Το ψηφιδωτό της Θεοτόκου (Βρεφοκρατούσας) στην Αγιά Σοφιά, στην Κωνσταντινούπολη.

Διά τὴν Πόλῐν

Διά τὴν Πόλῐν πολεμήσομεν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς

Η Ελλάς Ευγνωμονούσα, Θεόδωρος Βρυζάκης (1858)
Κι ὅμως δὲν πίστεψα
Ὅρους ἀντέστρεψα
Εἶμαι ὁ Ἕλληνας ποὺ πολεμᾶ
Εἶπαν πὼς χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Ἔμεινα μόνος μου κι ὅμως ἐπέζησα
Ἔζησα στὴ φωτιά

Αλέξανδρος (Άλεξ) Παναγή, Στὴ φωτιά (Eurovision 1995)

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2024

ΞΕΜΠΡΟΣΤΙΑΣΕ ΤΑ ΠΡΩΙΝΑΔΙΚΑ ο Σεφερλής: Άφρισαν Σκορδά και πανελίστες


Σωτήρης Μουστάκας

Στιγμιότυπο από την ταινία «Ένας νομοταγής πολίτης»

Κύπριος ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, με σπουδαία κωμική φλέβα και μεγάλες δυνατότητες στο δράμα.

Ο Σωτήρης Μουστάκας γεννήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1940 στο χωριό Κάτω Πλάτρες Λεμεσού και ήταν το τελευταίο παιδί πολυμελούς οικογένειας. Έκανε μουσικές σπουδές (βιολί), αλλά το όνειρό του ήταν να γίνει ηθοποιός. Από το Δημοτικό κιόλας ήταν πρωταγωνιστής στα έργα που ανέβαζε με τους συμμαθητές του. Του άρεσε ο Σέξπιρ, αλλά και ο Τσάρλι Τσάπλιν, που τον είχε δει στο σινεμά.

Το άτυπο ντεμπούτο του στο θεατρικό σανίδι το έκανε στη Λεμεσό. Είχε πάει να δει τον θίασο του Νίκου Σταυρίδη και κάποια στιγμή βρήκε την ευκαιρία να τρυπώσει στα καμαρίνια. Εκεί ζήτησε τη βοήθεια του σπουδαίου κωμικού, όταν θα ερχόταν στην Αθήνα να σπουδάσει θέατρο. Στο διάλειμμα από σκηνής ο Σταυρίδης έλεγε ανέκδοτα στον κόσμο. «Κάποια στιγμή σταμάτησε κι άρχισε να φωνάζει το όνομά μου. Με κάλεσε στη σκηνή. Αυτό ήταν το ντεμπούτο μου» είχε πει.

Σε ηλικία 15 χρονών, συμμετείχε ενεργά στον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ (1955-1959), ως αγγελιοφόρος διαταγών του αρχηγού της, Διγενή Γρίβα, προς τις διάφορες αντιστασιακές ομάδες. Μοίραζε φυλλάδια κι έγραφε συνθήματα στους τοίχους. Συνελήφθη από τους Άγγλους και φυλακίστηκε για εφτά μήνες. Με πλαστό διαβατήριο ταξίδεψε στην Αθήνα για να σπουδάσει ηθοποιός, παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του.

Όταν έφτασε στην Αθήνα, έπιασε δουλειά σ' ένα εστιατόριο ως σερβιτόρος και παράλληλα έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Κόπηκε, αλλά δεν το έβαλε κάτω. Ξαναπροσπάθησε και πέρασε. Εκεί γνώρισε και την ηθοποιό Μαρία Μπονέλου, την οποία παντρεύτηκε το 1973 κι έκαναν μία κόρη, την Αλεξία. Την περίοδο που σπούδαζε στο Εθνικό, πέρασε στο πανεπιστήμιο και συγκεκριμένα στην ΑΣΟΕΕ.

Ως σπουδαστής εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο θεατρικό σανίδι κρατώντας ένα μικρό ρόλο στο έργο «Χαραυγή» του Δημήτρη Μπόγρη (1961) κι ένα χρόνο αργότερα έκανε την πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση με τον θίασο της Κάκιας Αναλυτή και του Κώστα Ρηγόπουλου στο έργο των Βαγγέλη Γκούφα και Βασίλη Ανδρεόπουλου «Μια πόρτα δραχμές πεντακόσιες». Με τον ίδιο θίασο συνεργάστηκε και τον επόμενο χρόνο, ενώ ακολούθησαν συνεργασίες με τους θιάσους Μάρως Κοντού - Γιώργου Πάντζα και Λάμπρου Κωνσταντάρα - Μάρως Κοντού.

Στα μέσα της δεκαετίας του '60 έπαιξε στους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν, ενώ σημαντική θεωρήθηκε η ερμηνεία του στον «Ασυλλόγιστο» του Μολιέρου σε σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη. Τη θεατρική σεζόν 1969-1970 συνεργάστηκε με τον θίασο Αλέξη Μινωτή - Κατίνας Παξινού στο θεατρικό του Σον Ο’ Κέιζι «Η Ήρα και το παγόνι». Το 1976 συγκρότησε τον δικό του θίασο και ανέβασε τα έργα «Το κλουβί με τις τρελλές», «Βιολιστής στη στέγη», «Ο καλός στρατιώτης Σβέικ» και «Ο σιγανοπαπαδιάς».

Ηθοποιός με άνεση στον αυτοσχεδιασμό, διακρίθηκε ιδιαίτερα στην επιθεώρηση. Το 1994 τιμήθηκε με το βραβείο επιθεώρησης «Παναθήναια» για την ερμηνεία του στο νούμερο «Άμλετ» και δύο χρόνια η Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων τού απένειμε το βραβείο «Παπαδούκα» για το νούμερο «Οι δύο δουλειές» στην επιθεώρηση «Και Μί-μη χειρότερα».

Στον κινηματογράφο, η καριέρα του ξεκίνησε το 1964 με τον «Ζορμπά» του Μιχάλη Κακογιάννη, όπου υποδύθηκε τον τρελό του χωριού και ολοκληρώθηκε με τον ρόλο του Τιτσιάνο στην ταινία του Γιάννη Σμαραγδή «Ελ Γκρέκο» το 2007. Σταθμός θεωρήθηκε η ερμηνεία του στην ταινία «Ο Νομοταγής Πολίτης», σε σκηνοθεσία Ερρίκου Θαλασσινού και σενάριο Κώστα Μουρσελά. Τη δεκαετία του '80 πρωταγωνίστησε σε δεκάδες βιντεοταινίες. Το 2002 βραβεύτηκε για το ρόλο τού 98χρονου χάκερ στην τηλεοπτική σειρά του Γιάννη Σμαραγδή «Τα χαϊδεμένα παιδιά», που μεταδόθηκε από την ΕΤ1.

Ο Σωτήρης Μουστάκας πέθανε στις 4 Ιουνίου 2007 σε νοσοκομείο της Αθήνας, σε ηλικία 66 ετών. Λίγες ώρες πριν από το μοιραίο είχε αισθανθεί αδιαθεσία, κατά τη διάρκεια πρόβας του «Πλούτου» του Αριστοφάνη, που θα παρουσίαζε με τους Θύμιο Καρακατσάνη, Γιώργο Κωνσταντίνου και Βάσια Τριφύλλη. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έπασχε από καρκίνο.



Η Δίκη των Αεροπόρων


Με την ονομασία αυτή έμεινε στην ιστορία η δικαστική περιπέτεια στελεχών της Πολεμικής Αεροπορίας και πολιτών, τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια. Κατηγορήθηκαν για δολιοφθορά και κομμουνιστική συνωμοσία, αλλά αμνηστεύτηκαν από την κυβέρνηση Καραμανλή το 1955. Κατοπινές έρευνες έδειξαν ότι η δίωξή τους οφείλεται σε σκευωρία.

Στις 13 Σεπτεμβρίου 1951 στη Σχολή Ικάρων συνέβη ένα ατύχημα σε εκπαιδευτικό αεροπλάνο τύπου Χάρβαρντ. Λίγες μέρες αργότερα, σε αίθουσα της σχολής βρέθηκε γραμμένο στον τοίχο σύνθημα υπέρ του ΚΚΕ. Τα γεγονότα αυτά συσχετίζονται και στις 30 Δεκεμβρίου ο αρχηγός του ΓΕΑ αντιπτέραρχος Εμμανουήλ Κελαϊδής διατάσσει ένορκο προανάκριση για «ενδείξεις δολιοφθοράς σε πολεμικό αεροσκάφος της Σχολής Αεροπορίας».

Την εποχή εκείνη η Ελλάδα απείχε δύο χρόνια από το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου. Τη χώρα κυβερνούσαν αδύναμες και βραχύβιες κυβερνήσεις του Κέντρου, με επικεφαλής, εναλλάξ, τον Σοφοκλή Βενιζέλο και τον Νικόλαο Πλαστήρα, υπό την υψηλή εποπτεία της Αμερικανικής Αποστολής. Ο στρατός ήταν πανίσχυρος και αποτελούσε πόλο εξουσίας. Στους κόλπους του δρούσε η μυστική οργάνωση ΙΔΕΑ («Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών»), που αποτέλεσε χρόνια αργότερα τη «μαγιά» του Πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου. Πρώτο θέμα στην επικαιρότητα ήταν η δίκη και η καταδίκη σε θάνατο του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του για κατασκοπεία υπέρ του παράνομου ΚΚΕ. Το σκηνικό ήταν κατάλληλο για κάποιους ακραίους αντικομμουνιστικούς κύκλους να ξεκαθαρίσουν τις σχέσεις τους με τα φιλελεύθερα στοιχεία της Αεροπορίας.

Στις αρχές του 1952 άρχισαν οι ανακρίσεις και σύντομα στα μπουντρούμια του Αερονομείου Παλαιού Φαλήρου βρέθηκαν οι πρώτοι κατηγορούμενοι, οκτώ αξιωματικοί (αντισμήναρχος ε.α. Θεοφάνης Μεταξάς, σμηναγοί Ηλίας Παναγουλάκης και Ελευθέριος Ζαφειρόπουλος, υποσμηναγοί Γεώργιος Θεοδωρίδης και Γεώργιος Μαδεμλής, επισμηναγός Νικόλαος Δόντζογλου και ανθυποσμηναγός Παναγιώτης Λεμπέσης), εφτά υπαξιωματικοί και πέντε ιδιώτες. Οι κατηγορούμενοι υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια και ομολόγησαν την ενοχή τους στη δολιοφθορά του αεροπλάνου. Ένας εκ των κατηγορουμένων, ο καθηγητής μαθηματικών Χρήστος Δαδαλής, δεν άντεξε και πέθανε από τα βασανιστήρια.

Νίκος Ακριβογιάννης
Οι εμπνευστές της σκευωρίας έπρεπε να αποδείξουν και τη σχέση των κατηγορουμένων με το ΚΚΕ. Στρατολόγησαν τον Ίκαρο Νίκο Ακριβογιάννη και τον έστειλαν στις 7 Απριλίου 1952 στην Αλβανία για δήθεν εθνική αποστολή με την ιδιότητα του φυγάδα κομμουνιστή. Στη συνέχεια τον κατέδωσαν στις αλβανικές αρχές, ως διπλό πράκτορα. Ο Ακριβογιάννης καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε στις 15 Απριλίου 1953.

Στις 16 Απριλίου 1952 η υπόθεση των αεροπόρων, που μέχρι εκείνη τη στιγμή καλύπτεται από πέπλο σιωπής, έρχεται στην επιφάνεια από τον δεξιό Τύπο, που κατακλύζεται από πληθώρα δημοσιευμάτων «για την ανακαλυφθείσα κομμουνιστική δράση στην Αεροπορία». Πιο ευφάνταστες γραφίδες κάνουν λόγο και για καταρρίψεις αεροσκαφών από τους συνωμότες.

Στις 10 Ιουλίου 1952 εκδίδεται το παραπεμπτικό βούλευμα, με το οποίο οδηγούνται στο εδώλιο του Αεροδικείου 19 άτομα. Κατά το βούλευμα, οι κατηγορούμενοι είχαν συμπήξει οργάνωση, που δρούσε από το 1950 και εκτελούσε εντολές της ηγεσίας του ΚΚΕ. Η «Δίκη των Αεροπόρων» άρχισε στις 22 Αυγούστου 1952 και ολοκληρώθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου. Μάταια οι κατηγορούμενοι αξιωματικοί επέσειαν στους Αεροδίκες τα μετάλλια και τα παράσημα, που είχαν λάβει στα πεδία των μαχών. Το δικαστήριο πείσθηκε για την ενοχή τους και επέβαλε την ποινή του θανάτου στον σμηναγό Παναγουλάκη και τον υποσμηναγό Θεοδωρίδη. Σε τέσσερις κατηγορουμένους επέβαλε ισόβια, σε δύο εικοσαετή κάθειρξη, σε δύο δεκαετή κάθειρξη, ενώ οι υπόλοιποι κηρύχθηκαν αθώοι.

Το Μάρτιο του 1953 η υπόθεση έφτασε στο Ανώτατο Αναθεωρητικό Δικαστήριο, που ύστερα από μερικές συνεδριάσεις ανέβαλε τη δίκη «λόγω σημαντικών αιτίων και για κρείσσονες αποδείξεις». Τη χώρα τώρα κυβερνούσε ο νικητής του Εμφυλίου Αλέξανδρος Παπάγος, έχοντας κερδίσει δια περιπάτου τις εκλογές. Στις 30 Σεπτεμβρίου άρχισε η δίκη στο Αναθεωρητικό και ολοκληρώθηκε στις 28 Νοεμβρίου 1953, με δέκα κατηγορουμένους. Η ατμόσφαιρα αυτή τη φορά ήταν φανερά διαφορετική. Όλα τα στοιχεία πείθουν ότι πρόκειται για σκευωρία. Παρόλα αυτά, οι δικαστές δέχονται την ύπαρξη συνωμοσίας και επιβάλλουν ελαφρύτερες ποινές στους κατηγορουμένους. Δύο καταδικάζονται σε ισόβια, έξι σε ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης και δύο αθωώνονται.

Ο φάκελλος της υπόθεσης των αεροπόρων έκλεισε οριστικά τον Νοέμβριο του 1955, όταν η κυβέρνηση Καραμανλή χορήγησε αμνηστία στους καταδικασθέντες, αλλά και στους σκευωρούς, πολλοί από τους οποίους υπηρέτησαν πιστά την Απριλιανή Χούντα. Όταν χρόνια αργότερα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συναντήθηκε μ' έναν από τους αμνηστευθέντες αξιωματικούς, τον συμπατριώτη του από τις Σέρρες Γεώργιο Μαδεμλή, του είπε ότι γνώριζε ότι «είναι αθώοι».

Βιβλιογραφία

  • Θανάση Παπαντωνίου: «Η υπόθεση των 11 αεροπόρων: Μαρτυρία» («Καστανιώτης»)

Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/353

Μάνος Λοΐζος

Μάνος Λοΐζος (1937 – 1982)

Ο Μάνος (Εμμανουήλ) Λοΐζος ήταν κυπριακής καταγωγής μουσικοσυνθέτης, με σπουδαία προσφορά στο έντεχνο λαϊκό τραγούδι. Γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1937 στο χωριό Άγιοι Βαβατσινιάς της επαρχίας Λάρνακας και ήταν το μοναδικό παιδί του Ανδρέα Λοΐζου και της Δέσποινας Μανάκη, κόρης γεωπόνου από τη Ρόδο.

Η οικογένειά του μετακόμισε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου προς αναζήτηση καλύτερης τύχης, όταν ο Μάνος ήταν επτά ετών. Με τη μουσική ασχολήθηκε από τα μαθητικά του χρόνια. Γράφτηκε σε τοπικό Ωδείο και άρχισε να μαθαίνει βιολί, αλλά κατέληξε στην κιθάρα. Μετά την αποφοίτησή του από το Αβερώφειο Γυμνάσιο της Αλεξάνδρειας το 1955 ήλθε στην Αθήνα και γράφτηκε αρχικά στη Φαρμακευτική Σχολή και στη συνέχεια στην ΑΣΟΕΕ. Στις αρχές του 1960 ήλθε η μεγάλη στροφή στη ζωή του, όταν αποφάσισε να εγκαταλείψει τις σπουδές του και να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη μουσική.

Για να επιβιώσει κάνει διάφορες δουλειές, από γκαρσόνι σε ταβέρνα μέχρι γραφίστας και διακοσμητής. Το 1962 έρχεται σε επαφή με τον Μίμη Πλέσσα, ο οποίος μεσολαβεί στη «Φίλιπς» για την ηχογράφηση του πρώτου του τραγουδιού. Είναι το «Τραγούδι του δρόμου», ελληνική απόδοση του Νίκου Γκάτσου σ' ένα ποίημα του Λόρκα με ερμηνευτή τον Γιώργο Μούτσιο.

Το Απρίλιο του 1962 γίνεται ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος στο Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής (ΣΦΕΜ), με στόχο τη στήριξη του έργου του Μίκη Θεοδωράκη, αλλά και την προβολή νέων δημιουργών. Στις τάξεις του συλλόγου θα βρεθούν πολύ γρήγορα ο Χρήστος Λεοντής, ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ο Διονύσης Σαββόπουλος, η Μαρία Φαραντούρη, ο Νότης Μαυρουδής, ο Φώντας Λάδης, ο Μάνος Ελευθερίου και πολλοί άλλοι. Αναλαμβάνει τη διεύθυνση της χορωδίας του συλλόγου και με αυτή συμμετέχει το καλοκαίρι στις παραστάσεις της μουσικής επιθεώρησης του Μίκη Θεοδωράκη «Όμορφη Πόλη» που ανεβαίνει με μεγάλη επιτυχία στο Θέατρο Παρκ.

Τον Μάρτιο του 1965 παντρεύεται τη Μάρω Λήμνου, τη μετέπειτα συγγραφέα παιδικών βιβλίων, γνωστή ως Μάρω Λοΐζου. Ένα χρόνο αργότερα, τον Αύγουστο του 1966, θα γεννηθεί η κόρη τους Μυρσίνη. Τα επόμενα χρόνια θα είναι αρκετά δημιουργικά για τον συνθέτη. Γράφει τραγούδια και μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο.

Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας μπήκε πολλές φορές στο στόχαστρο των αρχών για τις αριστερές πολιτικές του πεποιθήσεις. Μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973 συνελήφθη και πέρασε 10 μέρες στα κρατητήρια στης Ασφάλειας. Μέσα στο ξέφρενο κλίμα της μεταπολίτευσης συμμετέχει στις μεγάλες λαϊκές συναυλίες της εποχής και στο τέλος του 1974 κυκλοφορεί το δίσκο «Τα Τραγούδια του Δρόμου», με όλα εκείνα τα τραγούδια του που είτε είχαν απαγορευτεί τα προηγούμενα χρόνια, είτε δεν τους είχε επιτραπεί η ηχογράφηση από τη λογοκρισία της επταετίας. Την τριετία 1974 - 1977 υπήρξε ένας από τους βασικούς εκφραστές του πολιτικού τραγουδιού. Το 1978 αναλαμβάνει την προεδρία της Ένωσης Μουσικοσυνθετών Ελλάδας και πρωτοστατεί στη δημιουργία φορέα είσπραξης των πνευματικών δικαιωμάτων. Τον ίδιο χρόνο παντρεύεται σε δεύτερο γάμο την ηθοποιό Δώρα Σιτζάνη.

Στην εικοσαετή μουσική του διαδρομή έγραψε μερικά από τα καλύτερα ελληνικά τραγούδια, συνεργαζόμενος με τους στιχουργούς Γιάννη Νεγρεπόντη, Φώντα Λάδη, Μανώλη Ραούλη, Δημήτρη Χριστοδούλου και Λευτέρη Παπαδόπουλο, με τον οποίο γνωρίστηκε το 1965 και έγιναν αχώριστοι φίλοι. Τα τραγούδια του, γεμάτα λυρισμό και τρυφερότητα, ερμήνευσαν μεγάλα ονόματα του ελληνικού τραγουδιού, όπως ο Γιάννης Καλατζής, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, η Χάρις Αλεξίου, ο Γιάννης Πουλόπουλος, ο Γιάννης Πάριος, η Μαρία Φαραντούρη, ο Στέλιος Καζαντζίδης και η Δήμητρα Γαλάνη.

Στις 8 Ιουνίου του 1982 υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο και νοσηλεύτηκε για ένα μήνα σε νοσοκομείο. Τον Αύγουστο ταξίδεψε για νοσηλεία στη Μόσχα, όπου στις 7 Σεπτεμβρίου υπέστη δεύτερο εγκεφαλικό επεισόδιο. Ο Μάνος Λοΐζος έφυγε από τη ζωή δέκα ημέρες αργότερα, στις 17 Σεπτεμβρίου 1982.

Βασική Δισκογραφία

  • «Ο Σταθμός» (1968): Επτά τραγούδια σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου και πέντε ορχηστρικά. («Minos») Επιτυχίες: «Δελφίνι, Δελφινάκι», «Το παληό ρολό», «Η δουλειά κάνει τους άντρες», «Ο Σταθμός». Τραγουδούν: Γιάννης Καλατζής, Λίτσα Διαμάντη, Δημήτρης Ευσταθίου και Γιώργος Νταλάρας.
  • «Θαλασσογραφίες» (1970): 11 τραγούδια σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. («Minos») Επιτυχίες: «Έχω ένα καφενέ», «Τζαμάικα», «10 παλληκάρια». Τραγουδούν: Γιάννης Καλατζής, Γιώργος Νταλάρας, Μαρίζα Κωχ, Γιάννης Πάριος και ο συνθέτης.
  • «Ευδοκία» (1971): Το σάουντρακ της ομώνυμης ταινίας του Αλέξη Δαμιανού. («Minos») Επιτυχία: «Το Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας».
  • «Να 'χαμε τι να 'χαμε...» (1972): 10 τραγούδια σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. («Minos») Επιτυχίες: «Παποράκι», «Ήλιε μου σε παρακαλώ», «Κουταλιανός», «Ελισσώ». Τραγουδούν: Γιάννης Καλατζής και Γιώργος Νταλάρας.
  • «Τραγούδια του δρόμου» (1974): 12 τραγούδια σε στίχους Γιάννη Νεγρεπόντη, Δημήτρη Χριστοδούλου, Νίκου Γκάτσου και Μάνου Λοΐζου. («Minos») Επιτυχίες: «Μέρμηγκας», «Τσε», «Τ' Ακορντεόν», «Τρίτος Παγκόσμιος». Τραγουδούν: Αλέκα Αλιμπέρτη, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, η Χορωδία Γιώργου Κακίτση και ο συνθέτης.
  • «Καλημέρα ήλιε» (1974): 12 τραγούδια σε στίχους Δημήτρη Χριστοδούλου και Μάνου Λοΐζου. («Minos») Επιτυχίες: «Καλημέρα Ήλιε», «Μια καλημέρα», «Με φάρο το φεγγάρι», «Θα έρθει μόνο μια στιγμή», «Δώδεκα παιδιά» και «Όταν σε είδα να ξυπνάς». Τραγουδούν: Κώστας Σμοκοβίτης, Χάρις Αλεξίου, Αλέκος Αλιμπέρτης και ο συνθέτης.
  • «Τα νέγρικα» (1975): Κύκλος 10 τραγουδιών σε ποίηση Γιάννη Νεγρεπόντη. («Minos») Επιτυχία: «Ο γερο νέγρο Τζιμ». Τραγουδούν: Μαρία Φαραντούρη και Μανώλης Ρασούλης.
  • «Τα τραγούδια μας» (1976): 12 τραγούδια σε στίχους Φώντα Λάδη με ερμηνευτή τον Γιώργο Νταλάρα. («Minos») Επιτυχίες: «Λιώνουν τα νιάτα μας», «Πάγωσε η τζιμινιέρα», «Το Δέντρο». Ο δίσκος έγινε πλατινένιος, αλλά τα περισσότερα τραγούδια κόπηκαν από το ραδιόφωνο της ΕΡΤ, λόγω των πολιτικοκοινωνικών τους μηνυμάτων.
  • «Τα τραγούδια της Χαρούλας» (1979): 12 τραγούδια σε στίχους Μανώλη Ρασούλη και Πυθαγόρα. («Minos») Επιτυχίες: «Γύφτισσα τον εβύζαξε», «Τέλι, Τέλι, Τέλι», «Όλα σε θυμίζουν». Τραγουδούν: Χάρις Αλεξίου και Δημήτρης Κοντογιάννης. Ο δίσκος έγινε πλατινένιος.
  • «Για μια μέρα ζωής» (1980): 12 τραγούδια σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου, Μανώλη Ρασούλη, Δώρας Σιτζάνη, Φώντα Λάδη, Τάσου Λειβαδίτη και Μάνου Λοΐζου. («Minos») Επιτυχίες: «Σ' ακολουθώ», «Κι αν είμαι ροκ», «Η ημέρα εκείνη δεν θα αργήσει». Τραγουδούν: Δήμητρα Γαλάνη, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Δώρα Σιτζάνη και ο συνθέτης.
  • «Γράμματα στην αγαπημένη» (1983): Μελοποιημένη ποίηση του τούρκου Ναζίμ Χικμέτ σε απόδοση Γιάννη Ρίτσου. («Minos»)
  • «Εκτός Σειράς. Σαράντα σκόρπιες ηχογραφήσεις» (2002): Συλλογή με επιτυχίες του που δεν είχαν συμπεριληφθεί σε δίσκους. («Minos»)
  • «Τα τραγούδια του Σεβάχ» (2003): Συλλογή με τις μεγάλες επιτυχίες του («Minos»)




Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/296

Η Μάχη του Μυριοκέφαλου


Στις 17 Σεπτεμβρίου 1176, οι Έλληνες υπό τον αυτοκράτορα Μανουήλ Α Κομνηνό υφίστανται δεινή ήττα από τους Σελτζούκους Τούρκους του σουλτάνου Κιλίτζ Αρσλάν Β’ στην κλεισούρα του Μυριοκέφαλου και εγκαταλείπουν κάθε σκέψη για την ανακατάληψη της Μικράς Ασίας.

Μετά την μεγάλη τους νίκη στο Ματζικέρτ (1071) και την εδραίωση της κυριαρχίας τους στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, οι Σελτζούκοι Τούρκοι αύξησαν δραματικά την πίεσή τους στην Ρωμανία, που βρισκόταν σε παρακμή. Το 1146, ο αυτοκράτορας Μανουήλ Α’ Κομνηνός εξεστράτευσε εναντίον τους και προέλασε μέχρι το Ικόνιο, αναγκάζοντας τον σουλτάνο Μασούντ Α’ να υπογράψει συνθήκη ειρήνης το επόμενο έτος, δια της οποίας οι ανακαταληφθείσες περιοχές και πόλεις από τον Μανουήλ επανήρχοντο στη Ρωμανία. Ο διάδοχος του Μασούντ, Κιλίτζ Αρσλάν Β’ παραβίασε χρόνια αργότερα τους όρους της συνθήκης και άρχισε και πάλι τις επιδρομές στα εδάφη της αυτοκρατορίας

Ο Μανουήλ απάντησε με μια καλά οργανωμένη εκστρατεία, ηγούμενος πολυάριθμης στρατιάς από περίπου 30.000 άνδρες, στην οποία συμμετείχαν και σύμμαχες δυνάμεις από την Ουγγαρία, την Σερβία και από το Πριγκιπάτο της Αντιοχείας το οποίο εξουσίαζαν οι σταυροφόροι. Ο Κιλίτζ Αρσλάν με σαφώς μικρότερες δυνάμεις υποχωρούσε διαρκώς, παρενοχλώντας τους Βυζαντινούς με δυνάμεις ατάκτων και εφαρμόζοντας την τακτική της «καμμένης γης». Έτσι πριν ακόμη αρχίσει η μάχη, ο ελληνικός στρατός άρχισε να αποδεκατίζεται από την έλλειψη εφοδίων και από δυσεντερία,εξαιτίας του μολυσμένου νερού.

Παρά την ευνοϊκή συγκυρία, ο σουλτάνος πρότεινε την σύναψη ειρήνης, την οποία ο Μανουήλ απέρριψε, παρά τις συστάσεις των στρατηγών του. Παράλληλα, έψαχνε την κατάλληλη τοποθεσία για να αντιμετωπίσει κατά μέτωπο τους Έλληνες. Η αποφασιστική μάχη δόθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1176, σ’ ένα δύσβατο ορεινό πέρασμα κοντά στο εγκαταλελειμμένο χωριό Μυριοκέφαλο (Τσαρντάκ), στην περιοχή του Ικονίου, από το οποίο θα περνούσε υποχρεωτικά ο στρατός του Μανουήλ. Ο Κιλίτζ Αρσλάν πρόλαβε και έλαβε επίκαιρες θέσεις με τους άνδρες του, πιάνοντας στον ύπνο τους Βυζαντινούς, οι οποίοι υπέστησαν φοβερή καταστροφή. Την σύγχυση επέτεινε και μια σφοδρή αμμοθύελλα, που ελάττωσε τόσο πολύ ελαττώσει την ορατότητα, ώστε να μην είναι δυνατό οι πολεμιστές να διακρίνουν τους αντιπάλους τους και να σκοτώνονται μεταξύ τους.

Το περίεργο πάντως είναι ότι ο Κιλίτζ Αρσλάν ζήτησε την σύναψη ειρήνης, την οποία ο Μανουήλ αποδέχτηκε. Στους όρους της περιλαμβάνονται οι κατεδαφίσεις οχυρώσεων στα Ελληνο-Τουρκικά σύνορα (Δορύλαιο και Σουβλαίο) και την καταβολή φόρου.

Ο ίδιος ο αυτοκράτορας, σε μήνυμά του στην Κωνσταντινούπολη, παραλλήλισε την ήττα του στο Μυριοκέφαλο με την καταστροφή του Ρωμανού Δ’ Διογένη στο Ματζικέρτ, πριν από έναν αιώνα. Μετά την νίκη τους, οι Σελτζούκοι Τούρκοι δεν αντιμετώπισαν δυσκολίες για την επέκτασή τους στην Μικρά Ασία, καθώς η η Μάχη του Μυριοκέφαλου αποδιοργάνωσε το αμυντικό σύστημα της Ρωμανίας στην ευρύτερη περιοχή.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/1306

Αγία Αγαθόκλεια


Ἀγαθόκλεια πῦρ ἐπ᾽ αὐχένος φέρει,
Δεινῆς πλάνης φλέγουσα δεινὸν αὐχένα.

                           Πηγή

Αγία Σοφία και οι τρεις θυγατέρες της Πίστη, Ελπίδα και Αγάπη


Eις την Σοφίαν.
Eυφραίνεται νυν ως Δαβίδ ψάλλων λέγει,
Mήτηρ κατ’ ευχάς η Σοφία εν τέκνοις.

Eις την Πίστιν, Eλπίδα και Aγάπην.
Τῇ πρὸς σὲ πίστει Πίστις, Ἐλπίς, Ἀγάπη,
Αἱ τρεῖς, Τριάς, κλίνουσιν αὐχένας ξίφει.

Ἑβδομάτῃ δεκάτῃ Ἀγάπην τάμον, Ἐλπίδα, Πίστιν.


Λειτουργικά κείμενα


ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ