Γερμανός αρχιτέκτονας, που απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα και άφησε διακριτό το αποτύπωμά του στο οικιστικό περιβάλλον της Αθήνας.
Ο Ερνέστος Τσίλερ (Ernst Ziller) ήταν γερμανός αρχιτέκτονας, που απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα και άφησε διακριτό το αποτύπωμά του στο οικιστικό περιβάλλον της Ελλάδας και ιδιαίτερα της Αθήνας. Δεν είναι τυχαίος ο χαρακτηρισμός της Αθήνας του 19ου αιώνα ως «Αθήνας του Τσίλερ». Υπήρξε από τους κύριους εκπροσώπους του νεοκλασικισμού στον ελληνικό χώρο και το έργο του περιλαμβάνει περί τα 500 κτίρια, τα οποία σχεδίασε ή κατασκεύασε, από το 1870 έως το 1916.
Ο Έρνστ Μόριτς Τέοντορ Τσίλερ, όπως ήταν το πλήρες ονοματεπώνυμό του, γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου 1837 στο Ζέρκοβιτς της Σαξωνίας και ήταν το μεγαλύτερο από τα δέκα παιδιά του ονομαστού οικοδόμου της περιοχής Κρίστιαν Τσίλερ. Σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Δρέσδης, όπου διακρίθηκε για τις επιδόσεις του και βραβεύθηκε με αργυρό μετάλλιο (1858).
Είχε την τύχη να προσληφθεί ως σχεδιαστής στο εργαστήριο του διάσημου Δανού αρχιτέκτονα Θεόφιλου Χάνσεν στη Βιέννη. Ο Χάνσεν έχοντας εκπονήσει την εποχή εκείνη το σχέδιο του μεγάρου της Ακαδημίας Αθηνών, υπέδειξε τον Τσίλερ για να εποπτεύσει την επίβλεψη του. Έτσι, το 1861 ο νεαρός αρχιτέκτονας ήρθε στην Αθήνα κι ανέλαβε την επίβλεψη της ανέγερσης του κτηρίου της Ακαδημίας και εν συνεχεία της Εθνικής Βιβλιοθήκης.
Σ' ένα ταξίδι του στη Βιέννη την άνοιξη του 1876 γνώρισε την πιανίστρια Σοφία Δούδου, κόρη του Κοζανίτη έμπορου Κωνσταντίνου Δούδου. Ο έρωτας φαίνεται ότι ήταν κεραυνοβόλος και το ζευγάρι ενώθηκε με τα δεσμά του γάμου τον Μάιο της ίδιας χρονιάς. Την ευτυχία τους ήλθε να συμπληρώσει η γέννηση του πρώτου τους παιδιού το 1879. Το ζευγάρι θα αποκτήσει άλλα τέσσερα παιδιά τα επόμενα χρόνια.
Η ταχύτατη επαγγελματική του ανέλιξη και ο γάμος του με ελληνίδα ήταν οι αποφασιστικοί παράγοντες που τον ώθησαν να εγκατασταθεί μονίμως στην Ελλάδα και ν’ αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα. Πολύ παραγωγικός αρχιτέκτονας, ο Τσίλερ σχεδίασε κι επέβλεψε τουλάχιστον 500 σημαντικά δημόσια και ιδιωτικά κτήρια στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδος (Πάτρα, Πύργο, Θεσσαλονίκη, Τρίπολη, Ερμούπολη Σύρου κ.ά.). Το 1872 διορίστηκε καθηγητής στο Πολυτεχνείο, ενώ διατέλεσε για λίγο (1884) διευθυντής Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση του Χαρίλαου Τρικούπη.
Αξιόλογα έργα του Ερνέστου Τσίλερ στην Αθήνα είναι το Μέγαρο Σλίμαν («Ιλίου Μέλαθρον», 1878-1880), το Δημοτικό Θέατρο Αθηνών (1873-1888, κατεδαφίστηκε το 1939), το Μέγαρο Μελά (1874-1884, το μετέπειτα Κεντρικό Ταχυδρομείο Αθηνών στην Πλατεία Κοτζιά), πολλές αστικές κατοικίες στην Αθήνα (Γουδή, Καλλιγά, Συγγρού, Δεληγιώργη, Σταθάτου κ.ά.) και στον Πειραιά (Ζέα), επαύλεις (Θων στους Αμπελοκήπους, Πεσμαζόγλου στην Κηφισιά) και εξοχικά σπίτια στο Μοσχάτο, τα κτήρια του Γερμανικού και Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου (1887 και 1905 αντίστοιχα), το Εθνικό Θέατρο της οδού Αγίου Κωνσταντίνου (1895), το Ορφανοτροφείο Χατζηκώνστα (1897, κατεδαφίστηκε το 1963), η πρώην Σχολή Ευελπίδων (1894, νυν Πρωτοδικείο Αθηνών), τα Ανάκτορα της οδού Ηρώδου του Αττικού (1890, νυν Προεδρικό Μέγαρο), το Εθνικό Χημείο (1885-1900), το κινηματοθέατρο «Αττικόν» (1870-1881) κ.ά.
Στα εκτός Αθηνών σημαντικά έργα του συγκαταλέγονται το θέατρο της Ζακύνθου (1871, καταστράφηκε στο σεισμό του 1953 και ανακατασκευάστηκε), το θέατρο της Πάτρας (1872), το Δημαρχείο της Ερμούπολης (1874- 1884), οι αγορές του Αιγίου και του Πύργου, το Δικαστικό Μέγαρο Τρίπολης, το Ελληνικό Προξενείο Θεσσαλονίκης (νυν Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα) κ.ά.
Σημαντική υπήρξε η συμβολή του Τσίλερ και στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική, με σχεδιασμό ναών, όπως η Φανερωμένη στο Αίγιο (1890-1893), ο Άγιος Αθανάσιος Πύργου (1911), η Αγία Τριάδα Πειραιώς (1915- 1916) και ο Άγιος Λουκάς Πατησίων κλπ. Τα περισσότερα σχέδιά του φυλάσσονται στην Εθνική Πινακοθήκη, ενώ ορισμένες μελέτες του βρίσκονται στο Μουσείο Μπενάκη, στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο και σε ιδιωτικές συλλογές.
Ο Ερνέστος Τσίλερ πέθανε στην Αθήνα στις 12 Νοεμβρίου 1923, σε ηλικία 86 ετών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου