Η απόβαση στην Καλλίπολη άρχισε τελικά στις 25 Απριλίου 1915 με 75.000 άνδρες υπό τη διοίκηση του στρατηγού Χάμιλτον. Τις ακτές υπεράσπιζαν περί τους 300.000 στρατιώτες της Οθωμανικής Αυτοκρατορία, υπό τις διαταγές του Σάντερς. Το ίδιο βράδυ, οι εισβολείς δεν είχαν επιτύχει παρά μερικά προγεφυρώματα σε βάθος περίπου εκατό μέτρων από την ακτή. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, η δυνατότητα ενός ισχυρού πλήγματος είχε εξανεμιστεί.

Οι Αγγλογάλλοι, με τυφλή επιμονή, αποφασίζουν να παραμείνουν σ’ αυτό το κομμάτι γης στα Δαρδανέλλια, να οχυρώσουν τα προγεφυρώματα, κατασκευάζοντας χαρακώματα, και να επιλέξουν για άλλη μια φορά την τακτική του πολέμου φθοράς σε μικρογραφία, ρίχνοντας στον Καιάδα της Καλλίπολης ολόκληρες μεραρχίες Αυστραλών και Νεοζηλανδών που είχαν εκπαιδευτεί βιαστικά στην Αίγυπτο. Οι Τούρκοι κρατούν γερά τις θέσεις τους και φέρνουν σε αδιέξοδο τους Συμμάχους.

Τη νύχτα της 6ης προς 7η Αυγούστου 1915, μία τελευταία απόβαση στην ακτή της Σούβλας δεν θα βελτιώσει την κατάσταση και θα αποφασισθεί η εκκένωση της χερσονήσου σε δύο στάδια, τον Δεκέμβριο του 1915 και τον Ιανουάριο του 1916. Πράγματι, στις 9 Ιανουαρίου 1916 και το τελευταίο απόσπασμα της συμμαχικής δύναμης θα εγκαταλείψει τα Στενά.

Η εκστρατεία στην Καλλίπολη στέφθηκε από παταγώδη αποτυχία για τους Συμμάχους, οι οποίοι στους οκτώμισι μήνες που διήρκεσαν οι επιχειρήσεις έχασαν γύρω στους 250.000 άνδρες, όσους σχεδόν και οι Τούρκοι, που με τη νίκη τους αυτή ματαίωσαν τα φιλόδοξα σχέδια των Αγγλογάλλων κι έδωσαν το φιλί της ζωής στην παραπαίουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ένας από τους διακριθέντες στα πεδία των μαχών ήταν και ο νεαρός λοχαγός Μουσταφά Κεμάλ, ο μετέπειτα ιδρυτής του σύγχρονου τουρκικού κράτους.

Η αποτυχία της εκστρατείας προκάλεσε επικρίσεις στο Λονδίνο κατά του Γουίνστον Τσόρτσιλ, που ήταν ο πιο ένθερμος οπαδός της και την πτώση της κυβέρνησης των Φιλελευθέρων, την οποία διαδέχθηκε κυβέρνηση συνασπισμού Φιλελευθέρων - Συντηρητικών. Ο Τσόρτσιλ, μολονότι απαλλάχθηκε από τη θέση του, παρέμεινε στο Πολεμικό Συμβούλιο.