Το ψηφιδωτό της Θεοτόκου (Βρεφοκρατούσας) στην Αγιά Σοφιά, στην Κωνσταντινούπολη.

Διά τὴν Πόλῐν

Διά τὴν Πόλῐν πολεμήσομεν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς

Η Ελλάς Ευγνωμονούσα, Θεόδωρος Βρυζάκης (1858)
Κι όμως δεν πίστεψα
Όρους αντέστρεψα
Είμαι ο Έλληνας που πολεμά
Είπαν πως χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Έμεινα μόνος μου κι όμως επέζησα
Έζησα στη φωτιά

Αλέξανδρος (Άλεξ) Παναγή, Στη φωτιά (Eurovision 1995)

Αναγνώστες

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2022

Μουσική Παρασκευή - Νίκος Ξυλούρης ~ Οι πόνοι της Παναγιάς





Σχετικά







Το ποίημα του Κώστα Βάρναλη, ‘ Οι πόνοι της Παναγιάς’ ξαφνιάζει συγκινησιακά με την τρυφερότητα και την ‘άλλη’ διάσταση που δίνει στο σύμβολο Παναγιά. Οι πόνοι της, προσλαμβάνονται και νοούνται σαν πόνοι Μάνας, πόνοι γυναίκας Μάνας. Εικονογραφούνται φαντασιακά σαν γέννα, θηλασμός, προστασία, φροντίδα, ανατροφή. Δημιουργία και διδαχή ανθρώπου. 

Ωστόσο ο ποιητής μοιάζει να μην αρκείται σε αυτούς τους συμβολισμούς μόνο. 

Η Παναγιά είναι σύμβολο μεγαλύτερης ευρύτητας. Ασφαλώς εμπερικλείει πολλές άλλες έννοιες και μάλιστα διαφορετικές για κάθε άνθρωπο και ιδεολογία. Άλλες οι προβολές του θεϊστή, άλλες του μαρξιστή, που μπορεί να εικονοποιεί μια Παναγιά κόκκινη, Αντιφωνήτρια, και Λαοδηγήτρια….. Ο πολυσυμβολισμός αυτός επιβεβαιώνεται από το μεγάλο αριθμό Θεοτοκωνυμίων, ένα από τα οποία είναι και το Πλατυτέρα. Δηλώνει ότι η Παναγία είναι ευρύτερη, πλατύτερη, μπορεί να εμπερικλείει εμάς του άλλους όλους, το σύμπαν. Είναι Μήτηρ Θεού. Ψυχοδυναμικά είναι η μήτρα της ζωής, του κόσμου. Είναι ο κόσμος.

Ο μαρξιστής ποιητής ο Βάρναλης, μαχητικός επίσης δημοτικιστής σχολαστικός μάστορας της γλώσσας, προκαλεί του συνειρμούς μας βάζοντας στα χείλη της Παναγιάς τα λόγια …. ‘ χίλιες φορές να γεννηθείς’. Δεν λέει ‘ χίλιες φορές να σε γεννήσω’. Πράγμα που ευοδώνει την εικασία ότι δεν υπαινίσσεται τις ωδίνες του τοκετού ούτε και περιορίζει την αγωνία για το μεγάλωμα παιδιού στην γυναικεία αρμοδιότητα . Οι πόνοι της Παναγιάς νοούνται σαν άφυλο ανθρώπινο συναίσθημα και σαν τέτοιο ‘επιτρέπεται ’ και στον άνδρα. Στον στοργικό εκείνον άνδρα που μπορεί να προσφέρει ‘μητρική’ τρυφερότητα. Άλλωστε ο χαρακτηρισμός ‘μητρικός άνδρας’ αυτό δηλώνει. Δεν υπονοεί ανταγωνισμό η ακύρωση της γυναίκας. Ο άνδρας δεν γεννά, δεν γαλουχεί μπορεί ωστόσο να είναι ο πατέρας πελεκάνος, που αυτοτραυματίζεται μέχρι θανάτου για να σώσει με το αίμα του το παιδί του. Ξέρει να εφαρμόσει μια σωτήρια μετάγγιση…… Η αρχαγγελική φωνή του Νίκου Ξυλούρη που αποδίδει το μελοποιημένο από τον Λουκά Θάνου ποίημα είναι η ακαταμάχητη επιβεβαίωση της νοητική εικόνας του ‘μητρικού άνδρα’.

Δεν θα ήταν λοιπόν υπερβολικό να υποθέσουμε ότι οι πόνοι της Παναγιάς - σύμβολο ευρύτερο του φύλου, -μέσα από μια μαρξιστική ιδεολογία μπορεί να είναι ο κάθε ένας από εμάς στον αγώνα του για ένα καλλίτερο κόσμο, για ένα καλλίτερο αύριο. Να είναι η έγνοια μας για τον άλλον. Πρώτα από όλα και πάνω από όλα για το παιδί, το δικό μας, του άλλου, της γενιά που ζούμε και της γενιάς που είναι να έρθει. Να είναι η εξύψωση της διαπροσωπικής σχέσης με ηθικούς κώδικες όπως…… ‘Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ' άδικο φωνάξεις’…… να είναι ελπίδα και φιλοδοξία τρόπου ζωής …. ‘όχι σκλάβος ή προδότης’…….







Πού να σε κρύψω γιόκα μου
να μη σε φτάνουν οι κακοί
σε ποιο νησί του ωκεανού
σε πια κορφή ερημική.

Δε θα σε μάθω να μιλάς
και τ’ άδικο φωνάξεις
ξέρω πως θα χεις την καρδιά
τόσο καλή τόσο γλυκή
που μες τα βρόχια της οργής
ταχειά, ταχειά θε να σπαράξεις.

Συ θα `χεις μάτια γαλανά θα `χεις κορμάκι τρυφερό θα σε φυλάω από ματιά κακή και από κακό καιρό Από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης δεν είσαι συ για μάχητες δεν είσαι συ για το σταυρό εσύ νοικοκερόπουλο όχι σκλάβος, όχι σκλάβος ή προδότης Κι αν κάποτε τα φρένα σου το δίκιο φως της αστραπής κι αν η αλήθεια σου ζητήσουνε παιδάκι μου να μην τα πεις Θεριά οι ανθρώποι δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν δεν είναι η αλήθεια πιο χρυσή σα την αλήθεια της σιωπής χίλιες φορές να γεννηθείς
τόσες, τόσες θα σε σταυρώσουν











Κώστας Βάρναλης

 Ποιητής, συγγραφέας, κριτικός, μεταφραστής και εν γένει διανοούμενος της Αριστεράς, ο Κώστας Βάρναλης μας κληροδότησε ορισμένα σημαντικά έργα...


Ποιητής, συγγραφέας, κριτικός, μεταφραστής και εν γένει διανοούμενος της Αριστεράς, ο Κώστας Βάρναλης μας κληροδότησε ορισμένα σημαντικά έργα, όπως τις ποιητικές συνθέσεις «Το φως που καίει» (1922) και οι «Σκλάβοι Πολιορκημένοι» (1927), τη ριζοσπαστική μελέτη «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική» (1925) και το πολύκροτο αφηγηματικό έργο «Η αληθινή απολογία του Σωκράτη» (1931).

Ο Κώστας Βάρναλης, γεννήθηκε στον Πύργο της Ανατολικής Ρωμυλίας (σημερινό Μπουργκάς Βουλγαρίας), στις 14 Φεβρουαρίου 1884. Την εποχή της γέννησής του η Ανατολική Ρωμυλία, με πολυπληθή ελληνική κοινότητα, ήταν αυτόνομη επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Η καταγωγή του πατέρα του Γιάννη Βάρναλη ήταν από την Βάρνα, εξ ου και το επώνυμο Βάρναλης, που το υιοθέτησε, επειδή δεν ήθελε να ακούει το πραγματικό επώνυμό του, που ήταν Μπουμπούς.

Ο Κώστας ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά της οικογένειας και το πιο ατίθασο. Τον πατέρα του δεν πρόλαβε καλά-καλά να τον γνωρίσει, αφού πέθανε το 1887 και την ανατροφή ανέλαβαν η μητέρα του Αλισάφα Μαυρομάτη, μιια αγράμματη αλλά έξυπνη γυναίκα την οποία υπεραγαπούσε και ο μεγαλύτερος αδελφός του Παναγιώτης.

Τα πρώτα γράμματα διδάχτηκε στο ελληνικό σχολείο της της γενέτειράς του και συνέχισε την φοίτησή του, κατόπιν εξετάσεων, στο ονομαστό Ζαρίφειο Διδασκαλείο της Φιλιππούπολης (σημερινό Πλόβντιβ). Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του με άριστα το 1902 και αμέσως διορίστηκε δάσκαλος στο σχολείο του Πύργου.

Δεν πρόλαβε όμως να αναλάβει υπηρεσία, καθώς με την υποστήριξη του μητροπολίτη Αγχιάλου και της κοινότητας της Βάρνας, σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, απ’ όπου πήρε το πτυχίο του το 1908. Κατά την διάρκεια των σπουδών του πήρε μέρος στη διαμάχη για το Γλωσσικό Ζήτημα ως υποστηρικτής των δημοτικιστών και το 1907 συμμετείχε στην ίδρυση του ποιητικού περιοδικού «Ηγησώ», που φιλοδοξούσε να ανανεώσει την μορφή της ελληνικής ποίησης και να την απαλλάξει από την «παλαμική ευκολογραφία».










Ο Κώστα Βάρναλης με τη σύζυγό του, Δώρα Μοάτσου.


Ο Κώστα Βάρναλη με τη σύζυγό του Δώρα Μοάτσου

Μετά την αποφοίτησή του, διορίστηκε στην αρχή ελληνοδιδάσκαλος στην Αμαλιάδα, αργότερα σχολάρχης στην Αργαλαστή και μετά την εμπλοκή στην υπόθεση των «Αθεϊκών» του Βόλου μετατέθηκε στα Μέγαρα. Επιστρατεύτηκε στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο (1913) και μετά την απόλυσή του φοίτησε στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης που διηύθυνε ο Δημήτρης Γληνός. Το 1915 διορίστηκε σχολάρχης στην Κερατέα Αττικής. Το 1916 επιστρατεύτηκε ξανά, μετά την εμπλοκή της χώρας μας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και υπηρέτησε στην Λήμνο.

Το 1917, διορίστηκε καθηγητής σε Γυμνάσιο του Πειραιά και δυο χρόνια αργότερα , με υποτροφία παρακολούθησε στο Παρίσι μαθήματα φιλοσοφίας, φιλολογίας και κοινωνιολογίας. Εκεί, επικοινώνησε με τα νέα φιλοσοφικά ρεύματα, έζησε από κοντά τις μεγάλες ιδεολογικές ζυμώσεις, που ακολούθησαν την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 και την λήξη του Α' Παγκόσμιου πολέμου (1918), και ενστερνίστηκε στην επαναστατική μαρξιστική (κομμουνιστική) ιδεολογία.

Μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του 1920 και την ανάληψη της εξουσίας από τους αντιβενιζελικούς, η υποτροφία του διακόπηκε και ο Βάρναλης επέστρεψε στην Αθήνα, όπου στις αρχές του 1821 διορίστηκε καθηγητής στο Γ Γυμνάσιο Πειραιά.

Το φθινόπωρο του 1923 μετά από ανάκληση της διακοπής της υποτροφίας του ξαναπήγε στο Παρίσι, όπου έμεινε στο σπίτι του φίλου του χαράκτη Γιάννη Κεφαλληνού. Το 1924 γύρισε στην Αθήνα και δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στην Παιδαγωγική Ακαδημία, την οποία διηύθυνε ο Γληνός.

Το 1926 παύτηκε από τη θέση του εξαιτίας της ιδεολογίας του, αρχικά προσωρινά και στη συνέχεια οριστικά, με αφορμή ένα δημοσίευμα της «Εστίας» που κατηγόρησε για αντεθνική δράση τους μεταρρυθμιστές Παιδαγωγούς εκείνης της εποχής. Ο Βάρναλης αποκλείστηκε από κάθε δημόσια θέση και αναγκάστηκε να εργαστεί έκτοτε κυρίως ως δημοσιογράφος. Τον ίδιο χρόνο έφυγε για τη Γαλλία ως ανταποκριτής της εφημερίδας «Πρόοδος».

Επέστρεψε το 1927 και δυο χρόνια αργότερα νυμφεύτηκε την φιλόλογο και ποιήτρια Δώρα Μοάτσου (1895-1979). Το 1935 πήρε μέρος ως αντιπρόσωπος των ελλήνων συγγραφέων στο Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων στη Μόσχα μαζί με τον Δημήτρη Γληνό και ύστερα από εντολή του Γεωργίου Κονδύλη εξορίστηκε στη Μυτιλήνη και τον Άγιο Ευστράτιο.

Παρέμεινε πιστός στην ιδεολογία του κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου. Το 1956 τιμήθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και το 1959 με το βραβείο Λένιν.

Ο Κώστας Βάρναλης πέθανε στηνΑθήνα στις 16 Δεκεμβρίου 1974.

Το λογοτεχνικό του έργο

Ο Κώστας Βάρναλης πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα τον Αύγουστο του 1904 από τον «Νουμά» και τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε η πρώτη του συλλογή «Κηρήθρες» (1905), με πρόλογο του Στέφανου Μαρτζώκη. Στα πρώτα του βήματα συμπορεύτηκε πνευματικά με τον Άγγελο Σικελιανό και το Νίκο Καζαντζάκη με έντονες επιρροές από το ρεύμα του παρνασσισμού και τις διονυσιακές και ανθρωπιστικές ιδέες.

Από το 1910 άρχισε να ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση και ως το 1916 ολοκλήρωσε τους «Ηρακλείδες» του Ευριπίδη, τον «Αίαντα» του Σοφοκλή, τα «Απομνημονεύματα» του Ξενοφώντα και τον «Πειρασμό του Αγίου Αντωνίου» του Γκιστάβ Φλομπέρ.

Το 1919, έγραψε το ποίημα «Προσκυνητής», που αποτελεί τομή στο ποιητικό του έργο, καθώς αχνοφαίνεται η ιδεολογική του στροφή. Το 1922 τύπωσε στην Αλεξάνδρεια, με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας, την πρώτη μεγάλη ποιητική του σύνθεση «Το φως που καίει», που την αναθεώρησε αργότερα και την ξανατύπωσε το 1933 στην Αθήνα στην οριστική της μορφή. Πρόκειται για ένα κοινωνικοφιλοσοφικό έργο, το πρώτο χρονολογικά της αριστερής λογοτεχνίας στον τόπο μας, όπως επισημαίνει η κριτική.

Το 1922 δημοσίευσε επίσης το γνωστό ποίημά του «Οι Μοιραίοι» που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης. Το 1927, κυκλοφόρησαν οι «Σκλάβοι Πολιορκημένοι»,η δεύτερη μεγάλη του σύνθεση, «στρατευμένης και προλεταριακής ποίησης», όπως έχει γραφεί.

Μεγαλύτερο σε έκταση απ’ το ποιητικό είναι το αφηγηματικό και το κριτικό έργο του, από το οποίο ξεχωρίζουν το πολύκροτο αφηγηματικό έργο «Η αληθινή απολογία του Σωκράτη» (1931), στο οποίο ασκεί κριτική στην κυρίαρχη ιδεολογία, όπως αυτή εκφράζεται στην πολιτική, στην κοινωνία, στη θρησκεία και στη φιλοσοφία, και η ριζοσπαστική μελέτη του «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική» (1925), που προσεγγίζει με εργαλείο τον διαλεκτικό υλισμό το έργο του εθνικού μας ποιητή.

Γενικά το έργο του Βάρναλη αντικατοπτρίζει τη δεκτικότητά του απέναντι στις νέες ιδέες της εποχής του και η συνύπαρξη αντιθετικών στοιχείων στο έργο (κοινωνικά και πολιτικά στρατευμένη λογοτεχνία σε συνδυασμό με την παρουσία σατιρικών, λυρικών, δραματικών και συμβολιστικών στοιχείων) αποτελεί έναν από τους λόγους της ιδιαίτερης γοητείας του.

Ποιήματα του Κώστα Βάρναλη έχουν μελοποιήσει οι Μίκης Θεοδωράκης, Νίκος Μαμαγκάκης, Σταύρος Κουγιουμτζής, Θωμάς Μπακαλάκος, Γιάννης Ζουγανέλης, Χρήστος Λεοντής, Αργύρης Μπακιρτζής, Γιάννης Σπανός και Μιχάλης Μυτακίδης (o B.D. Foxmoor των Active Member).


Πηγή


Άγαλμα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στην Πλατεία Μητροπόλεως, στην Αθήνα.

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ