Το ψηφιδωτό της Θεοτόκου (Βρεφοκρατούσας) στην Αγιά Σοφιά, στην Κωνσταντινούπολη.

Διά τὴν Πόλῐν

Διά τὴν Πόλῐν πολεμήσομεν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς

Η Ελλάς Ευγνωμονούσα, Θεόδωρος Βρυζάκης (1858)
Κι όμως δεν πίστεψα
Όρους αντέστρεψα
Είμαι ο Έλληνας που πολεμά
Είπαν πως χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Έμεινα μόνος μου κι όμως επέζησα
Έζησα στη φωτιά

Αλέξανδρος (Άλεξ) Παναγή, Στη φωτιά (Eurovision 1995)

Αναγνώστες

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2021

Μουσική Παρασκευή - Σοφία Βέμπο ~ Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του


Λίγα λόγια για τη Σοφία Βέμπο...


Η Σοφία Βέμπο (Καλλίπολη Ανατολικής Θράκης10 Φεβρουαρίου 1910 – Αθήνα11 Μαρτίου 1978)[3][4] ήταν κορυφαία Ελληνίδα ερμηνεύτρια και ηθοποιός της οποίας η καλλιτεχνική πορεία εκτείνεται από το Μεσοπόλεμο έως τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και τη δεκαετία του ’50. Χαρακτηρίστηκε «Τραγουδίστρια της Νίκης» λόγω των εθνικών τραγουδιών που ερμήνευε κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940.



Πηγή



Ακολουθεί το τραγούδι...



Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του
και τη σκούφια την ψηλή του,
μ’ όλα τα φτερά,
και μια νύχτα με φεγγάρι
την Ελλάδα πάει να πάρει,
βρε, το φουκαρά!

Ωωωωωωωωωωωωωχ.

Τον τσολιά μας τον λεβέντη
βρίσκει στα βουνά
και ταράζει τον αφέντη
τον μακαρονά.

Αχ, Τσιάνο, θα τρελαθώ Τσιάνο,
με τους τσολιάδες ποιος μου είπε να τα βάνω.

Αααααααααααααχ.

Ξεκινάει την άλλη μέρα,
μα και πάλι ακούει “Αέρα”
από τον τσολιά,
δρόμο παίρνει και δρομάκι
και πηδάει το ποταμάκι,
ξέρει τη δουλειά.

Ωωωωωωωωωωωωωχ.

Τρώει τις σφαίρες σαν χαλάζι από τον τσολιά,
κι όλο στρατηγούς αλλάζει για να βρει δουλειά.

Αχ, Τσιάνο, θα τρελαθώ Τσιάνο,
και στείλε γρήγορα τα μαύρα μου να βάνω.

Αααααααααααααχ.

Στέλνει ο νέος Ναπολέων
μεραρχίες πειναλέων
στο βουνό ψηλά,
για να βρουν τον διάβολό τους
κι ο στρατός μας αιχμαλώτους
τσούρμο κουβαλά.

Ωωωωωωωωωωωωωχ.

Και οι Κένταυροι οι καημένοι,
βρε τι τρομερό,
νηστικοί, ξελιγωμένοι
πέφτουν στο νερό.

Αχ! Γκράτσι, να μη σε δω Γκράτσι,
γιατί σε κάρβουνα αναμμένα έχω κάτσει.

Αααααααααααααχ.

Τρέχουν σαν τρελοί στους βράχους
κι από μας και τους συμμάχους
τρώνε τη κλωτσιά,
και χωρίς πολλές κουβέντες
μπήκαν Έλληνες λεβέντες
μεσ’ τη Κορυτσά.

Ωωωωωωωωωωωωωχ.

Μέσα στ’ Αργυρόκαστρο εμπήκε το χακί
και σημαία κυματίζει τώρα Ελληνική,
Αχ! Τσιάνο, θα σκοτωθώ Τσιάνο,
γιατί σε λίγο και τα Τίρανα τα χάνω.

Και `πάθαν οι καημένοι
μεγάλη συμφορά,
κι η Ρώμη περιμένει
κι εκείνη τη σειρά.

Αααααααααααααχ.



Καλό Σαββατοκύριακο!


Άγαλμα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στην Πλατεία Μητροπόλεως, στην Αθήνα.

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ