Στη Γενεύη μεταβαίνει σήμερα, Μεγάλη Τρίτη, ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, ώστε να συμμετάσχει στην Άτυπη Πενταμερή για το Κυπριακό που έχει συγκαλέσει ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών από τις 27 έως και την Μεγάλη Πέμπτη, της Σταυρώσεως.
Η πενταμερής, που επιβεβαιώνει την πλήρη αλλαγή πλεύσης της κυβέρνησης Μητσοτάκη στο Κυπριακό, σε σχέση με όλες τις προηγούμενες Ελληνικές κυβερνήσεις, όπως και την αλλαγή πλεύσης της Κυπριακής κυβέρνησης, αποτελεί άνευ προηγουμένου οπισθοχώρηση από κεκτημένα, και μάλιστα διατηρημένα με κόπο εντός της ΕΕ.
Καμμία ελληνική ή κυπριακή κυβέρνηση, από το 1974 και μέχρι σήμερα δεν έχει αποδεχθεί να μετάσχει σε αντίστοιχη πενταμερή, και μάλιστα με την επίσημη υποβάθμιση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας σε απλό εκπρόσωπο των Ελληνοκυπρίων. Η απουσία της ΕΕ αλλά και των χωρών μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι αρνητικά σημάδια και τεράστιες παραχωρήσεις (για να είμαστε ευγενικοί).
Η συγκεκριμένη πενταμερής είναι ενδεικτική των μεγάλων αλλαγών που επιχειρούνται στο status quo της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, υπό την προφανή αμερικανική καθοδήγηση, και πρώτο της θύμα είναι η ίδια η Κυπριακή Δημοκρατία. Επαναφέρει το Κυπριακό ζήτημα στα χέρια των αποικιοκρατών Βρετανών και θέτει και πάλι στο προσκήνιο, ως διαμορφούσα δύναμη, την Τουρκία. Βγάζει από την εξίσωση την ΕΕ, που παρουσιάστηκε επί δεκαετίες από όλους ως καθοριστικός παράγοντας (και για την είσοδο της Κύπρου στην οποία αγωνίστηκε σειρά κυβερνήσεων και των δύο ελληνόφωνων κρατών, ακριβώς για να διαφυλαχθεί ο δημοκρατικός και ανεξάρτητος χαρακτήρας της Κυπριακής Δημοκρατίας).
Ακόμη, αφαιρεί από τις λαϊκές δυνάμεις το λόγο και αρνείται την προσφυγή σε δημοψήφισμα – ας θυμίσουμε το δημοψήφισμα για το σχέδιο Αννάν και την λαϊκή θέση, για να γίνουν εμφανείς οι λόγοι. Το γεγονός ότι ο λαός της Κύπρου μπαίνει στη γωνία και αποφασίζουν προστάτες γι’ αυτόν ξαναζωντανεύει την πάντα παρούσα, αν και σε χαμηλούς τόνους, αποικιοκρατία, με τον πιο ηχηρό τρόπο.
Η επιστροφή στα χέρια των Βρετανών – που αποτελούν μακρύ χέρι των ΗΠΑ – και η αποδοχή από πλευράς Ελλάδας και Κύπρου όχι μόνο ενός νέου, ουσιαστικού, ρόλου τους αλλά και της υποβάθμισης της Κυπριακής Δημοκρατίας σε «κοινότητα των Ελληνοκυπρίων» αποτελούν αυτά καθ’ αυτά τεράστια ζητήματα και οπισθοχώρηση από οποιαδήποτε ωφέλιμη για την Κύπρο θέση και φέρνουν, πιο επίκαιρο από ποτέ, το διάγγελμα του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας το 2004, Τάσσου Παπαδόπουλου: «Παρέλαβα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω «κοινότητα» χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα. Και όλα αυτά έναντι κενών, παραπλανητικών, δήθεν, προσδοκιών. Έναντι της ανεδαφικής ψευδαίσθησης ότι η Τουρκία θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της».
Οι Βρετανοί και το αιώνιο δόγμα τους, Διαίρει και Βασίλευε, άλλωστε, μαζί με τους Αμερικάνους, βρίσκονται πίσω από την τραγωδία της Κύπρου, από την εποχή του αγώνα για Ένωση, που δεν προχώρησε παρά το συνολικό λαϊκό αίτημα (και των τουρκοκυπρίων), αλλά και με το πραξικόπημα και τη διχοτόμηση.
Σήμερα, εκτός ΕΕ οι ίδιοι – κι αυτό είναι σημαντικό και θα χρειαστεί να το θυμηθούμε και άλλες φορές – επιστρέφουν, μαζί με την Τουρκία της εισβολής και κατοχής, και την Ελλάδα, ως εγγυήτριες δυνάμεις, με την Ελλάδα να κυβερνάται από μιαν κυβέρνηση χωρίς δική της πολιτική, απόλυτο φερέφωνο των ΗΠΑ, και την Τουρκία να κυβερνάται από τον μεγαλοϊδεατισμό και την ακροδεξιά, από τα οποία εξάρτησε την πολιτική επιβίωσή του ο Ερντογάν.
Ακόμη και αν δεν φέρει κανένα άμεσο αποτέλεσμα, η συγκεκριμένη πενταμερής δημιουργεί προηγούμενο, καθόλα αρνητικό για την Κύπρο. Η υποβάθμιση της κρατικής οντότητας του νησιού και της νομιμότητας της Κυπριακής κυβέρνησης, που περιορίζεται σε εκφραστή κοινότητας, κι η επιστροφή στα δικαιώματα εγγυητή που είχαν Βρετανοί και Τούρκοι μετά τις συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου και που καμμία Ελληνική ή Κυπριακή κυβέρνηση δεν αποδέχθηκε μετά την εισβολή, μέχρι σήμερα, είναι δεδομένα που προκύπτουν από την σύγκλιση της και μόνο. Η αποσταθεροποίηση στην περιοχή αποκτά ακόμη έναν θεμέλιο λίθο.
Η πενταμερής είναι μια επιστροφή από το παράθυρο στο σχέδιο Αννάν, με παράκαμψη, και κατά ουσία άρνηση, της λαϊκής θέλησης των Κύπριων όπως εκφράστηκε στο δημοψήφισμα του 2004. Βάση των συζητήσεων αποτελεί η θέση Γκουτιέρες, δηλαδή το σχέδιο Αννάν με άλλο όνομα. Γίνεται υπό την αιγίδα του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, με τη συμμετοχή Κύπρου, Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας. Οποιαδήποτε συμφωνία προκύψει, αν προκύψει, αποτελεί παραβίαση των δημοκρατικών δικαιωμάτων του Κυπριακού λαού και της συνταγματικής τάξης.
Με απλά λόγια, με δεδομένο το δημοψήφισμα του 2004 και με νεότερο δεδομένο την άρνηση να τεθεί και η θέση Γκουτιέρες στην λαϊκή κρίση, η κυβέρνηση της Κύπρου, με τη σύμπραξη της Ελληνικής κυβέρνησης, υποτάσσεται στην πολιτική των Αμερικανοβρετανών, προς όφελος της δύναμης Κατοχής, Τουρκίας, και ήδη δημιουργεί προηγούμενο. Και, να υπενθυμίσουμε εδώ ότι ο σημερινός, δεξιός, Πρόεδρος της Κύπρου και αυτό-υποβιβασθείς σε εκπρόσωπο της ελληνικής κοινότητας, είχε υπάρξει από τις πιο βροντερές φωνές υπέρ του «Ναι» κατά το δημοψήφισμα για το σχέδιο Αννάν.
Την άμεση συμφωνία επιθυμούν όλοι οι «προστάτες», και βεβαίως η ΕΕ, που περιμένει να επικυρώσει νίπτουσα της χείρας της. Μια συμφωνία ούτως ή άλλως κακή και παράνομη, που θα αθωώνει για τα εγκλήματα τους και τους Βρετανούς και τους Τούρκους. Ωστόσο, είτε προκύψει συμφωνία είτε όχι, τα θεμέλια της νομιμότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας έχουν υποσκαφθεί από την σημερινή ηγεσία της.
Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει κανείς να εξετάζει και τις δηλώσεις του πρωθυπουργού της Ελλάδας, Κυριάκος Μητσοτάκης, και του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, για την πενταμερή. Όσα ακούστηκαν για κατάργηση εγγυήσεων και αποχώρηση ξένων στρατευμάτων αποτελούν το παραμύθι με το οποίο πουλούν στο κοινό την επιστροφή ακριβώς στις εγγυήσεις, τους εγγυητές και το δικαίωμα επέμβασης, που έχουν αμφισβητήσει και αρνηθεί όλες οι Ελληνικές και Κυπριακές κυβερνήσεις μέχρι σήμερα. Επικροτεί η Ελλάδα την αποχώρηση των Τούρκων από τα κατεχόμενα, αφού τους αναγνωριστεί ότι είχαν δικαίωμα να επέμβουν και να καταλάβουν κυπριακή γη, ενώ όλα τα ψηφίσματα του ΟΗΕ μιλούν για παράνομη κατοχή, και ζητούν άμεση αποχώρηση άνευ όρων…
Ας υπενθυμίσουμε εδώ, αν και μάλλον δε χρειάζεται, ότι η Τουρκία σήμερα διατηρεί στρατεύματα στα κατεχόμενα της Κύπρου, στη Συρία, τη Λιβύη, το Κατάρ και τη Σομαλία, έχει πρωταγωνιστικό στρατιωτικό ρόλο στο Αζερμπαϊτζάν, πλήττει διαρκώς τους Κούρδους του βορείου Ιράκ και, όπως έχει γραφεί στο BBC «έχει την εντονότερη στρατιωτική πολιτική και παρουσία στην περιοχή από την εποχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας».