Aυθαίρετες συλλήψεις, καθολικές απαγορεύσεις, αδικαιολόγητα πρόστιμα, παράνομη χρήση βίας και κατάχρηση εξουσίας ώστε να περιοριστεί το δικαίωμα στη διαμαρτυρία, καταγράφει νέα πολυσέλιδη έρευνα της Διεθνούς Αμνηστίας για την Ελλάδα, βάζοντας στο μικροσκόπιο τις πρακτικές της κυβέρνησης και της Ελληνικής Αστυνομίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Πρόκειται για τη δεύτερη έκθεση - κόλαφο της οργάνωσης για την καταπάτηση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα σε λίγες εβδομάδες, μετά την αποκάλυψη σωρείας στοιχείων για συστηματικές, βίαιες επαναπροωθήσεις προσφύγων στα σύνορα, μέσα στο 2020.
του Θάνου Καμήλαλη
Στη νέα της έκθεση, 44 σελίδων, που δημοσιεύεται στα αγγλικά, η Διεθνής Αμνηστία καταγράφει αναλυτικά τις επιθέσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη στο δικαίωμα στη διαμαρτυρία, από τον νόμο περιορισμού των διαδηλώσεων, που ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 2020, στις αντιδημοκρατικές καθολικές απαγορεύσεις συναθροίσεων άνω των 3 ατόμων σε όλη την Επικράτεια, στις 15-18 Νοεμβρίου λόγω της επετείου του Πολυτεχνείου αλλά και στις δεκάδες υποθεσεις αστυνομικής βίας και καταστολής που καταγράφηκαν τους περασμένους μήνες, όπως στη σύλληψη 9 φεμινιστριών για ένα πανό στο Σύνταγμα την Παγκόσμια Ημέρα ενάντια στην έμφυλη βία, τον καταγγελόμενο βασανισμό των Άρη Παπαζαχαρουδάκη και Όμηρου Μ. στη ΓΑΔΑ, τη βία κατά της οικογένειας Καττή στα Σεπόλια, τη βίαιη διάλυση των συγκεντρώσεων για την απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα και τις προσαγωγές δύο δικηγόρων της Πολιτικής Αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής, των Θ.Καμπαγιάννη και Κ.Παπαδάκη στις 6 Δεκεμβρίου, παρά το γεγονός της επίδειξης στις αρχές της επαγγελματικής τους ιδιότητας.
Aξίζει να σημειωθεί ότι παρά τη σωρεία υποθέσεων που αναφέρονται, η έρευνα αφορά μόνο το διάστημα Νοεμβρίου 2020 – Μαρτίου 2021.
«Οι ελληνικές αρχές χρησιμοποίησαν σοκαριστικές τακτικές, επιχειρώντας να εκφοβίσουν ακτιβίστριες/ιστές για τα δικαιώματα των γυναικών, συνδικαλιστές/ίστριες, μέλη πολιτικών κομμάτων, δικηγόρους και άλλα άτομα που συμμετείχαν ή καλούσαν σε συμμετοχή σε ειρηνικές διαμαρτυρίες τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2020, αφότου η χώρα εισήλθε στο δεύτερό της λοκντάουν. Πολλοί/ές συνελήφθησαν, ποινικοποιήθηκαν και τους επιβλήθηκαν αδικαιολόγητα πρόστιμα σε μια κατάφωρη κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους των αρχών» τονίζει η Κονδυλία Γώγου, ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστία στην Ελλάδα.
Για την αναλυτική καταγραφή των υποθέσεων όπου καταπατήθηκε το δικαίωμα στη διαμαρτυρία, η Διεθνής Αμνηστία πραγματοποίησε σειρά συνεντεύξεων με 18 θύματα αστυνομικής βίας (10 άνδρες και 8 γυναίκες), τους τελευταίους μήνες. Όπως αναφέρει η οργάνωση στη σύνοψή της:
«Οι άνθρωποι που μίλησαν στη Διεθνή Αμνηστία περιέγραψαν το πώς η αστυνομία κατέφυγε σε μη απαραίτητη και υπέρμετρη χρήση κανονιών νερού και χημικών εναντίον ειρηνικών διαδηλωτών/ιών. Κάποιοι/ες είπαν ότι η αστυνομία τούς χτύπησε με κλομπ στο κεφάλι και χρησιμοποίησε χειροβομβίδες κρότου-λάμψης με τρόπο που θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρούς τραυματισμούς, συμπεριλαμβανομένων προβλημάτων ακοής. Σε κάποιες περιπτώσεις, γυναίκες που κατέθεσαν τις μαρτυρίες τους είπαν ότι έγιναν αποδέκτριες σεξιστικών και υβριστικών εκφράσεων από την αστυνομία και σε μία περίπτωση, διαδηλωτές/-ώτριες είπαν πως μέλη των μονάδων αποκατάστασης της τάξης δήλωσαν ότι ήταν μέλη της Χρυσής Αυγής
Κάποια από τα άτομα από τα οποία πήρε συνέντευξη η Διεθνής Αμνηστία περιέγραψαν ότι υπέστησαν παράνομη χρήση βίας κατά τη διάρκεια αστυνομικών ελέγχων για την τήρηση μέτρων κατά της COVID-19 ή συμπεριφορά που μπορεί να συνιστά βασανιστήρια ή άλλη κακομεταχείριση ενώ βρίσκονταν υπό κράτηση από την αστυνομία. Διαδηλωτές/ώτριες και άλλα άτομα που έδωσαν συνεντεύξεις περιέγραψαν επίσης συνωστισμό και/ή πολύ άσχημες συνθήκες κράτησης τις οποίες θεώρησαν ότι τους θέτουν σε αυξημένο κίνδυνο έκθεσης στην COVID-19. Άτομα τα οποία μίλησαν στη Διεθνή Αμνηστία ανέφεραν επίσης ότι η αστυνομία δεν τα ενημέρωσε για τους λόγους σύλληψής τους για αρκετές ώρες μετά τη μεταφορά τους σε αστυνομικό τμήμα και καθυστέρησε ή αρνήθηκε την πρόσβαση σε νομική υποστήριξη»
Ειδική αναφορά γίνεται σε διατάξεις του νόμου Χρυσοχοϊδη για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, που ειχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων σε εγχώριο και διεθνές επίπεδο για την καταπάτηση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι. Η υποχρέωση ενημέρωσης της αστυνομίας για τη διεξαγωγή συγκέντρωσης, η ευχέρεια στην απαγόρευση συναθροίσεων με αόριστες αιτιολογίες, η απαγόρευση αντισυγκεντρώσεων είναι μερικές από τις διατάξεις που η Διεθνής Αμνηστία τον΄΄ιζει πως παραβιάζουν τις διεθνείς συμβάσεις που προστατεύουν το δικαίωμα στη διαμαρτυρία.
Παράλληλα, η οργάνωση ασχολείται και με το ζήτημα των διακριτικών στους αστυνομικούς, που παρά τις συνεχείς υποσχέσεις του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και του αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ, αλλά και την ύπαρξη της σχετικής νομοθεσίας εδώ και μία δεκαετία, δεν έχει εφαρμοστεί ακόμα. Αντ’αυτού, καταγράφεται η «περίεργη» πρακτική αστυνομικών να έχουν στα κράνη τους «αρχαιοελληνικά σύμβολα» όπως αναφέρεται. Το γεγονός ότι οι αστυνομικοί που βρίσκονται σε διαδηλώσεις δεν φορούν διακριτικά αποδεικνύεται ιδιαίτερα προβληματικό στην προσπάθεια των θυμάτων να ταυτοποιήσουν τους δράστες των βίαιων επιθέσεων που δέχονται. Ενώ σχολιάζεται και η αδιαφάνεια γύρω από τις παρακολουθήσεις με drone και τη χρήση καμερών από αστνυομικούς, με το αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ να αρνείται να απαντήσει στα ερωτήματα που έχει θέσει η οργάνωση Homo Digitalis, σε συνεργασία με το TPP και τους Reporters United.
Ως προς το ζήτημα των καθολικών απαγορεύσεων, η Διεθνής Αμνηστία υπενθυμίζει πως τρεις φορές εν μέσω του δεύτερου κύματος της πανδημίας, με μία απλή ανακοίνωση του αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ και με το προσχημα, όπως αποδείχθηκε, της «προστασίας της Δημόσιας Υγείας», απαγορεύτηκαν συνολικά οι συναθροίσεις σε όλη τη χώρα. Η πρώτη ήταν το τετραήμερο 15-18 Νοεμβρίου, η δεύτερη στην επέτειο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και η τρίτη το διάστημα 26 Ιανουαρίου – 1 Φεβρουαρίου, εν μέσω των φοιτητικών κινητοποιήσεων ενάντια στον νόμο Κεραμέως – Χρυσοχοϊδη για τα ΑΕΙ και την πανεπιστημιακή αστυνομία. Αξιζει να σημειωθεί επίσης πως, όπως προέκυψε από τα έγγραφα που κατατέθηκαν ενώιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν υπήρξε καμία σχετική εισήγηση επιστημονικής Επιτροπής για την καθολική απαγόρευση τον Νοέμβριο, με την Επιτροπή Προστασίας της Δημόσιας Υγείας (και όχι τους λοιμωξιολόγους) να κάνει απλά λόγο για μέτρα σχετικά με το δεύτερο lockdown, που επιβλήθηκε στις αρχές Νοεμβρίου.
Ενω στη συνέχεια, η διεθνής ανθρωπιστική οργάνωση καταγράφει, με μαρτυρίες θυμάτων, σειρά υποθέσεων αστυνομικής βίας. Μεταξύ άλλων:
Τη βίαη καταστολή διαδηλώσεων για την 17η Νοεμβρίου και 6η Δεκεμβρίου σε Αθήνα, Χανιά, Ρέθυμνο και Ιωάννινα: «… Ορισμένοι αστυνομικοί είπανε κιόλας “Είμαι Χρυσαυγίτης, θα πεθάνεις”… Σε μια στιγμή είχα πέσει κάτω… πριν ξανασηκωθώ, ρίξανε κρότου-λάμψης ακριβώς πάνω μας… Εγώ έβγαλα εκεί ένα ουρλιαχτό τρομερό γιατί (η κρότου-λάμψης) έσκασε μπροστά στα μάτια μου και δίπλα στο αριστερό μου αφτί… (Μ)ε ρίξαν κάτω και με πήραν σε ένα σημείο λίγο πιο απόμερο πίσω από όλους τους φοιτητές τους υπόλοιπους και λίγο μακριά από τις κάμερες και ήταν πέντε με έξι αστυνομικοί οι οποίοι με χτυπούσαν…» δηλώνει στην οργάνωση ο Γιώργος*, φοιτητής από τα Ιωάννινα. «…Με το που ξεκίνησε όλη αυτή η επίθεση, άκουσαν πολλές (διαδηλώτριες) όπως και εγώ διάφορους χαρακτηρισμούς του τύπου “Πέσε κάτω πουτανάκι γιατί εκεί ανήκεις και μην ξανασηκωθείς ποτέ…”» προσθέτει η Μαρία. Στα Χανιά, δύο φοιτητές καταγγέλλουν το πώς τραυματίστηκαν από χτυπήματα αστυνομικών σε κεφάλι, πνεύμονες και πόδια, ενώ στις διαδηλώσεις της Αθήνας, η καταστολή περιελάμβανε και τη χρήση αύρων νερού.
Τη βία κατά της οικογένειας Καττή στα Σεπόλια: Το απόγευμα της 17ης Νοεμβρίου, αστυνομικοί της ομάδας «Δράση» επιτέθηκαν στον Ορέστη Καττή, ακριβώς έξω από το σπίτι του, την ώρα που επέστρεφε από τη διαδήλωση, με τη σύλληψη του ίδιου, της αδερφής του, Λυδίας Καττή και της μητέρας τους, Γιώτας Μπομπού. Η έρευνα φιλοξενεί της μαρτυρίες της μητέρας, αλλά και του πατέρα της οικογένειας, Δημητρη Καττή, ο οποίος, προσπαθώντας να βρει τα μέλη της οικογένειάς του δέχθηκε χτυπήματα από αστυνομικούς και λιποθύμησε. «Έβαλαν χειροπέδες στο ένα μου χέρι και δεν τους έδωσα το άλλο… δεν τους χτύπησα ούτε έβρισα. Σε εκείνο το σημείο, άρχισαν να δέχομαι χτυπήματα, πρέπει να είταν γροθιές και γονατιές. Δέχθηκα ένα χτύπημα κάτω από το στέρνο και μετά έχασα τις αισθήσεις μου». Ο κ.Καττής νοσηλεύτηκε 4 ημέρες στο νοσοκομείο με έμφραγμα. Η κόρη του Λυδία, περιέγραψε την επίθεση που δέχθηκε και μέσα στο αστνυομικό τμήμα, γεγομός που είχε καταγραφεί και σε σχετικό ηχητικό ντοκουμέντο.
Τη σύλληψη των 9 φεμινιστριών για συμβολική διαμαρτυρία στο Σύνταγμα, την Παγκόσμια Ημέρα ενάντια στην έμφυλη βία, αλλά και την παράλληλη προσαγωγή ακόμα 5 μελών φεμινιστικών οργανώσεων από κοντινό σημείο. Σε μία ακόμα υπόθεση που είχε προκαλέσει σάλο, οδηγώντας τον Υπουργό να ζητήσει «συγγνώμη», μιλώντας για «μία υπερβολή», η ΕΛ.ΑΣ «γιόρτασε» την Παγκόσμια Ημέρα ενάντια στην έμφυλη Βία με συλλήψεις φεμινιστριών που επιχείρησαν συμβολικά να ανοίξουν για λίγα λεπτά ένα πανό, στο πιο κεντρικό σημείο της Αθήνας.
Τις συνολικά 399 προσαγωγές, από τις οποίες 143 μετατράπηκαν σε συλλήψεις, την 6η Δεκεμβρίου. Σε μία μέρα που οι μόνοι που επιτρεπόταν να βρίσκονται στο μν ημείο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου ήταν αστυνομικοί, η ΕΛ.ΑΣ προχώρησε σε ρεκόρ προσαγωγών, πολιτών που επιθυμούσαν να πλησιάσουν, ακόμα και ατομικά, το σημείο. Μεταξύ των προσαγωγών δημοτικών συμβούλων, συνδικαλιστών κ.α. που κρατήθηκαν κατά δεκάδες σε κλειστό χώρο με παραβιάσεις των μέτρων της πανδημίας, ήταν και αυτές των δικηγόρων στη δίκη της Χρυσής Αυγής, Θ.Καμπαγιάννη και Κ.Παπαδάκη, τους οποίους μάλιστα ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης στοχοποίησε και συκοφάντησε μιλώντας στη Βουλή. Οι δύο δικηγόροι συνελήφθησαν παρά την επαγγελματικής τους ιδιότητα, γγονός που καταδικάστηκε από κόμματα, οργανώσεις και τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, που έκανε λόγο για «αρνητικό τετελεσμένο».
Συλλήψεις και κατηγορίες κατά μέλων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στη Θεσσαλονίκη, στις 14 Νοεμβρίου. Το «εντυπωσιακό» εδώ είναι πώς τα άτομα αυτά συνελήφθησαν, επειδή μοίραζα φυλλάδια που καλούσαν σε κινητοποίηση για το Πολυτεχνείο, μολονότι δεν είχε τεθεί σε ισχύ καν η απαγόρευση συναθροίσεων, που είχε εξαγγλθει απλά σε δήλωση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη. O δικηγόρος τους, Χαράλαμπος Κουρουνδής, που μίλησε στην οργάνωση για την υπόθεση, είχε σημειώσει και τότε πως, λόγω της πλήρους απουσίας νομικής βάσης για τη σύλληψη και τις κατηγορίες, πως «νιώθει σαν να είναι μέρος ενός οργουελιανού εφιάλτη».
Τη βίαιη καταστολή συγκεντρώσεων για την απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα, πριν καν αυτές πραγματοποιηθούν. Στις 5 και 6 Μαρτίου η ΕΛ.ΑΣ επιτέθηκε, με ξύλο και αύρες νερού, σε διαδηλωτές που προσπάθησαν να συγκεντρωθούν στο Σύνταγμα, σε ένδειξη αλληλεγγύης στο δίκαιο αίτημα του κρατούμενου Δημήτρη Κουφοντίνα, που ζητούσε τη μεταγωγή του στον Κορυδαλλό, όπως προέβλεπε ο νέος νόμος της ΝΔ, κάνοντας πολυήμερη απεργία πείνας. Αστυνομικοί διέλυσαν τις συγκεντρώσεις, υποστηρίζοντας στη συνέχεια με ανακοίνωση ότι «παρεμπόδιζαν την κυκλοφορία», μολονότι σταβίντεο φαίνεται να σπρώχνουν τον κόσμο από την πλατεία Συντάγματος.
Επίθεση με πυροσβεστήρα σε φοιτητή. Στις 10 Φεβρουαρίου, αστυνομικές δυνάμεις επιτέθηκαν βίαια στο πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο ενάντια στον Νόμο Κεραμέως Χρυσοχοϊδη, πραγματοποιώντας συλλήψεις στον σωρό και κυνηγώντας με μηχανάκια φοιτητές στο κέντρο της Αθήνας. Δεκάδες βρέθηκαν στο νοσοκομείο, ενώ ένας από αυτούς, κατήγγειλε ότι χτυπήθηκε από αστυνομικό στο κεφάλι με πυροσβεστήρα, που του έσπασε το σαγόνι. Το γεγονός αυτό κατήγγειλε τότε και ο πρώην πρύτανης, Νίκος Μαρκέτος. Ο Ανδρέας*, που δέχθηκε την επίθεση, μιλώντας στη Διεθνή Αμνηστία αναφέρει: «Γύρω μου βρίσκονταν ατομα που είχαν χτπυηθεί. Ήταν στο έδαφος και οι αστυνομικοί τους χτυπούσαν με γκλομπ. Μετά ένιωσα ότι με κλώτσησαν στην πλάτη. Έχασα τις αισθήσεις μου και ένας μάρτυρας μου είπε πως ένας από τους αστυνομικούς που μου επιτέθηκαν με χτύπησε στο κεφάλι με πυροσβεστήρα».
Tα βασανιστήρια των Α.Παπαζαχαρουδάκη και Όμηρου Μ. Η έρευνα περιέχει και τις μαρτυρίες, μαζί με τα επίσημα έγγραφα που τις τεκμηριώνουν, όπως η μήνυση και η ιατροδικαστική εξέταση, γύρω από την υπόθεση των βασανιστηρίων που κατήγγειλε επώνυμα ο Άρης Παπαζαχαρουδάκης, από την «απαγωγή» του με κουκούλα από την Αντιτρομοκρατική, μέχρι την κράτησή του στον 13ο όροφο της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών. Υπενθυμίζεται ότιγια την υπόθεση έχει κατατεθεί μήνυση κατά τις Αντιτρομοκρατικής, με την ΕΛ.ΑΣ ωστόσο να αρνείται να απαντήσει στο εξώδικο της πλευράς των θυμάτων, ώστε να δώσει τα ονόματα των αστυνομικών που υπηρετούσαν. Ως εκ τούτου, η μήνυση κατατέθηκε κατ’αγνώστων.
«Είναι κρίσιμο οι ελληνικές αρχές να σταματήσουν να χαρακτηρίζουν τις πράξεις παράνομης χρήσης βίας ως «μεμονωμένες» και να αναγνωρίσουν τη συστημική φύση του φαινομένου. Τέτοια επιλήψιμη συμπεριφορά της αστυνομίας έχει τεκμηριωθεί συχνά και δεν είναι απλώς «μεμονωμένα περιστατικά». Οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να στείλουν επίσης ισχυρό μήνυμα ότι τέτοιες πράξεις δεν θα γίνονται ανεκτές. Αν δεν το κάνουν, θα διαιωνίσουν μια μακροχρόνια κουλτούρα ατιμωρησίας, την οποία η Διεθνής Αμνηστία και άλλες οργανώσεις έχουν τεκμηριώσει εδώ και πολλά χρόνια. Η Διεθνής Αμνηστία σημειώνει ότι κατά το τελευταίο έτος πριν από τη δημοσίευση αυτής της έκθεσης έχει τεκμηριώσει περαιτέρω περιπτώσεις καταγγελιών για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από μέλη των δυνάμεων επιβολής του νόμου, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται: κακομεταχείριση ατόμων κατά τη διάρκεια της σύλληψης και/ή της κράτησης, 6 μη απαραίτητη και υπερβολική χρήση βίας, συμπεριλαμβανομένης της κακής χρήσης χημικών εναντίον διαδηλωτών/ριών και ανθρώπων συγκεντρωμένων σε πλατείες σε μια εποχή που χαλάρωναν οι περιορισμοί για την COVID-19 και κακομεταχείριση προσφύγων και μεταναστών/ριών, μεταξύ άλλων, κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων επαναπροώθησης» τονίζει η Διεθνής Αμνηστία, που κάνει σειρά συστάσεων προς την Ελλάδα ώστε να συμμορωθεί επιτέλους με τα διεθνή πρότυπα ως προς τον έλεγχο της αστυνομικής βίας και τον τερματισμό της διαχρονικής κουλτούρας ατιμωρησίας.
Μάλιστα, είναι η δεύτερη φορά σε ελάχιστες εβδομάδες που η διεθνής οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων ασχολείται με την ακταπάτηση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα. Στις 23 Ιουνίου, δόθηκε στη δημοσιότητα η έρευνα για τις βίαιες και παράνομες επαναπροωθήσεις προσφύγων, σε Έβρο και νησιά, με στοιχεια για 21 τέτοιες επιχειρήσεις παραβίασης του Διεθνούς Δικαίου και με θύματα περίπου 1.000 πρόσφυγες, κατά την περίοδο Απριλίου – Δεκεμβρίου 2020.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου