Το ψηφιδωτό της Θεοτόκου (Βρεφοκρατούσας) στην Αγιά Σοφιά, στην Κωνσταντινούπολη.

Διά τὴν Πόλῐν

Διά τὴν Πόλῐν πολεμήσομεν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς

Η Ελλάς Ευγνωμονούσα, Θεόδωρος Βρυζάκης (1858)
Κι ὅμως δὲν πίστεψα
Ὅρους ἀντέστρεψα
Εἶμαι ὁ Ἕλληνας ποὺ πολεμᾶ
Εἶπαν πὼς χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Ἔμεινα μόνος μου κι ὅμως ἐπέζησα
Ἔζησα στὴ φωτιά

Αλέξανδρος (Άλεξ) Παναγή, Στὴ φωτιά (Eurovision 1995)

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2024

Έλλη Λαμπέτη

Έλλη Λαμπέτη (1926 – 1983)

Κορυφαία ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Γεννήθηκε στις 13 Απριλίου του 1926 στα Βίλια Αττικής. Το πραγματικό της όνομα ήταν Έλλη Λούκου. Πατέρας της ήταν ο Κώστας Λούκος, ιδιοκτήτης ταβέρνας, και μητέρα της η Αναστασία Σταμάτη. Ο παππούς της, γνωστός ως Καπετάν-Σταμάτης, είχε πολεμήσει στο πλευρό του Κολοκοτρώνη, κατά την επανάσταση του 1821.

Το 1928 η οικογένειά της μετακόμισε στην Αθήνα. Δεκατρία χρόνια αργότερα, η Έλλη έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, αλλά απορρίφθηκε. Ωστόσο, το ταλέντο της αναγνωρίστηκε από τη Μαρίκα Κοτοπούλη, που την πήρε κοντά της και σύντομα έγινε η αγαπημένη της μαθήτρια. Μάλιστα, της είχε τόση εμπιστοσύνη, ώστε της επέτρεψε να διαβάσει ακόμη και τις ερωτικές επιστολές που είχε λάβει από τον Ίωνα Δραγούμη, στις αρχές του 20ου αιώνα. Εκείνη τη χρονιά απέκτησε και το νέο της επώνυμο, το οποίο το επέλεξε από το βιβλίο «Αστραπόγιανος» του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.

Πολύ σύντομα, το 1942, έκανε την πρώτη επίσημη θεατρική της εμφάνιση, στο έργο «Η Χάννελε πάει στον Παράδεισο» του Χάουπτμαν. Τέσσερα χρόνια αργότερα καθιερώθηκε ως ηθοποιός εξαιρετικής εσωτερικότητας, με τον «Γυάλινο Κόσμο» στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Την ίδια χρονιά έκανε και το κινηματογραφικό της ντεμπούτο, στην ταινία «Αδούλωτοι Σκλάβοι». Από το 1948 συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Κώστα Μουσούρη, τον μεγάλο αντίπαλο του Κουν. Εκείνη τη χρονιά γνωρίστηκε και με τον Αλέκο Αλεξανδράκη, τον πρώτο μεγάλο της έρωτα.

Το 1950 παντρεύτηκε με τον Μάριο Πλωρίτη. Ο γάμος τους, όμως, δεν άντεξε για πολύ... Χώρισαν τρία χρόνια αργότερα, όταν η Έλλη γνώρισε τον Δημήτρη Χορν. Μαζί έγραψαν μία από τις πιο αστραφτερές σελίδες στην υποκριτική τέχνη. Συγκρότησαν δικό τους θίασο, μαζί με τον Γιώργο Παππά, ανεβάζοντας έργα όπως: «Ο βροχοποιός», «Νυφικό Κρεβάτι», «Το παιχνίδι της Μοναξιάς», κ.α. Στη μεγάλη οθόνη, υπήρξαν συμπρωταγωνιστές στην «Κάλπικη Λίρα» (1956) του Γιώργου Τζαβέλα. Άλλες κινηματογραφικές επιτυχίες της Έλλης Λαμπέτη, αυτής της περιόδου, είναι το «Κυριακάτικο Ξύπνημα» (1954), «Το κορίτσι με τα μαύρα» (1956) και «Το τελευταίο ψέμα» (1957) του Μιχάλη Κακογιάννη.

Παρότι η Έλλη Λαμπέτη και ο Δημήτρης Χορν υπήρξαν αγαπημένο ζευγάρι στη ζωή και στο σανίδι, η σχέση τους έφτασε στο τέλος της το 1959. Δήλωσαν ότι θα ξανασυνεργαστούν σύντομα, κάτι όμως που δεν έγινε ποτέ. Έως τότε η Έλλη είχε χάσει τη μητέρα της, τρία αδέρφια κι ένα μωρό που θα αποκτούσε με τον Χορν. Η μόνη αχτίδα σ' αυτά τα τραγικά χρόνια ήταν η γνωριμία της με τον αμερικανό συγγραφέα Γουέικμαν, ο οποίος υπήρξε ο επόμενος σύζυγός της έως το 1976.

Η δεκαετία του '70 ήταν εξίσου σκληρή για την Έλλη Λαμπέτη. Εξαιτίας της λαχτάρας της για την απόκτηση ενός παιδιού, ενεπλάκη σε μία δικαστική περιπέτεια, που κράτησε τέσσερα χρόνια. Οι φυσικοί γονείς τής μικρής Ελίζας, που είχε υιοθετήσει, διεκδίκησαν και πήραν την κηδεμονία του παιδιού το 1974.

Τα επόμενα χρόνια ήταν μία μάχη με την επάρατο νόσο, από την οποία είχε προσβληθεί από το 1967. Δεν το έβαλε κάτω και συνέχισε να παίζει στο θέατρο, αποσπώντας εντυπωσιακές κριτικές. Η τελευταία της εμφάνιση ήταν το 1981, στο έργο «Σάρα - Τα παιδιά ενός κατώτερου θεού», όπου έπαιξε θαυμαστά το ρόλο της κωφάλαλης Σάρας. Λίγο αργότερα, η υγεία της επιδεινώθηκε. Έχασε τη φωνή της και τελικά άφησε την τελευταίας της πνοή στις 3 Σεπτεμβρίου του 1983, στο αμερικάνικο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν.

Η ζωή της γράφτηκε σε βιβλίο από τον καλό της φίλο Φρέντυ Γερμανό κι έγινε μπεστ σέλερ, 13 χρόνια μετά το θάνατό της.

Φιλμογραφία

  • Αδούλωτοι σκλάβοι (1946)
  • Παιδιά της Αθήνας (1947)
  • Διαγωγή... μηδέν! (1949)
  • Ματωμένα Χριστούγεννα (1951)
  • Κυριακάτικο ξύπνημα (1954)
  • Ιστορία μιας κάλπικης λίρας (1955)
  • Το κορίτσι με τα μαύρα (1956)
  • Το τελευταίο ψέμα (1958)
  • Il relitto (Το χαμένο κορμί, 1961)
  • Μια μέρα ο πατέρας μου (1968)

VIDEOS





                                                       Πηγή

Οσία Φοίβη η διακόνισσα



Λειτουργικά κείμενα



                                  Πηγή

Ειρήνη Παπά: Η ζωή και η καριέρα της εμβληματικής ηθοποιού

Ελληνίδα ηθοποιός, μία από τις ελάχιστες που ξεπέρασαν τα στενά όρια της χώρας μας κι έκαναν καριέρα στο εξωτερικό.

Ειρήνη Παπά (1926 – 2022)

Η Ειρήνη Παπά υπήρξε εμβληματική Ελληνίδα ηθοποιός. Λιτή, δωρική μορφή, σύμβολο της ελληνικής ομορφιάς, διάσημη εκπρόσωπος του μεσογειακού πολιτισμού στο εξωτερικό, χαρισματική και δυναμική γυναίκα, έγινε διεθνώς γνωστή για τις υποκριτικές της ικανότητές και το πνεύμα της. Στη σταδιοδρομία της, αναμετρήθηκε με σημαντικούς γυναικείους ρόλους του θεάτρου και του κινηματογράφου, ενσαρκώνοντας πλήρως τη δύναμη τής αρχαίας τραγωδίας.

Η Ειρήνη Παπά είναι από τις μετρημένες στα δάχτυλα ηθοποιούς που ξεπέρασαν τα στενά όρια της Ελλάδας και έκαναν καριέρα στο εξωτερικό. Εκτός από το υποκριτικό της ταλέντο, σημαντικό ρόλο στην καλλιτεχνική της διαδρομή έπαιξαν το πανέμορφο πρόσωπό της που «έγραφε» στον φακό, η βαθιά εκφραστική της φωνή και η δυναμική της προσωπικότητα. Ευτύχησε να συνεργαστεί με σπουδαίους σκηνοθέτες, όπως ο Γιώργος Τζαβέλλας, ο Μιχάλης Κακογιάννης, ο Κώστας Γαβράς, ο Φραντσέσκο Ρόζι, ο Έλιο Πέτρι και ο Μανοέλ ντε Ολιβέιρα.

Η Ειρήνη Λελέκου, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στο Χιλιομόδι Κορινθίας στις 3 Σεπτεμβρίου 1926 από γονείς εκπαιδευτικούς. Στον καλλιτεχνικό χώρο πρωτοεμφανίστηκε στα 15 της ως τραγουδίστρια και χορεύτρια. Στην συνέχεια σπούδασε στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και τα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας της συνεργάστηκε με διάφορους θιάσους.

Κατά την διάρκεια της φοίτησης της παντρεύτηκε τον ηθοποιό Άλκη Παππά (1922-2018), ο οποίος την βοήθησε στα πρώτα της καλλιτεχνικά βήματα. Το ζευγάρι θα χωρίσει το 1951 και η πανέμορφη ηθοποιός θα κρατήσει το επώνυμο του τέως συζύγου της (με ένα π), με το οποίο θα γίνει γνωστή παγκοσμίως τα επόμενα χρόνια ως Irene Papas.

Το 1948, τελειόφοιτη πλέον της σχολής του Εθνικού Θεάτρου, μαγνήτισε με την ομορφιά της τον Αλέκο Σακελλάριο, ο οποίος την ενέταξε στο σχήμα της επιθεώρησης «Άνθρωποι, Άνθρωποι» που ανέβηκε στο θέατρο «Μετροπόλιταν» της Λεωφόρου Αλεξάνδρας και άφησε εποχή.

Την ίδια χρονιά έκανε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο στην ταινία της Φίνος Φιλμ «Χαμένοι άγγελοι» (1948), όπως και ο συγγραφέας Νίκος Τσιφόρος στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα. Η Ειρήνη Παπά επιβλήθηκε τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό με τον ρόλο της στην ταινία του Φρίξου Ηλιάδη «Νεκρή πολιτεία» (1952). Ο Φίνος έστειλε με δικά του χρήματα την ταινία στο Φεστιβάλ των Καννών όπου δεν βραβεύτηκε μεν, αλλά η πρωταγωνίστριά της απασχόλησε έντονα τον παγκόσμιο Τύπο. Οι φωτογραφίες της μελαχρινής καλλονής με τον πάμπλουτο πλέι-μπόι Αγά Χαν, ο οποίος ήταν ερωτευμένος μαζί της, απ’ ό,τι λένε, κατέκλυσαν εφημερίδες και περιοδικά όλου του κόσμου.

H δημοσιότητα που απέκτησε στις Κάννες, άνοιξε τις πόρτες στην Ειρήνη Παπά. Στην Ιταλία συμμετείχε στις ιστορικές ταινίες «Αττίλας» (1953) και «Θεοδώρα, αυτοκράτειρα τού Βυζαντίου» (1953), ενώ τρία χρόνια αργότερα αντικατέστησε την Γκρέις Κέλι στο γουέστερν του Ρόμπερτ Γουάιζ «Ελύγισα για πρώτη φορά» («Tribute to a Bad Man») με συμπρωταγωνιστή τον Τζέιμς Κάγκνεϋ.Το 1961 κράτησε ένα σημαντικό ρόλο στην μεγάλη διεθνή επιτυχία «Τα κανόνια του Ναβαρόνε» («The Guns of Navarone»), που γυρίστηκε και στην Ρόδο σε σκηνοθεσία του ΤζονΛι Τόμσον.

Την ίδια περίοδο εμφανίστηκε στις ελληνικές ταινίες «Η λίμνη τών στεναγμών» (1959) του Γρηγόρη Γρηγορίου και ενσάρκωσε την Μπουμπουλίνα στην ομώνυμη ταινία του Κώστα Ανδρίτσου (1959). Αξέχαστη έμεινε η ερμηνεία της στην ταινία «Αντιγόνη» (1961) του Γιώργου Τζαβέλλα που συζητήθηκε στο Φεστιβάλ του Βερολίνου και βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Αξιοσημείωτες ήταν οι ερμηνείες της και στις ταινίες, που γύρισε με σκηνοθέτη τον Μιχάλη Κακογιάννη: «Ηλέκτρα» (1962), «Αλέξης Ζορμπάς» (Zorba the Greek, 1965), «Τρωάδες» (The Trojan Women, 1971), «Ιφιγένεια (1977) και «Γλυκειά πατρίδα» (1986). Με τον Κακογιάννη συνεργάστηκε επίσης σε θεατρικές παραστάσεις στην Ελλάδα («Ηλέκτρα» του Σοφοκλή στην Επίδαυρο, «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» του Σέξπιρ στο Ηρώδειο) και στο εξωτερικό («Μήδεια» και «Βάκχες» του Ευριπίδη το 1980 στο Μπρόντγουεϊ).

Άλλες σημαντικές ταινίες στις οποίες εμφανίστηκε ήταν: «Στον καθένα το δικό του» («A ciascuno il suo», 1966) του Έλιο Πέτρι, «Σάντα Μάμα» (The Brotherhood,1968) του Μάρτιν Ριτ, «Ζ» (1969) του Κώστα Γαβρά, «Η Άννα τών χιλίων ημερών («Anne of the Thousand Days», 1969) του Τσαρλς Τζάροτ, «Ο Χριστός σταμάτησε στο Έμπολι («Cristo si e fermato a Eboli», 1979) του Φραντζέσκο Ρόζι, «Ερέντιρα» (Eréndira, 1983) του Ρούι Γκέρα και «Χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου» («Cronaca di una morte annunciate», 1987) του Φραντζέσκο Ρόζι, βασισμένων στα ομώνυμα έργα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Μία από τις τελευταίες εμφανίσεις της στην μεγάλη οθόνη ήταν στην ταινία του Τζον Μάντεν «Το Μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι» («Captain Corelli's Mandolin», 2001).

Η Ειρήνη Παπά έφυγε από τη ζωή στις 14 Σεπτεμβρίου 2022, σε ηλικία 93 ετών.



Η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου

Ο έφιππος Δ. Καλλέργης ενώπιον των ανακτόρων (Συλλογή Λ. Ευταξία)

Πολιτικοστρατιωτικό κίνημα, που εκδηλώθηκε στην Αθήνα στις 3 Σεπτεμβρίου 1843, με σκοπό την παραχώρηση Συντάγματος από τον Όθωνα. Μέχρι τότε, ο βασιλιάς κυβερνούσε ως απόλυτος μονάρχης, χωρίς να λογοδοτεί στους υπηκόους του («ελέω θεού μοναρχία»).

Στις αρχές του 1843 είχαν ωριμάσει οι συνθήκες για την εισαγωγή του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος στη χώρα μας, το οποίο προϋπέθετε την ύπαρξη Συντάγματος. Ήταν ένα αίτημα που είχε τεθεί από τα φιλελεύθερα στοιχεία του Αγγλικού και Γαλλικού Κόμματος ήδη από την εποχή του Καποδίστρια. Σύνταγμα ζητούσαν και οι παραγκωνισμένοι από τον Όθωνα πρόκριτοι και αγωνιστές του '21, που ανήκαν κυρίως στο Ρωσικό Κόμμα και ήθελαν μέσω των κοινοβουλευτικών διαδικασιών να ακουστεί και πάλι η φωνή τους. Η ιδέα του Συντάγματος έθελγε και τις λαϊκές μάζες, που είχαν μεν μια θολή εικόνα για το τι αυτό αντιπροσώπευε, αλλά πίστευαν ότι ήταν το αναγκαίο μέσο για να λυθούν τα οξυμένα προβλήματά τους.

Την ίδια εποχή, η Ελλάδα βρισκόταν υπό τη δαμόκλειο σπάθη των πιστωτών της. Από την αρχή του χρόνου αδυνατούσε να εκπληρώσει τις δανειακές της υποχρεώσεις και οι πιστωτές τής επέβαλαν μια δυσβάστακτη οικονομική συμφωνία («μνημόνιο» θα λέγαμε σήμερα), που περιλάμβανε μείωση των κρατικών δαπανών, περικοπές μισθών και απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, αθρόες αποστρατεύσεις αξιωματικών (όχι όμως και των Βαυαρών) και κλείσιμο πρεσβειών. Έτσι, διευρύνθηκε σημαντικά ο κύκλος των δυσαρεστημένων με το καθεστώς. Ο Όθωνας φαινόταν να μην ελέγχει την κατάσταση.

Το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου ήταν προϊόν συνωμοσίας τριών ανθρώπων: του κεφαλλονίτη αγωνιστή και διπλωμάτη Ανδρέα Μεταξά (Ρωσικό Κόμμα), που έφερε τον τίτλο του Κόμη, του αιγιώτη αγωνιστή Ανδρέα Λόντου (Αγγλικό Κόμμα) και του στρατηγού Ιωάννη Μακρυγιάννη (Γαλλικό Κόμμα). Αργότερα, μυήθηκαν και στρατιωτικοί, όπως ο συνταγματάρχης του Ιππικού Δημήτριος Καλλέργης, τον οποίο οι συνωμότες πέτυχαν να μεταθέσουν από το Ναύπλιο στην Αθήνα. Οι αρχές είχαν πληροφορίες για επικείμενο στασιαστικό κίνημα, πήραν κάποια μέτρα, τα οποία όμως αποδείχθηκαν αναποτελεσματικά.

Εξ αυτού του λόγου το κίνημα επισπεύσθηκε και εκδηλώθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 (αντί της 25ης Μαρτίου 1844, όπως ήταν αρχικά προγραμματισμένο). Η Φρουρά των Αθηνών, που στρατοπέδευε στο Μοναστηράκι, στασίασε και με αρχηγό τον Δημήτριο Καλλέργη παρατάχθηκε στην πλατεία έμπροσθεν των Ανακτόρων (κτίριο της σημερινής Βουλής), η οποία θα μετονομασθεί εξ αφορμής του γεγονότος αυτού σε Πλατεία Συντάγματος. Την ίδια ώρα, πλήθος κόσμου με επικεφαλής τον Ιωάννη Μακρυγιάννη κατέφθασε μπροστά από τα ανάκτορα, αλαλάζοντας «Ζήτω το Σύνταγμα».

Ο Όθων εκείνο το βράδυ δεν είχε κοιμηθεί, παρά τη συνήθειά του, και εργαζόταν στο γραφείο του. Ένας αξιωματικός των κινηματιών εισήλθε στα ανάκτορα και του ανακοίνωσε την επανάσταση του στρατού. Ο βασιλιάς απέστειλε προς τους επαναστάτες τον Υπουργό των Στρατιωτικών για να πληροφορηθεί και επισήμως τα αιτήματά τους, αλλά αυτοί τον συνέλαβαν και τον έθεσαν υπό περιορισμό. Πάντως, η βασίλισσα Αμαλία είχε φροντίσει προηγουμένως να ανακοινώσει στον σύζυγό της ότι οι επαναστάτες ζητούσαν Σύνταγμα και πολιτικές ελευθερίες. Τον συμβούλευσε, μάλιστα, να κάνει δεκτά τα αιτήματά τους.

Τότε, ο βασιλιάς αναγκάσθηκε να εμφανισθεί από ένα παράθυρο των Ανακτόρων (το τέταρτο δεξιά των Προπυλαίων της Βουλής, πάνω από το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη) και να ανοίξει διάλογο με τον έφιππο Καλλέργη, ο οποίος του εξήγησε ότι λαός και στρατός απαιτούν την άμεση σύγκληση Εθνοσυνέλευσης για την κατάρτιση Συντάγματος. Ο βασιλιάς προσπάθησε να κερδίσει χρόνο και υποσχέθηκε την εκπλήρωση του αιτήματος την επομένη. Ο Καλλέργης ήταν ανένδοτος και ζήτησε την άμεση αποδοχή του αιτήματος, ενώ αξίωσε ακόμη την παραίτηση της κυβέρνησης και τον σχηματισμό κυβέρνησης που θα απολάμβανε την εμπιστοσύνης του λαού και την αποπομπή των Βαυαρών από τη δημόσια διοίκηση, εκτός των αποδεδειγμένα φιλελλήνων.

Ο Όθωνας αποσύρθηκε στο γραφείο του και ζήτησε να συναντηθεί με τους ξένους πρεσβευτές για διαβουλεύσεις. Όμως, αυτοί εμποδίστηκαν να εισέλθουν στο παλάτι από τον Καλλέργη, μία τολμηρή κίνηση που έκρινε την κατάσταση. Ο Όθωνας αντιλήφθηκε ότι ήταν πλήρως απομονωμένος και προς στιγμήν σκέφθηκε να παραιτηθεί. Τελικά, αναγκάστηκε να αποδεχθεί τα αιτήματα των επαναστατών και τα ξημερώματα της ίδιας ημέρας υπέγραψε τα αναγκαία διατάγματα για τη σύγκληση Εθνοσυνελεύσεως.

Στη συνέχεια διόρισε πρωθυπουργό τον αρχηγό του Ρωσικού Κόμματος, Ανδρέα Μεταξά, ενώ επίλεκτα μέλη του κινήματος τον πλαισίωσαν στα βασικά υπουργεία (Ανδρέας Λόντος στο Στρατιωτικών, Κωνσταντίνος Κανάρης στο Ναυτικών, Ρήγας Παλαμήδης στο Εσωτερικών και Δρόσος Μανσόλας στο Οικονομικών). Το κίνημα, που ήταν αναίμακτο, έληξε και τυπικά γύρω στις 3 το μεσημέρι, όταν το συγκεντρωμένο πλήθος διαλύθηκε και οι στρατιώτες επέστρεψαν στη βάση τους στο Μοναστηράκι.

Σύμφωνα με τα συμφωνηθέντα, στα τέλη Οκτωβρίου του 1843 θα διεξαχθούν οι πρώτες εκλογές στην Ελλάδα. Η Βουλή που θα προκύψει, συνέρχεται στις 8 Νοεμβρίου με πρόεδρο τον υπέργηρο Πανούτσο Νοταρά και αποφασίζει να λάβει το όνομα «Η της Γ' Σεπτεμβρίου εν Αθήναις Εθνική των Ελλήνων Συνέλευσις». Κύριο έργο είναι η σύνταξη του Συντάγματος, το οποίο ψηφίστηκε στις 18 Μαρτίου 1844 και αποτέλεσε τη βάση για όλα τα επόμενα.



Άγιος Άνθιμος Ιερομάρτυρας επίσκοπος Νικομήδειας


Τμηθεὶς κεφαλὴν Μάρτυς Ἄνθιμε ξίφει,
Καὶ νεκρὸς ἀνθεῖς εἰς Θεοῦ δόξαν τρίχας.
Ἄνθιμον ἐν τριτάτῃ ἀπέκτεινε ξίφος ὀξύ.


Λειτουργικά κείμενα


ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ