Ο Μανουήλ Β’ Παλαιολόγος ήταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου (1391-1425), από τους πιο αξιόλογους της δυναστείας των Παλαιολόγων. Όλα τα χρόνια της εξουσίας του προσπάθησε ν’ αντιμετωπίσει την Οθωμανική απειλή, αλλά ήταν φανερό ότι η άλλοτε κραταιά αυτοκρατορία που είχε συρρικνωθεί σημαντικά και έπνεε τα λοίσθια δεν είχε τις δυνάμεις να αντισταθεί και να αντιστρέψει την κατάσταση. Συνέβαλε και ο ίδιος στην εξέλιξη αυτή, καθώς δεν αξιοποίησε τις ευκαιρίες που του παρουσιάσθηκαν.

Ο Μανουήλ γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 27 Ιουνίου 1350 και ήταν γιος του αυτοκράτορα Ιωάννη Ε' Παλαιολόγου και της Ελένης Κατακουζηνής. Έλαβε αξιόλογη μόρφωση και από νεαρή ηλικίας αναμίχθηκε στα κοινά, σε μια περίοδο που η Αυτοκρατορία μαστιζόταν από ενδοοικογενειακές δυναστικές έριδες. Επιπλέον, ρόλο στις υποθέσεις του Βυζαντίου είχαν και οι ξένοι (Γενουάτες, Ενετοί και Οθωμανοί), που έπαιρναν το μέρος της μίας ή της άλλης μερίδας για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους.

Ο Μανουήλ ανήλθε στο θρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του στις 16 Φεβρουαρίου 1391 σε ηλικία 42 χρόνων, αφού προηγουμένως είχε εξουδετερώσει τις προσπάθειες συγγενών του να του αμφισβητήσουν την τάξη διαδοχής. Από τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του η οθωμανική πίεση γινόταν όλο και πιο έντονη.

Η κατάσταση έγινε απελπιστική, όταν το 1394 ο σουλτάνος Βαγιαζήτ Α' ξεκίνησε την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης, που κράτησε έως το 1402. Εν τω μεταξύ, μια σταυροφορία υπό τον Βασιλιά της Ουγγαρίας Σιγισμούνδο απέτυχε να βοηθήσει τους Βυζαντινούς, καθώς ο στρατός του ηττήθηκε από τις δυνάμεις του Βαγιαζήτ στη Μάχη της Νικόπολης (σημερινή Βουλγαρία) στις 25 Σεπτεμβρίου 1396.