Το ψηφιδωτό της Θεοτόκου (Βρεφοκρατούσας) στην Αγιά Σοφιά, στην Κωνσταντινούπολη.

Διά τὴν Πόλῐν

Διά τὴν Πόλῐν πολεμήσομεν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς

Η Ελλάς Ευγνωμονούσα, Θεόδωρος Βρυζάκης (1858)
Κι ὅμως δὲν πίστεψα
Ὅρους ἀντέστρεψα
Εἶμαι ὁ Ἕλληνας ποὺ πολεμᾶ
Εἶπαν πὼς χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Ἔμεινα μόνος μου κι ὅμως ἐπέζησα
Ἔζησα στὴ φωτιά

Αλέξανδρος (Άλεξ) Παναγή, Στὴ φωτιά (Eurovision 1995)

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2024

Το πέταξε ο Ευαγγελάτος για τον αθλητή που τιμωρήθηκε για τον Σταυρό του


Κώστας Γεωργάκης

Κώστας Γεωργάκης (1948 – 1970)

Φοιτητής της Γεωλογίας από την Κέρκυρα, που αυτοπυρπολήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1970 στη Γένοβα, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας.

Γεννήθηκε στις 23 Αυγούστου 1948 και ήταν μέλος της ΕΔΗΝ, της Νεολαίας της Ενώσεως Κέντρου. Τον Ιούλιο του 1970 αποκάλυψε ανώνυμα ότι η Χούντα των Αθηνών είχε διεισδύσει με ανθρώπους της και διαβρώσει τις ελληνικές φοιτητικές οργανώσεις στην Ιταλία. Η ταυτότητά του γρήγορα έγινε γνωστή και ο ίδιος φοβούμενος για την τύχη της οικογένειάς του στην Ελλάδα αποφάσισε να κάνει μια εντυπωσιακή ενέργεια, που θα προκαλέσει την προσοχή της διεθνούς κοινής γνώμης για την κατάσταση στην Ελλάδα.

Το βράδυ της 18ης Σεπτεμβρίου 1970, ο Γεωργάκης έγραψε ένα γράμμα στον πατέρα του, όπου ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ο γιος σου δεν είναι ήρωας, είναι ένας άνθρωπος σαν τους άλλους, ίσως μάλιστα να φοβάμαι και λίγο περισσότερο… Φίλα τη γη μας για μένα».

Αφού τελείωσε το γράμμα, βγήκε από το σπίτι και με το 500αράκι Φιατάκι του, που είχε κολλημένη μια φωτογραφία του Ανδρέα Παπανδρέου στο παρμπρίζ του, έφτασε στις 3 τα ξημερώματα στην Πλατεία Ματεότι της Γένοβας. Από το πορτ μπαγκάζ πήρε τρία μπουκάλια γεμάτα βενζίνη και ύστερα κατευθύνθηκε προς τα σκαλιά του Παλάτσο Ντουκάλε, στο οποίο στεγάζονταν τότε τα δικαστήρια της πόλης. Κάτω από τη μεγάλη στοά, άνοιξε τα μπουκάλια και έριξε τη βενζίνη στα ρούχα του. Μετά άναψε το σπίρτο...

Εκείνη την ώρα στην πλατεία ήταν μόνο μια ομάδα εργατών καθαριότητας, οι οποίοι έτρεξαν να βοηθήσουν τον έλληνα φοιτητή. Όταν έφθασαν κοντά του, οι φλόγες είχαν ήδη τυλίξει το σώμα του, ωστόσο ο Κώστας Γεωργάκης είχε ακόμη το κουράγιο να φωνάξει: «Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα». Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου δέκα ώρες αργότερα άφησε την τελευταία του πνοή. Στο σημείο της θυσίας υπάρχει σήμερα μια μαρμάρινη στήλη με την επιγραφή στα ιταλικά: «Η Ελλάδα θα τον θυμάται για πάντα».

Η Χούντα αποσιώπησε το γεγονός κι επέτρεψε τη μεταφορά της σορού του στη γενέτειρά του με καθυστέρηση τεσσάρων μηνών, φοβούμενη τη λαϊκή αντίδραση. Η πράξη του αφύπνισε τη διεθνή κοινή γνώμη για την κατάσταση στην Ελλάδα, που στέναζε κάτω από την μπότα των Συνταγματαρχών.

Ο τάφος του Κώστα Γεωργάκη βρίσκεται στο Α' Δημοτικό Νεκροταφείο της Κέρκυρας. Μια μικρή πλατεία της πόλης φέρει το όνομά του, ενώ έχει αναγερθεί ένα μνημείο προς τιμήν του.

Η αυτοθυσία του φοιτητή Κώστα Γεωργάκη είναι μοναδικό και ξεχωριστό γεγονός στην αντίσταση κατά της Χούντας, προάγγελος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Ο μεγάλος μας ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος απαθανάτισε τη θυσία του με τους στίχους από το ποίημά του «Η Θέα του Κόσμου»: «…ήσουν η φωτεινή περίληψη του δράματός μας…στην ίδια λαμπάδα τη μία, τ' αναστάσιμο φως κι ο επιτάφιος θρήνος μας…»



Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/194

Ένωσις Κέντρου

Οι ιδρυτές της Ενώσεως Κέντρου, (όρθιοι) Ηλ. Τσιριμώκος, Στ. Στεφανόπουλος, Σ. Παπαπολίτης, Στ. Κωστόπουλος, Αλεξ. Μπαλτατζής, (καθήμενοι) Π. Κατσώτας, Γ. Παπανδρέου, Γ. Αθανασιάδης- Νόβας

Η Ένωσις Κέντρου, σύμφωνα με την καθαρεύουσα της εποχής, υπήρξε ένας κομματισμός σχηματισμός που δέσποσε στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας τη δεκαετία του 1960 και μέχρι την επιβολή της Δικτατορίας.

Ιδρύθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1961, λίγο πριν από τις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου, οπότε κατατέθηκε και το έμβλημά του, που ήταν τα αρχικά Ε.Κ., πλαισιωμένα από στάχυ και κλάδο δάφνης. Ένα χρόνο αργότερα, στις 27 Σεπτεμβρίου 1962, ψηφίστηκε το καταστατικό του νέου κόμματος, που όριζε ότι η Ένωσις Κέντρου είναι «κόμμα εθνικόν και επιδιώκει την πραγματοποίησιν της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής Δημοκρατίας».

Η Ένωση Κέντρου προερχόταν από τη μήτρα του Κόμματος των Φιλελευθέρων του Ελευθερίου Βενιζέλου και ήταν ένας ετερόκλητος συνασπισμός προσωπικοτήτων, που ξεκινούσαν ιδεολογικά από τη Δεξιά (Στέφανος Στεφανόπουλος) και έφθαναν μέχρι την Αριστερά (Ηλίας Τσιριμώκος).

Αναμφισβήτητος αρχηγός του νέου κόμματος ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου και ηγετικά του στελέχη ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο Γεώργιος Μαύρος, ο Ιωάννης Ζίγδης, ο Σταύρος Κωστόπουλος, ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής, ο Ηλίας Τσιριμώκος και αργότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου, όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική.

Άμεσος στόχος του νέου πολιτικού σχηματισμού ήταν η υπερκέραση της ΕΔΑ, που ήταν αξιωματική αντιπολίτευση από το 1958 και η εκδίωξη της Δεξιάς από την εξουσία και συγκεκριμένα της ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή, που κυβερνούσε από το 1955.

Στις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου 1961, η Ένωσις Κέντρου έλαβε το 33,34% των ψήφων (83 έδρες) και κατέλαβε τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η εκ νέου επικράτηση της ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή αμφισβητήθηκε έντονα (εκλογές «βίας και νοθείας») και τις επόμενες μέρες ο Γεώργιος Παπανδρέου κήρυξε τον γνωστό ως «ανένδοτο αγώνα».

Στις επόμενες εκλογές, που έγιναν στις 3 Νοεμβρίου 1963, η Ένωση Κέντρου αναδείχθηκε πρώτο κόμμα (42,04% των ψήφων και 138 έδρες), χωρίς όμως την απόλυτη πλειοψηφία. Σχημάτισε έτσι κυβέρνηση μειοψηφίας, στην οποία η ΕΔΑ προσέφερε την ανοχή της, η οποία δεν έγινε αποδεκτή από τον Γεώργιο Παπανδρέου.

Στις αναπόφευκτα νέες εκλογές που διεξήχθησαν στις 16 Φεβρουαρίου 1964, η Ένωση Κέντρου θριάμβευσε, συγκεντρώνοντας το 52,72% των ψήφων και 171 έδρες. Έχοντας έτσι κατακτήσει την απόλυτη πλειοψηφία, σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση, της οποίας όμως οι αντιφάσεις έγιναν γρήγορα αισθητές. Η ομοιογένεια του κόμματος εξακολουθούσε να είναι το ζητούμενο και οι προσωπικές φιλοδοξίες και ιδεολογικές αντιθέσεις βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη, με κυρίαρχη την αντιπαράθεση ανάμεσα στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Η ρήξη των Ανακτόρων με τον Γεώργιο Παπανδρέου, που οδήγησαν στην παραίτησή του από την πρωθυπουργία στις 15 Ιουλίου 1965 («Ιουλιανά»), αποτέλεσε κομβικό σημείο στην πορεία του κόμματος. Ακολούθησε η διάσπαση του κόμματος με την αποχώρηση κυβερνητικών και κομματικών στελεχών («Αποστασία»), οι οποίοι σχημάτισαν τρεις διαδοχικές κυβερνήσεις (Γεωργίου Αθανασιάδη -Νόβα, Ηλία Τσιριμώκου και Στέφανου Στεφανόπουλου).

Η Ένωση Κέντρου παρέμεινε ως κόμμα της αντιπολίτευσης με μικρότερη κοινοβουλευτική ομάδα γύρω από τον Γεώργιο Παπανδρέου, ώσπου διαλύθηκε, ύστερα από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.

Επανεμφανίσθηκε μετά την επάνοδο της Δημοκρατίας και στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974 κατήλθε σε σύμπραξη με πολιτικούς που είχαν αναδειχθεί κατά τη διάρκεια της δικτατορίας με την επωνυμία Ένωση Κέντρου - Νέες Δυνάμεις (ΕΚ-ΝΔ), με επικεφαλής τον Γεώργιο Μαύρο. Απέσπασε το 20,42% των ψήφων και εξέλεξε 60 βουλευτές, κατακτώντας τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης Η αριστερή πτέρυγα της προδικτατορικής Ένωσης Κέντρου ακολούθησε τον Ανδρέα Παπανδρέου στην ίδρυση του ΠΑΣΟΚ.

Το 1976,η ΕΚΝΔ μετονομάστηκε σε Ένωση Δημοκρατικού Κέντρου (ΕΔΗΚ) και στις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977 αναδείχθηκε τρίτο κόμμα με το 11,95% των ψήφων και 16 έδρες. Η φθίνουσα πορεία της συνεχίστηκε μέχρι εξαφανίσεως, καθώς τα επόμενα χρόνια συντρίφθηκε ανάμεσα στις συμπληγάδες της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ.



Μαρίνος Μητραλέξης: Ο Έλληνας καμικάζι

Μαρίνος Μητραλέξης (1916 – 1948)

Αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας, που έγραψε ιστορία κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου, με τον εμβολισμό και την κατάρριψη εχθρικού αεροπλάνου.

O Μαρίνος Μητραλέξης γεννήθηκε το 1916 στο χωριό Μίλα Μεσσηνίας. Τον Οκτώβριο του 1935 εισήλθε στη Σχολή Αεροπορίας, από την οποία αποφοίτησε τον Αύγουστο του 1938 με το βαθμό του Ανθυποσμηναγού.

Με την έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου υπηρετούσε στην 22η Μοίρα Διώξεως στη Μίκρα της Θεσσαλονίκης, η οποία διέθετε αεροπλάνα πολωνικής κατασκευής PZL P24 (Πε-Ζετ-Ελ). Το μεσημέρι της 2ας Νοεμβρίου 1940 εθεάθησαν πάνω από τη Βέροια σμήνη ιταλικών βομβαρδιστικών, συνοδευόμενα από καταδιωκτικά, με κατεύθυνση τη Θεσσαλονίκη. Αμέσως σήμανε συναγερμός στη Μίκρα κι ένας σχηματισμός αεροπλάνων απογειώθηκε για να τα αναχαιτίσει. Το κατόρθωσαν με επιτυχία και αποσόβησαν το βομβαρδισμό της Θεσσαλονίκης.

Κατά τη διάρκεια των αερομαχιών, ο ανθυποσμηναγός Μητραλέξης διαπίστωσε ότι του σώθηκαν τα πυρομαχικά και τότε με ενέργεια καμικάζι επιτέθηκε σ’ ένα εχθρικό βομβαρδιστικό τύπου Savoia-Marchetti και με τον έλικα του κινητήρα του απέκοψε το ουραίο πηδάλιο και το κατέρριψε κοντά στον Λαγκαδά. Παρά τη σοβαρή βλάβη που υπέστη ο έλικας του αεροπλάνου του, κατόρθωσε να το προσγειώσει σ’ ένα χωράφι, στο σημείου που λίγο νωρίτερα είχαν προσγειωθεί με τα αλεξίπτωτά τους το πλήρωμα του καταρριφθέντος ιταλικού βομβαρδιστικού. Με τη βοήθεια χωρικών τούς συνέλαβε και τους μετέφερε στη Στρατιωτική Διοίκηση Θεσσαλονίκης. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχή διέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου συνέχισε την πολεμική δράση του.

Ο Μαρίνος Μητραλέξης έμελλε να αφήσει την τελευταία του πνοή στα γαλανά νερά του Αιγαίου. Στις 19 Σεπτεμβρίου 1948, κατά την εκτέλεση αποστολής αναγνώρισης, το αεροσκάφος τύπου Airspeed Oxford κατέπεσε λόγω μηχανής βλάβης στη θαλάσσια περιοχή κοντά στην Τήνο και βυθίστηκε. Τον επισμηναγό Μητραλέξη ακολούθησαν στο υγρό τάφο ο αντισμήναρχος Δημοσθένης Πολίτης και ο επισμηναγός Δημήτριος Γαλανάκος, που επέβαιναν του μοιραίου αεροπλάνου.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/988

Γέρων Γεώργιος: Η Κωνσταντινούπολη θ' αλλάξει χέρια !


Λέων ΣΤ’ ο Σοφός

Ψηφιδωτό στην Αγιά Σοφιά (Κωνσταντινούπολη), που απεικονίζει τον Λέοντα ΣΤ΄ (866 – 912) να αποτίει φόρο τιμής στον Χριστό.

Ο Λέων ΣΤ’ ο Σοφός ήταν αυτοκράτορας της Ρωμανίας, που ανήκε στη Μακεδονική Δυναστεία. Βασίλεψε από το 886 έως το 912 και του αποδόθηκε το προσωνύμιο Σοφός, λόγω της μεγάλης του μόρφωσης και του συγγραφικού του έργου, παρότι οι ηγετικές του ικανότητες ήταν περιορισμένες και η αυτοκρατορία επί των ημερών του δεινοπάθησε από τους εχθρούς της.

Ο Λέων γεννήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου του 866 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γιος του αυτοκράτορα Βασιλείου Α’ του Μακεδόνος (867-886) και της δεύτερης συζύγου του Ευδοκίας Ιγγερίνας, η οποία ήταν προηγουμένως παλλακίδα του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’ του Μέθυσου (842-867). Έλαβε αξιόλογη μόρφωση στο Παλάτι από επίλεκτους δασκάλους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο λόγιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φώτιος. Ωστόσο, παρουσίαζε σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα που επέτειναν τις φήμες που κυκλοφορούσαν στην πρωτεύουσα ότι πραγματικός του πατέρας δεν ήταν ο Βασίλειος αλλά ο Μιχαήλ. Η αρνητική ψυχολογική φόρτιση έναντι του πατέρα του εκδηλωνόταν στις δημόσιες σχέσεις του, στις οποίες απέφευγε τους ευνοούμενους του Βασιλείου. Γι’ αυτό κατηγορήθηκε για συνωμοσία και τέθηκε σε τρίμηνο περιορισμό.

Ο Λέων ανήλθε στο θρόνο της Ρωμανίας στις 29 Αυγούστου 886, την ίδια μέρα με τον θάνατο του Βασιλείου. Πρώτο του μέλημα ήταν η αναδιοργάνωση των υπηρεσιών τού Παλατιού με νέα πρόσωπα. Ο Φώτιος απομακρύνθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο, καθώς οργίαζαν οι φήμες ότι συγγενείς του συνωμοτούσαν κατά του νέου αυτοκράτορα. Στον πατριαρχικό θρόνο προωθήθηκε ο 19χρονος αδελφός του αυτοκράτορα Στέφανος (867-893), παρά την απαγόρευση των εκκλησιαστικών κανόνων.

Η εξωτερική πολιτική του Λέοντος

Η έλλειψη ηγετικών ικανοτήτων από τον Λέοντα ή η αδιαφορία του για τις εξωτερικές σχέσεις της αυτοκρατορίας φάνηκαν σύντομα. Οι Σαρακηνοί (Άραβες της βορειοδυτικής Αφρικής) επέκτειναν την κυριαρχία τους στη Σικελία και την Κάτω Ιταλία, όταν κατατρόπωσαν τον ελληνικό στόλο στις Μυλές το 889. Το 901 κυρίευσαν το Ρήγιο (το σημερινό Ρέτζιο Καλάμπρια) και το 902 το Ταυρομένιο (η σημερινή Ταορμίνα), τελευταίο ελληνικό προπύργιο στη Σικελία. Μεγάλα δεινά υπέστησαν τα παράλια και τα νησιά του Αιγαίου από τους Σαρακηνούς πειρατές, ιδιαίτερα εκείνων της Κρήτης. Αυτοί επέδραμαν μέχρι την Προποντίδα και απείλησαν ακόμη και την Κωνσταντινούπολη. Στις 29 Ιουλίου 904 με αρχηγό τον Λέοντα τον Τριπολίτη, οι Σαρακηνοί της Κρήτης πολιόρκησαν τη Θεσσαλονίκη, την οποία ύστερα από δύο ημέρες κατέλαβαν από τη θάλασσα και τη λεηλάτησαν.

Την εποχή του Λέοντα στο θρόνο της Βουλγαρίας είχε ανέλθει ο Συμεών, ο οποίος ήταν κάτοχος ελληνικής παιδείας και είχε ως στόχο την κατάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας και την ίδρυση ελληνοβουλγαρικού κράτους. Νίκησε επανειλημμένα τους Έλληνες, οι οποίοι σε προφανή αδυναμία ζήτησαν τη σύναψη ειρήνης.

Εκτός των επιδρομών των Αράβων και των Βουλγάρων, το Βυζάντιο υπέστη επίθεση και από τους Ρως (Ρώσους) το 907. Με αρχηγό τον Όλεγκ πολιόρκησαν ανεπιτυχώς την Κωνσταντινούπολη και η επιδρομή τους έληξε με τη σύναψη συμφωνίας, η οποία προέβλεπε μεταξύ άλλων τη σύναψη εμπορικών σχέσεων και τη δυνατότητα των Ρως να εισέρχονται άοπλοι στην Κωνσταντινούπολη και να εγκαθίστανται σε μία συγκεκριμένη συνοικία.

Το Νομοθετικό Έργο του Λέοντος

Παρά τις εμφανείς αδυναμίες του στην εξωτερική πολιτική της αυτοκρατορίας, ο Λέων άφησε πίσω του αξιόλογο νομοθετικό έργο, που μνημονεύεται ακόμη και σήμερα από τους ασχολούμενους με το Ρωμαϊκό Δίκαιο.

Το 893 ολοκληρώθηκε η «Ανακάθαρσις των Παλαιών Νόμων» και εκδόθηκε με τον τίτλο «Βασιλικά». Πρόκειται για κωδικοποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας, η οποία διαιρέθηκε σε έξι τεύχη και εξήντα βιβλία, εξού και η ονομασία της «Εξάβιβλος» ή «Εξηκοντάβιβλος», που αποτελεί την κορυφαία συνεισφορά της Μακεδονικής Δυναστείας στην επιστήμη του δικαίου.

Πηγές των «Βασιλικών», των οποίων η γλώσσα είναι η ελληνική, υπήρξε κυρίως ο Ιουστινιάνειος Κώδικας, έργα Ελλήνων νομικών του έβδομου και όγδοου αιώνα και ο «Πρόχειρος Νόμος» του πατέρα του Βασιλείου Α’. Το έργο αυτό, το οποίο αναφέρεται στο Δημόσιο, το Εκκλησιαστικό, το Αστικό και το Ποινικό Δίκαιο, δεν διασώθηκε στην ολότητά του. Στις αρχές του 12ου αιώνα συντάχθηκε ευρετήριος πίνακας των «Βασιλικών» με τον τίτλο «Τιπούκειτος» (Τι; Πού; Κείται;), από τον οποίο έγινε γνωστό το περιεχόμενο των «Βασιλικών».

Στον Λέοντα οφείλεται και η συλλογή 113 Νεαρών (νέων νόμων), οι οποίοι αναφέρονται στη ρύθμιση των εκκλησιαστικών πραγμάτων και κοινωνικών σχέσεων, καθώς και εις το Δημόσιο και Αστικό Δίκαιο. Πολύτιμο είναι και το «Επαρχικόν Βιβλίον» (911-912), το οποίο διαφωτίζει πολλά σημεία του κοινωνικού και οικονομικού βίου της Ρωμανίας. Περιέχει διατάξεις που ρυθμίζουν τη λειτουργία των επαγγελματικών και εργατικών συντεχνιών, οι οποίες υπάγονταν στην εποπτεία του Επάρχου της πόλεως.

Η προσωπική ζωή του Λέοντος

Σε ηλικία 15 ετών ο Λέων αναγκάστηκε από τον πατέρα του να νυμφευθεί την ευσεβή Θεοφανώ Μαρτινιακή, παρά την ερωτική σχέση του με τη Ζωή Ζαούτσαινα, την κόρη του πανίσχυρου αυλικού Στυλιανού Ζαουτζή. Η Θεοφανώ πέθανε το 897, χωρίς να του χαρίσει ένα γιο που θα ήταν και ο διάδοχός του στο θρόνο της Ελλάδας. Από τον γάμο τους γεννήθηκε μία κόμη, η Ευδοκία η Πορφυρογέννητη.

Ο θάνατος της Θεοφανούς άνοιξε το δρόμο για την επισημοποίηση της σχέσης του με την ερωμένη του Ζωή. Την παντρεύτηκε το 898, αλλά ένα χρόνο αργότερα πέθανε χωρίς να του χαρίσει τον διάδοχο του θρόνου. Το 900 νυμφεύθηκε την Ευδοκία Βαϊάνα από οικογένεια της Φρυγίας. Ωστόσο και ο τρίτος γάμος δεν απέδωσε τους αναμενόμενους καρπούς, αφού η Ευδοκία πέθανε τον επόμενο χρόνο μαζί με το παιδί της κατά τον τοκετό.

Αντίθετα, ο Λέων απέκτησε τον πολυπόθητο γιο και διάδοχό του από την παλλακίδα του Ζωή Καρβωνοψίνα (μαυρομάτα), η οποία γέννησε το 905 τον μετέπειτα αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ' τον Πορφυρογέννητο (912-959).

Η επιθυμία του Λέοντος να νομιμοποιήσει τον Κωνσταντίνο στη διαδοχή του θρόνου προϋπέθετε τη νομιμοποίηση της σχέσης του με τη Ζωή, αλλά ο τέταρτος γάμος απαγορευόταν αυστηρά από τους κανόνες της Εκκλησίας. Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νικόλαος ο Μυστικός, ανιψιός του Φωτίου, αντέδρασε σθεναρά στην επιθυμία του αυτοκράτορα και δέχθηκε μόνο να βαπτίσει τον Κωνσταντίνο, υπό τον όρο ότι θα απομακρυνόταν η Ζωή από το Παλάτι.

Ο Λέων δέχθηκε υποκριτικά τον όρο του πατριάρχη, ο οποίος τέλεσε το βάπτισμα στο ναό της Αγίας Σοφίας στις 6 Ιανουαρίου 906, αλλά μετά από μερικές ημέρες επανέφερε επίσημα στο Παλάτι τη Ζωή και παρά την αντίθεση του πατριάρχη, τη νυμφεύθηκε με τις ευλογίες του ιερέα του Παλατιού Θωμά.

Η εξέλιξη αυτή οδήγησε σε σύγκρουση αυτοκράτορα και πατριάρχη και δημιούργησε το σοβαρό ζήτημα της τετραγαμίας του Λέοντος. Ο πατριάρχης απαγόρευσε την είσοδο του αυτοκράτορα στο ναό, που ερμηνεύεται ως επιβολή της ποινής της εκκλησιαστικής ακοινωνησίας, αλλά ο Πάπας της Ρώμης, στον οποίο κατέφυγε ο Λέων, δέχθηκε τη δυνατότητα ιερολόγησης του τέταρτου γάμου, παρά την εκκλησιαστική απαγόρευση.

Ο πατριάρχης Νικόλαος κατηγορήθηκε για συμμετοχή σε συνωμοσία, καθαιρέθηκε και εξορίστηκε (907), ο δε διάδοχός του Ευθύμιος δέχθηκε τη νομιμότητα του γάμου κι έστεψε σε επίσημη τελετή τον Κωνσταντίνο Ζ' συμβασιλέα το 908.

Ο Λέων ΣΤ’ ο Σοφός πέθανε στις 11 Μαΐου του 912 στην Κωνσταντινούπολη, σε ηλικία 45 ετών.



Άγιοι Τρόφιμος, Σαββάτιος και Δορυμέδων


Eις τον Tρόφιμον και Δορυμέδοντα.
Πνέοντες ἓν Τρόφιμε καὶ Δορυμέδον,
Ἓν ἐκ ξίφους δέχεσθε καὶ βίου τέλος.

Eις τον Σαββάτιον.
Ξεσθεὶς σιδηροῖς Σαββάτιος ὀξέσιν,
Εἰς σαββατισμὸν θεῖον ὡς Μάρτυς φθάνει.

Ἐννεαδεκάτῃ Τρόφιμον τάμον, ἠδὲ συνάθλους.

Λειτουργικά κείμενα


ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ