Το ψηφιδωτό της Θεοτόκου (Βρεφοκρατούσας) στην Αγιά Σοφιά, στην Κωνσταντινούπολη.

Διά τὴν Πόλῐν

Διά τὴν Πόλῐν πολεμήσομεν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς

Η Ελλάς Ευγνωμονούσα, Θεόδωρος Βρυζάκης (1858)
Κι ὅμως δὲν πίστεψα
Ὅρους ἀντέστρεψα
Εἶμαι ὁ Ἕλληνας ποὺ πολεμᾶ
Εἶπαν πὼς χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Ἔμεινα μόνος μου κι ὅμως ἐπέζησα
Ἔζησα στὴ φωτιά

Αλέξανδρος (Άλεξ) Παναγή, Στὴ φωτιά (Eurovision 1995)

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2024

Με Απολλώνιο!Τα μυστικά του πλανήτη Άρη και η Αργώ!


Με Νυχτοβάτη για πυρκαγιές!


Ευαγγέλης Ζάππας: Το πρωτοπαλίκαρο του Μπότσαρη που έγινε εθνικός ευεργέτης

Αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και εθνικός ευεργέτης. Με κληροδότημά του ανεγέρθηκε το Ζάππειο Μέγαρο στην Αθήνα.

Ευαγγέλης Ζάππας (1800 – 1865)

Ο Ευαγγέλης Ζάππας ήταν αγωνιστής του ‘21 και εθνικός ευεργέτης. Με κληροδότημά του ανεγέρθηκε το Ζάππειο Μέγαρο στην Αθήνα.

Ο Ευαγγέλης Ζάππας γεννήθηκε στο Λάμποβο της Βορείου Ηπείρου (σημερινό Λάμποβε ε Μάντε Αλβανίας) το 1800 και ήταν γιος του εμπόρου Βασιλείου Ζάππα και της Σωτήρας Ζάππα. Σε ηλικία 13 ετών και αφού είχε διδαχθεί τα στοιχειώδη γράμματα στο Τεπελένι, μετέβη στα Ιωάννινα και κατετάγη στη σωματοφυλακή του Αλή Πασά, στην οποία υπηρέτησε μέχρι την ηλικία των 20 ετών.

Παρέμεινε στη φρουρά του αυθέντη της Ηπείρου ακόμη κι αφού άρχισε η επίθεση κατ' αυτού από τα στρατεύ­ματα του σουλτάνου. Όταν πληροφορήθηκε ότι οι Σουλιώτες υπό τον Μάρκο Μπότσαρη πολεμούσαν τις σουλτανικές δυνάμεις στο πλευρό του Αλή, ενώθηκε μαζί τους και δεν άργησε να γίνει το πρωτοπαλίκαρο του Μπότσαρη.

Αγωνίστηκε για την υπεράσπιση του Σουλίου και μετά τη συνθηκολόγησή του (28 Ιουλίου 1822) κατέφυγε στο Μεσολόγγι. Μετά το θάνατο του Μάρκου Μπότσαρη, υπηρέτησε υπό τον Κώστα Μπότσαρη, τον Νικόλαο Ζέρβα, τον Λάμπρο Βέικο, τον Νάκο Πανουργιά και τον Γιάννη Γκούρα. Το 1824 έλαβε το βαθμό τού ταξιάρχου και ορίστηκε διοικητής στα Βλαχοχώρια της Αιτωλοακαρνανίας.

Μετά την απελευθέρωση, αμείφθηκε για τις υπηρεσίες που προσέφερε στην Επανάσταση με την παραχώρηση εθνικών γαιών από τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Ο Ζάππας, όμως, ήταν ανήσυχο πνεύμα κι αφού αποποιήθηκε την προσφορά της πατρίδας (κτήματα και τον στρατιωτικό βαθμό), μετέβη στη Βέροια με σκοπό να επιδοθεί στο εμπόριο ή τη γεωργία. Στην πόλη της Μακεδονίας δεν παρέμεινε για πολύ καιρό, επειδή δεν μπορούσε να συμβιώσει με τους Τούρκους. Έτσι, το 1831 τον βρίσκουμε στο Βουκουρέστι.

Αρχικά άσκησε το επάγγελμα του πρακτικού γιατρού, χάρη στις γνώσεις που είχε αποκτήσει κατά τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας από τον συμπατριώτη του Πάνο Παναγιώτου. Η ενασχόλησή του με την ιατρική τον βοήθησε να διευρύνει τις γνωριμίες του, ιδιαίτερα με τους ηγουμένους των μοναστηριών της περιοχής, από τους οποίους άρχισε να μισθώνει κτήματα. Η κίνησή του αυτή αποδείχθηκε ιδιαίτερα ευφυής, καθώς αποτέλεσε το έναυσμα για την απόκτηση της αμύθητης περιουσίας του.

Άγαλμα του Ευαγγέλη Ζάππα, έργο του Ιωάννη Κόσσου, στο Ζάππειο Μέγαρο
Άγαλμα του Ευαγγέλη Ζάππα, έργο του Ιωάννη Κόσσου, στο Ζάππειο Μέγαρο
Με πολύτιμο συνεργάτη τον εξάδελφό του Κωνσταντίνο Ζάππα (1814-1892), αύξανε συνεχώς την περιουσία του, καθώς τα κτήματα που εκμίσθωνε είχαν πολύ μεγάλη απόδοση χάρη στις πρωτοποριακές μεθόδους που εφάρμοζαν. Το 1837 νοίκιασε το μεγάλο κτήμα Μπροστένι, όπου υπήρχαν και υδρόμυλοι. Τελικά, το αγόρασε το 1844 και εξελλήνισε το όνομά του σε Βρεσθένιον. Επακολούθησαν οι αγορές των περισσότερων από τα κτήματα που εκμίσθωνε, με αποτέλεσμα η περιουσία του, όσο και του εξαδέλφου του, να εκτοξευτεί στα ύψη. Στις αρχές της δεκαετίας του 1850 ο Ευαγγέλης Ζάππας είχε φθάσει στο απόγειο της επιχειρηματικής του δράσης.

Τότε άρχισε να διαθέτει μεγάλα ποσά για φιλανθρωπικούς και εθνικούς σκοπούς, πρώτα στη Μολδοβλαχία και μετέπειτα στην Ελλάδα. Το 1856, με επι­στολή του προς τον βασιλιά Όθωνα, που επιδόθηκε στον υπουργό των Εξωτερικών, Αλέξανδρο Ρίζο - Ραγκαβή, προσέφερε 400 μετοχές της ατμοπλοϊκής εταιρείας του για να διοργανώνονται από τα μερίσματά τους κάθε χρόνο εκθέσεις που να αναδεικνύουν την εμπορική και βιομηχανική πρόοδο της χώρας. Του υπέβαλε, επίσης, σχέδιο κτιρίου που θα στέγαζε τα «Ολύμπια», όπως σκόπευε να ονομάσει τη διοργάνωση. Στις προθέσεις του ήταν και η κατασκευή σταδίου για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων.

Το σχέδιό του υλοποιήθηκε με το Βασιλικό Διάταγμα της 19ης Αυγούστου 1858 «περί συστάσεως Ολυ­μπίων». Τα πρώτα «Ολύμπια» έγιναν στις 15 Νοεμβρίου 1859 στην Αθήνα, στην Πλατεία Λουδοβίκου (σημερινή Πλατεία Εθνικής Αντίστασης ή Κοτζιά). Ο Ζάππας δεν επισκέφθηκε ποτέ την Αθήνα, παρακολουθούσε όμως στενά την εξέλιξη του έργου της Επιτροπής των Ολυμπίων.

Το 1863 υπέστη όλως αιφνιδίως διανοητική διαταραχή. Ο εξάδελφός του Κωνσταντίνος Ζάππας αναζήτησε θεραπεία, τόσο στο Βουκουρέστι, όσο και στο Παρίσι, αλλά δεν πέτυχε τίποτε.

Ο Ευαγγέλης Ζάππας πέθανε στις 19 Ιουνίου 1865, σε ηλικία 65 ετών και τάφηκε στο ναό του Ευαγγελισμού στο κτήμα του στο Μπροστένι της Μολδοβλαχίας­ (σημερινής νότιας Ρουμανίας).

Με τη διαθήκη του άφησε όλη την περιουσία του στην Επιτροπή των Ολυμπίων (καθότι άγαμος και χωρίς απογόνους), με επικαρπωτή και εκτελεστή της τον Κωνσταντίνο Ζάππα, ο οποίος ανέλαβε την υποχρέωση να χτίσει μέγαρο εκθέσεων στην Αθήνα («Ζάππειον») και να αποθέσει σε αυτό την κεφαλή του, ενώ το σώμα του έπρεπε να ταφεί στο σχολείο του Λαμπόβου, στο οποίο είχε κληροδοτήσει ετήσιο εισόδημα. Όλα αυτά εκτελέστηκαν πιστά από τον εξάδελφό του.

Η περιουσία του Ζάππα που περιήλθε τελικά στην Ελλάδα ήταν αρκετά μικρότερη από την αναφερομένη στη διαθήκη του, επειδή διεκδικήθηκε τόσο από το ρουμανικό δημόσιο, όσο και από τα παιδιά του μεγαλύτερου αδελφού του Αναστασίου. Μάλιστα, τέτοια ήταν η ένταση στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Ρουμανίας σχετικά με τη διεκδίκηση της αμύθητης περιουσίας του Ευαγγέλη Ζάππα, ώστε μετά και το θάνατο του Κωνσταντίνου Ζάππα το 1892, οι διπλωματικές σχέσεις των δύο κρατών διακόπηκαν και αποκαταστάθηκαν πλήρως χρόνια αργότερα, με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, που έθεσε τέρμα στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο (1913).


Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/1648

Άγγελος Σικελιανός: Η ζωή, το έργο και ο τραγικός θάνατος ενός μεγάλου Έλληνα ποιητή

 Κορυφαίος Έλληνας ποιητής, το έργο του οποίου διακρίνεται από έντονο λυρισμό και ιδιαίτερο γλωσσικό πλούτο.

Άγγελος Σικελιανός (1884 – 1952)

Ο Άγγελος Σικελιανός ήταν κορυφαίος Έλληνας ποιητής. Το έργο του διακρίνεται από έντονο λυρισμό και ιδιαίτερο γλωσσικό πλούτο.

Ο Άγγελος Σικελιανός γεννήθηκε στις 15 Μαρτίου 1884 στη Λευκάδα. Ήταν το τελευταίο από τα πέντε παιδιά του Ιωάννη Σικελιανού, καθηγητή της ιταλικής και γαλλικής γλώσσας στο τοπικό γυμνάσιο και Χαρίκλειας Σικελιανού, καλλιεργημένης και αρχοντικής γυναίκας.

Το 1900 ήλθε στην Αθήνα για να σπουδάσει νομικά, αλλά τα εγκατέλειψε πολύ νωρίς για να αφιερωθεί ολόψυχα στην ποιητική δημιουργία, ύστερα από ένα μικρό πέρασμα στο θεατρικό σανίδι ως ηθοποιός. Τον Αύγουστο του 1906 θα γνωρίσει την εύπορη αμερικανίδα Εύα Πάλμερ (1874-1952), την οποία θα νυμφευτεί τον επόμενο χρόνο.

Το 1907 ταξιδεύει στην Αίγυπτο, όπου εργαζόταν ο μεγαλύτερος του αδελφός και σε μία εκδρομή του στη Λιβυκή Έρημο θα γράψει την ποιητική σύνθεση «Αλαφροϊσκιωτος», η κυκλοφορία του οποίου το 1909 θα αποτελέσει εκδοτικό γεγονός. Το πρώτο του αυτό έργο είναι ένας αληθινός ύμνος προς την ελληνική φύση, γραμμένος με θαυμαστή δύναμη και με αδρούς πρωτότυπους στίχους.

Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913), στους οποίους πήρε μέρος, έγραψε πατριωτικά ποιήματα, που δημοσιεύθηκαν σ’ εφημερίδες, περιοδικά και στη ποιητική συλλογή «Στίχοι» (1921). Έγραψε επίσης και δημοσίευσε από το 1915 έως το 1918 τον «Πρόλογο στη ζωή», αποσπάσματα από το «Πάσχα των Ελλήνων», το «Δελφικό Λόγο» και μελέτες. Είχε άφθονα οικονομικά μέσα και βρήκε τη ευκαιρία να μελετά διαρκώς, να γράφει απερίσπαστα και να ταξιδεύει.

Μαζί με την αμερικανίδα σύζυγό του, ο Σικελιανός συνέλαβε το σχέδιο ν’ αναστήσει τη Δελφική Αμφικτυονία. Οργάνωσαν το 1927 και το 1930 με δικά τους έξοδα τις «Δελφικές Εορτές», με παραστάσεις αρχαίων τραγωδιών, με αγώνες και λαϊκές εκθέσεις, που τράβηξαν την προσοχή του κόσμου.

Η ποιητική έμπνευση του Σικελιανού αυτή την εποχή και αρκετά χρόνια αργότερα αντλεί τα θέματά της από τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, από τη μυθολογία και το μυστικισμό (ορφισμός κλπ.), από τη θρησκεία και την ιστορία. Τέτοιες είναι οι τραγωδίες του: «Διθύραμβος του Ρόδου» (1933) και «Ο Δαίδαλος στην Κρήτη», καθώς και πολλά ποιήματα.

Ιδιαίτερη αξία έχει η ποιητική δημιουργία του Σικελιανού, από την εποχή που στον ορίζοντα άρχισαν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Τότε η ποίησή του πήρε κοινωνικό περιεχόμενο, μέσα από τις τραγωδίες «Η Σίβυλλα» (1940), «Ο Χριστός στη Ρώμη» (1946), «Ο θάνατος τον Διγενή» (1948) και «Ο Ασκληπιός».

Τον Μάρτιο του 1938 γνωρίζει την Άννα Καραμάνη (1904-2006), σύζυγο του φυματιολόγου Γεωργίου Καραμάνη. Η γνωριμία τους εξελίσσεται σε βαθύ έρωτα και ο Σικελιανός ζητάει από την Εύα να χωρίσουν. Αυτή συναινεί, όπως και ο γιατρός Καραμάνης. Ο γάμος τους θα γίνει στις 17 Ιουνίου του 1940.

Την περίοδο της Κατοχής έγραψε και κυκλοφόρησε κρυφά τα «Ακριτικά» (1941-1942), που ήταν μία κραυγή πόνου του σκλαβωμένου Ελληνισμού. Στις 28 Φεβρουαρίου 1943 απήγγειλε στην κηδεία του Κωστή Παλαμά το περίφημο ποίημά του, που αρχίζει με τους στίχους «Ηχήστε οι σάλπιγγες», που είχε γράψει λίγες ώρες νωρίτερα.

Το 1945 θα είναι υποψήφιος με τον Καζαντζάκη για την Ακαδημία Αθηνών. Αντ’ αυτών θα εκλεγεί ο Σωτήρης Σκίπης. Το 1946 θα προταθεί για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, όπως και ο Καζαντζάκης, με πρωτοβουλία σημαντικών προσωπικοτήτων των γραμμάτων (Πολ Ελιάρ, Αντρέ Ζιντ, Χένρι Μίλερ, Ευγένιος Ο’ Νιλ κ.ά.). Η υποψηφιότητά τους θα τορπιλιστεί από την κυβέρνηση Τσαλδάρη, με το πρόσχημα ότι έτσι θα βραβευόταν η Αριστερά στην Ελλάδα. Το 1947 θα εκδοθεί συγκεντρωμένο σε τρεις τόμους το ποιητικό του έργο, το ποιητικό του έργο υπό τον τίτλο «Λυρικός Βίος».

Ο αποκαρδιωμένος Σικελιανός έχει να παλέψει τώρα με τα σοβαρά προβλήματα της υγείας του και με τη φτώχεια. Στις 4 Ιουνίου 1951 από λάθος της οικιακής βοηθού του αντί για το φάρμακό του λαμβάνει απολυμαντικό, με αποτέλεσμα να υποστεί σοβαρά εγκαύματα στα αναπνευστικά του όργανα. Στις 19 Ιουνίου 1951 θα αφήσει την τελευταία του πνοή στην κλινική «Η Παμμακάριστος» της Αθήνας.



Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/1252

Η Μάχη του Κιλκίς - Λαχανά

 Ελληνοβουλγαρική ένοπλη σύγκρουση σε τρεις τομείς, κατά τη διάρκεια του Β’ Βαλκανικού Πολέμου. Η έκβασή της υπέρ των ελληνικών όπλων, άνοιξε τον δρόμο για την απελευθέρωση της Ανατολικής Μακεδονίας...


Η Μάχη του Κιλκίς, λιθογραφία του Σωτήρη Χρηστίδη (1858-1940)

Ελληνοβουλγαρική ένοπλη σύγκρουση σε τρεις τομείς, κατά τη διάρκεια του Β' Βαλκανικού Πολέμου. Η έκβασή της υπέρ των ελληνικών όπλων, άνοιξε τον δρόμο για την απελευθέρωση της Ανατολικής Μακεδονίας και σηματοδότησε την κατάρρευση των βουλγαρικών φιλοδοξιών για την κατάκτηση της Θεσσαλονίκης. Η μάχη του Καλινόβου - Κιλκίς - Λαχανά είναι περισσότερο γνωστή ως Μάχη του Κιλκίς - Λαχανά.

Κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο, οι Βούλγαροι κατέλαβαν το Κιλκίς (Κουκούς, όπως το ονόμαζαν) στις 26 Οκτωβρίου 1912, την ημέρα που ο ελληνικός στρατός έμπαινε νικηφόρα στη Θεσσαλονίκη. Σκόπευαν να το χρησιμοποιήσουν ως ορμητήριο των επιχειρήσεών τους στη Μακεδονία και ειδικότερα για την πραγματοποίηση του μεγάλου τους ονείρου, την κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Το Κιλκίς κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα ήταν άντρο κομιτατζήδων, ενώ στην πόλη είχαν απομείνει μόνο 30 ελληνικές οικογένειες.

Από την ημέρα της κατάληψή του, οι Βούλγαροι πραγματοποίησαν ένα εκτεταμένο δίκτυο οχυρωματικών έργων και δημιούργησαν μία αμυντική γραμμή που εκτεινόταν από το Καλίνοβο (σήμερα Σουτογιαννέικα Κιλκίς) μέχρι το χωριό Λαχανάς στα βόρεια του σημερινού Νομού Θεσσαλονίκης. Ειδικά τα οχυρωματικά έργα στην περιοχή του Κιλκίς είχαν ανάπτυγμα γύρω στα 10 χιλιόμετρα και βάθος έξι χιλιόμετρα.

Το ελληνικό επιτελείο, μετά τον αρχικό αιφνιδιασμό της 16ης Ιουνίου, αποφάσισε να επικεντρώσει την κύρια επιθετική του ενέργεια στη γραμμή Καλινόβου - Κιλκίς - Λαχανά. Αν κατόρθωνε να εκπορθήσει τη βουλγαρική αμυντική γραμμή, ο δρόμος προς την κοιλάδα του Στρυμώνα και τις Σέρρες ήταν ανοιχτός. Διαφορετικά διακυβευόταν η τύχη της Θεσσαλονίκης και των ελληνικών κατακτήσεων στη Μακεδονία.

Μάχη στο Λαχανά
Η ελληνική επίθεση εκδηλώθηκε το πρωί της 19ης Ιουνίου 1913, σύμφωνα με το επιτελικό σχέδιο. Η 1η Μεραρχία με διοικητή τον αντιστράτηγο Μανουσογιαννάκη και η 6η Μεραρχία με διοικητή τον συνταγματάρχη Δελαγραμάτικα ενήργησαν επίθεση στον ορεινό τομέα του Λαχανά, οι Μεραρχίες 2η (διοικητής υποστράτηγος Καλάρης), 3η (διοικητής Υποστράτηγος Δαμιανός), 4η (υποστράτηγος Μοσχόπουλος), 5η (Συνταγματάρχης Γεννάδης) διατέθηκαν για τη βασική επιθετική ενέργεια στο Κιλκίς. Η 10η Μεραρχία υπό τον συνταγματάρχη Παρασκευόπουλο επιτέθηκε κατά των υψωμάτων του Καλίνοβου. Η ταξιαρχία του Ιππικού υπό τον συνταγματάρχη Ζαχαρακόπουλο συνέδεε τις τέσσερεις μεραρχίες του «κέντρου» με την 10η. Η συνολική δύναμη των ελληνικών δυνάμεων ανερχόταν σε 117.861 άνδρες και 176 κανόνια. Την αμυντική γραμμή των Βουλγάρων υπερασπιζόταν η 2η Στρατιά υπό τον στρατηγό Ιβανώφ, με δύναμη άνω των 40.000 ανδρών.

Οι μάχες από την πρώτη στιγμή ήταν πεισματώδεις και πολλές φορές εκ του συστάδην: σώμα με σώμα και εφ’ όπλου λόγχη. Οι ελληνικές απώλειες υπήρξαν μεγάλες. Λόγω του λοφώδους και γυμνού εδάφους της περιοχής, οι Έλληνες στρατιώτες ήταν διαρκώς εκτεθειμένοι στα εχθρικά πυρά. Μετά από σφοδρές, κατά κύματα, επιθέσεις, ο ελληνικός στρατός το βράδυ της 20ης Ιουνίου βρέθηκε σε απόσταση ολίγων εκατοντάδων μέτρων από τις πρώτες οχυρωματικές θέσεις των υπερασπιστών του Κιλκίς.

Οι Βούλγαροι είχαν δημιουργήσει ένα εκτεταμένο δίκτυο ορυγμάτων, τα οποία ήταν ενισχυμένα με πρόχειρα, αλλά καλοφτιαγμένα πυροβολεία. Ήταν βέβαιο ότι μία κατά μέτωπο επίθεση θα στοίχιζε στους επιτιθέμενους σημαντικές απώλειες και θα τους καθήλωνε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Γι’ αυτό, το επιτελείο διέταξε την 2α Μεραρχία να εκτελέσει πλευρικό νυχτερινό αιφνιδιασμό, που ήταν απολύτως επιτυχημένος. Μόλις ξημέρωσε η 21η Ιουνίου επιτέθηκαν και οι υπόλοιπες τρεις μεραρχίες του κεντρικού τομέα. Στις 11 το πρωί οι Βούλγαροι άρχισαν να υποχωρούν σε όλο το μήκος του μετώπου με κατεύθυνση τη Δοϊράνη και τον Στρυμώνα. Ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος διέταξε την 4η και 5η Μεραρχία να τους καταδιώξουν. Το ισοπεδωμένο Κιλκίς ήταν υπό ελληνικό έλεγχο.

Αμέσως σχεδόν ξέσπασε οξεία αντιπαράθεση μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας για τις εκτεταμένες καταστροφές, που προκλήθηκαν στο Κιλκίς. Η βουλγαρική πλευρά κατηγόρησε τον ελληνικό στρατό ότι πυρπόλησε την πόλη, ενώ το ελληνικό στρατηγείο υποστήριξε ότι την πόλη πυρπόλησαν οι υποχωρούσες βουλγαρικές μονάδες. Ο ανταποκριτής των Τάιμς του Λονδίνου Κρόφορντ Πράις θα γράψει:

Το κατεστραμμένο Κιλκίς

Η πόλις του Κιλκίς εκαίετο ήδη όταν είχον εισέλθει εις αυτήν οι Έλληνες, συνεπεία του πυρός του πυροβολικού - γεγονός άξιον ιδιαιτέρας προσοχής, αφού ακολούθως υπεστηρίχθη ότι δήθεν επυρπολήθη υπό του νικηφόρου στρατού.

Στο δεξιό της ελληνικής παρατάξεως, η 1η και η 6η Μεραρχία έδωσαν πείσμονες μάχες για να καταλάβουν τα υψώματα του Λαχανά. Η 1η Μεραρχία είχε πιο εύκολο έργο, καθώς προχώρησε χωρίς ιδιαίτερη αντίσταση. Αντίθετα, η 6η Μεραρχία αντιμετώπισε ισχυρότερη αντίσταση από τους Βούλγαρους και χρειάστηκε η εφ’ όπλου λόγχη για να καταληφθούν τα στρατηγικής σημασίας υψώματα 605 και 544 το βράδυ της 19ης Ιουνίου. Την επομένη, οι δύο μεραρχίες συνέκλιναν για να αντιμετωπίσουν τον βουλγαρικό στρατό στα χαρακώματα του Λαχανά. Στις 3 το απόγευμα της 21ης Ιουνίου οι δύο μεραρχίες επιτέθηκαν κατά των βουλγαρικών θέσεων και σε μία ώρα τους κατέβαλαν, αφού οι Βούλγαροι έχοντας πληροφορηθεί την κατάρρευση του μετώπου στο Κιλκίς, άρχισαν να υποχωρούν άτακτα προς τα βορειοανατολικά. Κύριο μέλημα της ηγεσίας τους ήταν να προλάβουν να διατηρήσουν υπό την κατοχή τους τις γέφυρες του Στρυμώνα, προτού φθάσουν εκεί οι ελληνικές δυνάμεις.

Στον τομέα του Καλίνοβου, η 10η Μεραρχία είχε απέναντί της την 3η Ταξιαρχία της 3ης Μεραρχίας του Βουλγαρικού στρατού, η οποία ήταν οχυρωμένη στα δύσβατα υψώματα της περιοχής. Στις 8 το πρωί της 19ης Ιουνίου επιχείρησε επίθεση εναντίον των εχθρικών θέσεων, αλλά αποκρούστηκε. Την επομένη απόσπασμα της 10ης Μεραρχίας κατέλαβε τη Γευγελή, που είχε εγκαταλειφθεί από τους Βουλγάρους και βρήκε άθικτη τη γέφυρα του Αξιού. Το απόγευμα της ίδιας ημέρα η ίδια μονάδα κατέλαβε τους Ευζώνους και στη συνέχεια διατάχθηκε να μεταβεί στο Κιλκίς, όπως και η υπόλοιπη μεραρχία. Όμως, η αντίσταση των Βουλγάρων συνεχιζόταν στα υψώματα του Καλίνοβου, μέχρι το απόγευμα της 21ης Ιουνίου, οπότε υποχώρησαν μετά τη διάσπαση του μετώπου στο Κιλκίς.

Μετά την επικράτηση των ελληνικών όπλων, ο Έλληνας επιτελάρχης αντιστράτηγος Βίκτωρ Δούσμανης τηλεγράφησε στον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο:

Μετά χαράς αναγγέλλω την κατάληψιν του Κιλκίς, μετά τριήμερον σφοδρόν αγώνα. Ο εχθρός καταδιώκεται κατά πόδας. Ηθικόν στρατού μας έκτακτον.

Η ελληνική νίκη ήταν σπουδαία, από κάθε άποψη, αλλά το κόστος σε αίμα βαρύ. Οι νεκροί και οι τραυματίες ανήλθαν σε 8.828 άνδρες. Ιδιαίτερα υψηλές ήταν και οι απώλειες σε αξιωματικούς, καθώς ηγούνταν των μονάδων τους για να εμψυχώσουν τους άνδρες τους, πολλοί από τους οποίους ήταν νεοσύλλεκτοι. Μία άλλη εξήγηση μας δίνει ο στρατηγός Στέφανος Σαράφης στα απομνημονεύματά του:

Οι Βούλγαροι είχαν ορίσει καλούς σκοπευτές για να χτυπούν ειδικά τους αξιωματικούς που φαίνονταν γιατί γυάλιζαν τα χρυσά γαλόνια στο καπέλο και τις επωμίδες. Ύστερα από αυτό διατάχτηκε όλοι οι βαθμοφόροι να βγάλουν τα διακριτικά τους για να μην γνωρίζονται από μακριά». Οι απώλειες από τη βουλγαρική πλευρά ήταν 6.971 άνδρες νεκροί και τραυματίες, καθώς και 2.500 αιχμάλωτοι.

Η επόμενη πολεμική αναμέτρηση Ελλήνων και Βουλγάρων θα γίνει στις 23 Ιουνίου 1913 στη Δοϊράνη.



Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/632

Ιμάμης : ¨Ο πλατύς πισιν@@ στις γυναίκες σημαίνει ωραιότητα ηθικής ! ¨


Άγιος Ιούδας ο Απόστολος



Καὶ συγγενείᾳ καὶ χορῷ αὐχεῖν ἔχεις.
Χριστοῦ μαθητῶν ὦ Ἰούδα, καὶ πάθει.
Ἐννεακαιδεκάτῃ βελέεσσιν Ἰούδας θνῄσκει.

Kλήσις τριπλή σοι και τριπλούν μάκαρ πάθος,
Άρσις δέσις τε και τρίτον τόξου τάσις.
Eννεακαιδεκάτη βελέεσσιν Iούδας θνήσκει.


Λειτουργικά κείμενα


Οπτικοακουστικό Υλικό

                         Πηγή


ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ