Το ψηφιδωτό της Θεοτόκου (Βρεφοκρατούσας) στην Αγιά Σοφιά, στην Κωνσταντινούπολη.

Διά τὴν Πόλῐν

Διά τὴν Πόλῐν πολεμήσομεν
Μαρμαρωμένος βασιλεύς ἐστί ὁ δῆμος ὁ ἑλληνικός
Τήν ῥίζᾰν αὐτοῦ εὑρήσει
Αἱ θάλατται, τά Μυστήρια τῆς Ἐλευσῖνος, αἱ ἐκκλησίαι
Τὰ ἄπιστᾰ ὄντα λήψονται τὸ Μέγιστον Φῶς
Περιμένω τὴν στιγμήν διά τὴν Πόλῐν
Διά τὸν Ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίᾱς

Η Ελλάς Ευγνωμονούσα, Θεόδωρος Βρυζάκης (1858)
Κι ὅμως δὲν πίστεψα
Ὅρους ἀντέστρεψα
Εἶμαι ὁ Ἕλληνας ποὺ πολεμᾶ
Εἶπαν πὼς χάθηκα
Δρόμους μου χάραξαν
Ἔμεινα μόνος μου κι ὅμως ἐπέζησα
Ἔζησα στὴ φωτιά

Αλέξανδρος (Άλεξ) Παναγή, Στὴ φωτιά (Eurovision 1995)

Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

Μουσική Παρασκευή με ελληνικό στίχο ΜΟΝΟ! 1ο μέρος

 

Να 'τανε το '21


Μου ξανάρχονται ένα ένα χρόνια δοξασμένα
να 'τανε το 21 να 'ρθει μια στιγμή
Να περνάω καβαλάρης στο πλατύ τ' αλώνι
και με τον Κολοκοτρώνη να 'πινα κρασί
Να πολεμάω τις μέρες στα κάστρα
και το σπαθί μου να πιάνει φωτιά
και να κρατάω τις νύχτες με τ' άστρα
μια Τουρκοπούλα (ομορφούλα) αγκαλιά
Μου ξανάρχονται ένα ένα χρόνια δοξασμένα
να 'τανε το 21 να 'ρθει μια βραδιά
Πρώτος το χορό να σέρνω στου Μοριά τις στράτες
και ξοπίσω μου Μανιάτες και οι Ψαριανοί
Κι όταν λαβωμένος γέρνω κάτω απ' τους μπαξέδες
να με ραίνουν μενεξέδες χέρια κι ουρανοί
Να πολεμάω τις μέρες στα κάστρα
και το σπαθί μου να πιάνει φωτιά
και να κρατάω τις νύχτες με τ' άστρα
μια Τουρκοπούλα (ομορφούλα) αγκαλιά
Μου ξανάρχονται ένα ένα χρόνια δοξασμένα
να 'τανε το 21 να 'ρθει μια βραδιά





                                                  Άκρα του τάφου σιωπή
                                                  

Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει.
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί κι η μάνα το ζηλεύει.

Τα μάτια η πείνα εμαύρισε στα μάτια η μάνα μνέει
στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει.

“Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ’ έχω εγώ στο χέρι;
Οπού ‘σύ μου ‘γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει”.

                                        

Ο χορός του Ζαλόγγου




Έχε γεια καημένε κόσμε έχε γεια γλυκιά ζωή
και συ δύστυχη πατρίδα έχε γειά παντοτινή

Έχετε γεια βρυσούλες
λόγγοι βουνά ραχούλες
έχετε γεια βρυσούλες
κι εσείς Σουλιωτοπούλες


Στη στεριά δε ζει το ψάρι
ούτε ανθός στην αμμουδιά
Κι οι Σουλιώτισσες δε ζούνε
δίχως την ελευθεριά

Έχετε γεια βρυσούλες
λόγγοι βουνά ραχούλες
έχετε γεια βρυσούλες
κι εσείς Σουλιωτοπούλες

Έχετε γεια βρυσούλες
λόγγοι βουνά ραχούλες
έχετε γεια βρυσούλες
κι εσείς Σουλιωτοπούλες


Ο Θούριος του Ρήγα

Ως πότε παλληκάρια, θα ζούμε στα στενά
Μονάχοι σαν λιοντάρια, στες ράχες στα βουνά;
Ως πότε παλληκάρια, θα ζούμε στα στενά
Μονάχοι σαν λιοντάρια, στες ράχες στα βουνά;
Κάλλιο είναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή
Παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή
Παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή
Σπηλιές να κατοικούμε, να βλέπουμε κλαδιά
Να φεύγωμ' απ' τον κόσμο, για την πικρή σκλαβιά;
Σπηλιές να κατοικούμε, να βλέπουμε κλαδιά
Να φεύγωμ' απ' τον κόσμο, για την πικρή σκλαβιά;
Κάλλιο είναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή
Παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή
Παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή
Να χάνωμεν αδέλφια, πατρίδα και γονείς
Τους φίλους, τα παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς;
Να χάνωμεν αδέλφια, πατρίδα και γονείς
Τους φίλους, τα παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς;
Κάλλιο είναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή
Παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή
Παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή
Παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή




                                                                 

                                                 Της Δικαιοσύνης Ήλιε Νοητέ




                                                   

Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ και μυρσίνη εσύ δοξαστική μη παρακαλώ σας μη (x3) λησμονάτε τη χώρα μου Αετόμορφα τα έχει τα ψηλά βουνά στα ηφαίστεια κλήματα σειρά και τα σπίτια πιο λευκά (x3) στου γλαυκού το γειτόνεμα Τα πικρά μου χέρια με τον Κεραυνό τα γυρίζω πίσω απ' τον καιρό τους παλιούς μου φίλους καλώ (x3) με φοβέρες και μ' αίματα Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ και μυρσίνη εσύ δοξαστική μη παρακαλώ σας μη (x3) λησμονάτε τη χώρα μου



Τη ρωμιοσύνη μην την κλαις






Μάνα μου τα κλεφτόπουλα

Μάνα μου τα, μάνα μου
τα κλεφτόπουλα τρώνε
και τραγουδάνε, άιντε
πίνουν και γλεντάνε.

Μα ένα μικρό μα ένα μικρό
κλεφτόπουλο δεν τρώει,
δεν τραγουδάει, βάι
δεν πίνει δε γλεντάει.

Μόν’ τ’ άρματα,
μόν τ’ άρματά του κοίταζε,
του τουφεκιού του λέει:
Γεια σου Κίτσο μου λεβέντη,

Ντουφέκι μου,
ντουφέκι μου περήφανο
σπαθί μ ξεγυμνωμένο
μια χαρά ήσουν το καμένο.

πόσες φορές, πόσες φορές
με γλίτωσες απ’ των εχθρών
τα χέρια κι απ’ των Τούρκων
τα μαχαίρια.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου


ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ