«Επειδή δεν υπήρξαν νεκροί, ήδη μας ξέχασαν» λένε με παράπονο κάτοικοι του οικισμού της Μαυρολίμνης Κορινθίας. Πριν από περίπου 50 μέρες, στις 20 Μαΐου η μεγάλη πυρκαγιά που ξεκίνησε σε εγκαταλειμμένο ελαιώνα στη θέση Μπαϊάνι στον Σχίνο έφτασε ώς τα Μέγαρα προκαλώντας ανυπολόγιστη καταστροφή, αφού έκαψε, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ), 52.000 στρέμματα δάσους και 71.000 στρέμματα συνολικά.
«Επειδή δεν υπήρξαν νεκροί, ήδη μας ξέχασαν» λένε με παράπονο κάτοικοι του οικισμού της Μαυρολίμνης Κορινθίας. Πριν από περίπου 50 μέρες, στις 20 Μαΐου η μεγάλη πυρκαγιά που ξεκίνησε σε εγκαταλειμμένο ελαιώνα στη θέση Μπαϊάνι στον Σχίνο έφτασε ώς τα Μέγαρα προκαλώντας ανυπολόγιστη καταστροφή, αφού έκαψε, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ), 52.000 στρέμματα δάσους και 71.000 στρέμματα συνολικά.
Εναν μήνα και μερικές μέρες μετά οι πυρόπληκτοι και οι υπόλοιποι κάτοικοι και αγρότες των γύρω περιοχών τρέμουν τις πλημμύρες που ενδέχεται να έρθουν με τις πρώτες βροχές, ζητώντας καθαρισμό ρεμάτων και κατά προτεραιότητα αντιπλημμυρικά και αντιδιαβρωτικά έργα, για να μην υπάρξουν θύματα όπως και σοβαρές καταστροφές στις περιουσίες τους.
Η «Εφ.Συν.» πραγματοποίησε οδοιπορικό στις πυρόπληκτες περιοχές στον Δήμο Λουτρακίου-Περαχώρας-Αγίων Θεοδώρων ακούγοντας τα σοβαρά προβλήματα των κατοίκων, τα οποία εκτείνονται πέρα από την καταστροφή που προκάλεσε η μεγάλη φωτιά, όπως και μια διαφορετική θεωρία για το πώς ξεκίνησε, την ώρα που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η έρευνα της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού της Πυροσβεστικής.
Δύσβατος δρόμος και οι εκτός σχεδίου οικισμοί
Φτάνουμε στη Μαυρολίμνη μέσω της επαρχιακής οδού Σχίνου-Αλεποχωρίου. Πρόκειται για έναν στενό και δύσβατο δρόμο που απειλείται από τις κατολισθήσεις και τη διάβρωση του εδάφους ήδη πριν από τη μεγάλη φωτιά. Κάτοικοι μας πληροφορούν ότι έχει κηρυχθεί επικίνδυνος και έχει γίνει άρση της επικινδυνότητας του 8 φορές, με τα έργα αποκατάστασης τα οποία βρίσκονται στην αρμοδιότητα τόσο της Περιφέρειας Αττικής όσο και της Πελοποννήσου να μην έχουν προχωρήσει σε ικανοποιητικό βαθμό, τουλάχιστον την τελευταία πενταετία.
Η αποκατάσταση του συγκεκριμένου οδικού άξονα κρίνεται άμεση προτεραιότητα, καθώς αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική για την ένωση της Αττικής με την Κορινθία και χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις που κλείνει η εθνική οδός, όπως για παράδειγμα στη μεγάλη φωτιά του 2018 στην Κινέτα.
Οι οικισμοί στις Βαμβακιές και στη Μαυρολίμνη θεωρούνται εκτός σχεδίου κι έτσι οι οικογένειες που απέκτησαν εκτάσεις κι έχουν χτίσει τα σπίτια τους, σε ορισμένες περιπτώσεις μόνιμες κατοικίες, έχουν να περάσουν έναν διπλό γολγοθά για να καταφέρουν να πάρουν αποζημιώσεις και να επισκευάσουν τις περιουσίες τους.
Ο Πάνος Πανόπουλος και η σύζυγός του Μαρία απέκτησαν γη στην περιοχή και έφτιαξαν την κατοικία τους τη δεκαετία του ’80, όταν εντάχθηκαν στο σχέδιο γειτονικοί οικισμοί με τη διαβεβαίωση ότι το ίδιο θα συμβεί και στη Μαυρολίμνη, θεωρώντας ότι και η περίπτωση του δικού τους σπιτιού μπορούσε να τακτοποιηθεί με τον τότε ισχύοντα νόμο Τρίτση (1337/1983). Εκτοτε δεν έχουν καταφέρει να λύσουν όλες τις εκκρεμότητες με τη μόνιμη πλέον κατοικία τους, την οποία είχαν μάλιστα ανακαινίσει έναν μήνα πριν από τη φωτιά: «Εάν το σπίτι κριθεί κατεδαφιστέο από τη δευτεροβάθμια επιτροπή, δεν μπορώ να βγάλω άδεια για εργασίες. Ελπίζω. Τόσα χρόνια πληρώναμε κανονικά φόρους, ΕΝΦΙΑ κτλ.
Τώρα μετά τη φωτιά μάς βγάζουν αυθαίρετους. Λίγες μέρες πριν από τη φωτιά κάναμε άλλη μία αίτηση για διάφορες τακτοποιήσεις, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία. Τώρα μου λένε κουράγιο, αλλά πού να το βρω;», μας λέει ο κ. Πανόπουλος και μας ξεναγεί με καημό σε ό,τι απέμεινε από το σπίτι του. Από τη φωτιά καταστράφηκαν σχεδόν όλα τα υπάρχοντα και η οικοσκευή του και τώρα φιλοξενείται σε κοντινή κατοικία συγγενή του.
Για τον Δημήτρη Δεσύλλα, πρόεδρο του εξωραϊστικού συλλόγου Σχίνου, έχουν συσσωρευτεί λάθη χρόνων στον σχεδιασμό για την προστασία της περιοχής από φυσικές καταστροφές. Πλέον κρούει το καμπανάκι για την επόμενη μέρα. «Η φωτιά έκαιγε 6 μέρες και η καταστολή της κόστισε 40 εκατομμύρια ευρώ. Το Δασαρχείο Κορίνθου είχε ζητήσει από το υπουργείο Περιβάλλοντος 100.000 ευρώ για τον καθαρισμό των δασικών δρόμων και τη στελέχωση των τοπικών πυροφυλακίων και έλαβε 12.000 ευρώ!». Οπως μας λέει, από το 2012 έχουν σταματήσει λόγω έλλειψης πόρων οι προσλήψεις εποχικών πυροφυλάκων και τα περίπολα στο δάσος, κάτι για το οποίο είναι αρμόδιος ο Δήμος Λουτρακίου.
Μετά τη φωτιά επιδεινώθηκε και το πρόβλημα με την ύδρευση στον Σχίνο. Το χωριό υδρεύεται από 3 πηγές, οι οποίες βρίσκονται μέσα σε χαράδρες στα Γεράνεια όρη που κάηκαν. Σε αρκετά σημεία κάηκαν οι σωληνώσεις και καταστράφηκαν τα δέντρα και η βλάστηση κοντά στις ρεματιές, οι οποίες θα κατεβάζουν μεγαλύτερο όγκο από φερτά υλικά. «Φοβόμαστε ότι θα καταστραφούν οι υδρομαστεύσεις εάν δεν γίνουν κάποια προστατευτικά έργα, ίσως και φράγματα για να καθυστερήσουν την ορμή των υδάτων. Με τη μεγάλη βροχόπτωση του 2014 και την κακοκαιρία του Ζορμπά το 2018 είχαμε πάθει πάλι ζημιά. Φανταστείτε τι μπορεί να γίνει τώρα χωρίς όλη τη βλάστηση σε περίπτωση δυνατών βροχοπτώσεων» τονίζει ο κ. Δεσύλλας.
Κινητοποιήσεις
Ο κ. Δεσύλλας συμμετέχει στη Συντονιστική Επιτροπή Γερανείων που έχει φτιαχτεί από περισσότερους από 30 συλλόγους της περιοχής από τα Μέγαρα μέχρι την Κινέτα και τους Αγίους Θεοδώρους, έχοντας τη στήριξη των οικολογικών οργανώσεων WWF και ANIMA. Το κάλεσμα της επιτροπής παραμένει ανοιχτό και για νέες συμμετοχές με πολλούς κατοίκους και συλλόγους να δείχνουν ζωηρό ενδιαφέρον.
Στόχος της επιτροπής είναι να αποτραπούν τόσο οι βραχυπρόθεσμες όσο και οι μακροπρόθεσμες δυσάρεστες επιπτώσεις στη ζωή του τόπου και του φυσικού περιβάλλοντος των Γερανείων και να εξασφαλιστεί η αναγέννηση του οικοσυστήματος.
Πέρα από τις αυτονόητες αντιδιαβρωτικές και αντιπλημμυρικές μελέτες και εργασίες, ανάμεσα στα αιτήματα της επιτροπής βρίσκονται η αίτηση για συμβολή της Μονάδας Μελετών και Κατασκευών του υπουργείου Αμυνας στις εργασίες που χρειάζεται να γίνουν στις πληγείσες περιοχές αλλά και η απαγόρευση των δραστηριοτήτων που εμποδίζουν να επανέλθει η χλωρίδα στις καμένες περιοχές, όπως η βόσκηση, με παράλληλη μέριμνα για τους κτηνοτρόφους.
Βασικότερο όμως και καίριο ζητούμενο αποτελεί η κήρυξη όλων των καμένων εκτάσεων ως αναδασωτέων και η εξαίρεσή τους από οποιαδήποτε δραστηριότητα δόμησης, εξόρυξης και επενδύσεων ΑΠΕ κάθε τύπου για τα επόμενα 30 χρόνια. Μετά τη φωτιά επανήλθαν άλλωστε μνήμες από τις μεγάλες κινητοποιήσεις του διαστήματος 2010-2011 για να μην τοποθετηθούν ανεμογεννήτριες στα Γεράνεια, με τις περισσότερες αλλά όχι όλες τις αδειοδοτήσεις να έχουν ανακληθεί, κάτι που κάνει τους κατοίκους και τους τοπικούς συλλόγους καχύποπτους και σε επιφυλακή για ανάλογο μελλοντικό ενδεχόμενο.
Ο Πάνος Ράπτης είναι μέλος της νεοσύστατης κίνησης για τη διάσωση του δάσους «Γερανίδες» και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΑΑ. Οπως μας λέει, «οι αλλαγές χρήσης γης δεν θα πραγματοποιηθούν αύριο το πρωί, μέχρι να ξαναγίνει δάσος η περιοχή λογικά θα περάσουν δεκαετίες και οι αφορμές για να εκμεταλλευτούν εκτάσεις για άλλες χρήσεις θα υπάρξουν στο μέλλον, όταν μειωθεί η επιφυλακή.
Για αυτό είναι επείγον να κηρυχτεί αναδασωτέα η περιοχή και να απαγορευτούν όλες οι δραστηριότητες (βοσκή, υλοτομία, κυνήγι, δόμηση κτλ) για πολλά χρόνια». Η στόχευση της ομάδας στην οποία συμμετέχουν νέοι επιστήμονες είναι διττή και αφορά τη διασφάλιση των συνθηκών για αναδάσωση (φυσική σε πρώτο χρόνο και να περάσουμε σε τεχνητή αν δεν γίνεται η φυσική) αλλά και την προστασία του υπόλοιπου δάσους. «Οχι μόνο γιατί είναι πιο εύκολο να γίνουν εστίες πλέον, αλλά και γιατί, αν ξαναπεράσει φωτιά από τα καμένα, δεν υπάρχει καμία ελπίδα φυσικής αναδάσωσης και διατήρησης της βιοποικιλότητας» προσθέτει.
Οι θεωρίες για τη φωτιά
Η πρώτη ημι-επίσημη ενημέρωση στις 20 Μαΐου, όταν ξέσπασε η φωτιά, μιλούσε για 90χρονο που έκαιγε υπολείμματα από κλαδέματα σε αγροτεμάχιο με ελιές. Οι κάτοικοι της περιοχής γελάνε με αυτή τη θεωρία, λέγοντάς μας ειρωνικά ότι «δεν έχει μείνει κάποιος 90χρονος κάτοικος στον οικισμό». Στη συνέχεια η θεωρία με τον 90χρονο αποσύρθηκε και γίνεται αναφορά σε αμέλεια και ανθρώπινη δραστηριότητα. Αγρότης της περιοχής πιθανολογεί ότι η φωτιά ξεκίνησε από κακοσυντηρημένα καλώδια της ΔΕΗ, κάτι που έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν.
Εδώ και χρόνια οι κάτοικοι της περιοχής έκαναν εθελοντικά περιπολίες και βρίσκονταν σε επιφυλακή στο κοντινό πυροφυλάκιο Π3, για το οποίο πλέον ο δρόμος έχει καταστεί δυσπρόσιτος. Αλλος κάτοικος, που θέλει να κρατήσει την ανωνυμία του, μιλά στην «Εφ.Συν.» για περίεργες συμπτώσεις που δείχνουν εμπρησμό. Η φωτιά ξεκίνησε στις 9.30 το βράδυ, πολύ κοντά στην αλλαγή βάρδιας της Πυροσβεστικής και με έντονους ανέμους να πνέουν εκείνη τη μέρα στην περιοχή. Εκτός αυτού, στον ελαιώνα και κοντινά αγροτεμάχια έχουν εντοπιστεί από κατοίκους και αποσταλεί προς ανάλυση υπολείμματα πιθανώς εύφλεκτης ουσίας που εικάζεται ότι τοποθετήθηκε από ανθρώπινο χέρι, ώστε να πάρει γρήγορα έκταση η φωτιά.
Πηγές της Πυροσβεστικής τονίζουν στην «Εφ.Συν.» ότι δεν είναι ακόμα γνωστή η ακριβής αιτία της φωτιάς. Ως πρώτο -επιφανειακό- πόρισμα προκύπτει ότι πρόκειται για κάποια αμέλεια. Υπάρχει εξέλιξη στις έρευνες και έχουν συλλεχθεί καταθέσεις, όμως από τη ΔΑΕΕ (Διεύθυνση Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού) δεν εξετάζονται μόνο αυτές. Εχουν συλλεχθεί πολλά στοιχεία, τα οποία λόγω της μυστικότητας της προανάκρισης δεν είναι ανακοινώσιμα. Οταν ολοκληρωθεί η δικογραφία, αυτή θα σταλεί στην Εισαγγελία η οποία και θα αποφασίσει για τον χειρισμό της υπόθεσης.
«Aνανέωση των αντιπυρικών ζωνών στο δάσος»
«Ζητάμε ως δήμος έκτακτη χρηματοδότηση από το ΥΠΕΣ ή την Περιφέρεια Πελοποννήσου για να ολοκληρωθούν τα αντιπλημμυρικά έργα χθες» λέει χαρακτηριστικά στην «Εφ.Συν.» ο δήμαρχος Λουτρακίου. Ακόμη ζητείται η συμβολή της Μονάδας Μελετών και Κατασκευών του υπουργείου Αμυνας για την παραχώρηση βαρέων μηχανημάτων καθαρισμού από τη Σχολή Μηχανικών του Στρατού που εδρεύει στο Λουτράκι.
Σύμφωνα με τον δήμαρχο, η μεγάλη καταστροφή προκλήθηκε από το γεγονός ότι δεν ήταν διαθέσιμα τα κατάλληλα πυροσβεστικά ελικόπτερα για το ανάγλυφο της περιοχής (χαράδρες κ.ά.), κάτι στο οποίο συμφωνούν και κάτοικοι που μας μίλησαν. Μιλά επίσης για την ανάγκη ανανέωσης των αντιπυρικών ζωνών στο δάσος, δουλειά που έχει να γίνει πάνω από 15 χρόνια, ενώ θεωρεί πρόβλημα την παύση της δραστηριότητας των ρητινοκαλλιεργητών που φρόντιζαν για τον καθαρισμό του δάσους.
Σύμφωνα με τον κ. Γκιώνη, έχουν ανατεθεί μελέτες αντιπλημμυρικών έργων που αναμένεται να κοστίσουν περισσότερο από 5 εκατομμύρια ευρώ για τον οικισμό του Σχίνου, όχι όμως ακόμα για τις εκτός σχεδίου Βαμβακιές και Μαυρολίμνη, όπου επίσης απαιτούνται έργα. Σχετικά με τις αποζημιώσεις στις συγκεκριμένες περιοχές με δυσεπίλυτο ιδιοκτησιακό καθεστώς, ο δήμαρχος δήλωσε αναρμόδιος παραπέμποντας στις υπηρεσίες του υπουργείου Εσωτερικών. Οσον αφορά τον δρόμο Σχίνου-Αλεποχωρίου, ο κ. Γκιώνης μιλά για γνωστά προβλήματα πριν από την πυρκαγιά και έργο αποκατάστασης ύψους 1 εκατομμυρίου ευρώ που είχε δημοπρατηθεί, αλλά δεν αρκεί με τις νέες συνθήκες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου