Διά τὴν Πόλῐν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς
Ὅρους ἀντέστρεψα
Εἶμαι ὁ Ἕλληνας ποὺ πολεμᾶ
Εἶπαν πὼς χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Ἔμεινα μόνος μου κι ὅμως ἐπέζησα
Ἔζησα στὴ φωτιά
Τρίτη 23 Απριλίου 2024
Η Μάχη της Αλαμάνας
Μία από τις πρώτες μάχες του Εθνικού Ξεσηκωμού, που δόθηκε στην ξύλινη γέφυρα της Αλαμάνας (Σπερχειού), πλησίον των Θερμοπυλών, στις 23 Απριλίου 1821...
Μία από τις πρώτες μάχες του Εθνικού Ξεσηκωμού, που δόθηκε στην ξύλινη γέφυρα της Αλαμάνας (Σπερχειού), πλησίον των Θερμοπυλών, στις 23 Απριλίου 1821 και συνδέθηκε με την ηρωική προσπάθεια του Αθανασίου Διάκου να αναχαιτίσει τις Οθωμανικές ορδές του Κιοσέ Μεχμέτ και του Ομέρ Βρυώνη.
Στις αρχές Απριλίου του 1821 η Ανατολική Ρούμελη (Στερεά Ελλάδα) βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό, όπως και η Δυτική Ρούμελη και ο Μοριάς (Πελοπόννησος). Ο Αθανάσιος Διάκος, που πρωτοστάστησε στην κήρυξη της επανάστασης στην περιοχή αυτή της Ελλάδας, είχε καταλάβει τη Λιβαδειά, τη Θήβα και την Αταλάντη, όχι όμως και το διοικητικό κέντρο της περιοχής, το Ζητούνι (σημερινή Λαμία), καθώς ο τοπικός οπλαρχηγός Μήτσος Κοντογιάννης θεωρούσε πρόωρη την έκρηξη της Επανάστασης και δεν συμμετείχε στον Αγώνα.
Τα κακά μαντάτα δεν άργησαν να φθάσουν στον διοικητή της Πελοποννήσου (Μόρα-Βαλεσί) Χουρσίτ Πασά, ο οποίος βρισκόταν στην Ήπειρο, επικεφαλής στρατευμάτων για να τιμωρήσει τον Αλή Πασά, που έδειχνε τάσεις αυτονομίας από τον Σουλτάνο. Ο Χουρσίτ διέταξε τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιοσέ Μεχμέτ να καταστείλουν την Επανάσταση στη Ρούμελη και στη συνέχεια να προχωρήσουν από δύο κατευθύνσεις προς την Πελοπόννησο, για την άρση της πολιορκίας της Τριπολιτσάς.
Στις 17 Απριλίου οι δυο πασάδες με 8.000 άνδρες στρατοπεδεύουν στο Λιανοκλάδι, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Λαμία. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος για τους επαναστατημένους Έλληνες. Οι τοπικοί οπλαρχηγοί συσκέπτονται στο χωριό Καμποτάδες (20 Απριλίου 1821) και αποφασίζουν και υπερασπιστούν όλες τις διαβάσεις του Σπερχειού ποταμού (Αλαμάνας), διαμοιράζοντας τους 1500 άνδρες που διαθέτουν, ώστε να αποκόψουν την πρόσβαση των Τούρκων προς τα Σάλωνα (Άμφισσα) και τη Λιβαδειά.
Το εναλλακτικό σχέδιο του Γιάννη Δυοβουνιώτη για την από κοινού αντιμετώπιση των Τούρκων στον Γοργοπόταμο απορρίπτεται. Έτσι, ο Πανουργιάς με 600 άνδρες οχυρώνεται στα υψώματα της Χαλκωμάτας, ο Δυοβουνιώτης καταλαμβάνει τη χαράδρα του Γοργοποτάμου με 400 άνδρες και ο Διάκος με 500 άνδρες θα αντιμετώπιζε τον εχθρό στην ξύλινη γέφυρα της Αλαμάνας (Σπερχειού), πλησίον των Θερμοπυλών.
Το πρωί της 23ης Απριλίου οι Τούρκοι επιτίθενται ταυτόχρονα και στα τρία σώματα των επαναστατών. Ο Πανουργιάς και ο Δυοβουνιώτης υποχρεώνονται να υποχωρήσουν, προ των υπέρτερων δυνάμεων του Ομέρ Βρυώνη, με συνέπεια ο κύριος όγκος των Οθωμανών υπό τον Κιοσέ Μεχμέτ να επιπέσει επί του Διάκου στην Αλαμάνα. Ο Διάκος αρνείται να φύγει και να σωθεί, όπως τον προέτρεψαν οι συμπολεμιστές του και ως άλλος Λεωνίδας με μόνο 48 άνδρες μένει και πολεμά μέχρις εσχάτων. Κατά τη διάρκεια της μάχης το σπαθί του σπάει κι ένα εχθρικό βόλι τον τραυματίζει στον δεξιό ώμο, στο οποίο κρατούσε το πιστόλι. Πέντε Τουρκαλβανοί ορμούν στο χαράκωμά του και τον συλλαμβάνουν αιχμάλωτο.
Ο επίλογος της μάχης, που στοίχισε τη ζωή σε 200 Έλληνες και 500 Οθωμανούς, γράφτηκε την επομένη ημέρα. Ο Διάκος μεταφέρθηκε στη Λαμία σιδηροδέσμιος, με ανοιχτές και αιμάσσουσες τις πληγές του και τιμωρήθηκε παραδειγματικά δια ανασκολοπισμού. Ο μαρτυρικός θάνατος του Διάκου ατσάλωσε τους επαναστάτες, παρά την ήττα και την καταστροφή στην Αλαμάνα. Οι δύο πασάδες, παρά τη νίκη τους επί του πεδίου της μάχης, δεν πέτυχαν τους αντικειμενικούς τους στόχους. Η καθυστέρηση στην Αλαμάνα έδωσε τον απαραίτητο χρόνο στον Οδυσσέα Ανδρούτσο να οργανώσει την αντίσταση στο χάνι της Γραβιάς και να εκδικηθεί τη θυσία του Διάκου και των συμπολεμιστών του.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/617
© SanSimera.gr
Γεώργιος Καραϊσκάκης
Ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, που έδρασε κυρίως στη Ρούμελη (Στερεά Ελλάδα).
Ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, που έδρασε κυρίως στη Ρούμελη (Στερεά Ελλάδα).
Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης γεννήθηκε στις 23 Ιανουαρίου 1780 (ή 1782) στο Μαυρομάτι Καρδίτσας και ήταν καρπός της σχέσης του αρματολού Δημήτρη Καραΐσκου και της μοναχής Ζωής Ντιμισκή, αδελφής του κλέφτη Κώστα Ντιμισκή και εξαδέλφης του οπλαρχηγού Γώγου Μπακόλα. Μεγάλωσε με τους θετούς γονείς του, μία οικογένεια Σαρακατσάνων, αφού η μητέρα του τον εγκατέλειψε μη αντέχοντας τον διασυρμό μιας παράνομης σχέσης και πέθανε όταν ήταν οκτώ ετών. Από τη μητέρα του, ο «γιος της καλογριάς» κληρονόμησε τον ανυπότακτο χαρακτήρα του και την παροιμιώδη βωμολοχία του.
Σε κλέφτικη ομάδα από 15 ετών
Στα 15 του ο Γεώργιος Καραϊσκάκης εγκαταλείπει τους θετούς του γονείς και σχηματίζει κλέφτικη ομάδα από συνομηλίκους του. Τρία χρόνια αργότερα πέφτει στα χέρια του Αλή Πασά, ο οποίος εκτιμώντας τον ισχυρό του χαρακτήρα τον προσλαμβάνει στη σωματοφυλακή του. Στην Αυλή των Ιωαννίνων όχι μόνο έμαθε τη στρατιωτική τέχνη, αλλά και στοιχειώδη γράμματα, γραφή και ανάγνωση.
Τον Μάρτιο του 1798 ακολουθεί τον Αλή Πασά στην εκστρατεία του κατά του Πασά του Βιδινίου Πασβάνογλου κι έρχεται σε μυστικές διαπραγματεύσεις μαζί του. Περί το 1804 εγκαταλείπει τον Αλή Πασά κι ενώνεται με το σώμα του περίφημου κλέφτη Κατσαντώνη. Συμμετέχει και διακρίνεται σε πολλές μάχες κατά του πρώην αφεντικού του και γίνεται το πρωτοπαλίκαρο του Κατσαντώνη.
Την άνοιξη του 1807 ο Κατσαντώνης δέχεται να βοηθήσει τη ρωσοκρατούμενη Λευκάδα, που αντιμετώπιζε τον κίνδυνο επίθεσης από τον Αλή Πασά. Εκεί, ο Καραϊσκάκης γνωρίζεται με άλλους οπλαρχηγούς και συναντά τον Ιωάννη Καποδίστρια. Μετά την κατάληψη της Λευκάδας από του Γάλλους, τον Ιούλιο του 1807, ο Καραϊσκάκης επιστρέφει στ' Άγραφα με τους άνδρες τού Κατσαντώνη.
Το 1812 μετά τη διάλυση της ομάδας Λεπενιώτη από τον Αλή Πασά δηλώνει υποταγή και επιστρέφει στα Γιάννινα. Την περίοδο αυτή έγινε και ο γάμος του με την Γκόλφω Ψαρογιαννοπούλου, με την οποία απέκτησε δύο κόρες κι ένα γιο, τον στρατιωτικό και πολιτικό Σπυρίδωνα Καραϊσκάκη (1826-1898).
Περί τα μέσα του 1820, όταν ο Αλή Πασάς κηρύχθηκε αποστάτης από τον Σουλτάνο, ο Καραϊσκάκης τον βοήθησε αρχικά, αλλά όταν διαπίστωσε το μάταιο του αγώνα τον εγκατέλειψε με τον Ανδρούτσο και άλλους Έλληνες και δήλωσε υποταγή στο Σουλτάνο. Τον Ιανουάριο του 1821 συμμετείχε στη σύσκεψη της Λευκάδας, στην οποία αποφασίστηκε η προετοιμασία της εξέγερσης στη Στερεά Ελλάδα.
Τον Απρίλιο του 1821 αποτυγχάνει να ξεσηκώσει τους Ακαρνάνες και καταφεύγει στα χωριά των Τζουμέρκων. Τον Μάιο οργανώνει στρατόπεδο με άλλους οπλαρχηγούς της Δυτικής Στερεάς στο Πέτα της Άρτας. Συμμετέχει στις μάχες κατά των Τούρκων στο Κομπότι (30 Μαΐου και 8 Ιουνίου), αλλά τραυματίζεται και αποσύρεται για θεραπεία.
Τον Σεπτέμβριο μαζί με άλλους οπλαρχηγούς καταλαμβάνει την Άρτα, σε σύμπραξη με τους Αρβανίτες. Το 1822 εμπλέκεται σε διαμάχη με τον κλεφτοκαπετάνιο Γιαννάκη Ράγκο (1790-1870), εκλεκτό του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, για το αρματολίκι των Αγράφων. Από τότε χρονολογείται και η διένεξή του με τον φαναριώτη πολιτικό.
Η πρώτη μεγάλη νίκη κατά των Τούρκων
Στις 15 Ιανουάριου του 1823, ο Καραϊσκάκης σημειώνει την πρώτη του μεγάλη νίκη κατά των Τούρκων στη Μάχη του Σοβολάκου. Στα μέσα του 1823 προάγεται σε στρατηγό, αλλά η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται από τη φυματίωση και καταφεύγει για ανάπαυση στο μοναστήρι του Προυσού.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου εμφυλίου πολέμου, ο Μαυροκορδάτος τον κατηγορεί για πράξη εσχάτης προδοσίας και τον σύρει σε δίκη στο Αιτωλικό (1 Απριλίου 1824). Παρότι διαπιστώνεται η ανακρίβεια των κατηγοριών, ο Καραϊσκάκης θα αποστερηθεί όλων των αξιωμάτων του και θα αναγκασθεί να καταφύγει στο Καρπενήσι. Στα μέσα του 1824 μεταβαίνει στο Ναύπλιο, έδρα της κυβέρνησης, με σκοπό να αποδείξει την αθωότητά του.
Τον Δεκέμβριο του 1824 συμμετέχει στο ρουμελιώτικο σώμα που εκστράτευσε στην Πελοπόννησο, με σκοπό να βοηθήσει τους «κυβερνητικούς» στη διαμάχη τους με τους «αντικυβερνητικούς» (δεύτερος εμφύλιος πόλεμος). Ο Καραϊσκάκης θα λάβει μέρος στο πλιάτσικο στην περιοχή των Καλαβρύτων, που αποτελεί μία από τις ατυχέστερες στιγμές του ήρωα στην επανάσταση του ‘21. Στις 7 Απριλίου του 1825 συμμετέχει χωρίς ηγετικό ρόλο στη μάχη στο Κρεμμύδι, όπου οι Έλληνες αντιμετώπισαν για πρώτη φορά το στρατό του Ιμπραήμ και ηττήθηκαν κατά κράτος.
Η επανάσταση κινδυνεύει και η κυβέρνηση αποφασίζει να στείλει τον Καραϊσκάκη στη Στερεά Ελλάδα, για να αναζωπυρώσει τις επιχειρήσεις κατά των Τούρκων. Τον Μάιο του 1825 φθάνει στο Δίστομο και αποτρέπει την κατάληψη του χωριού από τους Τούρκους της Άμφισσας.Στη συνέχεια προσπαθεί να βοηθήσει τους πολιορκημένους του Μεσολογγίου με κινήσεις αντιπερισπασμού, χωρίς μεγάλη επιτυχία. Μετά την πτώση του Μεσολογγίου και την καταστολή της επανάστασης στη Δυτική Στερεά Ελλάδα, ο Καραϊσκάκης θα μεταβεί στο Ναύπλιο και θα ζητήσει από την κυβέρνηση οικονομική ενίσχυση για να απελευθερώσει τη Στερεά Ελλάδα.
Αρχιστράτηγος της Ρούμελης
Τον Ιούλιο του 1826 διορίζεται αρχιστράτηγος της Ρούμελης, με πλήρη δικαιοδοσία. Η πρώτη του ενέργεια ήταν να ανακουφίσει τους πολιορκημένους της Ακρόπολης της Αθήνας. Στις 6 Αυγούστου νικά τους Τούρκους στο Χαϊδάρι και θα επαναλάβει τη νίκη του δύο ημέρες αργότερα.
Παρότι σοβαρά άρρωστος, θα επιχειρήσει εκστρατεία προς τη Δόμβραινα τον Οκτώβριο για να αποκόψει τον ανεφοδιασμό του Κιουταχή που πολιορκούσε την Ακρόπολη. Θα εκκαθαρίσει την περιοχή και στις 24 Νοεμβρίου του 1826 θα σημειώσει μεγαλειώδη νίκη επί των Τούρκων στην Αράχωβα, σε μία πολυήμερη μάχη, που θα αναδείξει τις στρατηγικές του ικανότητες. Για τους κατακτητές ήταν η δεύτερη μεγάλη καταστροφή μετά τα Δερβενάκια.
Μετά τη διασφάλιση της κεντρικής Στερεάς Ελλάδας επιστρέφει στην Αττική για να αντιμετωπίσει τον Κιουταχή, που συνεχίζει την πολιορκία της Ακρόπολης (28 Φεβρουαρίου 1827). Θα σημειώσει δύο σπουδαίες νίκες, στο Κερατσίνι (4 Μαρτίου) και στο μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα (13 Απριλίου).
Στις 21 Απριλίου του 1827 οι ελληνικές δυνάμεις είχαν στρατοπεδεύσει στο Φάληρο για να αντιμετωπίσουν σε μία ακόμη μάχη τον Κιουταχή. Την αρχιστρατηγία είχαν αναλάβει οι άγγλοι φιλέλληνες Ριχάρδος Τσορτς και ο Τόμας Κόχραν, με απόφαση της Γ’ Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας. Ο Καραϊσκάκης είχε διαφωνήσει με το σχέδιο της κατά μέτωπον επίθεσης και είχε αποσυρθεί στη σκηνή του άρρωστος.
Ο θάνατος
Την επομένη κάποιοι έλληνες στρατιώτες επιτέθηκαν χωρίς διαταγή κατά του στρατοπέδου του Κιουταχή. Για να μη γενικευθεί η σύγκρουση, ο Καραϊσκάκης βγήκε από τη σκηνή του και κατευθύνθηκε έφιππος προς το σημείο της συμπλοκής γύρω στις 4 το απόγευμα. Μία σφαίρα, όμως, τον βρήκε στο υπογάστριο και τον τραυμάτισε σοβαρά. Παρά τις προσπάθειες των γιατρών, ο Καραϊσκάκης άφησε την τελευταία του πνοή στις 4 το πρωί της 23ης Απριλίου 1827, ανήμερα της ονομαστικής του εορτής. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ο θάνατος του Καραϊσκάκη οφειλόταν σε δολοφονική ενέργεια είτε με υποκίνηση των Άγγλων, που ήθελαν τον περιορισμό της Επανάστασης στην Πελοπόννησο, είτε του μεγάλου αντιπάλου του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου.
Την επομένη, οι Έλληνες με πεσμένο ηθικό και κακή στρατηγική, υπέστησαν συντριπτική ήττα στη Μάχη του Αναλάτου από τον Κιουταχή, ο οποίος πολύ γρήγορα κατέστειλε την επανάσταση στη Στερεά Ελλάδα.
Το έθνος θρήνησε το χαμό του ήρωα. Και δικαίως, διότι η απώλειά του υπήρξε ανεπανόρθωτη. Ο Καραϊσκάκης ήταν αδύνατος, φιλάσθενος (έπασχε από φυματίωση), μέτριος το ανάστημα, ιδιαίτερα νευρικός, οξύθυμος, βωμολόχος και υβριστής. Αλλά είχε χαλύβδινη θέληση, δύναμη σκέψης και κριτικής και ιδιαίτερη ικανότητα στην ταχύτατη λήψη αποφάσεων και εκτέλεση αυτών. Με μία λέξη, ήταν ηγέτης. Άλλο ζήτημα αν, όπως έλεγε ο ίδιος, ο χαρακτήρας του τον έκανε να είναι άλλοτε άγγελος και άλλοτε διάβολος.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/1259
Αϊ μου Γιώργη! (Επί τη εορτή της κγ’ Απριλίου)
Άρθρο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ακρόπολις» στις 23 Απριλίου του 1892.
Το άρθρο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Άι μου Γιώργη!» δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ακρόπολις» στις 23 Απριλίου 1892.
Ανέτειλε το έαρ· δεύτε ευφρανθώμεν! Εξέλαμψεν η Ανάστασις Χριστού· δεύτε ευφρανθώμεν!
Η του αθλοφόρου μνήμη τους πιστούς φαιδρύνουσα ανεδείχθη.
Ένθεν μεν ψάλλει η Εκκλησία, συγκαταβατικωτέρα κατά τας ημέρας ταύτας της αναστάσεως του Σωτήρος, παρά την ανωτέραν πνευματικήν έννοιαν τοιούτων παρακελεύσεων· ένθεν δε ο ελληνικός λαός, όστις φαντάζεται πρώτον λεβέντην και αστραπόμορφον νεανίαν τον ήρωα πρόμαχον του Χριστιανισμού, περιβάλλει με όλην την ποίησιν των μακραιώνων ονείρων του, με παμφαείς ακτίνας αφθίτου νεότητος και αϊδίου καλλονής τον Άγιον Γεώργιον.
Αϊ μου Γιώργη αρματολέ και πρώτε καβαλάρη,
αρματωμένε με σπαθί και με χρυσό κοντάρι...
Και ιστορείται δια στίχων επικής απλότητος και ύψους, πως το θεριό εφώλιαζε σιμά εις την βρύσιν, πως απήτει περιοδικώς αιματηρόν φόρον, από τους κατοίκους της πόλεως, πως ερρίπτοντο κλήροι μέλλοντες ν’ αποφασίσωσι περί της δυστυχούς κόρης, ης θα ήτο η σειρά να χορτάση την αδηφάγον απληστίαν του φοβερού θηρίου, πως ο κλήρος έπεσεν επί την βασιλοπούλαν (την Αλεξάνδραν!) και πως ο Άγιος, εισακούσας τας δεήσεις των γονέων, επήλθε, ραγδαίος και αήττητος ιππεύς, εις βοήθειαν της δυσμοίρου νεάνιδος, πως εθανάτωσε τροπαιοφόρος τον απαίσιον δράκοντα, και πως, αναλαβών την βασιλοπούλαν εις τα κάπουλα του αλόγου του, την παρέδωκεν ασινή εις τους βασιλικούς γονείς της.
Α! είναι κρίμα, ότι οι Έλληνες δεν τον επεκαλέσθησαν πέρυσι, πριν ή λάβη μοιραίαν έκβασιν περίστασις παραπλησία!... Αλλά και πάλιν, τις οίδεν αν οι θνητοί βλέπομεν ορθώς τα πράγματα, αν δεν κατοπτρίζονται ανάποδα εις τους οφθαλμούς μας;...Τις οίδεν αν ο κόσμος αυτός, με όλους τους πάγους του Βορρά, ή με τα θάλπη της μεσημβρίας, δεν είναι το αληθές θηρίον;...Αν ο άγγελος του θανάτου, κατ’ εξοχήν τροπαιοφόρος, δεν είναι ο αισιώτερος των αγγέλων;...Και αν, εις τον άλλον κόσμον, η στοργή του ουρανίου πατρός δεν είναι μυριάκις ενθερμοτέρα της στοργής επιγείων γονέων; Τι λέγει το ιερόν Βιβλίον; Κι αβί βε αμί ναδζαβούνι, β’ Αδωνάι α-σπένι (Ο πατήρ μου και η μήτηρ μου εγκατέλιπόν με, ο δε Κύριος προσελάβετό με).
Εν τούτοις, επαξίως ο ελληνικός λαός τιμά με υπερόχου ευλαβείας δείγματα τον ελληνοπρεπέστατον άγιον του, τον άγιον Γεώργιον. Ο τροπαιοφόρος μεγαλομάρτυς, ομού με τον άλλον ομόψυχον και εφάμιλλόν του, ίστανται φρουροί εις τα πρόθυρα ο μεν του θέρους, ο δε του χειμώνος, σημειούντες δια της επιτολής των, ως άλλοι αστέρες σελασφόροι, την περίοδον των ορεινών και πεδινών νομών και καταυλισμών δια τους ποιμένας.
Εξ ήρος εις αρκτούρον ευμήνους χρόνους· και ποιμένες και γεωργοί άγουσι γηθοσύνως την ροδοστέφανον, ως εκ του μαρτυρικού του αίματος, μνήμην του αγίου, και θύουσιν άρνας, και οβελίζουσιν αμνούς, γενναίως ευχωμούμενοι, επικαλούμενοι τον μάρτυρα βοηθόν εις τας επιχειρήσεις των και συλλήπτορα των κόπων. Και οι Έλληνες πολεμισταί των παρελθόντων αιώνων, ως και της μεγάλης εθνεγερσίας, δεν έπαυσαν να τον επικαλούνται ευμενή σύμμαχον και αρωγόν. Κατ’ αυτήν δε την ημέραν της μνήμης του αγίου, το πρώτον έτος του αγώνος, έτερος αγλαός πρόμαχος της πίστεως και της πατρίδος και μάρτυς της ελευθερίας περικλεέστατος, ο Θανάσης Διάκος, προσεφέρθη ολοκαύτωμα υπέρ του Γένους. Ενθυμηθήτε τους στίχους του αειμνήστου Βαλαωρίτου.
Επάνωθέ τους κάτασπρο το φλάμπουρο του Διάκου
ανέμιζε τρομαχτικό, και στο ξεδίπλωμά του,
λεβέντης αστραπόμορφος επρόβαλλ’ ο Άη -Γιώργης
με τ᾿ άγριό του τ᾿ άλογο, κρατώντας καρφωμένο
τ᾿ ανίκητο κοντάρι του στὸ διάπλατο λαρύγγι
του φοβερού του δράκοντα, ποὺ δέρνεται στο χωμα.
Αλλά και ποίος άλλος Άγιος έχει τόσα και τόσα εξωκκλήσια, υψούμενα χαριέντως εις πάσαν κοιλάδα, επιστέφοντα πάντα λόφον, πάντα βράχον της Ελληνίδος χώρας; ο Άγιος Δημήτριος, ως ιστάμενος φρουρός εις τα πρόθυρα του χειμώνος, δια να μη μείνη παραπονούμενος, έχει το ιδιαίτερον καλοκαίρι του, “καλοκαιράκι τ’ Αϊ-Δημητριού” και τον φερώνυμον αυτού μήνα, ο δε Άγιος Γεώργιος είναι ο κατ’ εξοχήν καλοκαιρινός και ανοιξιάτικος Άγιος και δεν δύναταί τις να φαντασθή μνήμη του Αγίου Γεωργίου χωρίς πολλά ποικιλόχροα άνθη μοσχοβολούντα, χωρίς τάπητας ανθυλλίων μεθυσκόντων τον αέρα με την ευωδίαν των, χωρίς άπειρον πρασινάδα και απεράντους αγρούς αιματόχρους από αμέτρητον πλήθος των μηκώνων, χωρίς τρυφερούς βλαστούς αμπέλων με βότρυς προβάλλοντας και χωρίς αναριθμήτους στεφάνους από αγραμπελιές και αγιοκλήματα. Ποίος άλλος Άγιος δύναται να καυχηθή, ότι είναι ο καθολικός πολιούχος των ελληνίδων πόλεων, ο γενικός προστάτης της ελληνικής εξοχής; Διότι το συναξάριον του δεν αναφέρει εις ποίον ωρισμένως μέρος της Ανατολής εμαρτύρησεν, ως δια να αφήση την μνήμην του Αγίου κοινήν εις όλην την ελληνικήν χώραν.Καθώς δε ο Άγιος Νικόλαος είναι ο κατεξοχήν προστάτης των θαλασσοπορούντων ανά τον πόντον, ούτω και ο Άγιος Γεώργιος είναι ο ετοιμότατος βοηθός και αντιλήπτωρ των γεωπονούντων επί της ξηράς. Ποίος άλλος Άγιος εφάνη ποτέ τόσον πρόθυμος “των αιχμαλώτων ελευθερωτής, και των πτωχών υπερασπιστής, ασθενούντων ιατρός, βασιλέων υπέρμαχος”; Και ποίος άλλος Άγιος έδειξε ποτέ τόσην χριστομίμητον φιλανθρωπίαν και συγκατάβασιν, ώστε να εισακούση της δεήσεως παιδίου παίζοντος, ηττωμένου εν τη παιδιά και πάσχοντος την φιλοτιμίαν (πως φαίνεται ότι ήτο Ελληνόπαις!) και να δεχθή προ πλήρωσιν ευχής, αντί πάσης συνήθους προσφοράς, οίον κηρίου και θυμιάματος και λειτουργίας, σφουγγάτον, ήτοι ομελέταν, απο αυγά, καθώς θα ελέγαμεν σήμερον; Αναγνώσατε το χαριέστατον εκείνο θαύμα του Αγίου, δια να πεισθήτε.
Αλλά και όσοι δεν πιστεύετε τα θαύματα, αποφασίσατε να κάμητε έν ταξίδιον έως τον ιερόν Άθωνα, και άμα φθάσητε εκεί, επισκεφθήτε την μονήν του Ζωγράφου. Εκεί σώζεται η εκ των λύθρων της σφαγής του Μάρτυρος συμπαγείσα αχειροποίητος εικών του Αγίου Γεωργίου, εφ’ ής απιστών προς το παράδοξον το πάλαι αρχιερεύς, θεις την χείρα προς ψηλάφισιν επί της εικόνος, ετιμωρήθη αξίως δια την τόλμην, προσφυέντος του δακτύλου επί της εικόνος και μείναντος κολλημένου, εωσού ηναγκάσθη ν’ αποκόψη με τον δάκτυλον, να σωθή δε εν μετανοία κλαίων εν τω ναώ του Αγίου. Η εικών είναι εκεί και ο δάκτυλος μένει μετά τόσους αιώνας ορατός επ’ αυτής.
Είπομεν, ότι η συγκατάβασις του Αγίου απεδείχθη χριστομίμητος, και τούτο μας ενθυμίζει την ευσεβή εκείνη φάτιν (e) περί τινος απλοϊκού ανθρώπου, προσελθόντος ποτέ εις εξομολόγησιν και ακούσαντος παρτου πνευματικού την παραίνεσιν “να περπατή τον ίσιο δρόμο, αν θέλη να πάη στον Παράδεισο”. Ο άνθρωπος ηρμήνευσε την συμβουλήν κατά γράμμα και οδεύσας την ευθείαν έφθασε μετά τινας ημέρας εις λαμπρόν μοναστήριον εν τερπνοτάτω και πολυανθεί τοπίω, όπερ άμα ιδών, εν πεποιθήσει ανέκραξεν· “Α! να ο Παράδεισος!”. Προσελθών δε εις τον θυρωρόν του μοναστηρίου, είπε·
“Καθώς μου είπε ο πνευματικός επερπάτησα τον ίσιο δρόμο και έφθσα στον Παράδεισον, και τώρα που έφθασα, δεν θέλω να φύγω απ’ εδώ”.
Ο ηγούμενος, μαθών τα κατά τον άνθρωπον, έδωκεν αυτώ διακόνημα το να είναι “βουρδουνιάρης”, ήτοι σταυλίτης του μοναστηρίου, ευδοκιμήσαντα δε μετά καιρόν τον επροβίβασεν εις υπηρέτην του ναού. Εκεί έμεινεν ο ξένος υπηρετών μετά ζήλου, και ήτο μακάριος καθόλα, μόνον έν πράγμα δεν ηδύνατο να εννοήση· βλέπων τον Χριστόν εσταυρωμένον υψηλά εις την κορυφήν του εικονοστασίου, ελυπείτο, κι έλεγε· “Τι κακό έκαμε και τον κρέμασαν εκεί!”. Μια των ημερών,ενώ εσκούπιζε το έδαφος του ναού, τρώγων άμα τεμάχιον άρτου. λείψανον προσφοράς ή αρτοκλασίας, ανατείνας την χείρα προς τον Εσταυρωμένον επάνω έκραξε· “Κατέβα και συ, καημένε, να σου δώσω ένα κομμάτι ψωμί να φας· σε λυπούμαι να σ’ έχουν νηστικόν, τόσον καιρόν εκεί κρεμασμένον!”. Ο άνθρωπος ήτο αμαθής και απλοϊκός εις άκρον, και δεν υπώπτευεν ότι εβλασφήμει τοιαύτα λέγων·ωμοίαζε με τον άλλον εκείνον, όστις είχε συνηθίσει να λέγη προσευχόμενος· “Κύριε, μη μ’ ελεής!”, καλή τη πίστει νομίζων, ότι η φράσις αύτη εσήμαινε· ”Κύριε, ελέησον με”. Εν τούτοις, ο Δεσπότης Χριστός, προσθέτει η παράδοσις, συγκατέβη προς την απλότητα του ανθρώπου εκείνου, και κατήλθε, φρικτόν ειπείν, ολόσωμος εκ του Σταυρού, κι εδέχθη τεμάχιον άρτου από των αθώων χειρών του πλάσματός του , καθώς άλλοτε είχε συνδειπνήσει με τους μαθητάς, μετά την Ανάστασιν, παρά την όχθην της Τιβεριάδος!
Ομοίως και ο Άγιος Γεώργιος συγκατέβη προς την απλοϊκήν επίκλησιν του παιδός, του δισκοβολούντος με άλλους ομήλικάς του μακράν του ναού του, εν τινι παραλίω πόλει της Ανατολής. Ο παις είχεν ανακράξει· “Άη μου Γιώργη, βοήθα με να νικήσω, κι εγώ να σου φέρω ένα καλό σφουγγάτο”. Και άμα τη ευχή, ήρχισε να κερδίζη συνεχώς, εωσού κατεθριάμβευσε των αντιπαιζόντων. Τότε τρέξας εις την οικίαν, εφρόντισε να παρασκευασθή παχύ σφουγγάτον με πολλά αυγά, όπερ επί πινακίου κομίσας εις τον ναόν απέθηκεν αχνίζον προ της εικόνος του Αγίου. Μόλις εξήλθεν ο παις και εις ναύτης εισελθών να κολλήση κηρίον και να ασπασθή την εικόνα του Αγίου, είδε το σφουγγάτον αχνιστόν, και είπε προς εαυτόν· “Ο Άγιος Γεώργιος δεν τρώγει σφουγγάτον, πλην ας το φάγω εγώ, και εις αποζημίωσιν φέρω μεγάλην λαμπάδα”. Και τούτο ειπών κατεβρόχθισε ζεστόν-καυτόν το σφουγγάτον. Αλλ’ όταν εστράφη να εξέλθη, οι πόδες του εκόλλησαν δις και τρις εις τας πλάκας του εδάφους του ναού, εωσού εννοήσας το θαύμα, ηναγκάσθη, όπως απαλλαγή, να τάξη μέγα τάξιμον εις τον Άγιον. Και απερχόμενος δεν ηδυνήθη να μη αναφωνήση· “Άγιε Γεώργιε, ακριβά πωλείς τα σφουγγάτα σου!”.
Κι εμένα, Άη μου Γιώργη, να μου συγχωρήσης το ευτελές και σχεδόν παιγνιώδες τούτον αρθρίδιον, συγκαταβαίνων εις την αδυναμίαν μου, καθώς συγκατέβης εις την απλοϊκότητα του παδίου παίζοντος τις αμάδες. Θεώρησόν με ως παιδίον τας φρένας, καίτοι άνδρα την ηλικίαν. Κι εγώ, όταν ήμην παιδίον, έπαιζα εγγύς του πενιχρού αλλ’ ευώδους ναίσκου σου παρά την θίνα της θαλάσσης, όπου ουδέν πλοίον δύναται να καθελκυσθή εκ του ναυπηγείου ή να εκπλεύση εκ του λιμένος, χωρίς να κλίνη την πρώραν προς τον ναίσκον σου να προσκυνήση, όπου οι στάχυες ριπιζόμενοι υπό βορεινής ριπής κλίνουσιν όλοι τα κορυφάς περιβάλλοντες ολόγυρα τον ιερόν ναόν σου, ως ικέται επαιτούντες τας ευλογίας σου, και όπου πελωρία η γηραιά ελαία νεύει τους κλώνας προς την γην, μη τολμώσα ν’ ανατείνη προς την ιεράν στέγην, όπου επισκιάζει η χάρις σου. Κι εμένα, Άη μ’ Γιώργη μ’ (επίτρεψόν μοι να σ’ εποκαλεσθώ με πλεονασμούς και με αποκοπάς ως νησιώτης εκ της βορειοανατολικής Ελλάδος), να μου συγχωρήσης την ανάμιξιν ταύτην του ιερού κι του βεβήλου, την συνθηκολογίαν ταύτην, τον νεωτερισμόν τούτον, αφού οι σημερινοί Έλληνές σου, οι απόγονοι εκείνων ους τοσάκις ευηργέτησες, αν τολμήσω να μεταγράψω ενταύθα εκ των αυθεντικών βιβλίων, τους υπερανθρώπους αγώνας, τα μικρά βασανιστήρια όσα υπέστης, σταγόνα προς σταγόνα σπείσας εις τον Σωτήρα Χριστόν το πολύτιμον αίμα σου, είναι ικανοί να κατακραυγάσωσι λέγοντες· “Τι παραμύθια μας διηγείται αυτός!”. Και οι σοφοί εξ αυτών δεν το έχουν διά τίποτε να είπουν, ότι είσαι ο Περσεύς ή ο Ηρακλής μετημφιεσμένος! Και οι εκλεκτοί εν αυτοίς μόνον δια χειρονομίας ή δια νεύματος θα συγκαταβώσι να διαμαρτυρηθώσι κατά των “αναχρονισμών” τούτων. Και οι όσιοι...α! οι πλείστοι των σημερινών οσίων, των επισήμων και μακροχειρίδων οσίων της Ελλάδος μας, αν ερωτηθώσι να είπωσι, προς φωτισμόν του ποιμνίου, πότε ήκμασες, θα δυσκολευθώσι ν’ απαντήσωσιν αν εμαρτύρησες επί Διοκλητιανού ή επί Δεκίου, αν υπήρξες προ Χριστού ή μετά Χριστόν! Αφού το έχουν ως εντροπήν των το ν’ αναγινώσκωσι κάποτε επ’ εκκλησίας τους βίους και τα μαρτύρια των αγίων! Τι χρειάζονται αυτά; Δεν είναι προτομότερον ν’ αναγινώσκωνται εν τη ώρα του Κοινωνικού, αι διακηρύξεις των δημάρχων, των εφόρων, και των επάρχων, περί φόρου οικοδομών, περί δηλώσεως των σικυώνων και περί...εκλογών;
Α! Αι εκλογαί, αατή είναι η μόνη επί εβδομήκοντα έτη ασχολία μας, αφότου ηλευθερώθημεν, αφότου δηλαδὴ μετηλλάξαμεν τυράννους, τους οποίους δια των εκλογών φανταζόμεθα, ότι αντικαθιστώμεν τάχα συχνότερον, όπως μη αποδειχθῆ ψευδὲς το δημώδες λόγιον· “Άλλαξε ο Μανολιὸς κι έβαλε τα ρούχ’ αλλοιώς”. Ως να εχρειάζετο τίποτε άλλο, ειμή εις ευσεβὴς βασιλεύς, Χριστὸς Κυρίου, ο μόνος αρμόδιος νὰ εκλέγη τους συμβούλους καὶ τοὺς στρατηγούς του, και εν μόνω τω “εν τούτω νίκα” ισχυρὸς και αήττητος.
Αλλ' είθε ν’ ανατείλη ταχύτερον, Άη μου Γιώργη, η ευλογητή εκείνη ημέρα της αναστάσεως του Γένους και έθνος τοσούτον έχον πεςρικείμενον νέφος μαρτύρων, τοσούτους μετά σου πρέσβεις προς Θεόν, εκ του αίματός του και εκ των σπλάχνων του, δεν μέλλει ποτέ να εγκαταλειφθή υπό του Θεού των πατέρων του. Είθε ν’ ανατείλη η ημέρα εκείνη, ως τάχιστα, λεβέντη μου αστραπόμορφε και πρώτε καβαλάρη, ‘Αη μου Γιώργη, είθε!
Πηγή: https://www.sansimera.gr/anthology/490
Άγιος Γεώργιος
Από τους δημοφιλέστερους Αγίους σε όλο τον χριστιανικό κόσμο. Ονομάζεται, επίσης, Μεγαλομάρτυς και Τροπαιοφόρος.
Από τους δημοφιλέστερους Αγίους σε όλο τον χριστιανικό κόσμο. Ονομάζεται, επίσης, Μεγαλομάρτυς και Τροπαιοφόρος. Ειδικά στη χώρα μας, δεν υπάρχει περιοχή που να μην έχει εξωκλήσι ή εκκλησία αφιερωμένη στη μνήμη του, ενώ το όνομα Γεώργιος είναι από τα πλέον συνηθισμένα.
Κατά τους συναξαριστές και την Ιερή Παράδοση, ο Γεώργιος γεννήθηκε μεταξύ 275 και 281 στη Νικομήδεια της Βιθυνίας. Ο πατέρας του Γερόντιος καταγόταν από πλούσια οικογένεια της Καππαδοκίας και ήταν στρατιωτικός και Συγκλητικός. Η μητέρα του Πολυχρονία καταγόταν από τη Λύδδα της Παλαιστίνης. Και οι δύο γονείς του Γεωργίου είχαν βαπτιστεί χριστιανοί.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η οικογένεια του Αγίου μετακόμισε στη Λύδδα, την πατρίδα της μητέρας του. Σε νεαρή ηλικία, ο Γεώργιος ακολούθησε στρατιωτική καριέρα και εντάχθηκε στο Ρωμαϊκό Στρατό. Γρήγορα ξεχώρισε για τις ικανότητες και την ανδρεία του κι έλαβε το αξίωμα του Τριβούνου. Ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός τον προήγαγε σε Δούκα (διοικητή) και Κόμη (συνταγματάρχη) στο σώμα της αυτοκρατορικής φρουράς. Το 303 μ.Χ. ο Διοκλητιανός άρχισε λυσσαλέους διωγμούς κατά των Χριστιανών. Ο Γεώργιος αρνήθηκε να εκτελέσει τις διαταγές του και ομολόγησε την πίστη του. Ο αυτοκράτορας, που δεν περίμενε αυτή τη συμπεριφορά από ένα δικό του άνθρωπο, διέταξε να υποβάλουν τον Γεώργιο σε φρικτά βασανιστήρια, προκειμένου να απαρνηθεί την πίστη του. Αφού τον λόγχισαν, του ξέσχισαν τις σάρκες με ειδικό τροχό από μαχαίρια. Έπειτα τον έριξαν σε λάκκο με βραστό ασβέστη και κατόπιν τον ανάγκασαν να βαδίσει με πυρωμένα μεταλλικά παπούτσια. Ο Γεώργιος υπέμεινε καρτερικά το μαρτύριο και στις 23 Απριλίου 303 αποκεφαλίστηκε στα τείχη της Νικομήδειας. Την ημερομηνία αυτή τιμάται η μνήμη του σε όλο τον χριστιανικό κόσμο, με εξαίρεση τις ορθόδοξες εκκλησίες, όταν η 23η Απριλίου πέφτει πριν από το Πάσχα ή συμπίπτει με το Πάσχα, επειδή η ακολουθία του περιλαμβάνει αναστάσιμους ύμνους. Στην περίπτωση αυτή, ο εορτασμός της μνήμης του Αγίου Γεωργίου μετατίθεται για τη Δευτέρα της Διακαινησίμου. Το λείψανο του Γεωργίου, μαζί με αυτό της μητέρας του, η οποία μαρτύρησε την ίδια ή την επόμενη ημέρα, μεταφέρθηκε και τάφηκε στη Λύδδα. Από εκεί, όπως βεβαιώνουν οι πηγές, οι Σταυροφόροι πήραν τα ιερά λείψανα της Αγίας Πολυχρονίας και τα μετέφεραν στη Δύση. Επί του τάφου του Γεωργίου ο Μέγας Κωνσταντίνος έκτισε ναό. Η θαυμαστή καρτερία που επέδειξε ο Γεώργιος κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου του και τα θαύματα που επιτέλεσε, συνετέλεσαν στη μεταστροφή πολλών παριστάμενων Ρωμαίων στον Χριστιανισμό, με επιφανέστερη περίπτωση της συζύγου του Διοκλητιανού, Αλεξάνδρας, η οποία ασπάστηκε τον Χριστιανισμό μαζί με τους δούλους της Απολλώ, Ισαάκιο και Κοδράτο. Η μνήμη τους τιμάται στις 21 Απριλίου. Η φήμη του Γεωργίου διαδόθηκε σε όλη την Ανατολή. Ήδη, τον 4ο αιώνα υπήρχαν στη Συρία ναοί με το όνομά του, ενώ στην Αίγυπτο είχαν χτιστεί προς τιμήν του 40 ναοί και 3 μοναστήρια. Στην Κωνσταντινούπολη αναφέρεται ναός του Γεωργίου, ήδη, από την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Οι εκκλησιαστικοί ποιητές, όπως ο Ρωμανός ο Μελωδός, του αφιέρωσαν θριαμβευτικούς ύμνους και εγκώμια, ανακηρύσσοντάς τον «Αστέρα πολύφωτον, ώσπερ ήλιον λάμποντα», «Πρωταθλητάρχην και πρωτοστράτηγον και μέγαν ταξιάρχην της πίστεως» και της «πίστεως υπέρμαχον και μάρτυρα αήττητον και νικητήν θεόστεπτον», «περιφρουρούντα το εν θαλάσση πλέοντα, τον εν οδώ βαδίζοντα και τον εν νυκτί κοιμώμενον», μεγαλομάρτυρα τροπαιοφόρον, του οποίου, «το θαυμάσιον αυτού όνομα εν πάση τη γη άδεται».
Το απολυτίκιο του Αγίου Γεωργίου
Ως των αιχμαλώτων ελευθερωτής
και των πτωχών υπερασπιστής,
ασθενούντων ιατρός, βασιλέων υπέρμαχος,
τροπαιοφόρε, μεγαλομάρτυς Γεώργιε,
πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ
σωθήναι τα ψυχάς ημών.
Τα αποδοθέντα εις τον Άγιο θαύματα είναι πάμπολλα, μερικά από τα οποία παράδοξα και παράλογα. Από τον 9ο αιώνα κιόλας, ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νικηφόρος Α' αναγκάστηκε να τα αποδοκιμάσει δημοσίως ως «τερατώδεις λήρους» και «φλυαρίας ανάμεστα». Το πλέον υμνηθέν θαύμά του είναι η Δρακοκτονία, που όμως ως μύθος προϋπήρχε. Σύμφωνα με την παράδοση, στα περίχωρα της Κυρήνης, περιοχή της σημερινής Λιβύης, υπήρχε ένα δράκος που παραφύλαγε σε μια πηγή και εμπόδιζε την ύδρευση του χωριού, ενώ κατέτρωγε τους περαστικούς.
Για να εξευμενίσουν τον δράκο, οι χωρικοί του έστελναν κάθε μέρα ως τροφή από ένα παιδί, το οποίο επέλεγαν δια κλήρου. Ο Θεός τους λυπήθηκε κι έστειλε τον Άγιο Γεώργιο για να εξολοθρεύσει τον δράκο, σε μία ημέρα που ήταν έτοιμος να καταβροχθίσει την όμορφη μοναχοκόρη του τοπικού άρχοντα. Ο Άγιος, μετά από φοβερή μονομαχία με τον δράκο, τον σκότωσε κι έσωσε την ωραία κόρη. Τότε, ο πατέρας της, αλλά και όλο το χωριό που ήταν ειδωλολάτρες, βαπτίστηκαν Χριστιανοί.
Το θαύμα αυτό αποδίδεται στην επιβίωση ενός πανάρχαιου εθίμου, της προσφοράς ανθρωποθυσιών στους δαίμονας, που καραδοκούσαν στις πηγές των υδάτων. Ο λαογράφος Νικόλαος Πολίτης το θεωρεί ως αναβίωση του αρχαίου μύθου του Περσέα, που έσωσε την Ανδρομέδα από τέρας. Ο μύθος ήταν ακόμη ζωντανός στην περιοχή της Καππαδοκίας, όπου έδρασε και μαρτύρησε ο Γεώργιος. Η Δρακοκτονία του Αγίου Γεωργίου δεν αναφέρεται στους αρχικούς Βίους του Αγίου, γι' αυτό και μέχρι τον 12ο αιώνα η εκκλησιαστική εικονογραφία τον παρουσιάζει πεζό και όχι επί λευκού ίππου να διατρυπά με το δόρυ του τον δράκο, όπως επικράτησε να εικονίζεται αργότερα.
Ο Άγιος Γεώργιος κατέχει μια σημαντική θέση στο λαϊκό εορτολόγιο. Οι εορτές του Αγίου Γεωργίου (23 Απριλίου) και του Αγίου Δημητρίου (26 Οκτωβρίου) ελαμβάνοντο παλαιότερα ως χρονικά ορόσημα για τις αγροτικές και ποιμενικές συμφωνίες (προσλήψεις βοσκών, καλλιέργεια κτημάτων κλπ), καθώς διαιρούν τον χρόνο σε δύο εξαμηνίες. Η γιορτή μέσα στην πασχαλινή περίοδο δίνει την ευκαιρία για ένα ανοιξιάτικο πανηγυρισμό στα πολλά εξωκλήσια και τις στάνες των κτηνοτρόφων, με προσφορά γαλακτερών στους επισκέπτες και ζωοθυσίες (κουρμπάνια) προς τιμή του Αγίου.
Ο Μεγαλομάρτυς Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος είναι ο προστάτης-Άγιος: της Αγγλίας, των χριστιανών της Παλαιστίνης, της Βηρυτού, της Γεωργίας, του βουλγαρικού Στρατού, της Καταλανίας, του Ελληνικού Πεζικού, των Μασόνων, των Προσκόπων, των Σταυροφόρων και της στάνης.
Έθιμα
Στο Όλβιο Ξάνθης αναβιώνει το έθιμο των πεχλιβάνηδων. Νεαροί παλαιστές (πεχλιβάνηδες), φορώντας δερμάτινο παντελόνι και αλειμμένοι με λάδι, επιδίδονται σ ’ένα είδος ελληνορρωμαϊκής πάλης, ιδιαίτερα δημοφιλούς στην Τουρκία. Νικητής αναδεικνύεται αυτός που θα βάλει πλάτη τον αντίπαλό του ή θα του κατεβάσει το παντελόνι. Το έθιμο λέγεται ότι αναπαριστά τη μάχη του Αγίου Γεωργίου με τον δράκο και ήρθε στην Ελλάδα από τους πρόσφυγες της Κωνσταντινούπολης.
Το έθιμο των πεχλιβάνηδων αναβιώνει και στην Ανθή Σερρών. Οι ρίζες του, εδώ, βρίσκονται στα χρόνια της τουρκοκρατίας, όταν τα θαρραλέα παλληκάρια του χωριού, παίρνοντας την ευλογία από τον Αη-Γιώργη, πάλευαν με τα πρωτοπαλίκαρα των Τούρκων και κατάφερναν επιδεικνύοντας δύναμη και θάρρος να τα νικήσουν.
Στο Νέο Σούλι Σερρών γίνεται η αναπαράσταση της νίκης του Αγίου Γεωργίου επί του δράκου από νέους του χωριού. Το δρώμενο της «Δρακοκτονίας» συγκεντρώνει πολύ κόσμο κάθε χρόνο. Ακολουθεί γλέντι με χορό, κρασί και παραδοσιακό φαγητό.
Η Αράχωβα Βοιωτίας τιμά τον προστάτη Άγιό της με τριήμερες εκδηλώσεις, το «Πανηγυράκι», όπως το ονομάζουν οι ντόπιοι. Περιλαμβάνει δρώμενα, παραδοσιακά αγωνίσματα, τοπικούς χορούς και παραδοσιακή μουσική. Την εικόνα του Αγίου Γεωργίου, κατά τη διάρκεια της περιφοράς της, συνοδεύουν νέοι και νέες της περιοχής με τοπικές ενδυμασίες.
Στην Ασή Γωνιά Χανίων οι κτηνοτρόφοι της περιοχής συρρέουν με τα κοπάδια τους στην εκκλησία του Αη-Γιώργη του Γαλατά για να πάρουν την ευλογία του. Τα ζώα, στολισμένα με τα πιο μελωδικά λέρια (κουδούνια), μαντρώνονται στην «κούρτα» έξω από την εκκλησία κι αρμέγονται ένα-ένα.
Στο Καστράκι Καλαμπάκας αναβιώνει το έθιμο των μαντηλιών, με επίκεντρο το ξωκλήσι του Αη Γιώργη του Μαντηλά.
Στην Αρναία Χαλκιδικής αναβιώνει το έθιμο του δημοσίου ζυγίσματος των κατοίκων! Το έθιμο προβλέπει ότι στον ψηλό πλάτανο στην κεντρική πλατεία στήνεται ένα παραδοσιακό καντάρι. Ο πιο λεπτός παίρνει ως έπαθλο τη μεγαλύτερη κατσαρόλα και ο πιο εύσωμος την μικρότερη για να είναι πιο προσεκτικός ενόψει της επόμενης χρονιάς!
Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας γίνονται αυτοσχέδιες ιπποδρομίες προς τιμή του Αγίου (Καλλιόπη Λήμνου, Φιλιατρά και Πλατύ Μεσσηνίας, Άγιος Γεώργιος Μεσολογγίου, Συκιά Χαλκιδικής).
Στους Νέους Επιβάτες Θεσσαλονίκης αναβιώνει το έθιμο με την ονομασία Κοσί τη δεύτερη Κυριακή του Μαΐου (12 Μαΐου 2024) προς τιμή του Αγίου Γεωργίου. Περιλαμβάνει αυτοσχέδιο αγώνα δρόμου με την αθλοθέτηση συμβολικών δώρων για τους συμμετέχοντες και τις συμμετέχουσες, αφού πλέον συμμετέχουν στο αγώνισμα και γυναίκες. Το έθιμο τελούνταν στους Επιβάτες Ανατολικής Θράκης. Μετά την ανταλλαγή, οι πρόσφυγες από του Επιβάτες εγκαταστάθηκαν και δημιούργησαν στους Νέους Επιβάτες. Το δρώμενο είναι ενταγμένο στον Εθνικό Κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας.Άγιος Γλυκέριος ο γεωργός
Λαιμὸν σὸν ὡς γῆν, ὡς ὕννιν δὲ τὴν σπάθην.
Γεωργὲ Γλυκέριε, προσφόρως κρίνω.
Ο Άγιος Μάρτυς Γλυκέριος αναφέρεται στο Συναξάρι του Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου.
Όταν ο Άγιος Γεώργιος ήταν κλεισμένος στη φυλακή, η φήμη των θαυμάτων του είχε φθάσει σε όλη την πόλη και τα περίχωρα. Έτσι πλήθος κόσμου κάθε νύχτα γέμιζε τη φυλακή, δίδοντας μεγάλα δώρα στους δεσμοφύλακες για να δει τον Άγιο και να λάβει πνεύμα δυνάμεως, πνεύμα χαράς, πνεύμα πίστεως και αγάπης. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο πτωχός Γλυκέριος. Είχε στην κατοχή του ένα μόνο βόδι, το οποίο ψόφησε την ώρα που όργωνε το χωράφι του. Έπεσε λοιπόν στα γόνατα του Αγίου Γεωργίου και τον ικέτευε να τον βοηθήσει. Στην ειλικρινή ομολογία του ότι πιστεύει στον Θεό, ο Άγιος τον προέπεμψε λέγοντάς του ότι το βόδι του ήταν ζωντανό. Όταν το διαπίστωσε ο Γλυκέριος, επέστρεψε στον Άγιο για να τον ευχαριστήσει και κραύγαζε: «Μέγας ο Θεός του Γεωργίου». Για τον λόγο αυτό συνελήφθη και υπέστη τον διά ξίφους θάνατο.
-
Εν αρχή ην ο πόνος, τούτες τις τρομερές μέρες του φετινού Αυγούστου. Ναι, ο πόνος. Γιατί πριν από κάθε ανάλυση, ακόμα και την εμβριθέστερη...
-
Τίτλοι αρχής (το παρακάτω βίντεο ανέβηκε από το κανάλι bellllllochannel στο Youtube) Μοιάζει...
-
Πηγή εικόνας: i-diadromi.gr Καλήν εσπέραν άρχοντες, αν είναι ορισμός σας, Χριστού τη Θεία γέννηση, να πω στ’ αρχοντικό σας. Χριστός γεννάται...