Βιογραφία

Ο Γιάννης Χρήστου υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους έλληνες συνθέτες, με διεθνή αναγνώριση. Κύριο χαρακτηριστικό της ζωής και του έργου του ήταν οι έντονες φιλοσοφικές και μεταφυσικές του ανησυχίες, τις οποίες συσχέτιζε άμεσα με τη μουσική, προσπαθώντας να αναδείξει την πανανθρώπινη θρησκευτική, μεταφυσική και μυστικιστική της διάσταση, πέρα από ιστορικές περιόδους, τεχνοτροπίες, πολιτισμούς και θρησκευτικά δόγματα.

Γεννήθηκε στην Ηλιούπολη της Αιγύπτου στις 8 Ιανουαρίου 1926 και μεγάλωσε στην κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου πήρε τα πρώτα μαθήματα πιάνου σε ηλικία πέντε ετών. Ήταν ο δευτερότοκος γιος του σοκολατοβιομήχανου Ελευθέριου (Τέρη) Χρήστου και της ποιήτριας Καλλιόπης (Λιλίκας) Ταβερνάρη, κυπριακής καταγωγής.

Ο νεαρός Γιάννης φοίτησε στα καλύτερα αγγλόφωνα σχολεία της Αλεξάνδρειας, παράλληλα με τις σπουδές του στο πιάνο υπό την καθοδήγηση της διάσημης πιανίστριας Τζίνας Μπαχάουερ. Το 1939 οι γονείς του χωρίζουν και ο δεκατριάχρονος Γιάννης μαζί με τον αδελφό του μένουν στην πατρική εστία. Τελειώνοντας το σχολείο, ο πατέρας του τον στέλνει στην Αγγλία για να σπουδάσει οικονομικά, ελπίζοντας να αναλάβει στη συνέχεια τις οικογενειακές επιχειρήσεις, κάτι που δε συνέβη ποτέ.

Ο Χρήστου, αν και πήρε τελικά το πτυχίο του στα οικονομικά, προτίμησε να σπουδάσει φιλοσοφία με τον Λούντβιχ Βιτγκενστάιν και τον Μπέρτραντ Ράσελ στο Καίμπριτζ, καθώς και ανώτερα θεωρητικά της μουσικής. Συνέχισε τις μουσικές του σπουδές στην Ιταλία από το 1949 έως το 1953, ενώ την ίδια χρονική περίοδο ασχολήθηκε σε βάθος και με την αναλυτική ψυχολογία, επηρεαζόμενος και από τον αδερφό του, ο οποίος σπούδαζε εκείνη την εποχή στο Ινστιτούτο Γιουνγκ στη Ζυρίχη.

Επιστρέφοντας στην Αίγυπτο, αφοσιώθηκε στη σύνθεση, δουλεύοντας αρκετές ώρες την ημέρα. Το 1956 παντρεύτηκε την παιδική του φίλη Θηρεσία (Σία) Χωρέμη, ζωγράφο, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά. Την ίδια χρονιά σκοτώθηκε ο πολυαγαπημένος αδερφός του σε τροχαίο δυστύχημα, γεγονός που θα τον σημάδευε αφάνταστα για όλη του τη ζωή.

Το 1960, με τις εθνικοποιήσεις του Νάσερ, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αλεξάνδρεια, όπως και οι περισσότεροι εύποροι Έλληνες της Αιγύπτου. Εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στη Χίο, όπου είχε επίσης αρκετή οικογενειακή περιουσία. Στο σπίτι του, μέσα σ' ένα μεγάλο κτήμα, ο Γιάννης Χρήστου εγκατέστησε τη μεγάλη του βιβλιοθήκη κυρίως με βιβλία φιλοσοφίας, θρησκειολογίας, ανθρωπολογίας, ψυχολογίας, μαγείας, πνευματισμού, προϊστορίας και πρωτόγονων πολιτισμών, ιστορίας, λογοτεχνίας, τέχνης και μουσικής καθώς και τις προσωπικές του συλλογές.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του διέμενε κυρίως στην Αθήνα, όπου και ασχολήθηκε, εκτός από τη σύνθεση, με την προώθηση της πρωτοποριακής ελληνικής μουσικής. Ασκούσε πολύ μεγάλη επιρροή στους ελληνικούς πρωτοποριακούς μουσικούς κύκλους της εποχής του και στις πρώτες θεσμικές τους εκφράσεις, όπως το Εργαστήρι Σύγχρονης Μουσικής του Ινστιτούτου «Γκαίτε» (1962) και ο Ελληνικός Σύνδεσμος Σύγχρονης Μουσικής (1965).

Η οικονομική του άνεση του προσέφερε τη δυνατότητα να μην χρειαστεί ποτέ να αναζητήσει εργασία σε Ωδεία (τα οποία δεν εκτιμούσε ιδιαίτερα ως εκπαιδευτικό θεσμό) ή σε άλλους μουσικούς φορείς, ούτε να αναλάβει ποτέ θέση ευθύνης σε οποιοδήποτε μουσικό ίδρυμα ή επιτροπή, με εξαίρεση μία και μοναδική φορά, το 1962, ως μέλος κριτικής επιτροπής διαγωνισμού σύγχρονης μουσικής, τον οποίο διοργάνωνε ο Μάνος Χατζιδάκις.

Ο Γιάννης Χρήστου σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα τη νύχτα της 8ης Ιανουαρίου 1970, κατά την επιστροφή του στο σπίτι από τον εορτασμό των γενεθλίων του. Στο ίδιο δυστύχημα τραυματίστηκε σοβαρά η γυναίκα του, η οποία εξέπνευσε δέκα ημέρες αργότερα, αφήνοντας τα τρία τους παιδιά ορφανά.

Μουσικό Έργο

Το μουσικό έργο του Γιάννη Χρήστου διακρίνεται σε έξι περιόδους, σύμφωνα με τους μουσικολόγους Γ. Γ. Παπαϊωάννου και Άννα Λουτσιάνο, περιοδολόγηση που έχει γίνει ευρύτερα αποδεκτή.

Πρώτη περίοδος (1949-1953)

Τα πρώτα έργα του συνθέτη είναι σε ελεύθερο ατονικό ιδίωμα, με τίτλους που παραπέμπουν σε δυτικές παραδοσιακές μορφές, όπως η «Συμφωνία αρ. 1» (1950). Το σημαντικότερο, όμως, έργο της πρώτης περιόδου είναι η «Μουσική του Φοίνικα» (1949), το οποίο ο ίδιος ο συνθέτης αναγνώριζε ως opus 1, απορρίπτοντας κάποια εφηβικά πρωτόλεια. Η «Μουσική του Φοίνικα», έργο για ορχήστρα, όχι μόνο δεν παρουσιάζει τις συνήθεις αδυναμίες που χαρακτηρίζουν τα πρώτα έργα πολλών συνθετών, αλλά φανερώνει εκπληκτική συνθετική, ενορχηστρωτική και αισθητική ωριμότητα, ενώ ταυτόχρονα περιέχει εν σπέρματι τα σημαντικότερα φιλοσοφικά και μουσικά στοιχεία που επανέρχονται στο έργο του Χρήστου, όπως η απόρριψη της ανάπτυξης ως συνθετικής τεχνικής και η προτίμηση της παραλλαγής ενός συγκεκριμένου δομικού μοτίβου, το οποίο υπόκειται σε εσωτερικές μεταλλαγές και μεταμορφώσεις.

Δεύτερη περίοδος (1953-1958)

Η περίοδος αυτή δεν διαφοροποιείται ιδιαίτερα σε ύφος. Εντείνονται, όμως, οι μεταφυσικές και μυστικιστικές ανησυχίες του συνθέτη σε σχέση με τη μουσική. Το σημαντικότερο έργο της περιόδου και από τα γνωστότερα του Χρήστου είναι τα «Έξι τραγούδια σε ποίηση Τ. Σ. Έλιοτ», τα οποία γράφτηκαν το 1955, αρχικά για μεσόφωνο και πιάνο και αργότερα, το 1957, ενορχηστρώθηκαν. Το έργο είναι αριστουργηματικό για την υποβλητική του ενορχήστρωση και τον τρόπο με τον οποίο έχουν αποδοθεί μουσικά τα ποιητικά νοήματα.

Τρίτη περίοδος (1959-1964)

Σε αυτήν την περίοδο ο Χρήστου αναπτύσσει μια προσωπική τεχνική οργάνωσης της ατονικότητας, την οποία ονομάζει «μετα-σειραϊκή» («meta-serial»), προσπαθώντας να αποφύγει τις δεσμεύσεις και τα αδιέξοδα του σειραϊσμού. Το κορυφαίο έργο της περιόδου αυτής είναι οι «Πύρινες Γλώσσες» (1964), ορατόριο για χορωδία, ορχήστρα και σολίστες, που αναπαριστά την αγωνιώδη προσμονή των πρώτων χριστιανών για το θαύμα της Πεντηκοστής. Επίσης, στο έργο «Προμηθέας Δεσμώτης» (1963) κάνει για πρώτη φορά χρήση μαγνητοταινίας, εφαρμόζοντας τεχνικές της λεγόμενης «συγκεκριμένης μουσικής» με έναν δικό του, όμως, τρόπο.

Τέταρτη περίοδος (1965-1966)

Ο Χρήστου την περίοδο αυτή διευρύνει τα όρια της τέχνης του, εισάγοντας την έννοια της «μεταμουσικής», ως υπέρβασης της μουσικής με την καθιερωμένη σημασία του όρου, με τη συνεργασία πολλών τεχνών (κυρίως μουσικής, θεάτρου και χορού) και σε απόλυτη ένωση με τη φιλοσοφία. Στο πνεύμα αυτό εισάγει επίσης τις έννοιες της «Πράξης» και της «Μεταπράξης», τις οποίες εξηγεί ο ίδιος με απλά λόγια. «Στην Πράξη (praxis) ο βιολιστής, παραδείγματος χάριν, κάνει αυτό που αναμένεται από αυτόν, δηλαδή παίζει βιολί. Στην Μεταπράξη (metapraxis) ο βιολιστής ενεργεί πέρα από το λογικώς προβλέψιμο, π.χ. ξεσπά σε άγριες κραυγές».

Για να εκφράσει τις νέες του ιδέες δημιουργεί και μια νέα, προσωπική μικτή σημειογραφία, που δίνει επιπλέον λεκτικές και γραφικές οδηγίες στους εκτελεστές για το τι πρέπει να κάνουν κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης, ως «πράξη» ή ως «μεταπράξη». Τα πρώτα έργα που εφαρμόζει τις ιδέες αυτές είναι η «Πράξη για 12» (1966), μια σύνθεση για 11 έγχορδα και έναν πιανίστα-μαέστρο. Το έργο αυτό, σε συνδυασμό και με το κείμενό του «Ένα Πιστεύω για τη Μουσική», που δημοσιεύτηκε τον ίδιο χρόνο, σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας φιλοσοφικής, αισθητικής και μεταφυσικής αντίληψης για τη μουσική, φανερή και στο ορατόριό του «Μυστήριον» (1966).

Πέμπτη περίοδος (1966-1968)

Στη συγκεκριμένη περίοδο, ο Χρήστου, επεκτείνοντας τη φιλοσοφική-μουσική του σκέψη, συνέλαβε τις εξής έννοιες:

  • «Πρωτοεκτέλεση», δηλαδή η διαδικασία μεταφοράς βασικών σχηματισμών της ζωής, ψυχολογικά και φιλοσοφικά ερμηνευμένων, σε μεταμουσικά - μουσικοθεατρικά έργα.
  • «Αναπαράσταση», ένα είδος «πρωτοεκτέλεσης» πρωτόγονων, προϊστορικών, μυστηριακών και ονειρικών τελετουργιών μεταφερμένων σε μια νέα πραγματικότητα, με έναν ψυχοδραματικό τρόπο.

Ο συνθέτης είχε σχεδιάσει περίπου 130 «Αναπαραστάσεις», από τις οποίες πρόλαβε να ολοκληρώσει μόνο τις τέσσερις, με πιο γνωστές την «Αναπαράσταση Ι» και την «Αναπαράσταση ΙΙΙ». Στο ίδιο πνεύμα εντάσσεται και το γνωστότερο έργο του Χρήστου αυτής της περιόδου, και από τα πιο πολύπαιγμένα σε Ελλάδα και εξωτερικό « Η Κυρία με τη Στρυχνίνη» (1967). Πηγή έμπνευσης του έργου ήταν η «Ψυχολογία και Αλχημεία» του Καρλ Γιουνγκ, αλλά και ένα από τα όνειρα του Χρήστου (ο συνθέτης κατέγραφε λεπτομερώς τα όνειρά του για κάποια περίοδο και οι σημειώσεις του έχουν σωθεί σε ένα αρχείο με το όνομα Dream Files).

Έκτη περίοδος (1968-1970)

Τα μόνα ολοκληρωμένα έργα της περιόδου αυτής είναι η «Εναντιοδρομία» (1968), βασισμένη στη σύλληψη του Ηράκλειτου για το παιχνίδι των αντιθέσεων, και η σκηνική μουσική για τον «Οιδίποδα Τύραννο» (1969), την οποία έγραψε ως χάρη για τον φίλο του Κάρολο Κουν, διακόπτοντας την εργασία του πάνω στην «Ορέστεια». Η «Ορέστεια», αν είχε ολοκληρωθεί, θα ήταν ένα έργο κολοσσιαίων διαστάσεων, στο οποίο ο Γιάννης Χρήστου σκόπευε να ενσωματώσει την ως τότε εμπειρία του συνοψίζοντας το σύνολο των ιδεών του φιλοσοφικού-μουσικού του συστήματος. Δυστυχώς, ο τόσο πρόωρος και άδικος χαμός του δεν του επέτρεψε να ολοκληρώσει τα σχέδιά του, που πιθανώς να επηρέαζαν σε σημαντικό βαθμό την μετέπειτα πορεία της σύγχρονης μουσικής δημιουργίας και φιλοσοφίας σε Ελλάδα και Ευρώπη.

Εργογραφία

  • Η «Μουσική του Φοίνικα» για ορχήστρα σε πέντε συνεχή μέρη. (1949)
  • «Συμφωνία αρ. 1» για μεσόφωνο και ορχήστρα σε τρία συνεχή μέρη. (1950)
  • «Λατινική Λειτουργία» για μικτή χορωδία, χάλκινα και κρουστά. (1953)
  • «Έξι Τραγούδια σε ποίηση Τ. Σ. Έλιοτ» για μεσόφωνο και πιάνο (1955), μεταγραφή για μεσόφωνο και ορχήστρα (1957).
  • «Συμφωνία αρ. 2» για μικτή χορωδία και ορχήστρα σε τρία μέρη. (1958)
  • «Μετατροπές» (Patterns and Permutations) για ορχήστρα. (1960)
  • «Τοκάτα για πιάνο και ορχήστρα» (1962)
  • «Αισχύλου, Προμηθέας Δεσμώτης» για ηθοποιούς, χορό, ορχήστρα και μαγνητοταινία. (1963)
  • «Greece: The inner world», πρόγραμμα για την αμερικανική τηλεόραση με αποσπάσματα από τις τραγωδίες: Ευριπίδη Εκάβη, Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος και Αισχύλου Προμηθέας Δεσμώτης «Πύρινες Γλώσσες» για μεσόφωνο, τενόρο, βαρύτονο, μικτή χορωδία και ορχήστρα. (1964)
  • «Αισχύλου Αγαμέμνων» για ηθοποιούς, χορό και ορχήστρα. (1964)
  • «Αισχύλου Πέρσες» για ηθοποιούς, χορό, ορχήστρα και μαγνητοταινίες. (1965)
  • «Μυστήριον» για αφηγητή, ηθοποιούς, 3 χορωδίες, ορχήστρα και μαγνητοταινία. (1966)
  • «Πράξη για 12», για 11 έγχορδα και έναν πιανίστα-μαέστρο (1966). Υπάρχει επίσης και εκδοχή με 40 έγχορδα.
  • Αριστοφάνη Βάτραχοι για ηθοποιούς, χορό, ορχήστρα και μαγνητοταινίες. (1966)
  • «Η Κυρία με τη Στρυχνίνη» για γυναίκα σολίστα βιόλας, 5 ηθοποιούς, οργανικό σύνολο, μαγνητοταινίες, διάφορα ηχητικά αντικείμενα και ένα κόκκινο πανί. (1967)
  • «Οιδίπους Τύραννος» ως μουσική για φιλμ. (1968)
  • «Αναπαράσταση Ι» (αστρωνκατοιδανυκτερωνομηγυριν) για βαρύτονο, βιόλα και οργανικό σύνολο. (1968)
  • «Αναπαράσταση ΙΙΙ» (Ο Πιανίστας) για ηθοποιό, οργανικό σύνολο και μαγνητοταινίες. (1968)
  • «Επίκυκλος για continuum και σύνθετο σύνολο εκτελεστών για το continuum και χορευτών για τα «χάπενινγκς». (1968)
  • «Εναντιοδρομία» για ορχήστρα. (1968)
  • «Οιδίπους Τύραννος» για μαγνητοταινία. (1969)

Δισκογραφία

Κυκλοφορούν τρία δισκογραφήματα με συνθέσεις του Γιάννη Χρήστου:

  • Από την εταιρεία Ankh (Ορχήστρα των Χρωμάτων).
  • Από τη «Λύρα» σε τετραπλό CD.
  • Από τη γερμανική εταιρεία Edition RZ.

                 
Πηγή