάκης γεννήθηκε το 1792 στο Μυστρά και σπούδασε σε σχολεία της Τρίπολης, της Βυτίνας και της Δημητσάνας. Ήταν εγγονός του εμπόρου και μέλους της Φιλικής Εταιρείας Νικολάου Κορφιωτάκη από την Καλαμάτα. Το πατρικό επώνυμό του ήταν Καίσαρης, αλλά επικράτησε το Κορφιωτάκης, λόγω της καταγωγής της οικογένειας από την Κέρκυρα (Κορφούς).

Κατά την περίοδο του Αγώνα, ο Νικόλαος Κορφιωτάκης έλαβε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις. Μετά την απελευθέρωση διετέλεσε ταμίας και ελεγκτής στο Υπουργείο Οικονομικών. Φιλελεύθερος από χαρακτήρα, ήταν αντίθετος τόσο με την Αντιβασιλεία, όσο και με την απόλυτη μοναρχία του Όθωνα. Μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 άρχισε να πολιτεύεται. Εκλέχθηκε πληρεξούσιος Μυστρά στην Α' Εθνοσυνέλευση (3 Νοεμβρίου 1843 - 18 Μαρτίου 1844) και συμμετείχε στην επιτροπή σύνταξης του Συντάγματος του 1844. Τα επόμενα χρόνια εκλέχθηκε βουλευτής Μυστρά, το 1844 και το 1847.

Οπαδός του Γαλλικού Κόμματος και του Ιωάννη Κωλέττη, διετέλεσε υπουργός Οικονομικών (5 Απριλίου 1847 - 8 Μαρτίου 1848) στις διαδοχικές κυβερνήσεις του Ιωάννη Κωλέττη και του Κίτσου Τζαβέλα. Στις 4 Αυγούστου 1850 ορκίστηκε Υπουργός Παιδείας και Εκκλησιαστικών στην κυβέρνηση του Αντωνίου Κριεζή και στις 11 Αυγούστου υπέγραψε τον Συνοδικό Τόμο, δια του οποίου αναγνωριζόταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το αυτοκέφαλο της Ελληνικής Εκκλησίας.

Ο Νικόλαος Κορφιωτάκης δολοφονήθηκε στις 20 Αυγούστου 1850, έξω από την οικία του στην οδό Ερμού (στο ύψος της Καπνικαρέας), καθώς επέστρεφε από εξόρμηση αναψυχής στα Πατήσια. Δράστης ήταν ο 21χρονος σεσημασμένος κακοποιός Θωμάς Ζυγούρης, ο οποίος φαίνεται ότι εκτέλεσε «συμβόλαιο θανάτου» των Μαυρομιχαλαίων, με τους οποίους ο Κορφιωτάκης είχε διαφορές, όπως προέκυψε από την ανάκριση, αλλά και δημοσιεύματα της εποχής. Ο Ζυγούρης καταδικάστηκε σε θάνατο από το Ορκωτό Κακουργιοδικείο Αθηνών (6 Ιουλίου 1852) και εκτελέστηκε με λαιμητόμο στις 13 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους στο Θησείο, παρουσία πλήθους κόσμου.

Ο Νικόλαος Κορφιωτάκης διακρινόταν για τη ρητορική του δεινότητα και μόρφωση. Αγωνίσθηκε σθεναρά κατά τη διάρκεια του σύντομου πολιτικού βίου για την επιβολή των νόμων, που έπληξε τα συμφέροντα παλαιών οικογενειών και τελικά του στοίχισε τη ζωή. Την πολιτική διαδρομή του συνέχισαν ο γιος του, Γρηγόριος Κορφιωτάκης (1810-1883), που εκλεγόταν βουλευτής Μεσσηνίας από το 1844 έως το 1874 και αδελφός του, Αναστάσιος Κορφιωτάκης, που εκλεγόταν βουλευτής Λακεδαίμονος μέχρι το 1879.



Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/1431

Νικόλας Άσιμος: Ένας ασυμβίβαστος «μπαγάσας»

 Αντισυμβατικός έλληνας τραγουδοποιός, που κινήθηκε από το ροκ μέχρι το λαϊκό και τα τραγούδια του θεωρήθηκαν συχνά προκλητικά.

Νικόλας Άσιμος (1949 – 1988)

Ο τραγουδοποιός Νικόλας Άσιμος γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου του 1949 στη Θεσσαλονίκη. Το πραγματικό του όνομα ήταν Νικόλαος Ασημόπουλος. Οι γονείς του ήταν από την Κοζάνη, όπου ο Νικόλας έζησε τα παιδικά του χρόνια και τελείωσε το σχολείο. Ως έφηβος, ασχολήθηκε με τον αθλητισμό. Διακρίθηκε στο άλμα εις ύψος, καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση στους μαθητικούς αγώνες σχολείων της Μακεδονίας το 1965, καθώς και στο ποδόσφαιρο. Μάλιστα, του έγινε επίσημη πρόταση από την ομάδα της Κοζάνης, αλλά τελικά η συμφωνία ναυάγησε.

Στα δεκαοχτώ του έφυγε για τη Θεσσαλονίκη, για να σπουδάσει στο Νεοελληνικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής. Αρχικός στόχος του ήταν να περάσει στο τμήμα δημοσιογραφίας, την οποία άσκησε ερασιτεχνικά παράλληλα με τις σπουδές του. Σε κάποιο άρθρο του σε εφημερίδα της Θεσσαλονίκης χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το ψευδώνυμο Άσιμος κι έκτοτε το καθιέρωσε. Παράλληλα, ασχολήθηκε και με το θέατρο. Έφτιαξε ένα φοιτητικό θεατρικό εργαστήρι, παίζοντας Αριστοφάνη, Μένανδρο, Μολιέρο.

Τότε αγόρασε και την πρώτη του κιθάρα. Σχεδόν από την Α' Γυμνασίου έγραφε στιχάκια και ποιήματα, αλλά ποτέ δεν είχε εκδηλώσει καμία έφεση προς τη μουσική. Αυτοδίδακτος μουσικός, άρχισε εμφανίσεις σε μικρές μπουάτ. Ανυπότακτος, αγνόησε όλες τις προειδοποιήσεις της λογοκρισίας για τα τραγούδια του και τα λεγόμενά του. Συνελήφθη και κρατήθηκε στην Ασφάλεια. Όταν τον άφησαν, η ταυτότητά του είχε χαθεί. Δεν έβγαλε άλλη, παρά μόνο 18 χρόνια αργότερα, οπότε κατάφερε να του εκδώσουν μία ταυτότητα στο όνομα Άσιμος, με τη «διευκρίνιση» στο σημείο του θρησκεύματος: Άνευ θρησκεύματος.

Το 1973, και χωρίς πτυχίο, κατέβηκε στην Αθήνα. Εμφανίστηκε σε αρκετές μπουάτ στην Πλάκα, σε συνεργασία με τραγουδιστές, ηθοποιούς και συνθέτες, παρουσιάζοντας ένα πρόγραμμα με μουσική, κείμενα, σκετς και ντοκουμέντα κόντρα στο κατεστημένο: «5η εποχή», «11η εντολή», «Χνάρι», «Μουσικό Θέατρο Φτώχειας», «Σούσουρο». Ανάμεσα στους τότε συνεργάτες του, πολλά και γνωστά ονόματα: Γκαϊφύλιας, Τραντάλης, Πανυπέρης, Φινίκης, Μουζακίτης, Σπυρόπουλος κ.α.

Το 1975 κυκλοφόρησε τα πρώτα του τραγούδια σ' ένα δισκάκι 45 στροφών (Ρωμιός- Μηχανισμός). Παράλληλα άρχισε την έκδοση «παράνομων» κασετών, που ηχογραφούσε και διακινούσε μόνος του στα Προπύλαια, στο Πολυτεχνείο, στα Εξάρχεια, στο Μοναστηράκι, στο Λυκαβηττό. Δημιούργησε την «Exarchia Square Band» και συμμετείχε σε συναυλίες, κοινωνικοπολιτικές εκδηλώσεις, μουσικοθεατρικά σχήματα, θέατρο του δρόμου, διάφορα δρώμενα. Κατά καιρούς, συνεργάστηκε με πολλά σχήματα και καλλιτέχνες.

Το 1977 φυλακίστηκε για δύο μήνες, μαζί με άλλους πέντε εκδότες - συγγραφείς, με επίσημη κατηγορία: «εξέχουσες προσωπικότητες που επηρεάζουν αρνητικά το κοινωνικό σύνολο». Το 1981 έγραψε το βιβλίο «Αναζητώντας Κροκανθρώπους» και το 1982 κυκλοφόρησε τον πρώτο του μεγάλο δίσκο, με τίτλο «Ξαναπές το», σε τέσσερα τραγούδια του οποίου συμμετείχαν ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και η Χαρούλα Αλεξίου.

Περίπου ένα χρόνο αργότερα άνοιξε ένα μαγαζάκι στα Εξάρχεια, στην οδό Καλλιδρομίου. Ήταν ο «Χώρος Προετοιμασίας» όπως το ονόμασε, αλλά και διαμονής, αφού αυτό ήταν και το σπίτι του. Εκεί έγραφε, συνέθετε τα τραγούδια του, πουλούσε βιβλία, παιχνίδια για παιδιά, πρόχειρα κοσμήματα κατασκευής γνωστών του, κασέτες δικές του κυρίως, φωτιστικά, πήλινα, κάρτες παλιές και πολλά άλλα.

Το 1987 οδηγήθηκε βιαίως σε ψυχοθεραπευτική κλινική και λίγο αργότερα στις φυλακές Κορυδαλλού, με την κατηγορία του βιασμού. Αποφυλακίστηκε με χρηματική εγγύηση, αλλά δεν κατάφερε να ξεπεράσει τη μεγάλη του πίκρα γι' αυτή την αβάσιμη κατηγορία, που δεν τεκμηριώθηκε ποτέ. Η εκκρεμούσα δίκη, μαζί με τ' άλλα προβλήματα που ήταν πολλά, συσσωρεύτηκαν μέσα του... Μετά από δύο ανεπιτυχείς απόπειρες αυτοκτονίας, στις 17 Μαρτίου του 1988 βρέθηκε κρεμασμένος στο σπίτι του.

Μετά θάνατον, κυκλοφόρησαν δύο ακόμη δίσκοι του: «Το φανάρι του Διογένη» με τη συμμετοχή της Σωτηρίας Λεονάρδου και το «Γιουσουρούμ - Στο φαλιμέντο του κόσμου», με τη συμμετοχή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/102

Η Σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία

 Στις 20 Αυγούστου 1968 στρατιωτικές δυνάμεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας εισέβαλαν στην Τσεχοσλοβακία για να καταστείλουν τη λεγόμενη «Άνοιξη της Πράγας»...


Στις 20 Αυγούστου 1968 στρατιωτικές δυνάμεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας εισέβαλαν στην Τσεχοσλοβακία για να καταστείλουν τη λεγόμενη «Άνοιξη της Πράγας», το φιλόδοξο πρόγραμμα φιλελευθεροποίησης και εκδημοκρατισμού του κομουνιστικού καθεστώτος της χώρας, που έφερε την υπογραφή του γενικού γραμματέα του Κ.Κ. Τσεχοσλοβακίας, Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ.

Ο Ντούμπτσεκ ανήλθε στην ηγεσία του κόμματος στις 5 Ιανουαρίου 1968, διαδεχόμενος τον σκληροπυρηνικό Αντονίν Νόβοτνι. Στις 5 Απριλίου παρουσίασε ένα πρόγραμμα δράσης με πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, που τις συνόψισε με τη φράση «Σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο» και οι οποίες εγκρίθηκαν από την Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος.

Η απήχησή τους στην κοινή γνώμη της χώρας ήταν χωρίς προηγούμενο και ασφαλώς απρόβλεπτη. Μαζί με την επαναφορά της ελευθερίας του Τύπου, υπήρξε μία αναβίωση του ενδιαφέροντος για εναλλακτικές μορφές πολιτικής οργάνωσης, στο πλαίσιο του κομουνιστικού συστήματος της χώρας. Αντίθετα, η Σοβιετική Ένωση υπό την ηγεσία του Λεονίντ Μπρέζνιεφ και οι «δορυφόροι» της στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας θεώρησαν το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα Ντούμπτσεκ «αντεπαναστατικό» κι έψαχναν τρόπους να το ακυρώσουν.

Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ
Στις 15 Ιουλίου τα μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας απέστειλαν στον Ντούμπτσεκ επιστολή, στην οποία του επισήμαναν ότι η χώρα του βρισκόταν στα πρόθυρα της αντεπανάστασης και θεωρούσαν καθήκον τους να την προστατεύσουν («Δόγμα Μπρέζνιεφ»). Ο Ντούμπτσεκ κατάλαβε ότι μία στρατιωτική επέμβαση στη χώρα του από τις «αδελφές» χώρες ήταν προ των πυλών, αλλά πίστευε ότι με τον διάλογο μπορούσε να την αποτρέψει.

Το βράδυ, όμως, της 20ης Αυγούστου 1968, στρατεύματα του Συμφώνου της Βαρσοβίας, από τη Σοβιετική Ένωση, την Ανατολική Γερμανία, την Πολωνία, την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία (γύρω στις 500.000), εισέβαλαν στην Τσεχοσλοβακία και την κατέλαβαν. Οι Τσεχοσλοβάκοι αιφνιδιάστηκαν και παραδόθηκαν χωρίς αντίσταση. Μόνο όταν οι εισβολείς επιχείρησαν να καταλάβουν το σταθμό ραδιοτηλεόρασης στην Πράγα συνάντησαν ζωηρή αντίσταση, που τελικά έκαμψαν, αφήνοντας πίσω τους 30 νεκρούς και 300 τραυματίες. Ο πληθυσμός συνέχισε να αντιδρά στην εισβολή με παθητική αντίσταση και αυτοσχέδιες ενέργειες, όπως την αφαίρεση των οδικών πινακίδων, ώστε οι εισβολείς να χάνουν το δρόμο τους.

Οι σοβιετικές αρχές συνέλαβαν τον Ντούμπτσεκ και αρκετούς άλλους ηγέτες και τους μετέφεραν στη Μόσχα. Απέτυχαν, όμως, να βρουν άλλη ηγεσία για το κόμμα και το κράτος που να είναι αποδεκτή από τον λαό. Στις 22 Αυγούστου έγινε το προγραμματισμένο 14ο Συνέδριο του Κ.Κ. Τσεχοσλοβακίας, το οποίο επανέλαβε την υποστήριξή του προς τον Ντούμπτσεκ και το μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα.

Λεονίντ Μπρέζνιεφ
Στις 23 Αυγούστου μετέβη στη Μόσχα ο πρόεδρος της χώρας, Λούντβικ Σβόμποντα, για να διαπραγματευθεί μία λύση. Οι διαπραγματεύσεις ολοκληρώθηκαν στις 26 Αυγούστου και ο Σβόμποντα επέστρεψε στην Πράγα έχοντας μαζί του τον Ντούμπτσεκ και τους άλλους κομμουνιστές ηγέτες, για να ανακοινώσει στους Τσέχους και στους Σλοβάκους το τίμημα που θα έπρεπε να πληρώσουν για τον σοσιαλισμό τους με το ανθρώπινο πρόσωπο: τα σοβιετικά στρατεύματα θα παρέμεναν στη χώρα και οι ηγέτες της Τσεχοσλοβακίας είχαν συμφωνήσει να αποσύρουν μεγάλο μέρος του μεταρρυθμιστικού τους προγράμματος.

Η παρουσία των σοβιετικών στρατευμάτων βοήθησε τους σκληροπυρηνικούς να νικήσουν τελικά τον Ντούμπτσεκ και τους μεταρρυθμιστές. Πρώτ’ από όλα κηρύχθηκε άκυρο το 14ο συνέδριο του κόμματος, κατ’ απαίτηση του Πρωτοκόλλου της Μόσχας που συμφωνήθηκε στις 26 Αυγούστου. Με αυτόν τον τρόπο, διατηρήθηκαν στην εξουσία οι σκληροπυρηνικοί, οι οποίοι τελικά νίκησαν, χρησιμοποιώντας τις πιέσεις των Σοβιετικών και τις διαφωνίες ανάμεσα στους μεταρρυθμιστές.

Στις 16 Ιανουαρίου 1969 ο φοιτητής Γιαν Πάλατς αυτοπυρπολήθηκε στην κεντρική πλατεία της Πράγας, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το καθεστώς ανελευθερίας, που άρχισε να επικρατεί και πάλι στη χώρα. Τουλάχιστον επτά νέοι ακολούθησαν το παράδειγμά του, αλλά η θυσία τους έμεινε σχεδόν άγνωστη, καθώς η λογοκρισία λειτούργησε πιο αποτελεσματικά σε σχέση με τον Πάλατς, που έγινε το σύμβολο της αντίστασης των Τσεχοσλοβάκων κατά των Σοβιετικών. Στις 17 Απριλίου 1969 ο Ντούμπτσεκ απηλλάγη από τα καθήκοντά του και νέος ηγέτης του κόμματος ανέλαβε ο παλαιολιθικός Γκούσταβ Χούζακ. Το κομμουνιστικό καθεστώς άντεξε ακόμη είκοσι χρόνια στην Τσεχοσλοβακία, οπότε κατέρρευσε με τη λεγόμενη «Βελούδινη Επάνασταση» του 1989.

Σοσιαλισμός ναι, Κατοχή όχι!, αφίσα που κυκλοφόρησε στην Πράγα μετά την εισβολή των δυνάμεων του Συμφώνου της Βαρσοβίας.
Η Σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία καταδικάστηκε από τη Δύση, αλλά μόνο σε λεκτικό επίπεδο. Οι ΗΠΑ ήταν απασχολημένες με τον πόλεμο στο Βιετνάμ και θεώρησαν την εισβολή ως εσωτερική υπόθεση του αντίπαλου στρατοπέδου. Οι ηγέτες της Ρουμανίας και της Γιουγκοσλαβίας, Νικολάε Τσαουσέσκου και Τίτο, που βρίσκονταν σε διάσταση με τη Μόσχα, τάχθηκαν στο πλευρό του Ντούμπτσεκ, ενώ ο αλβανός ηγέτης Εμβέρ Χότζα, για διαφορετικούς λόγους, κατήγγειλε τη σοβιετική εισβολή και απέσυρε τη χώρα από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, σπρώχνοντάς την στην αγκαλιά της Κίνας.

Μεγάλος ήταν ο αντίκτυπος που προκλήθηκε στα Κομμουνιστικά Κόμματα της Δύσης. Τα Κ.Κ. Ιταλίας και Γαλλίας καταδίκασαν την επέμβαση και δρομολόγησαν πολιτικές που οδήγησαν τα επόμενα χρόνια στον λεγόμενο «Ευρωκομουνισμό» και την οριστική απεξάρτησή τους από την ιδεολογική επιλογή της Μόσχας. Στην Ελλάδα, το ΚΚΕ, που βρισκόταν στην παρανομία από το 1947, βρισκόταν υπό διάσπαση ήδη από τον Φεβρουάριο του 1968 και υπό την επήρεια της «Άνοιξης της Πράγας». Είχε χωριστεί σε ΚΚΕ (εξωτερικού το έλεγαν κάποιοι) και σε ΚΚΕ (εσωτερικού), που αποτέλεσε τον προπάτορα του ΣΥΡΙΖΑ.

Συνειδησιακά και ιδεολογικά προβλήματα δημιουργήθηκαν σε χιλιάδες κομμουνιστές σ’ όλο τον κόσμο, που είχαν βιώσει και την εμπειρία της σοβιετικής επέμβασης στην Ουγγαρία το 1956. Ο λεγόμενος «υπαρκτός σοσιαλισμός» δυσφημίστηκε ανεπανόρθωτα και άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την εξαφάνισή του από το προσκήνιο της ιστορίας.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/968

Προφήτης Σαμουήλ


Μύσας τελευτῇ καὶ Σαμουὴλ ὁ βλέπων,
Τὸ ζῶν ἀεὶ φῶς καὶ τελευτήσας βλέπει.
Βῆ δ' ὁρόων μέλλοντα Σαμουὴλ εἰκάδι ἔνθεν.


Λειτουργικά κείμενα


Οπτικοακουστικό Υλικό

                                        Πηγή


ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ