Δυσοίωνα βλέπει τα πράγματα η πλειοψηφία των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα σχετικά με τον μισθό, την εργασία του και την πορεία της χώρας. Σύμφωνα με έρευνα της ΓΣΕΕ και του Ινστιτούτου Εργασίας σε συνεργασία με την εταιρεία Alco, το 83% των εργαζομένων θεωρεί πως ο τρέχων κατώτατος μισθός δεν επιτρέπει αξιοπρεπή διαβίωση και το 82% διαφωνεί με το να παραμείνει σταθερός για ένα ακόμα έτος. Σημειώνεται πως η Ελλάδα είναι από τις ελάχιστες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ο κατώτατος μισθός της είναι στάσιμος από το 2019.

Παράλληλα, στην έρευνα αποτυπώθηκε το αίσθημα δυσαρέσκειας για την εξέλιξη των αμοιβών και για την πορεία της χώρας τους ακόλουθους μήνες και η ΓΣΕΕ επαναφέρει την πρότασή της για άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751euro με παράλληλη θεσμική επαναφορά της διαμόρφωσής του στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση μέσω της διαπραγμάτευσης της ΓΣΕΕ με τις εργοδοτικές οργανώσεις.

Ολόκληρη η ανακοίνωση της ΓΣΕΕ:

Η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων δηλώνει ότι ο σημερινός κατώτατος μισθός δεν επιτρέπει την αξιοπρεπή διαβίωση

Το 82% των εργαζομένων δηλώνουν ότι διαφωνούν να παραμείνει στάσιμος ο κατώτατος μισθός

Η ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Εργασίας δίνουν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα ειδικής θεματικής έρευνας κοινής γνώμης, που υλοποιείται σε συνεργασία με την εταιρεία Alco, και απευθύνεται σε εργαζόμενους ιδιωτικού τομέα, για την καταγραφή-μέτρηση και συγκριτική αποτίμηση δεικτών κλίματος αναφορικά με την εξέλιξη των αμοιβών, την ασφάλεια της θέσης εργασίας τους και τον χρόνο εργασίας.

Επιπλέον, στην παρούσα έρευνα καταγράφονται οι απόψεις των εργαζομένων σχετικά με την εξέλιξη του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα. Συγκεκριμένα:

  • Το 83% των εργαζομένων, δηλώνει ότι ο κατώτατος μισθός των 650 euro το μήνα μεικτά, δεν επιτρέπει την αξιοπρεπή διαβίωση ενός εργαζομένου και της οικογένειάς του.
  • Το 82% των εργαζομένων διαφωνεί με την πρόταση που διατυπώνεται στα πλαίσια της διαβούλευσης, να παραμείνει στάσιμος ο κατώτατος μισθός για ακόμα ένα έτος.
  • Το 61% των εργαζομένων συμφωνεί με την πρόταση της ΓΣΕΕ, να επανέλθει άμεσα το ύψος του κατώτατου μισθού στα 751 euro. Επιπλέον, το 28% προτείνει να είναι μεγαλύτερος.
  • Το 59% των εργαζομένων πιστεύει ότι η διαμόρφωση του κατώτατου μισθού θα πρέπει να διαμορφώνεται από τους κοινωνικούς εταίρους κατόπιν συλλογικής διαπραγμάτευσης, στο πλαίσιο της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
  • Παράλληλα, το 25% θεωρεί ότι ο κατώτερος μισθός θα πρέπει να διαμορφώνεται με απόφαση της κυβέρνησης και το 16% δηλώνει ότι δεν γνωρίζει.

Η ΓΣΕΕ επισημαίνει ότι ο πρωταρχικός στόχος της θεσμοθέτησης του κατώτατου μισθού είναι να βάλει ένα κατώτατο όριο ασφαλείας στο επίπεδο διαβίωσης των εργαζομένων και να διασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης για αυτούς και τις οικογένειές τους. Ο θεσμός του κατώτατου μισθού, στην ουσία προστατεύει ένα τμήμα της κοινωνίας από τη φτωχοποίηση.

Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα, σε αντίθεση με την συντριπτική πλειοψηφία των χωρών της Ε.Ε. είναι καθηλωμένος από το 2019 και συνεχίζει να αντιστοιχεί μόνο στο 48% του διάμεσου μισθού που τον τοποθετεί κάτω από τα επίπεδα αυτού που θεωρείται ως όριο της απόλυτης φτώχιας.

Η ΓΣΕΕ, σε συμφωνία με την συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων και αίσθημα ευθύνης, επαναφέρει την πρότασή της για άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751euro με παράλληλη θεσμική επαναφορά της διαμόρφωσής του στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση μέσω της διαπραγμάτευσης της ΓΣΕΕ με τις εργοδοτικές οργανώσεις.

Τα υπόλοιπα ευρήματα της έρευνας καταγράφουν ανάλογες απόψεις με αυτή του Απριλίου του 2021. Συγκεκριμένα:

  • Το 50% των ερωτηθέντων εκφράζει απαισιοδοξία για την πορεία της χώρας στους μήνες που έρχονται και το 43% εκφράζει αισιοδοξία
  • Το 28% των εργαζομένων δηλώνουν απαισιόδοξοι για τη διατήρηση της θέσης εργασίας τους και το 57% δηλώνουν αντίστοιχα αισιόδοξοι.
  • Το 49% εκφράζουν απαισιοδοξία για την εξέλιξη των αμοιβών τους και το 37% αισιοδοξία.

Οι εργαζόμενοι, ιδιαίτερα σε μια κρίσιμη για αυτούς περίοδο σχετικά με την υγεία και ασφάλειά τους, την μεγάλη μείωση των εισοδημάτων τους και την γενικότερη ανασφάλειά τους, χρειάζονται την ενίσχυση της προστασίας τους, την καταπολέμηση της παραβατικότητας σε βάρος τους και την θεσμική κατοχύρωση και ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συλλογικών συμβάσεων εργασίας.




Πηγή