Το ψηφιδωτό της Θεοτόκου (Βρεφοκρατούσας) στην Αγιά Σοφιά, στην Κωνσταντινούπολη.

Διά τὴν Πόλῐν

Διά τὴν Πόλῐν πολεμήσομεν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς

Η Ελλάς Ευγνωμονούσα, Θεόδωρος Βρυζάκης (1858)
Κι όμως δεν πίστεψα
Όρους αντέστρεψα
Είμαι ο Έλληνας που πολεμά
Είπαν πως χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Έμεινα μόνος μου κι όμως επέζησα
Έζησα στη φωτιά

Αλέξανδρος (Άλεξ) Παναγή, Στη φωτιά (Eurovision 1995)

Αναγνώστες

Τρίτη 16 Ιανουαρίου 2024

Με Παντελή Γιαννουλάκη!ΠΥΛΕΣ για ...αλλού!


Καταγγελίες για Μασονία και δικαστές στην Ευρώπη-Τεχνητή νοημοσύνη Μητσοτάκης και Οικονομικό Φόρουμ!


Προσκύνηση της Τιμίας Αλυσίδας του Αγίου και ενδόξου Αποστόλου Πέτρου



Σὴν προσκυνοῦντα Πέτρε σειρὰν τιμίαν,
Σειρὰς μακρᾶς λῦσόν με τῶν ἐγκλημάτων.
Σειρὴν προσκυνέω Πέτρου δεκάτῃ ἑνὶ ἕκτῃ.


Λειτουργικά κείμενα

Δημήτρης Χορν

 Κορυφαίος ηθοποιός του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου. Γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου του 1921 στην Αθήνα...

Δημήτρης Χορν (1921 – 1998)


Ο κορυφαίος ηθοποιός του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου Δημήτρης Χορν γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου του 1921 στην Αθήνα. Πατέρας του ήταν ο γνωστός θεατρικός συγγραφέας Παντελής Χορν. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Βασιλικού Θεάτρου (νυν Εθνικού), όπου έκανε το ντεμπούτο του το 1940, στην οπερέτα του Στράους «Η Νυχτερίδα».

Αμέσως μετά εμφανίστηκε στο «Θέατρο Ρεξ» της Μαρίκας Κοτοπούλη, ως πρωταγωνιστής σε έργα, όπως «Ο πρωτευουσιάνος», «Αλάτι και πιπέρι», «Η κυρία με τις καμέλιες» κ.ά. Την περίοδο 1943 - 1944 συμμετείχε στο θίασο της Κατερίνας, με την οποία συμπρωταγωνίστησε στο «Σύζυγοι με δοκιμή». Το 1944 συγκρότησε δικό του θίασο μαζί με τη Μαίρη Αρώνη και λίγο αργότερα συνέπραξε με τη Βάσω Μανωλίδου. Το 1945 συνεργάστηκε με τον θίασο Μελίνας Μερκούρη και Νίκου Χατζίσκου, ενώ την περίοδο 1946 - 1950 επέστρεψε στο «Βασιλικό Θέατρο».

Ύστερα από απουσία δύο ετών στο εξωτερικό, επιστρέφει στην Ελλάδα και το 1953 γνωρίζει την Έλλη Λαμπέτη. Ο δεσμός τους επισπεύδει το διαζύγιο της Λαμπέτη με τον Μάριο Πλωρίτη και μαζί γράφουν μία από τις πιο αστραφτερές σελίδες στην υποκριτική τέχνη. Συγκροτούν δικό τους θίασο, μαζί με τον Γιώργο Παππά, ανεβάζοντας έργα, όπως: «Ο βροχοποιός», «Νυφικό Κρεβάτι» και «Το παιχνίδι της Μοναξιάς». Οι δρόμοι τους χώρισαν το 1959 και δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ στο θεατρικό σανίδι.

Μεγάλη ήταν η συμβολή του Δημήτρη Χορν και στον κινηματογράφο. Πρωταγωνίστησε μόνο σε 10 ταινίες, δίνοντας όμως ανεπανάληπτες ερμηνείες, όπως στην «Κάλπικη λίρα» (1954), στο «Μια ζωή την έχουμε» (1955) και «Το κορίτσι με τα μαύρα» (1956).

Έντονη ήταν και η ραδιοφωνική παρουσία του. Εκτός από τις μαγνητοφωνήσεις δεκάδων θεατρικών έργων, είχε «περάσει» στον κόσμο με ιδιαίτερο κέφι και φινέτσα ένα «αεράκι» εβδομαδιαίων πεντάλεπτων εκπομπών, που έγραφε ο Κώστας Πρετεντέρης. Με μια σουρεαλιστική ειρωνεία στη φωνή του, διάβαζε φανταστικά γράμματα ακροατών στην εκπομπή «Ο Ταχυδρόμος έφτασε».

Διετέλεσε γενικός διευθυντής της ΕΡΤ την περίοδο 1974 -1975, ενώ το 1980 ίδρυσε με τη σύζυγό του Άννα Γουλανδρή το Ίδρυμα Γουλανδρή - Χορν, σκοπός του οποίου είναι η μελέτη του ελληνικού πολιτισμού. Η Πολιτεία του απένειμε το Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α'.

Πέθανε στις 16 Ιανουαρίου του 1998, ύστερα από πολύμηνη ασθένεια.



Πηγή

Το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στο Δοξαρά

 Το δεύτερο πιο πολύνεκρο δυστύχημα στην ιστορία των ελληνικών σιδηροδρόμων. Συνέβη όταν δύο επιβατικές αμαξοστοιχίες συγκρούστηκαν μετωπικά στο ενδιάμεσο των σταθμών Ορφανά Καρδίτσας και Δοξαράς της Λάρισας.


Είναι το δεύτερο πιο πολύνεκρο δυστύχημα στην ιστορία των ελληνικών σιδηροδρόμων, ύστερα από αυτό του Δερβενίου Κορινθίας το 1968. Συνέβη ένα χειμωνιάτικο σούρουπο της 16ης Ιανουαρίου 1972, όταν δύο επιβατικές αμαξοστοιχίες συγκρούστηκαν μετωπικά στο ενδιάμεσο των σταθμών Ορφανά Καρδίτσας και Δοξαράς της Λάρισας. 19 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και 44 τραυματίστηκαν.

Ήταν η εποχή της χούντας και μια περίοδος που ο ελληνικός σιδηρόδρομος είχε ενοποιηθεί με την ίδρυση του ΟΣΕ και βρισκόταν στο τελικό στάδιο της μετάβασής του από την ατμοκίνηση στην ντιζελοκίνηση. Το δίκτυο ήταν μονής γραμμής, οι σύγχρονες μέθοδοι ενδοεπικοινωνίας ανύπαρκτοι και οι καθυστερήσεις συχνό φαινόμενο. Οι τρεις αυτοί λόγοι συνετέλεσαν στην πρόκληση του δυστυχήματος, μαζί με την εγκληματική ασυνεννοησία των υπαλλήλων του οργανισμού.

Στο δυστύχημα ενεπλάκησαν η αμαξοστοιχία «Ακρόπολις Εξπρές» – το καμάρι τότε των ελληνικών σιδηροδρόμων – που εκτελούσε το δρομολόγιο Μόναχο – Αθήνα και μια «πόστα» (αργό τρένο με πολλές στάσεις), που ανέβαινε αγκομαχώντας από την Αθήνα για τη Θεσσαλονίκη. Το «Ακρόπολις» κατέβαινε με σημαντική καθυστέρηση προς την Αθήνα, όπως και η «πόστα», όπως ήταν το σύνηθες.

Η διασταύρωση των δύο τρένων προγραμματίστηκε να γίνει είτε στο σταθμό των Ορφανών, είτε στο σταθμό του Δοξαρά. Οι δυο σταθμάρχες, Νικόλαος Γκέκας των Ορφανών και Δημήτριος Παπαδόπουλος του Δοξαρά, διαφώνησαν επειδή ο ένας ήθελε να γίνει η διασταύρωση στο σταθμού του άλλου και τη διαφωνία τους ανέλαβε να επιλύσει από την Αθήνα ο ρυθμιστής κίνησης των τρένων Γεώργιος Χαλιώτης.

Τελικά,οι συνεννοήσεις μεταξύ των τριών υπαλλήλων του ΟΣΕ δεν είχαν αποτέλεσμα. Άλλα κατάλαβε ο ένας σταθμάρχης και άλλα ο άλλος, καθώς το επίπεδο επικοινωνιών του ΟΣΕ ήταν πρωτόγονο με τα σημερινά δεδομένα. Το «Ακρόπολις» διήλθε κανονικά από το σταθμό του Δοξαρά χωρίς να σταματήσει, επειδή είχε προτεραιότητα, ενώ ο Γκέκας έδωσε σήμα να αναχωρήσει η «πόστα» από το σταθμό των Ορφανών.

Η σύγκρουση των δύο τρένων ήταν πλέον προδιαγραμμένη και μόνο ένα θαύμα θα έσωζε την κατάσταση. Ένας βοσκός που είδε από ψηλά τη μοιραία πορεία των δύο τρένων, προσπάθησε με την κάπα του να προειδοποιήσει τον μηχανοδηγό του «Ακρόπολις», αλλά αυτός νόμισε ότι τον χαιρετούσε και ανταπέδωσε κορνάροντας. Η σύγκρουση των δύο τρένων έγινε στις 16:55 και ήταν σφοδρή, καθώς το «Ακρόπολις» είχε αναπτύξει ταχύτητα κοντά στα 100 χιλιόμετρα την ώρα. Η ντιζελομηχανή του έπεσε πάνω στη μηχανή της «πόστας» και τησυνέθλιψε με τον τεράστιο όγκο της, μεταβάλλοντας τα τρία πρώτα βαγόνια σε συντρίμμια.

Οι πρώτοι που έφτασαν στον τόπο του δυστυχήματος ήταν βοσκοί και κάτοικοι των γύρω περιοχών που αντίκρισαν το φρικτό θέαμα. Όλοι τις επόμενες ημέρες είχαν να διηγηθούν μια τραγική ιστορία που γέμισαν τις σελίδες των εφημερίδων. Η πλέον τραγική και συνάμα παράλογη απ’ όλες ήταν η ιστορία δύο γυναικών που ανέβηκαν στο σταθμό των Ορφανών και θα κατέβαιναν στον επόμενο του Δοξαρά, μια διαδρομή που δεν ξεπερνούσε τα 10 χιλιόμετρα. Η μία έχασε τη ζωή της και η άλλη τραυματίστηκε σοβαρά.

Ως υπαίτιοι του δυστυχήματος συνελήφθησαν οι δύο σταθμάρχες και ο Χαλιώτης, οι οποίοι κατηγορήθηκαν για ανθρωποκτονίες εξ αμελείας και διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών. Η δίκη σε πρώτο βαθμό έγινε τον Νοέμβριο του 1972 σε τεταμένη ατμόσφαιρα στην Καρδίτσα και οι τρεις κατηγορούμενοι καταδικάστησαν σε ποινές φυλάκισης από 3 έως 5 έτη άνευ ανασταλτικού αποτελέσματος. Η κατ’ έφεση δίκη έγινε τον Ιανουάριο του 1973 στη Λάρισα. Ο Γκέκας καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης πέντε ετών και οδηγήθηκε στη φυλακή, ενώ οι δυο άλλοι αθωώθηκαν.

Η δικαστική αυλαία έπεσε με τις αγωγές αποζημίωσης κατά του ΟΣΕ. Από την πλευρά της η κυβέρνηση της χούντας, θορυβημένη από το δεύτερο θανατηφόρο σιδηροδρομικό δυστύχημα μέσα σε 20 ημέρες, ανακοίνωσε δια του αντιπροέδρου Στυλιανού Παττακού τον εξοπλισμό των τρένων με ραδιοτηλέφωνα.



Αλέκος Φασιανός: Η ζωή και το έργο του εμβληματικού ζωγράφου

 Σπουδαίος Έλληνας ζωγράφος, που δεν συντάχθηκε εμφανώς με τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα, αλλά παρέμεινε πιστός στην παραστατική ζωγραφική και τις ελληνικές καταβολές του.


Εμβληματικός ζωγράφος, ο Αλέκος Φασιανός δεν συντάχθηκε εμφανώς με τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής του, αλλά παρέμεινε πιστός στην παραστατική ζωγραφική και τις ελληνικές καταβολές του.

Ο Αλέκος Φασιανός γεννήθηκε στην Αθήνα στις 13 Δεκεμβρίου 1935. Σπούδασε βιολί στο Ωδείο Αθηνών και ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1955-1960) με τον Γιάννη Μόραλη.

Με υποτροφία στο Παρίσι

Λίγο μετά την πρώτη του ατομική έκθεση στην Αθήνα (1960, γκαλερί Α23), πήγε στο Παρίσι με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα λιθογραφίας στην Ecole des Βeaux-Αrts, κοντά στους Κλερέν και Νταγιέζ (1962-1964). Τελικά εγκαταστάθηκε πιο μόνιμα στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου έζησε επί 35 χρόνια, κρατώντας πάντως μια στενή και τακτική σχέση με την Ελλάδα.

«Πουλιά» Ακρυλικό, μεικτή τεχνική
«Πουλιά» Ακρυλικό, μεικτή τεχνική
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τέχνης του διαμορφώθηκαν βαθμιαία, στη διάρκεια της διαμονής του στο Παρίσι, όπου είχε την ευκαιρία να εξοικειωθεί, μεταξύ άλλων, με τις μοντέρνες τάσεις της δεκαετίας του 1960. Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλους έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του, δεν συντάχθηκε εμφανώς με τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής. Παρέμεινε πιστός στην παραστατική ζωγραφική και στις ελληνικές καταβολές του, διατηρώντας μέχρι τέλους το σεβασμό του για κάποια διδάγματα της γενιάς του ‘30, την αγάπη του για την ελληνική τέχνη (αρχαία, βυζαντινή, λαϊκή), και τους ισχυρούς δεσμούς του με τη βιωμένη εμπειρία του ελληνικού χώρου.

Στα θέματά του κυριαρχεί η ανθρώπινη φιγούρα, η οποία αποδίδεται αρχικά με μία ηθελημένη απλοϊκότητα, αλλά με τον καιρό εξελίσσεται και αποκτά μια κυρίαρχη παρουσία στο χώρο. Σχεδιάζεται σχηματοποιημένα, με λιτά και καθαρά περιγράμματα, σε συνθέσεις επίπεδες με ελάχιστη φωτοσκίαση. Συχνά το χρώμα απλώνεται έντονο και ενιαίο σε όλη την επιφάνεια της μορφής, δίνοντας μια εντυπωσιακή μνημειακότητα στην εικόνα, η οποία λειτουργεί κυρίως ποιητικά και όχι ρεαλιστικά.

Τα μοτίβα στη ζωγραφική του Φασιανού

Τα μοτίβα που κατά καιρούς εμφανίζονται στη ζωγραφική του, τόσο τα καθαρώς ανθρωποκεντρικά (ποδηλάτες, καπνιστές, ερωτικά ζευγάρια, κ.ά.) όσο κι εκείνα που περιγράφουν αντικείμενα ή χώρους, προέρχονται καταρχήν από μία οικεία καθημερινότητα, η οποία όμως παίρνει μια μυθική διάσταση, ιδίως όταν υπάρχουν και άμεσες αναφορές σε πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας.

«Χειρομάντης στο δωματιό του» Ακρυλικό σε μουσαμά
«Χειρομάντης στο δωματιό του» Ακρυλικό σε μουσαμά
Ο Αλέκος Φασιανός ασχολήθηκε με την εικονογράφηση βιβλίων γνωστών ελλήνων και γάλλων ποιητών και συγγραφέων (ΕλύτηΤαχτσήΚαβάφη, Αραγκόν, Απολινέρ κ.ά.), καθώς και με τον σχεδιασμό αφισών και γραμματοσήμων. Ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, το Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν και άλλους θιάσους, σε παραστάσεις αρχαίου δράματος και σύγχρονων έργων.

Παρουσίασε το έργο του σε περισσότερες από 70 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Η τελευταία αναδρομική του έκθεση έγινε στην Εθνική Πινακοθήκη (2004), με τίτλο «Φασιανός, Μυθολογίες του καθημερινού». Συμμετείχε επανειλημμένα σε ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις στην Ελλάδα και σε άλλα μέρη του κόσμου (Μπιενάλε Sao Paulo 1971, Μπιενάλε Βενετίας 1972, Ευρωπάλια, Βρυξέλλες 1982, Μπιενάλε Γραφιστικής Μπάντεν - Μπάντεν 1985, κ.ά.). Το 2000 φιλοτέχνησε έργα για το Σταθμό Μεταξουργείο του αθηναϊκού Μετρό.

Τέσσερις ταινίες για το ζωγραφικό του έργο

Έχουν γυριστεί τέσσερις ταινίες για το έργο του, από την ελληνική και τη γαλλική τηλεόραση, ενώ κυκλοφορούν αρκετές μονογραφίες του. Το 1985 τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος της Ελληνικής Δημοκρατίας και το 1999 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών. Το 2010 τιμήθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής (Τάξη Γραμμάτων και Τεχνών)

Ο Αλέκος Φασιανός πέθανε στις 16 Ιανουαρίου 2022 στο σπίτι του στην Αθήνα, σε ηλικία 86 ετών, έχοντας στο πλευρό του τη σύζυγό του Μαρίζα και τα δύο τους παιδιά.




Άγαλμα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στην Πλατεία Μητροπόλεως, στην Αθήνα.

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ