Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2025
Σύναξη της Παναγίας της Παμμακάριστου στην Κωνσταντινούπολη
Η ιστορία της Μονής της Παμμακαρίστου ξεκινά τον 11ο αιώνα μ.Χ., όταν ο Μέγας Δομέστικος και Κουροπαλάτης Ιωάννης Κομνηνός, έχτισε επάνω στον πέμπτο λόφο, πολύ κοντά σήμερα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και δίπλα σχεδόν από την Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή, ένα αντρικό Μοναστήρι αφιερωμένο στην Παναγία.
Το 1296 μ.Χ., ο εξ αγχιστείας ανιψιός του Μιχαήλ του Η' Παλαιολόγου, πρωτοστράτωρ Μιχαήλ Ταρχανιώτης, προσθέτει στο Καθολικό της Μονής ένα βόρειο κλίτος μαζί με Νάρθηκα. Το 1315 μ.Χ. η Μαρία, σύζυγος του Ταρχανιώτη, η οποία έγινε μοναχή με το όνομα Μάρθα, χτίζει ένα παρεκκλήσιο δίπλα στον Ναό, με σκοπό την ταφή του συζύγου της. Η τελευταία προσθήκη που έγινε στον Ναό, ήταν επί Αυτοκράτορος Ανδρονίκου του Γ' του Παλαιολόγου (1326 - 1341 μ.Χ.), όπου χτίζει ένα ακόμα Νάρθηκα. Εδώ εναποτέθηκαν τα οστά του Αυτοκράτορος Αλεξίου του Α' του Κομνηνού και αργότερα της κόρης του Άννης.
Η Μονή της Παμμακαρίστου ιδρύθηκε ως αντρική. Το 1400 μ.Χ. μετατρέπεται σε γυναίκεια. Με αυτήν την μορφή την βρίσκει η Άλωση της Πόλεως το 1453 μ.Χ. Στην Μονή της Παμμακαρίστου θα μεταφερθεί η έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου από τον Πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο, μετά τον Ναό των Αγίων Αποστόλων, ενώ οι Μοναχές μεταφέρθηκαν στο Μοναστήρι του Τρούλλου.
Το Καθολικό της Μονής ήταν πλούσιο σε διάκοσμο κυρίως σε ψηφιδωτά. Σήμερα σώζονται ελάχιστα και αυτά είναι στο Παρεκκλήσι, όπως του Παντοκράτορος μαζί με προφήτες ορθίους, η Δέηση, η Βάπτιση, ένα τμήμα της προσκυνήσεως των Μάγων και αρκετοί άγιοι με το όνομα Γρηγόριος.
Ο Ιστορικός της Αλώσεως Μιχαήλ Κριτόβουλος, μας διασώσει στο χρονικό του, την συνάντηση του Πατριάρχου Γενναδίου με τον Σουλτάνο Μωάμεθ τον Β' τον Πορθητή στην Παμμακάριστο. Γράφει πως ο Σουλτάνος Μωάμεθ ο Β' το 1455 μ.Χ., έφιππος περνώντας από την Παμμακάριστο, ρώτησε να μάθει τι είναι εδώ. Όταν του είπαν ότι είναι το Πατριαρχείο, ξεπέζεψε και προχώρησε προς την Εκκλησία. Εκεί μαθαίνοντας ο Πατριάρχης για την επίσκεψη του Σουλτάνου, συναντήθηκαν και οι δύο στο παρεκκλήσι «όπου ηρώτησε πολλά δι' ερμηνέως τον Πατριάρχην περί πίστεως πάντα τα των χριστιανών, και έδωκεν αυτώ άδειαν και όρκον και θάρρος λέγειν και διαλέγεσθαι φόβου χωρίς. [Μετά την συνομιλία ο Κριτόβουλος καταλήγει]. Και άλλα μυστήρια της πίστεως είπε και διεσαφήνισεν αυτώ όθεν ου μόνον απεδέξατο ευλαβώς, αλλ' έκτοτε ηγάπα αυτόν τε τον Πατριάρχην πολλά και σεβάσμιον είχε και έπαυσε και της κακίας ήν είχε κατά το Γένος των Γραικών, και ηγάπα έκτοτε ως εν πολλοίς εφάνει. Έχαιρε δε ως είπε προς πολλούς μεθ' ών συνελάλει ότι σπουδαίον και σοφόν Πατριάρχην εποίησαν έτοιμον αποκρίνεσθαι». (Κριτοβούλου Ιστορία Πολιτική Κωνσταντινουπόλεως από ατσα' έως του αφοη' έτους Χριστού. Βόννη 1859 μ.Χ.).
Η Μονή της Παμμακαρίστου θα μπορούσε να παραμείνει η έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Εν τούτοις όμως αυτό δεν έγινε. Ο λόγος ήταν ότι το 1587 μ.Χ. επί Σουλτάνου Μουράτ του Γ' (1595 - 1603 μ.Χ.) η Μονή μετατράπηκε σε Τζαμί, όταν ο Μουράτ ο Γ' γύρισε νικητής ύστερα από ένα πόλεμο στο Αζερμπαϊτζάν. Και όπως διασώζεται «ο Σουλτάνος αποστείλας εν τω δυστυχεί Πατριαρχείω εκείνω, εξέβαλε τους εν αυτώ όντας κληρικούς τε και μοναχούς....». Ο Αρχιδιάκονος του Πατριαρχείου Νικηφόρος, εγκατέστησε το Πατριαρχείο στο Ναό της Παναγίας της Παραμαυθίας, ενώ Πατριαρχικός Οίκος έγιναν τα «οσπίτια των Βλάχων» των Ηγεμόνων δηλαδή της Μολδαβίας και Βλαχίας. Για την μεταφορά του Πατριαρχείου, ο Αθανάσιος Κομνηνός Υψηλάντης γράφει: «Ούτως ούν οι Ρωμαίοι έχασαν και την Παμμακάριστον τελευταίον και έχασαν τοσαύτα εν Κωνσταντινουπόλει ιερά κειμήλεια. Εγλύτωσε ούν ο Νικηφόρος βιβλία, εικόνας, λείψανα και άλλα όσα ήσαν μέσα».
Τα ιερά κειμήλια της Παμμακαρίστου, ακολούθησαν την πορεία της Μεγάλης Εκκλησίας στην Κωνσταντινούπολη. Σήμερα οι ψηφιδωτές Εικόνες της Παναγίας της Παμμακαρίστου και του Τιμίου Προδρόμου, μαζί με τα Ιερά Λείψανα βρίσκονται και διαφυλάσσονται στον Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου.
Σχετικά με την εικόνα της Παναγίας της Παμμακαρίστου
Ο περίφημος Βυζαντινός Ναός Παναγίας της Παμμακαρίστου είχε το μεγάλο προνόμιο να κατέχει μία από τις σπουδαιότερες ψηφιδωτές φορητές εικόνες, την πασίγνωστη Παναγία την Παμμακάριστο. Αναφορά της εικόνας γίνεται από τον Στέφανο Gerlach, ο οποίος το 1578 μ.Χ. επισκέφθηκε το Πατριαρχείο, το οποίο στεγαζόταν τότε στον ναό της Παμμακαρίστου και άφησε περιγραφή του στην Τurcograecia του Μαρτίνου Κρουσίου, καθώς επίσης και από τον Μανουὴλ Μαλαξό, ο οποίος στην ιστορική έκδοση «Πατριαρχικὴν ἱστορίαν μέχρι τὸ 1581» γράφει: «...καὶ ἐν τῷ δεξιῷ μέρει (τοῦ τέμπλου) ἡ εἰκόνα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Παμμακαρίστου, ὡραιοτάτη καὶ λαμπρή». Όταν ο ναός της Παμμακαρίστου μετετράπηκε σε τέμενος - το Φετχιγιέ τζαμί - μαζί με τα κειμήλια που μετεφέρθηκαν στις περιπλανήσεις του Πατριαρχείου προς αναζήτηση στέγης - «τὰ θησαυρίσματα τοῦ Πατριαρχείου ἀπὸ Ναοῦ εἰς Ναὸν μεταφερόμενα» κατά Γεδεών - ήταν και η ιστορικὴ εικόνα.
Με την τελική εγκατάσταση του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Φανάρι η εικόνα της Παμμακαρίστου τοποθετήθηκε σε περίοπτη θέση του τέμπλου του Πανσέπτου Πατριαρχικού Ναού στο νότιο κλίτος. Πολύ αργότερα (το 1798 μ.Χ.) ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε' μετέτρεψε το νότιο αυτό κλίτος σε παρεκκλήσιο προς τιμή της Θεοτόκου για χάρη της εικόνας της Παμμακαρίστου, που εξακολουθεί μέχρι σήμερα να κοσμεί τον Πατριαρχικό Ναό στο σημείο αυτό.
Επί Πατριαρχείας του λόγιου και φιλόκαλου Φωτίου Β' (1929 - 36 μ.Χ.) και κατά το έτος 1933 μ.Χ., έφθασε στην Πόλη ο μέγας καθηγητής της Χριστιανικής και Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου Γεώργιος Σωτηρίου, ο οποίος κατόπιν εντολής του Πατριάρχη κατέγραψε «ἑκατὸν τριάκοντα πέντε παλαιὰς φορητὰς εἰκόνας ναῶν καὶ μονῶν Κωνσταντινουπόλεως, περιχώρων καὶ τῶν νήσων, ὧν πολλαὶ ἀξιολογώτατοι διά τε τὴν ἀρχαιότητα καὶ τὴν τέχνην των, ἐλάχισται ἀτυχῶς μετεφέρθησαν εἰς τὰ Πατριαρχεῖα...». Η εικόνα της Παμμακαρίστου, μαζί με την ψηφιδωτή εικόνα του Τιμίου Προδρόμου, στερεώθηκε, καθαρίσθηκε και συμπληρώθηκε ύστερα από τολμηρές και καθοριστικές επεμβάσεις του καλλιτέχνη Κ. Βασματζίδη καθώς ανακοίνωσε στην Ακαδημία Αθηνών ο Γ. Σωτηρίου το 1933 μ.Χ. Η Παναγία ιστορείται κατά τον τύπο της Οδηγήτριας. Φέρει σκούρο ερυθρόμαυρο μαφόριο με χρυσές παρυφές και άστρα στην κεφαλή και τον ώμο. Θυμίζει μεταεικονομαχική περίοδο και μάλιστα Μακεδονική Σχολή. Με την δεξιά της χείρα η Θεοτόκος «δεικνύει» τον υιό της, κρατούσα Αυτόν εξ' ευωνύμων. Ο δε Κύριος φέρει κλειστό ειλητάριο ευλογών Αυτήν με την Δεξιάν Του.
Όσιος Μελέτιος ο νέος που ασκήτευσε στο όρος της Μυουπόλεως
Σαυτὸν καθάρας, Μελέτιε τρισμάκαρ,
ὤφθης δοχεῖον Πνεύματος τοῦ Ἁγίου.
Νόμους μελετῶν, Μελέτιος Κυρίου,
Πέφυκε δένδρον, ἀρετῶν καρποφόρων.
Ἑξέπτη Μελέτιος, ἐν εἰσοδίοις Λυκάβαντος.
Ο Όσιος Μελέτιος γεννήθηκε κατά το έτος 1035 μ.Χ. στο χωριό Μουταλάσκη της Καππαδοκίας. Οι γονείς του ήταν πολύ ενάρετοι και ονομάζονταν Ιωάννης και Σοφία. Φυσικά, σύμφωνα με τα Ιερά πιστεύω τους μεγάλωσαν και το παιδί τους τον Μελέτιο.
Έφυγε από το πατρικό του σπίτι έχοντας μοναχικό πόθο και πορεύθηκε για την Κωνσταντινούπολη, αργότερα στη Θεσσαλονίκη και έπειτα στην Θήβα στη Μονή του Αγ. Γεωργίου (σημ. Ενορ. Ναός). Στη συνέχεια τον συναντάμε στην Μονή Σαγματά και αργότερα στον Κιθαιρώνα όπου ανεγείρει Ιερά Μονή.
Ο Όσιος Μελέτιος αφού έλαμψε δια της πνευματικής του ασκήσεως, απεβίωσε ειρηνικά το 1105 μ.Χ. σε ηλικία εβδομήντα ετών.
Η Τιμία Του Κάρα βρίσκεται στην ομώνυμη Ι. Μονή στον Κιθαιρώνα.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄.
Ὡς ἔνσαρκος Ἄγγελος, καὶ ὑπηρέτης Χριστοῦ, ὡς ἔνθεος ἄνθρωπος καὶ ἀσκητῶν καλλονή, Μελέτιε Ὅσιε, χάριτας θεοδότους, ἐκομίσω διώκειν, πνεύματα πονηρίας, καὶ νοσοῦντας ἰᾶσθαι, δι’ ὅ καὶ ἡ σεπτή σου σορὸς βρύει ἰάματα.
Κοντάκιον
Ἦχος γ΄. Ἠ Παρθένος σήμερον.
Ἐξ ἐῴας ἔνδοξε, πρὸς τὴν ἑσπέραν φοιτήσας, ὥσπερ ἄλλος ἥλιος, τῶν ἀρετῶν τὰς ἀκτῖνας, ἥπλωσας, καὶ συνηγάγω πρὸς τὴν σὴν θάλψιν, ἅπαντας, τοὺς ἐν ψύχει παθῶν χειμαζομένους, ὅθεν νῦν σε συνελθόντες, ἀνευφημοῦμεν, Μελέτιε Ὅσιε.
Μεγαλυνάριον
Δεῦτε νῦν τιμήσωμεν οἱ πιστοί, ἀσκητῶν τὸ κλέος, μοναζόντων τὴν καλλονήν, τὸν ὑπὲρ Κυρίου, θανόντα ἐν ἀσκήσει, συζῶντα δ’ ἐν Ἀγγέλοις, Χριστοῦ Μελέτιον.
Ὁ Οἶκος
Τῇ μελέτῃ καλῶς ἐμμελετῶν τοῦ κτίσαντος, ὡς αὐτοῦ μαθητὴς ἐκγυμνασθεὶς μακάριε, δωρεῶν ἀύλων Πνεύματος κατηξιώθης· ὅθεν εἵλκυσας πολλοὺς πρὸς τὴν σὴν μίμησιν, καταλιπόντας βίου τὸν τάραχον, καὶ ἀσκητικὴν ἀνθελομένους ζωήν· ὦν παιδοτρίβης ὑπῆρξας θεῖος, καὶ πρακτικὸς ὑφηγητής, εἰ πολὺ μέρος αὐξήσας, οἱ καὶ πίστει κροτοῦσι τὴν σὴν μνήμην γηθοσύνως, ἀνευφημοῦντες Μελέτιε Ὅσιε.
Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Συνελθόντες τὰ πλήθη τῶν μοναστῶν, τῆς ἡμῶν ξυναυλίας τὸν ἀρχηγόν, ὑμνήσωμεν σήμερον, ἱεροῖς μελωδήμασι. Τὸ τῶν Ἁγίων κλέος, τὸν νοῦν τὸν οὐράνιον, τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τὸ ἅγιον τέμενος τὸν ἀσκήσει λάμψαντα, λαμπρότατον ἥλιον καὶ τὸ ζοφῶδες νέφον τῆς πλάνης ἐλάσαντα. Οὗ καὶ τῶν λειψάνων, τὴν σορὸν προσκυνοῦντες, καὶ κατασπαζόμενοι, ὁμοφρόνως βοήσωμεν· Θεοφόρε Μελέτιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Σχετικά κείμενα
Όσιος Συμεών ο Στυλίτης
Λιπὼν Συμεὼν τὴν ἐπὶ στύλου βάσιν,
Τὴν ἐγγὺς εὗρε τοῦ Θεοῦ Λόγου στάσιν.
Ὑψιβάτης Συμεὼν Σεπτεμβρίου ἔκθανε πρώτῃ.
Έζησε στα μέσα του 5ου αιώνα μ.Χ., επί αυτοκράτορας Λέοντος του Μεγάλου και Πατριάρχου Αντιοχείας Μαρτυρίου. Ο Συμεών γεννήθηκε στο χωριό Σισάν της Κιλικίας το 389 μ.Χ., από γονείς βοσκούς. Βοσκός ήταν και αυτός στα νεανικά του χρόνια. Από μικρός ήταν αφοσιωμένος με όλη του την ψυχή στα θεία. Τόσο θερμές ήταν οι προσευχές του προς το Θεό, ώστε πολλές φορές λουζόταν από δάκρυα. Κάποια μέρα, του έκαναν μεγάλη εντύπωση τα λόγια του Χριστού, «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται. Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθαίου, ε' 4,8). Δηλαδή, μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν για τις αμαρτίες τους και για το κακό που επικρατεί στον κόσμο, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν από το Θεό. Μακάριοι, επίσης, είναι εκείνοι που έχουν την καρδιά τους καθαρή από κάθε μολυσμό αμαρτίας, διότι αυτοί θα δουν το Θεό. Ποθώντας, λοιπόν, και ο Συμεών να κάνει τέτοια ζωή, πήγε κοντά στον όσιο Ηλιόδωρο, όπου έμεινε 10 χρόνια, και έγινε μοναχός. Επιθυμώντας, όμως, περισσότερη ησυχαστική ζωή, αποσύρθηκε σε ένα κελί στο χωριό Τελανισό, όπου ασκήτεψε τρία χρόνια. Η φήμη της αγίας του ζωής έκανε να συρρέουν πλήθη λάου κοντά του. Αλλά ο Συμεών, αποφεύγοντας την ακατάπαυστη εκείνη κοινωνικότητα και θέλοντας ακόμα περισσότερη ασκητική ζωή, εγκαταστάθηκε επάνω σ' ένα στυλό 36 πήχεων! Με τον ιδιόρρυθμο αυτό τρόπο ασκήτεψε 37 χρόνια. Αλλά και με τη χάρη του Θεού έκανε τελικά τη ζωή που επιθυμούσε και που μακαρίζει ο Κύριος. Κοιμήθηκε το 459 μ.Χ. και κηδεύτηκε από τον πατριάρχη Αντιόχειας Μαρτύριο στη μεγάλη εκκλησία της Αντιόχειας.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς στήλην θεόγραφον τῶν ἱερῶν ἀρετῶν, τοῦ βίου σου ἔλειπες τὰς ἀναβάσεις ἡμῖν, Συμεὼν παμμακάριστε· σὺ γὰρ ἐπὶ τοῦ στύλου ὡς πυρσὸς διαλάμπων, ἕλκεις ἡμᾶς χαμόθεν πρὸς ζωὴν οὐρανίαν, τὸν τρόπον τῆς εὐδρομίας φαίνων τοῖς ἔργοις σου.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Ὑπομονῆς στύλος γέγονας, ζηλώσας τοὺς προπάτορας Ὅσιε, τὸν Ἰὼβ ἐν τοῖς πάθεσι, τὸν Ἰωσὴφ ἐν τοῖς πειρασμοῖς, καὶ τὴν τῶν Ἀσωμάτων πολιτείαν, ὑπάρχων ἐν σώματι, Συμεὼν Πατὴρ ἡμῶν Ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Αὐτόμελον.
Τὰ ἄνω ζητῶν, τοῖς κάτω συναπτόμενος, καὶ ἅρμα πυρός, τὸν στύλον ἐργασάμενος, δι᾽ αὐτοῦ συνόμιλος, τῶν Ἀγγέλων γέγονας Ὅσιε, σὺν αὐτοῖς Χριστῷ τῷ Θεῷ, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Ὁ Οἶκος
Τοῦ Συμεὼν τὸν ἄμεμπτον βίον, ποία γλῶσσα ἀνθρώπων ἐξαρκέσει ποτέ, πρὸς ἔπαινον ἐξηγήσασθαι; ὅμως ὑμνήσω Θεοῦ σοφία, τὰ τοῦ ἥρωος ἆθλα καὶ τοὺς ἀγῶνας, τοῦ ἐν τῇ γῇ ὡς φωστῆρος φανέντος τοῖς πᾶσι βροτοῖς, καὶ μεγάλως τῇ καρτερίᾳ τῷ χορῷ τῶν Ἀγγέλων ἐκλάμψαντος· σὺν τούτοις γὰρ ψάλλων ἀπαύστως Χριστῷ, πρεσβεύων οὐ παύει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ὑπερζέσας τῇ πίστει Πάτερ σοφέ, καὶ προσκαίρων ἁπάντων ὑπεριδών, Χριστῷ ἠκολούθησας, τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματος, ἐγκρατείᾳ τήξας, τὸ σῶμά σου Ὅσιε, οὐρανῶν τὴν δόξαν, ἀεὶ προορώμενος· ὅθεν καὶ ἐφεῦρες, πρὸς ἀνάβασιν θείαν, τοῦ στύλου τὴν κλίμακα, τῷ σῷ πόθῳ κατάλληλον, Συμεὼν ἱερώτατε. Πρέσβευε Χριστῷ τῶ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθω, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Αγίες Τεσσαράκοντα Παρθένες και Ασκήτριες και Αμμούν ο διδάσκαλος αυτών
Eις τας Παρθένους.
Δισεικαρίθμοις παρθένοις πῦρ καὶ ξίφος,
Θεοῦ προεξένησαν Υἱὸν νυμφίον.
Eις τον Aμμούν.
Ἀμμοῦν καλύπτραν ἔμπυρον δεδεγμένος,
Τὸ σαρκικὸν κάλυμμα χαίρων ἐξέδυ.
Οι Άγιες αυτές γυναίκες έζησαν την εποχή του βασιλέως Λικινίου στην Αδριανούπολη της Θράκης. Ο ηγεμών της περιοχής Βάβδος (περί το 305 μ.Χ.) τις συνέλαβε ως χριστιανές και τις προέτρεπε να προσκυνήσουν τα είδωλα. Η Κελσίνα, μία εξ αυτών και η πρώτη της πόλεως, μετά τη θαρραλέα ομολογία της πίστεώς της τις εσύναξε όλες στην οικία της μαζί με τον διδάσκαλό τους, διάκονο Άγιο Αμμούν, για να ενισχυθούν προς το μαρτύριο. Ο Αμμούν πήρε το χαρτί με τα ονόματά τους και τα διάβασε δυνατά ένα-ένα. Ύστερα είπε: «Αγωνισθήτε υπέρ του Χριστού δια του μαρτυρίου, διότι έτσι θα καθίσει και ο Δεσπότης Χριστός στην πύλη της ουρανίου βασιλείας και θα σας προσκαλεί μία-μία κατ’ όνομα, για να σας αποδώσει τον στέφανο της αιωνίου ζωής».
Όταν και πάλι τις ανέκρινε ο ηγεμών, ομολόγησαν όλες σταθερά την πίστη τους. Με την προσευχή τους συνέτριψαν τα είδωλα και ο ιερεύς των ειδώλων ανυψώθηκε στον αέρα, μέχρις ότου, βασανιζόμενος από πύρινους αγγέλους, έπεσε νεκρός στη γη. Τότε ο Βάβδος πρόσταξε να κρεμάσουν τον Άγιο Αμμούν, να του ξύσουν τις πλευρές, να κάψουν τις πληγές του με αναμμένες λαμπάδες και να του φορέσουν στο κεφάλι χάλκινη πυρακτωμένη περικεφαλαία.
Επειδή ο Άγιος διαφυλάχθηκε αβλαβής από τα μαρτύρια, οδηγήθηκε μαζί με τις μαθήτριές του από τη Βερόη (σημερινή Στάρα Ζαγορά της Βουλγαρίας) στην Ηράκλεια, στον βασιλέα Λικίνιο. Καθ’ οδόν εμφανίσθηκε ο Κύριος και τους ενεθάρρυνε. Φθάνοντας στην πόλη πήγαν στον τόπο, όπου είχαν κατατεθεί τα τίμια λείψανα της Αγίας μάρτυρος Γλυκερίας (βλέπε 13 Μαΐου). Ενώ διανυκτέρευαν εκεί προσευχόμενες, παρουσιάσθηκε η Αγία λέγοντας: «Καλώς ήλθατε, άγιες δούλες του Θεού! Προ πολλού περίμενα την λαμπρή εν Χριστώ συνοδεία σας, για να χορεύσωμε στεφανωμένες όλες μαζί με τους αγίους αγγέλους στην βασιλεία του Χριστού, τον οποίο μέχρις αίματος ομολογήσαμε».
Στην Ηράκλεια τους έριξαν στα θηρία. Οι άγιες γυναίκες μαζί με τον διδάσκαλό τους προσευχήθηκαν όρθιες με υψωμένα τα χέρια, τα δε θηρία κατελήφθησαν από ύπνο και δεν τους άγγιξαν. Την ώρα που οι στρατιώτες άναβαν φωτιά για να τις ρίξουν μέσα, προφήτευσαν στον ασεβή Λικίνιο την επικράτηση του Μεγάλου Κωνσταντίνου, τη νίκη του χριστιανισμού και την κατάργηση της ειδωλολατρίας. Κατόπιν σφραγίσθηκαν με το σημείο του σταυρού και δέκα από αυτές πήδησαν αγαλλόμενες μέσα στις φλόγες υμνώντας τον Θεό, ο οποίος εδρόσισε το πυρ. Έτσι, αυτές μεν ετελειώθησαν εν ειρήνη στην πυρά, οκτώ δε αποκεφαλίστηκαν μαζί με τον διδάσκαλό τους Αμμούν. Από τις υπόλοιπες οι δήμιοι άλλες κατέσφαξαν και σε άλλες έβαλαν στο στόμα πυρακτωμένα σίδερα.
Τα ονόματά τους έχουν διασωθεί στο αρχαίο Μαρτύριόν τους (Bibliotheca Hagiographica Graeca 2280-2281) και είναι: Λαυρεντία η διάκονος, Κελσίνα, Θεοκτίστη (η Θεόκλεια), Δωροθέα, Ευτυχιανή, Θέκλα, Αρισταινέτη, Φιλαδέλφη, Μαρία, Βερονίκη, Ευλαλία (η Ευθυμία), Λαμπροτάτη, Ευφημία, Θεοδώρα, Θεοδότη, Τετεσία, Ακυλίνα, Θεοδούλη, Απλοδώρα, Λαμπαδία, Προκοπία, Παύλα, Ιουλιάνα, Αμπλιανή, Περσίς, Πολυνίκη, Μαύρα, Γρηγορία, Κυρία (η Κυριαίνη), Βάσσα, Καλλινίκη, Βαρβάρα, Κυριακή, Αγαθονίκη, Ιούστα, Ειρήνη, Ματρώνα (η Αγαθονίκη), Τιμοθέα, Τατιανή, Άννα (η Ανθούσα).
Ωστόσο, στην ασματική Ακολουθία και σε νεότερους Συναξαριστές απαντούν τα εξής ονόματα: Αδαμαντίνη, Αθηνά, Ακριβή, Αντιγόνη, Αριβοία, Ασπασία, Αφροδίτη, Διόνη, Δωδώνη, Ελπινίκη, Ερασμία, Ερατώ, Ερμηνεία, Ευτέρπη, Θάλεια, Θεανώ, Θεανόη, Θεόνυμφη, Θεοφάνη, Καλλιρρόη, Καλλίστη, Κλειώ, Κλεονίκη, Κλεοπάτρα, Κοραλλία, Λάμπρω, Μαργαρίτα, Μαριάνθη, Μελπομένη, Μόσχω, Ουρανία, Πανδώρα, Πηνελόπη, Πολύμνια, Πολυνίκη, Σαπφώ, Τερψιχόρη, Τρωάς, Χάϊδω και Χαρίκλεια (βλ. Πρωτ. Κων/νου Πλατανιτου, Εορτολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αποστολική Διακονία, εκδ. Δ , 1997, σελ. 23 υποσ.).
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἀθλητῶν αἱ χορείαι, δεῦτε συνδράμετε καὶ τεσσαράκοντα κόρας μετὰ Ἀμμοὺν εὐσεβοῦς μεγαλύνατε, λαμπρῶς πανηγυρίζουσι ὅτι ἐνήθλησαν στερρῶς τῇ ἀσκήσει ἐν Χριστῷ, ῥωσθεῖσαι καὶ λαμπρυνθῆσαι πρεσβεύουσαι τῷ Κυρίῳ, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Τῶν ἁγίων Γυναικῶν
Ἀμνάδες λογικαί, τῷ ἀμνῷ καὶ ποιμένι, προσήχθητε πιστῶς, διὰ τοῦ μαρτυρίου, τὸν δρόμον τελέσασαι, καὶ τὴν πίστιν τηρήσασαι· ὅθεν σήμερον, περιχαρῶς εὐφημοῦμεν, Ἀξιάγαστοι, τὴν ἱερὰν ὑμῶν μνήμην, Χριστὸν μεγαλύνοντες.
Αρχή της Ινδίκτου
Ἴνδικτον ἡμῖν εὐλόγει νέου Χρόνου,
Ὦ καὶ Παλαιέ, καὶ δι᾿ ἀνθρώπους Νέε.
Σήμερα η Εκκλησία μας εορτάζει την Αρχή της Ινδίκτου, δηλαδή αρχή του νέου Εκκλησιαστικού έτους. Για την περίπτωση αυτή, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει στον Συναξαριστή του:
«Πρέπει να ηξεύρωμεν, αδελφοί, ότι η του Θεού αγία Eκκλησία εορτάζει σήμερον την Iνδικτιώνα, διά τρία αίτια. Πρώτον, επειδή και αυτή είναι αρχή του χρόνου. Διά τούτο και κοντά εις τους παλαιούς Pωμάνους πολλά ετιμάτο αυτή εξ αρχαίων χρόνων. Iνδικτιών δε κατά την ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν γλώσσαν, θέλει να ειπή ορισμός. Kαι δεύτερον εορτάζει ταύτην η Eκκλησία, επειδή και κατά την σημερινήν ημέραν, επήγεν ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός μέσα εις την Συναγωγήν των Iουδαίων, και εδόθη εις αυτόν το Bιβλίον του Προφήτου Hσαΐου, καθώς γράφει ο Eυαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. δ΄). Tο οποίον Bιβλίον ανοίξας ο Kύριος, ω του θαύματος! ευθύς εύρε τον τόπον εκείνον, ήτοι την αρχήν του εξηκοστού πρώτου κεφαλαίου του Hσαΐου, εις το οποίον είναι γεγραμμένον διά λόγου του τα λόγια ταύτα: «Πνεύμα Kυρίου επ’ εμέ, ου ένεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν, κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν, αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει, κηρύξαι ενιαυτόν Kυρίου δεκτόν». Aφ’ ου δε ανέγνωσεν ο Kύριος τα περί αυτού λόγια ταύτα, εσφάλισε το Bιβλίον και το έδωκεν εις τον υπηρέτην. Έπειτα καθίσας, είπεν εις τον λαόν «ότι σήμερον ετελειώθησαν οι λόγοι της Προφητείας ταύτης εις τα εδικά σας αυτία». Όθεν ο λαός ταύτα ακούων, εθαύμαζε διά τα χαριτωμένα λόγια, οπού εύγαινον εκ του στόματός του, ως τούτο γράφει ο αυτός Eυαγγελιστής Λουκάς (αυτόθι).
Eίναι δε και τρίτη αιτία, διά την οποίαν η Eκκλησία του Xριστού κάμνει σήμερον ενθύμησιν της Iνδίκτου, και εορτάζει την αρχήν του νέου χρόνου: ήγουν, ίνα διά μέσου της υμνωδίας και ικεσίας, οπού προσφέρομεν εις τον Θεόν εν τη εορτή ταύτη, γένη ο Θεός ίλεως εις ημάς, και ευλογήση τον νέον χρόνον, και χαρίση τούτον εις ημάς ευτυχή και γεμάτον από όλα τα σωματικά αγαθά. Kαι ίνα φωτίση τας διανοίας μας, εις το να περάσωμεν όλον τον χρόνον καθαρώς και με αγαθήν συνείδησιν, και εις το να ευαρεστήσωμεν τω Θεώ, με την φύλαξιν των εντολών του. Kαι ούτω να τύχωμεν των εν Oυρανοίς αιωνίων αγαθών».
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος β’.
Ὁ πάσης δημιουργὸς τῆς κτίσεως, ὁ καιροὺς καὶ χρόνους ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσία θέμενος, εὐλόγησον τὸν στέφανον τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός σου Κύριε, φυλάττων ἐν εἰρήνῃ τοὺς Βασιλεῖς καὶ τὴν πόλιν σου, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, καὶ σῶσον ἡμᾶς.
Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὁ ἀρρήτῳ σύμπαντα, δημιουργήσας σοφίᾳ, καὶ καιροὺς ὁ θέμενος, ἐν τῇ αὐτοῦ ἐξουσίᾳ, δώρησαι, τῷ φιλοχρίστῳ λαῷ σου νίκας· ἔτους δέ, τάς τε εἰσόδους καὶ τάς ἐξόδους, εὐλογήσαις κατευθύνων, ἡμῶν τὰ ἔργα πρὸς θεῖόν σου θέλημα.
(Ποιηθὲν τῶ 1813 ἔτει ὑπὸ τοῦ ἀοιδίμου Πατριάρχου Κωνσταντινοπόλεως, Κυρίλλου ς´).
Μεγαλυνάριον
Ἄναρχε τρσήλιε Βασιλεῦ, ὁ καιρῶν καὶ χρόνων, τὰς ἑλίξεις περισκοπῶν, εὐλόγησον τὸν κύκλον, τῆς νέας περιόδου, τὰς ἀγαθάς σου δόσεις πᾶσι δωρούμενος.
Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ὁ καιροὺς καρποφόρους καὶ ὑετούς, οὐρανόθεν παρέχων τοῖς ἐπὶ γῆς, καὶ νῦν προσδεχόμενος, τὰς αἰτήσεις τῶν δούλων σου, ἀπὸ πάσης λύτρωσαι, ἀνάγκης τὴν πόλιν σου, οἱ οἰκτιρμοὶ καὶ γάρ σου, εἰς πάντα τὰ ἔργα σου. Ὅθεν τὰς εἰσόδους, εὐλογῶν καὶ ἐξόδους, τὰ ἔργα κατεύθυνον ἐφ᾿ ἡμᾶς τῶν χειρῶν ἡμῶν, καὶ πταισμάτων τὴν ἄφεσιν, δώρησαι ἡμῖν ὁ Θεός· σὺ γὰρ ἐξ οὐκ ὄντων τὰ σύμπαντα, ὡς δυνατὸς εἰς τὸ εἶναι παρήγαγες.
Οπτικοακουστικό Υλικό

-
Εν αρχή ην ο πόνος, τούτες τις τρομερές μέρες του φετινού Αυγούστου. Ναι, ο πόνος. Γιατί πριν από κάθε ανάλυση, ακόμα και την εμβριθέστερη...
-
Τίτλοι αρχής (το παρακάτω βίντεο ανέβηκε από το κανάλι bellllllochannel στο Youtube) Μοιάζει...
-
Πηγή εικόνας: i-diadromi.gr Καλήν εσπέραν άρχοντες, αν είναι ορισμός σας, Χριστού τη Θεία γέννηση, να πω στ’ αρχοντικό σας. Χριστός γεννάται...