Το ψηφιδωτό της Θεοτόκου (Βρεφοκρατούσας) στην Αγιά Σοφιά, στην Κωνσταντινούπολη.

Διά τὴν Πόλῐν

Διά τὴν Πόλῐν πολεμήσομεν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς

Η Ελλάς Ευγνωμονούσα, Θεόδωρος Βρυζάκης (1858)
Κι ὅμως δὲν πίστεψα
Ὅρους ἀντέστρεψα
Εἶμαι ὁ Ἕλληνας ποὺ πολεμᾶ
Εἶπαν πὼς χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Ἔμεινα μόνος μου κι ὅμως ἐπέζησα
Ἔζησα στὴ φωτιά

Αλέξανδρος (Άλεξ) Παναγή, Στὴ φωτιά (Eurovision 1995)

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2024

Αλήθειες…

Έλληνες…


ΤΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΣ ΚΙ ΕΣΥ; Το τσάκωσε η κάμερα στο ντιμπέιτ - Τι ήταν αυτό



Παναγιώτης Κανελλόπουλος

Παναγιώτης Κανελλόπουλος (1902 – 1986)

Πνευματική και πολιτική προσωπικότητα, που σημάδεψε τον 20ο αιώνα στη χώρα μας. Διατέλεσε πρωθυπουργός για σύντομο χρονικό διάστημα (συνολικά σαράντα ημέρες σε δύο περιόδους), ενώ κορυφαία πνευματική του κατάθεση θεωρείται η πολύτομη, αλλά ημιτελής «Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος».

Γεννήθηκε στην Πάτρα στις 13 Δεκεμβρίου 1902 και ήταν γιος του φαρμακοποιού Κανέλλου Κανελλόπουλου και της Αμαλίας Γούναρη, αδελφής του πρωθυπουργού Δημήτριου Γούναρη. Από μικρό παιδί έδειξε τις πνευματικές του ανησυχίες. Σε ηλικία 12 ετών γοητεύτηκε από τη φιλοσοφία και σε ηλικία 14 ετών διάβαζε Νίτσε από το πρωτότυπο και μετέφραζε έργα γάλλων ποιητών. Τα μαθήματα του σχολείου ελάχιστα συγκινούσαν τον νεαρό Αχαιό, που με δυσκολία περνούσε τις τάξεις.

Το 1919 εγγράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Παρακολουθεί μαθήματα για ένα χρόνο και συνεχίζει τις σπουδές του στο ονομαστό Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης στη Γερμανία. Παράλληλα με τα νομικά, παρακολουθεί μαθήματα κοινωνιολογίας και φιλοσοφίας και το 1923 ανακηρύσσεται διδάκτορας.

Επιστρέφει στην Ελλάδα και το 1925 γίνεται μέλος της «Εταιρείας Κοινωνικών Επιστημών» με πρόταση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, ενώ την ίδια χρονιά δημοσιεύει την πρώτη του κοινωνιολογική μελέτη. Το 1926 εισέρχεται στην πολιτική. Διορίζεται γενικός γραμματέας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας στην κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη. Τον Αύγουστο του 1927 παραιτείται και δύο χρόνια αργότερα εκλέγεται υφηγητής της Κοινωνιολογίας στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Το 1932 αναλαμβάνει γενικός γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας, αλλά παραιτείται για να διεκδικήσει την έδρα της Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εκλέγεται το 1934 και γίνεται ο πρώτος καθηγητής Κοινωνιολογίας του Ιδρύματος. Την ίδια χρονιά αναλαμβάνει πρόεδρος του νεοσύστατου ΙΚΑ και υπό την εποπτεία του συντάσσονται οι πρώτοι κανονισμοί των συντάξεων και του κλάδου ασφαλίσεων.

Το 1935 δημοσιεύει μια σειρά άρθρων στην «Ακρόπολη» κατά της βασιλείας, γεγονός που θα του στοιχίσει την έδρα του στο Πανεπιστήμιο και τη θέση του στο ΙΚΑ. Οι απολύσεις δεν τον πτοούν και τον ίδιο χρόνο νυμφεύεται τη Θεανώ (Νίτσα) Πουλικάκου. Στις εκλογές του 1936 συγκροτεί πολιτικό σχηματισμό με την ονομασία «Εθνικόν Ενωτικόν Κόμμα» και διακηρυγμένο στόχο την υπέρβαση του Διχασμού μεταξύ Βενιζελικών και Αντιβενιζελικών. Δεν θα εκλεγεί ούτε βουλευτής.

Κατά τη διάρκεια της Μεταξικής δικτατορίας συλλαμβάνεται και εξορίζεται στην Κύθνο, τη Θάσο και την Κάρυστο. Στις 28 Οκτωβρίου 1940 τηλεγραφεί στον Ιωάννη Μεταξά και του ζητά να πολεμήσει ως εθελοντής στρατιώτης στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Υπηρετεί στη 19η Μεραρχία και φθάνει ως το Πόγραδετς.

Στην Κατοχή συνέβαλε στην ίδρυση της αντιστασιακή οργάνωσης ΠΕΑΝ και τον Δεκέμβριο του 1941 εκδίδει τον πρώτο τόμο της «Ιστορίας του Ευρωπαϊκού Πνεύματος», που θα αποτελέσει το έργο της ζωής του. Καταζητούμενος από τους Γερμανούς θα διαφύγει με καΐκι από τη Ραφήνα (31 Μαρτίου 1942) και διαμέσου Τουρκίας θα βρεθεί στο Κάιρο. Από το σημείο αυτό ξεκινά η έντονη πολιτική δράση του.

Γ. Παπανδρέου - Π. Κανελλόπουλος
Στις 2 Μαΐου 1942 αναλαμβάνει αντιπρόεδρος στην εξόριστη κυβέρνηση του Εμμανουήλ Τσουδερού. Παραιτείται το Μάρτιο του 1943, έπειτα από την πρώτη ανταρσία στις ελληνικές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής. Το 1944 συμμετέχει στο ενωτικό συνέδριο του Λιβάνου (17 - 20 Μαΐου) και τον Ιούνιο αναλαμβάνει υπουργός Ανασυγκροτήσεως και προσωρινά Οικονομικών στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεώργιου Παπανδρέου.

Στις 27 Σεπτεμβρίου επιστρέφει στην Ελλάδα ως αντιπρόσωπος της κυβέρνησης και μεταβαίνει στην Πελοπόννησο για να εξομαλύνει την κατάσταση που ήταν έκρυθμη με τις συγκρούσεις ΕΛΑΣ και Ταγμάτων Ασφαλείας, μετά τα γεγονότα της Πηγάδας του Μελιγαλά (12 Σεπτεμβρίου). Στις 24 Οκτωβρίου ορκίζεται Υπουργός Ναυτικών και προσωρινά Παιδείας στην κυβέρνηση Παπανδρέου, ενώ μετά την παραίτηση του «εαμικού» Αλέξανδρου Σβώλου αναλαμβάνει και το Υπουργείο Οικονομικών. Παραιτείται μαζί με την κυβέρνηση Παπανδρέου στις 4 Ιανουαρίου 1945 και από τη 1 έως τις 22 Νοεμβρίου του ιδίου χρόνου ασκεί την πρωθυπουργία.

Στις πρώτες μεταπολεμικές εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 εκλέγεται για πρώτη φορά βουλευτής (Αχαΐας) με το Εθνικόν Ενωτικόν Κόμμα σε συνασπισμό με τα κόμματα του Γεώργιου Παπανδρέου και του Σοφοκλή Βενιζέλου. Τα επόμενα χρόνια θα αναλάβει διάφορα Υπουργεία στις διαδοχικές κυβερνήσεις του Εμφυλίου Πολέμου. Στην ιστορία έμειναν δύο ρήσεις του από εκείνη την περίοδο. Υποδεχόμενος τον αμερικανό στρατηγό Τζέιμς Βαν Φλιτ, του είπε, παρουσιάζοντας το στρατιωτικό άγημα: «Στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας», ενώ αποκάλεσε το κολαστήριο της Μακρονήσου «Νέο Παρθενώνα». Πολύ αργότερα έκανε την αυτοκριτική του και αποδοκίμασε αυτούς τους χαρακτηρισμούς.

Μετά τον Εμφύλιο παραμένει στο χώρο του Κέντρου και μετέχει ως αντιπρόεδρος και Υπουργός Εθνικής Αμύνης στην κυβέρνηση Σοφοκλή Βενιζέλου το 1950. Τον επόμενο χρόνο θα προσχωρήσει στη Δεξιά, όπως και πολλοί πολιτικοί του Κέντρου. Στις εκλογές του 1951 θα εκλεγεί βουλευτής Αχαΐας με τον «Ελληνικό Συναγερμό» του Παπάγου, όπως και στις εκλογές του 1952. Θα ορκισθεί Υπουργός Εθνικής Αμύνης και τον Σεπτέμβριο του 1954 αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Παπάγου.

Μετά τον θάνατο του Στρατάρχη δεν ακολούθησε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στην ΕΡΕ, αλλά κατέβηκε ως συνεργαζόμενος με το κόμμα του και εξελέγη βουλευτής Αχαΐας το 1956 και το 1958. Τον Ιανουάριο του 1959 θα προσχωρήσει στην ΕΡΕ και ο Καραμανλής, που ήταν παντρεμένος με την ανιψιά του Αμαλία, θα τον χρίσει αντιπρόεδρο της Κυβέρνησής του. Με την ιδιότητά του αυτή θα υπογράψει τον Ιούλιο του 1961 τη Συμφωνία Σύνδεσης της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ).

Τον Νοέμβριο του 1963 διαδέχεται τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στην ηγεσία της ΕΡΕ και γίνεται αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Άσκησε δριμεία αντιπολίτευση στην κυβέρνηση Παπανδρέου, υιοθετώντας ορισμένες φορές ακραίες συμπεριφορές και εκφράσεις, αναντίστοιχες με το προσωπικό του ύφος. Μετά τα «Ιουλιανά» (1965) στήριξε και τις τρεις διαδοχικές κυβερνήσεις των «Αποστατών» (Αθανασιάδη - ΝόβαΤσιριμώκου και Στεφανόπουλου).

Στις 3 Απριλίου 1967 θα ορκισθεί για δεύτερη φορά πρωθυπουργός, αλλά δεν θα λάβει ψήφο εμπιστοσύνης. Η χώρα θα οδηγηθεί σε εκλογές τον Μάιο, αλλά θα προλάβουν οι συνταγματάρχες στις 21 Απριλίου και θα επιβάλουν την επτάχρονη στυγνή δικτατορία τους. Παρά τη βραχύβια παραμονή του στην πρωθυπουργία, αυτός και η κυβέρνησή του είχαν μεγάλες ευθύνες, αφού δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν το μοιραίο για τη Δημοκρατία.

Από τις πρώτες μέρες της Δικτατορίας στάθηκε δεινός κατήγορός της, με αποτέλεσμα να τεθεί σε κατ' οίκον περιορισμό από τον Σεπτέμβριο του 1967. Στα γεγονότα του Πολυτεχνείου δηλώνει παρών και συμπαρίσταται στους εξεγερμένους φοιτητές. Θα τεθεί και πάλι σε κατ' οίκον περιορισμό. Μία από τις κορυφαίες αντιδικτατορικές πράξεις υπήρξε η αποχώρησή του από την Ακαδημία Αθηνών, επειδή αρνήθηκε να εορτάζονται ισότιμα η 25η Μαρτίου και η 21η Απριλίου.

Μετά την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, λαμβάνει μέρος στη δραματική σύσκεψη των στρατιωτικών και των πολιτικών (23 Ιουλίου 1974), που οδήγησε στην πτώση της Χούντας και την επάνοδο της Δημοκρατίας (Μεταπολίτευση). Προτείνεται για πρωθυπουργός, αλλά με παρέμβαση του Ευάγγελου Αβέρωφ θα επιλεγεί η λύση Καραμανλή. Αυτό θα τον χολώσει και θα αρνηθεί θέση στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Επανέρχεται στην πολιτική και εκλέγεται βουλευτές Επικρατείας, συνεργαζόμενος με τη Νέα Δημοκρατία, στις εκλογές του 1977 και του 1981. Θα του προταθεί τόσο από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, όσο και από τον Ανδρέα Παπανδρέου η Προεδρία της Δημοκρατίας, αλλά και πάλι θα αρνηθεί.

Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος έφυγε από τη ζωή στις 11 Σεπτεμβρίου 1987, σε ηλικία 85 ετών. Άφησε πίσω του ένα σημαντικό πνευματικό έργο αποτελούμενο από 200 βιβλία στους τομείς της κοινωνιολογίας, της φιλοσοφίας και της λογοτεχνίας. Στη ζωή του προσπάθησε να συνθέσει την πνευματική δημιουργία με την πολιτική δράση. Συχνά, η προσπάθειά του αυτή κατέληγε σε τραγικά αδιέξοδα. Υπήρξε σημαντικός πολιτικός, χωρίς όμως να αφήσει το μεγάλο πολιτικό έργο που οραματιζόταν. Στη Μεταπολίτευση, του αποδόθηκε ο τίτλος του «Νέστορα» της ελληνικής πολιτικής για τη μετριοπάθεια, την αυτοκριτική διάθεση και το ήθος του.



Μαρίκα Κοτοπούλη

Μαρίκα Κοτοπούλη (1887 – 1954)

Ελληνίδα ηθοποιός· από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες του νεοελληνικού θεάτρου. Ασχολήθηκε επιτυχημένα με όλα τα είδη του θεατρικού (δράμα, κωμωδία, επιθεώρηση), αν και αυτοδίδακτη. Διέπρεψε, όμως, στην τραγωδία, με τη βαθιά φωνή της, το πάθος και τη λιτότητα στην κίνηση. Ήταν ευφυέστατη και ετοιμόλογη και γενικά μία από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες της σύγχρονης Ελλάδας.

Η Μαρίκα Κοτοπούλη γεννήθηκε στην Αθήνα στις 3 Μαΐου 1887, από γονείς ηθοποιούς, τον Δημήτριο Κοτοπούλη (1848-1919) και την Ελένη Κοτοπούλη (1851-1926), το γένος Σιλιβάκου. Είχε τρεις αδερφές, επίσης ηθοποιούς: τις δίδυμες Χρυσούλα Μυράτ ή Χρυσούλα Κοτοπούλη και Φωτεινή Κοτοπούλη - Λούη ή Φωτεινή Λούη και την Πόπη Κοτοπούλη.

Το βάπτισμα του πυρός στο θέατρο το πήρε βρέφος σαράντα ημερών στο έργο «Ο Αμαξηλάτης των Άλπεων», που ανέβασε ο θίασος των γονιών της. Σε ηλικία έξι ετών έπαιξε το ρόλο της μικρής μαθήτριας στην πρώτη ελληνική επιθεώρηση «Λιγ’ απ’ όλα» των Μίκιου Λάμπρου και Λάμπου Αστέρη. Μέχρι τα δέκα της είχε υποδυθεί το τέκνο του λοχία Γουλιέλμου στους «Δύο Λοχίας» των Ντομπινί, Μποντουέν και Μαγιάρ, το φάντασμα στον σεξπιρικό «Μάκβεθ», την Αδιαφορίδου στο «Παρθεναγωγείον» του Δεληκατερίνη και τον Έρωτα στο έργο του Καλοστύπη «Προμηθεύς εν Ολύμπω».

Από το 1897 έκανε θεατρικές εμφανίσεις με τον θίασο των γονιών της και εκτός Αθηνών - Θεσσαλονίκη, Σύρο, Ναύπλιο, Πάτρα και Σμύρνη - ερμηνεύοντας ρόλους, όπως την Κυρά-Γιάννενα στον «Αγαπητικό της Βοσκοπούλας» του Κορομηλά, τη Μάγδα στο ομώνυμο δράμα του Ζούντερμαν και την κυρία Λάσκαρη στα «Μαλλιά Κουβάρια» του Νικολάου Λάσκαρη. Έκανε μεγάλη εντύπωση για τις υποκριτικές της ικανότητες και οι κριτικοί της εποχής, όπως ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος, ο Παύλος Νιρβάνας, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Πολύβιος Δημητρακόπουλος, ο Άριστος Καμπάνης και ο Ιωάννης Κονδυλάκης, δεν φείσθηκαν κολακευτικών σχολίων για τις επιδόσεις της στο θεατρικό σανίδι. Τη χαρακτήρισαν «δόξα της ελληνικής σκηνής», «θαύμα σκηνικής σαγήνης», «αληθινή ενσάρκωση της μεγάλης τέχνης και ιδανικόν της ελληνικής σκηνής» και «μοναδική της Ελλάδος τραγωδό».

«Η κωμωδία της ευτυχίας» του Ν. Εβρέινοφ (1929)
Το 1902 προσελήφθη στη «Νέα Σκηνή» του Χρηστομάνου, αλλά αποχώρησε γρήγορα, για να ενταχθεί στο νεοσύστατο «Βασιλικό Θέατρο Αθηνών». Στην πρώτη της εμφάνιση ερμήνευσε τον Μώμο στο σεξπιρικό «Όνειρον Θερινής Νυκτός» και συνέχισε με την Ιφιγένεια στην ομώνυμη τραγωδία του Γκαίτε και τη Μαργαρίτα στον «Φάουστ» του ιδίου. Σημαντική στιγμή στην καριέρα της νεαρής Κοτοπούλη υπήρξε η συμμετοχή της στην τριλογία του Αισχύλου «Ορέστεια», που ανέβηκε στη δημοτική το Νοέμβριο του 1903 από το Βασιλικό Θέατρο και προκάλεσε τη βίαια αντίδραση των οπαδών της καθαρεύουσας. Τα αιματηρά επεισόδια που ακολούθησαν είναι γνωστά ως «Ορεστειακά».

Τον Οκτώβριο του 1906 αναχώρησε για το Παρίσι, συνοδευόμενη από τον εξάδελφό της ηθοποιό Πέτρο Νικολάου. Στη γαλλική πρωτεύουσα παρέμεινε επί τετράμηνο, όπου παρακολούθησε πλήθος παραστάσεων κι ενημερώθηκε για τις τρέχουσες θεατρικές εξελίξεις. Αμέσως μετά την επάνοδό της στην Αθήνα εμφανίσθηκε για είκοσι μέρες στη Σύρο με τον θίασο της μητέρας της, παίζοντας μεταξύ άλλων στα έργα «Μάγδα» του Ζούντερμαν, «Κυρά της Θάλασσας» του Ίψεν και «Αρχισιδηρουργός» του Ονέ. Μετά την περιοδεία αυτή επέστρεψε στην Αθήνα και, όπως έγραψε ο ιστορικός του νεοελληνικού θεάτρου Γιάννης Σιδέρης, έστησε τον θρόνο της στην ελληνική πρωτεύουσα, ο οποίος παρέμεινε έκτοτε ασάλευτος.

Η θιασαρχική της σταδιοδρομία άρχισε το 1908, όταν ίδρυσε θίασο με τον κωμικό Κωνσταντίνο Σαγιώρ και παρουσίασαν το έργο του Μπράκο «Μητέρα». Στη συνέχεια ανέβασαν τη «Στέλλα Βιολάντη» του Ξενόπουλου (10 Ιουνίου 1909), το μονόπρακτο του Νιρβάνα «Όταν σπάση τα δεσμά του» (Αύγουστος 1909) και «Τα χαμίνια» του Δεληκατερίνη (Σεπτέμβριος 1909). Τον χειμώνα του ίδιου χρόνου, ο θίασός της περιόδευσε στην Κωνσταντινούπολη, τη Σύρο και τον Βόλο.

Το 1908, ενώ βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη για περιοδεία, η Κοτοπούλη ερωτεύτηκε τον πολιτικό και στοχαστή Ίωνα Δραγούμη, ο οποίος υπηρετούσε στην εκεί ελληνική πρεσβεία. Η πολύκροτη σχέση τους βάστηξε μέχρι τη δολοφονία του αγαπημένου της, στις 30 Ιουλίου 1920, από υποστηρικτές του Ελευθερίου Βενιζέλου.

Το 1911 ίδρυσε νέο θίασο σε συνεργασία με τον κωμικό ηθοποιό του μουσικού θεάτρου Ιωάννη Παπαϊωάννου και παρουσίασε στο «Αττικόν» της οδού Σταδίου την «Ηλέκτρα» του Χόφμανσταλ. Τον Απρίλιο του 1912 συγκρότησε τον πρώτο προσωπικό της θίασο και απέκτησε δική της θεατρική στέγη στην πλατεία Ομονοίας, στο θέατρο της «Νέας Σκηνής», που ανακαινίσθηκε και μετονομάστηκε σε «Θέατρον Μαρίκας Κοτοπούλη». Εκεί, έπαιξε επί σειρά ετών σπουδαίους ρόλους, όπως την «Ηλέκτρα» του Αισχύλου, την «Ηρώ» του Γκριλπάτσερ, τη Δεισδαιμόνα στον «Οθέλλο» του Σέξπιρ, τη Στρίγκλα στο «Ημέρωμα της Στρίγκλας» του Σέξπιρ, τη Φραγκίσκα στον «Αμαξά Ένσελ» του Χάουπτμαν, την Πορκία στον «Έμπορο της Βενετίας» του Σέξπιρ, τη Φαύστα στην ομώνυμη τραγωδία του Βερναρδάκη και την Αγαθή στον «Νικηφόρο Φωκά» του ιδίου.

Το 1921 τιμήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου Α’ και το 1923 με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας. Το 1924 παντρεύτηκε τον αιγυπτιώτη επιχειρηματία Γιώργο Χέλμη (1891-1975), με τον οποίο έζησε για το υπόλοιπο της ζωής της. Το ζευγάρι δεν απέκτησε παιδιά. Το 1926 έκτισε το εξοχικό της στην περιοχή του Ζωγράφου, το οποίο σήμερα στεγάζει του Μουσείο Μαρίκας Κοτοπούλη.

Η Μαρίκα Κοτοπούλη στην «Εκάβη» του Ευριπίδη
Ένας από τους πολλούς σταθμούς της θεατρικής της σταδιοδρομίας, υπήρξε η παράσταση της «Εκάβης» του Ευριπίδη, που δόθηκε στο Παναθηναϊκό Στάδιο στις 18 Σεπτεμβρίου 1927, σε σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, ο οποίος έγραψε τότε: «Η παράσταση της Εκάβης, οφείλεται αποκλειστικά στο μεγάλο ενθουσιασμό της Μαρίκας Κοτοπούλη και στη θερμή αγάπη της για την αρχαία τραγωδία. Μία τόσο εξαιρετική καλλιτέχνις δεν είναι δυνατό, παρά να νοιώθη βαθειά, πως τελικός προορισμός της είναι να ζωντανεύη τις αρχαίες ηρωίδες».

Το 1929 ίδρυσε την «Ελευθέρα Σκηνή» μαζί με τον δημοσιογράφο και συγγραφέα Σπύρο Μελά και τον γαμπρό της Μήτσο Μυράτ, η οποία παρουσίασε έργα νέας πνοής (Λερνορμάν, Μπατάιγ). Το 1930 σημείωσε μεγάλη επιτυχία με την «Ιφιγένεια εν Ταύροις» του Ευριπίδη και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους αναχώρησε για μεγάλη περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έδωσε παραστάσεις στη Νέα Υόρκη, τη Βοστώνη, το Ντιτρόιτ, το Σικάγο και το Κλίβελαντ με τα έργα «Ερωτόκριτος», «Αγαπητικός της Βοσκοπούλας», «Ηλέκτρα», «Ιφιγένεια εν Ταύροις», «Στέλλα Βιολάντη» κ.ά. Οι Τάιμς της Νέας Υόρκης έγραψαν για την παράσταση της «Ηλέκτρας»: «Μολονότι η κ. Κοτοπούλη, αδράχνει τον ρόλο της με σφοδρότητα, είναι πάντοτε κυρίαρχος όλων των θυελλωδών συγκινήσεών της».

Τον Απρίλιο του 1932 συνεργάστηκε για πρώτη φορά με την άλλη μεγάλη κυρία του νεοελληνικού θεάτρου, την Κυβέλη. Η συνεργασία τους διάρκεσε με διαλείμματα έως το 1934. Παρουσίασαν, μεταξύ άλλων, το έργο του Μπέρναρ Σο «Το επάγγελμα της κυρίας Ουόρεν», που ήταν η πρώτη απόπειρα της Κοτοπούλη σε κωμικό ρόλο.

Το 1933 εμφανίστηκε για πρώτη και τελευταία φορά στη μεγάλη οθόνη. Πρωταγωνίστησε στην ελληνοτουρκική συμπαραγωγή «Ο κακός δρόμος» («Fena Yol»), που σκηνοθέτησε ο Ερτογρούλ Μουχσίν σε σενάριο Γρηγορίου Ξενόπουλου, με συμπρωταγωνιστές την Κυβέλη, τον Γιώργο Παππά και τον Βασίλη Λογοθετίδη.

Μετά την εγκατάλειψη του «Θεάτρου Κοτοπούλη», η Μαρίκα ίδρυσε το 1937 το νέο θέατρό της, το επιβλητικό «Ρεξ» επί της οδού Πανεπιστημίου, παρουσιάζοντας με μεγάλη επιτυχία το έργο του Αντρέ Ζοζέ «Ελισάβετ». Το 1939 γιορτάστηκε η τριακονταετία της θιασαρχικής της διαδρομής και ο θίασός της έγινε ημικρατικός.

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής απείχε συνειδητά από τις θεατρικές παραστάσεις και βοήθησε αρκετούς αριστερούς συναδέλφους της, που διώκονταν για την αντιστασιακή τους δράση. Η ίδια ανήκε στη Δεξιά και υποστήριζε τον θεσμό της βασιλείας.

Μετά την απελευθέρωση διορίστηκε πρόεδρος της καλλιτεχνικής επιτροπής και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου, το οποίο μετονομάστηκε σε Βασιλικό, αμέσως μετά την παλινόρθωση της βασιλείας το 1946. Συμμετέχοντας σε κλιμάκιο του Βασιλικού Θεάτρου ερμήνευσε το ρόλο της Κλυταιμνήστρας στις παραστάσεις της «Ορέστειας» του Αισχύλου, που δόθηκαν το 1949 στο Ηρώδειο και τιμήθηκε με το ανώτατο παράσημο της χώρας από τον βασιλιά Παύλο. Την ίδια χρονιά παρέδωσε τα ηνία του θιάσου της στον ανιψιό της Δημήτρη και η ίδια περιορίστηκε σε έκτακτες εμφανίσεις.

Δίπλα της μαθήτευσαν και αναδείχθηκαν σημαντικές προσωπικότητες του νεοελληνικού θεάτρου, όπως ο Δημήτρης Ροντήρης, ο Μήτσος Μυράτ, ο Δημήτρης Μυράτ, ο Αλέξης Μινωτής, η Κατίνα Παξινού, ο Αιμίλιος Βεάκης, ο Γιώργος Παπάς, ο Βασίλης Λογοθετίδης, ο Γιώργος Γληνός, ο Κάρολος Κουν, η Μελίνα Μερκούρη, η Έλλη Λαμπέτη και η Σαπφώ Νοταρά. Ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για το νεοελληνικό έργο και ανέδειξε συγγραφείς της γενιάς της και νεώτερους (Γρηγόριος Ξενόπουλος, Παντελής Χορν, Δημήτρης Μπόγρης, Αλέκος Λιδωρίκης, Δημήτρης Ιωαννόπουλος, Άγγελος ΤερζάκηςΔημήτρης ΨαθάςΣακελλάριος - Γιαννακόπουλος).

Η Μαρίκα Κοτοπούλη πέθανε αιφνιδίως από καρδιακή ανακοπή στην Αθήνα στις 11 Σεπτεμβρίου 1954, σε ηλικία 67 ετών.Ανταλλαγή

ΣΧΕΤΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ



Άγιοι Δημήτριος, Ευανθία η σύζυγος του και Δημητριανός ο γιός τους


Άγχουσιν οι τρεις αρτολιμώ γεννάδαι,
Άρτους τον αιτήσαντα δείξαι τους λίθους.

Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001


11 Σεπτεμβρίου 2001, 8:45 π.μ.: Η Νέα Υόρκη και όλος ο κόσμος παγώνουν, όταν ένα αεροσκάφος της εταιρίας American Airlines, με 92 επιβαίνοντες, προσκρούει στον βόρειο Πύργο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου, προκαλώντας καταστροφική έκρηξη. Πάνω από τον 75ο όροφο το κτίριο τυλίγεται στις φλόγες και ο πανικός που προκαλείται είναι άνευ προηγουμένου. Δεκάδες άνθρωποι σκοτώνονται, ενώ αρκετοί είναι αυτοί που πηδούν στο κενό για να σωθούν.

Σωστικά συνεργεία και δημοσιογράφοι σπεύδουν στο σημείο και λίγα λεπτά αργότερα, στις 9:03 π.μ., οι τηλεοπτικοί σταθμοί μεταδίδουν σε απευθείας σύνδεση ένα ακόμη αεροσκάφος της ίδιας εταιρίας, με 64 επιβαίνοντες, να προσκρούει στον νότιο Πύργο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου.

Η Αμερική παραδίδεται στον εφιάλτη της τρομοκρατίας. Δεν είναι μόνο η αμερικανοί πολίτες που δυσκολεύονται να πιστέψουν αυτό που συνέβη, αλλά ολόκληρη η ανθρωπότητα. Ο αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Γ. Μπους, που πραγματοποιεί επίσκεψη σε σχολείο της Φλόριντα, πληροφορείται τα γεγονότα από τον αρχηγό του γενικού επιτελείου και αμέσως κάνει την πρώτη του ανακοίνωση: «Πρόκειται για εθνική τραγωδία. Δύο αεροσκάφη συνετρίβησαν στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου, σε μια ενδεχόμενη τρομοκρατική επίθεση εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών».

Όμως, το έργο των τρομοκρατών δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Στις 9:43 π.μ. η πτήση 77 της American Airlines, που ξεκίνησε από την Ουάσιγκτον και είχε προορισμό το Λος Άντζελες, με 64 επιβάτες, προσκρούει στο Πεντάγωνο, μέρος του οποίου καταρρέει. Κανείς δεν ξέρει τι θα ακολουθήσει και για προληπτικούς λόγους εκκενώνονται ο Λευκός Οίκος, το Καπιτώλιο, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, το Ανώτατο Δικαστήριο και όλα τα ομοσπονδιακά κτίρια στην Ουάσινγκτον, καθώς επίσης και τα κτίρια των Ηνωμένων Εθνών και της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Αλλά η τραγωδία στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου δεν έχει τελειώσει. Με διαφορά λίγων λεπτών, καταρρέουν διαδοχικά οι δίδυμοι πύργοι και ένα τεράστιο σύννεφο σκόνης καλύπτει τον ουρανό του Μανχάταν. Χιλιάδες άνθρωποι βρίσκουν τραγικό θάνατο κάτω από τόνους τσιμέντου.

Όπως έγινε αργότερα γνωστό, ένα ακόμα αεροσκάφος της United Airlines, που είχε απογειωθεί από το αεροδρόμιο του Νιου Τζέρσεϊ, με προορισμό το Λος Άντζελες, είχε καταληφθεί επίσης από τρομοκράτες. Τα σχέδιά τους, όμως, εικάζεται ότι ανέτρεψαν οι επιβάτες, που εξεγέρθηκαν, με αποτέλεσμα το αεροσκάφος να καταπέσει περίπου 100 χλμ. ανατολικά του Πίτσμπουργκ, στην πολιτεία της Πενσιλβάνια.

Υπολογίζεται ότι από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου έχασαν τη ζωή τους περισσότεροι από 3.000 άνθρωποι. Από την πρώτη στιγμή, οι ΗΠΑ χαρακτήρισαν ως υπ' αριθμόν ένα καταζητούμενο τον πολυεκατομμυριούχο σαουδάραβα Οσάμα Μπιν Λάντεν, αρχηγό του τρομοκρατικού δικτύου της Αλ Κάιντα. Σε τηλεοπτικό διάγγελμά του προς τους αμερικανούς πολίτες, ο πρόεδρος Μπους υποσχέθηκε σκληρή απάντηση, όχι μόνο στους τρομοκράτες, αλλά και σε αυτούς που τους υποθάλπουν.

Περίπου ένα μήνα αργότερα, στις 8 Οκτωβρίου, οι ΗΠΑ επιτέθηκαν στο Αφγανιστάν, ανατρέποντας τους Ταλιμπάν, που παρείχαν άσυλο στον Λάντεν. Στο όνομα του «πολέμου κατά της διεθνούς τρομοκρατίας», το Μάρτιο του 2003 οι ΗΠΑ επιτέθηκαν και στο Ιράκ, ανατρέποντας τον Σαντάμ Χουσεΐν, ενώ η Αλ Κάιντα απάντησε με επιθέσεις κατά συμμάχων των Αμερικανών, όπως στις 11 Μαρτίου 2004 στο σιδηροδρομικό δίκτυο της Μαδρίτης και στις 7 Ιουλίου 2005 στο μετρό του Λονδίνου. Όπως πολλοί αναλυτές είχαν προβλέψει, μετά την 11η Σεπτεμβρίου, «ο κόσμος δεν θα είναι πια ο ίδιος»…


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/171

Άγιος Ευφρόσυνος ο μάγειρας


Ἤνεγκε πᾶν δύσοιστον εὐψυχως βάρος,
Θείας ὁ Εὐφρόσυνος ἠδονῆς χάριν.


Λειτουργικά κείμενα


Οπτικοακουστικό Υλικό

                                        Πηγή

Οσία Θεοδώρα από την Αλεξάνδρεια


Καὶ σχῆμα καὶ νοῦν ἀρρενοῖ Θεοδώρα,
Καὶ τὸν μέγαν νοῦν αἰσχύνει πρὸ τοῦ τέλους.
Ἑνδεκάτῃ πύματον Θεοδώρη ὕπνον ἰαύει.


Λειτουργικά κείμενα



                         Πηγή


ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ